Σαββατο, 16/11/24
Η εκλογή του Τραμπ στην ηγεσία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και τα σενάρια που διαρρέουν για το πώς θα διαχειριστεί τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουν προκαλέσει έντονη κινητικότητα στα δυτικά ιμπεριαλιστικά επιτελεία. Ουάσιγκτον και δυτικές πρωτεύουσες επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν το χρονικό περιθώριο μέχρι τις 20 Ιανουαρίου που ο Μπάιντεν θα είναι στην ηγεσία των ΗΠΑ, ώστε να δρομολογήσουν εξελίξεις που θα δεσμεύουν τη νέα διοίκηση, ενώ και το ενδεχόμενο μιας προβοκάτσιας δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Οι προεκλογικές διακηρύξεις Τραμπ για άμεσο τερματισμό του πολέμου αλλά και οι μετεκλογικές δηλώσεις στελεχών του προδιαγράφουν μια στροφή στο ουκρανικό με μεγαλύτερη πίεση στον Ζελένσκι για την αποδοχή των τετελεσμένων επί του πεδίου και εγκατάλειψη των ονείρων για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Σε αυτό το πνεύμα κινήθηκε και η δήλωση του συμβούλου στρατηγικής του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, Μπράιαν Λάνζα, στο BBC ότι «η Κριμαία χάθηκε» για την Ουκρανία. Εκτίμησε πως η κυβέρνηση Τραμπ θα ζητήσει από τον Ζελένσκι, ένα «ρεαλιστικό όραμα για την ειρήνη» και πως προτεραιότητά της θα είναι «η εγκαθίδρυση ειρήνης» και όχι η επιστροφή χαμένων εδαφών. Επισήμανε πως ο Ζελένσκι δεν θα είναι σοβαρός αν επιμένει ότι «μπορούμε να έχουμε ειρήνη μόνο αν έχουμε την Κριμαία» και πως αν αυτή είναι η προτεραιότητά του τότε είναι «μόνος του».
Στο θέμα παρενέβη και ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, ο πρωτότοκος γιος του νεοεκλεγέντος Προέδρου, ο οποίος σε ανάρτησή του σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης υπονόησε ότι ο Ζελένσκι απέχει μόλις λίγες εβδομάδες από το να χάσει το «επίδομά» του.
Ενώ ο Τραμπ είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ζελένσκι στην οποία συμμετείχε και ο δισεκατομμυριούχος Ίλον Μασκ, ερωτηματικό παραμένει αν πραγματοποιήθηκε η τηλεφωνική συνομιλία με τον Πούτιν. Αυτό ανέφερε δημοσίευμα της «Washinghton Post» σύμφωνα με το οποίο ο Τραμπ φέρεται να προειδοποίησε τον Πούτιν να μην κλιμακώσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, υπενθυμίζοντάς του «την ευμεγέθη στρατιωτική παρουσία της Ουάσιγκτον στην Ευρώπη». Η εφημερίδα πρόσθεσε πως το Κίεβο ενημερώθηκε και δεν είχε αντίρρηση γι’ αυτή τη συνομιλία, κάτι που το ουκρανικό ΥΠΕΞ διέψευσε. Τη συνομιλία διέψευσε και το Κρεμλίνο αναφέροντας ότι ο Πούτιν δεν έχει ακόμη «συγκεκριμένο προγραμματισμό» για επικοινωνία. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμ. Πεσκόφ, χαρακτήρισε το δημοσίευμα «επιστημονική φαντασία» και «ψευδείς πληροφορίες».
Με δεδομένο τον διακηρυγμένο στρατηγικό στόχο για ταχεία στροφή στον Ινδο-Ειρηνικό και την Κίνα, ο Τραμπ επιδιώκει να διεμβολίσει το ρωσοκινεζικό μέτωπο κάνοντας κάποια ανοίγματα στον Πούτιν. Ενδεχομένως τα δημοσιεύματα αυτά να παίζουν τον ρόλο τροχιοδεικτικών και προπαρασκευαστικών ενεργειών για μια συνάντηση των δύο ηγετών. Σε κάθε περίπτωση η απόσταση μεταξύ λόγων και έργων είναι μεγάλη, καθώς ο Τραμπ θα κληθεί να διαχειριστεί μια πολεμική κατάσταση η οποία τον Φλεβάρη θα μπαίνει στον τρίτο χρόνο της και η οποία έχει διαμορφώσει τη δική της δυναμική.
Ο Τραμπ πάντως συνομίλησε τηλεφωνικά με τον καγκελάριο της Γερμανίας, Όλ. Σολτς, με τη γερμανική κυβέρνηση να δηλώνει πως είναι «έτοιμοι να συνεργαστούν για την επιστροφή της ειρήνης στην Ευρώπη». Αν και η Γερμανίδα ΥΠΕΞ, Αν. Μπέρμποκ, προειδοποίησε για τον κίνδυνο ο Πούτιν να εκμεταλλευτεί την πολιτική μετάβαση στις ΗΠΑ προκειμένου να κερδίσει πλεονεκτήματα στην Ουκρανία. «Ό,τι μπορεί η Ευρώπη να δώσει στην Ουκρανία πρέπει να το δώσει τώρα», τόνισε, δίνοντας έμφαση στην ενίσχυση της ουκρανικής αεράμυνας, την ώρα που το Βερολίνο βυθίζεται στην πολιτική κρίση.
Εσπευσμένα, μια βδομάδα μετά τις αμερικανικές εκλογές, έφτασε στις Βρυξέλες και ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, για επείγουσες συνομιλίες με αξιωματούχους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ο Μπλίνκεν αποκάλυψε σχέδια για πρόσθετη οικονομική βοήθεια πριν τον Ιανουάριο που θα ορκιστεί ο Τραμπ. «Ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει δεσμευτεί να διασφαλίσει ότι κάθε δολάριο που έχουμε στη διάθεσή μας θα προωθηθεί προς πληρωμή και θα έχει διατεθεί από τώρα μέχρι τις 20 Ιανουαρίου», είπε χαρακτηριστικά με το ποσό αυτό να φτάνει τα 9 δισ. δολάρια.
Ακόμη ο Μπλίνκεν κάλεσε τις χώρες του ΝΑΤΟ «να διασφαλίσουν ότι η Ουκρανία θα διαθέτει τους πόρους, τα πυρομαχικά και τις δυνάμεις που χρειάζεται να πολεμήσει αποτελεσματικά το 2025 ή για να διαπραγματευτεί την ειρήνη από θέση ισχύος». Επίσης «δεσμεύτηκε» ότι το ΝΑΤΟ θα ακολουθήσει μια πολύ «έντονη ατζέντα» κατά τους τελευταίους μήνες της διακυβέρνησης Μπάιντεν. Ακόμη εξέφρασε την ανησυχία του για μια ενδεχόμενη ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων της Βόρειας Κορέας από τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής τους ικανότητας και υποσχέθηκε μια «σθεναρή» απάντηση στη συστράτευση της Πιονγιάνγκ με τη Μόσχα.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θορυβημένοι από μια ενδεχόμενη τροποποίηση της πολιτικής της νέας αμερικανικής ηγεσίας ως προς την Ουκρανία αλλά και συνολικότερα προς το ΝΑΤΟ επιδίδονται σε πολεμοχαρείς δηλώσεις στήριξης του Κιέβου και παρότρυνσης προς τον Τραμπ να ακολουθήσει την ίδια πολιτική με τον Δημοκρατικό προκάτοχό του.
Μπροστάρης αυτών των ενεργειών εμφανίζεται ο Γάλλος πρόεδρος, Εμ. Μακρόν, ο οποίος κατά τη συνάντησή του με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, δήλωσε πως οι «η παροχή βοήθειας προς την Ουκρανία παραμένει απόλυτη προτεραιότητα». Τόνισε ακόμη πως «το ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοι θα πρέπει να συνεχίσουν την παροχή πλήρους υποστήριξης στην Ουκρανία», υπογραμμίζοντας πως αυτός είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να οδηγήσει σε διαπραγματεύσεις, οι οποίες «όταν φτάσει η στιγμή να πραγματοποιηθούν δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν χωρίς τους Ουκρανούς για τα θέματα που αφορούν την Ουκρανία και χωρίς την Ευρώπη για τα θέματα που αφορούν την Ευρώπη». Σημείωσε ακόμη πως η ανάπτυξη στρατευμάτων της Βόρειας Κορέας στην περιοχή του Κουρσκ συνιστά μια επικίνδυνη κλιμάκωση, στο φόντο των πληροφοριών που έρχονται στη δημοσιότητα και δεν διαψεύδονται από τη Μόσχα.
Από τη πλευρά του ο γ.γ. του ΝΑΤΟ κάλεσε τα μέλη του ΝΑΤΟ «να κάνουν περισσότερα ώστε να επιτρέψουν στην Ουκρανία να πολεμήσει», καθώς αυτή είναι η «άμεση πρόκληση» με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι. Έστειλε παράλληλα μήνυμα προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού πως «οφείλουμε να διατηρήσουμε την ισχύ της διατλαντικής μας συμμαχίας».
Στο πλαίσιο αυτών των ζυμώσεων, ο Μακρόν συναντήθηκε στο Παρίσι με τον Βρετανό πρωθυπουργό, Κιρ Στάρμερ. Στο μενού της ατζέντας, σύμφωνα με την εφημερίδα «Telegragh», ήταν και η προσπάθεια να πειστεί ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν να δώσει το πράσινο φως για να χρησιμοποιηθούν οι πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς Storm Shadow / SCALP-EG σε στόχους επί ρωσικού εδάφους, πριν αναλάβει την αμερικανική ηγεσία ο Τραμπ.
Στο πλαίσιο του αντιρωσικού μένους και των ερωτημάτων για την πολιτική Τραμπ, ο επικεφαλής της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Ζ. Μπορέλ, δήλωσε πως η Ρωσία πρέπει να λογοδοτήσει για «τα εγκλήματα πολέμου» όποια και αν είναι η μελλοντική συμφωνία ειρήνης. «Είναι μια προειδοποίηση σ’ αυτούς που λένε ότι αυτός ο πόλεμος πρέπει να σταματήσει και πως συνεπώς πρέπει να τον τελειώσουμε το γρηγορότερο δυνατόν, χωρίς να έχει σημασία το πώς», πρόσθεσε ο Μπορέλ από το Κίεβο. Υπονομεύοντας κάθε προσπάθεια συνεννόησης με τη Μόσχα πρότεινε τα περίπου 300 δισ. δολάρια κεφαλαίων του ρωσικού κράτους, τα οποία έχουν παγώσει οι Δυτικοί, να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας μετά τον πόλεμο.
Ο Πούτιν θέτει τους όρους για «ειρήνευση»
Η Μόσχα από τη μεριά της θέτει τις δικές της προϋποθέσεις για μια πιθανή διαπραγμάτευση με τη δύση σχετικά με το μέλλον της Ουκρανίας. Μιλώντας στη Λέσχη Συζητήσεων Βαλντάι, στο Σότσι, ο Βλ. Πούτιν, μια μέρα μετά την εκλογή Τραμπ, υπενθύμισε τους όρους που θέτει η Ρωσία για μια νέα «αρχιτεκτονική ασφαλείας» στην Ευρασία.
Ο Πούτιν ζήτησε τη διαβεβαίωση ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και δεν θα φιλοξενεί όπλα που μπορούν να πλήξουν ρωσικό έδαφος. Απαίτησε την ουδετερότητα της Ουκρανίας καθώς σε άλλη περίπτωση θα «χρησιμοποιείται σε βάρος των συμφερόντων της Ρωσικής Ομοσπονδίας» και δεν θα υπάρξουν προϋποθέσεις για ειρήνη. Επισήμανε ότι η Μόσχα είναι έτοιμη για ειρηνευτικές συνομιλίες που θα βασίζονται όχι στις «λίστες επιθυμιών του Κίεβου» αλλά στα δεδομένα στο πεδίο όπου η Ρωσία κατέχει πλέον το 1/5 των εδαφών της Ουκρανίας. Καθώς και στις «ειρηνευτικές συμφωνίες που επιτεύχθηκαν στην Κωνσταντινούπολη» τον Μάρτη του 2022, μεταξύ Μόσχας και Κιέβου, οι οποίες τορπιλίστηκαν μετά την παρέμβαση των ΗΠΑ και τις Βρετανίας. Κάλεσε την Ευρώπη να «αποκαταστήσει την αμοιβαία εμπιστοσύνη» με τη Ρωσία και να δημιουργήσουν σταδιακά «ένα κοινό σύστημα ευρασιατικής ασφάλειας» μέσα στο πλαίσιο της «πολυπολικής παγκόσμιας τάξης πραγμάτων», που αναδύεται μέσα από μια «μακρά περίοδο αναταράξεων και αλλαγών».
Παρά αυτά τα διπλωματικά ανοίγματα, ο Πούτιν δεν παρέλειψε να θέσει ξανά, στο τραπέζι του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας. Από το βήμα της Λέσχης τόνισε πως «φτάσαμε σε ένα επικίνδυνο σημείο». Οι προσπάθειες της Δύσης «να υποχρεώσει σε στρατηγική ήττα τη Ρωσία, μια χώρα με το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο, καταδεικνύει τον εξωφρενικό τυχοδιωκτισμό δυτικών ηγετών», συμπλήρωσε.
Ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας, Ντμ. Μεντβέντεφ, σε ρόλο «κακού» καυτηρίασε την επιθετική στάση των Ευρωπαίων πολιτικών μετά την εκλογή Τραμπ κατηγορώντας τους ότι ωθούν «τη σύγκρουση με τη Ρωσία σε μια μη αναστρέψιμη φάση». Σε μια ευθεία απειλή επισήμανε το ενδεχόμενο επέκτασης του πολέμου στα ευρωπαϊκά εδάφη. «Το κακό σενάριο παραμένει το πιο πιθανό», επεσήμανε σχολιάζοντας τις τοποθετήσεις του Γάλλου προέδρου και του υποψήφιου για την καγκελαρία της Γερμανίας Χριστιανοδημοκράτη, Φρ. Μερτς. Ο τελευταίος έστειλε τελεσίγραφο στη Ρωσία πως είτε θα τερματίσει τον πόλεμο είτε η Γερμανία θα παρέχει στους Ουκρανούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς «Taurus».
Μέτωπο «ασφαλείας» Μόσχας – Β. Κορέας – Λευκορωσίας
Η Μόσχα οικοδομεί τις δικές της στρατιωτικές συμμαχίες την ώρα που εντείνει την αντεπίθεση στο Κουρσκ και στα άλλα μέτωπα του πολέμου. Μετά τον νόμο για τη «Συνθήκη Στρατηγικής Συνεργασίας» με τη Βόρεια Κορέα, που περιλαμβάνει και πρόβλεψη «αμοιβαίας συνεργασίας», Μόσχα και Μινσκ κατέληξαν σε συμφωνία για τη «Συνθήκη για τις Εγγυήσεις Ασφαλείας» στο πλαίσιο του Ενωσιακού Κράτους Ρωσίας – Λευκορωσίας.
Το έγγραφο, το οποίο συντάχθηκε με φόντο την αλλαγή του πυρηνικού δόγματος της Ρωσίας, αναμένεται να εγκριθεί τον Δεκέμβρη στην επόμενη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου του «Ενωσιακού Κράτους».
Στο μεταξύ η εφημερίδα «New York Times» ανέφερε ότι η Μόσχα έχει συγκεντρώσει στο Κουρσκ δύναμη 50.000, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και 11.000 Βορειοκορεάτες, σε μια προσπάθειά της να απωθήσει του Ουκρανούς, ώστε το Κίεβο να χάσει οποιοδήποτε διαπραγματευτικό χαρτί από την κατάληψη αυτών των εδαφών.
e-prologos.gr