Νέες αντιπαραθέσεις έχουν ξεσπάσει στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ ανάμεσα σε κορυφαία στελέχη του στο έδαφος δηλώσεών τους, οι οποίες αφορούσαν σενάρια μετεκλογικών συνεργασιών. Η αρχή έγινε πριν λίγες μέρες όταν ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκης απέκλεισε με δήλωσή του σε ραδιοφωνική εκπομπή κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με τη ΝΔ. Συγκεκριμένα είχε πει ότι, εφόσον δεν υπάρξει αυτοδυναμία, θα προκύψει «είτε η συνεργασία της ΝΔ με τα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά της, είτε η συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης».

Τη σκυτάλη από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ πήραν ο Π. Γερουλάνος και ο Μ. Κατρίνης. Ο πρώτος σε δηλώσεις του σε τηλεοπτικό κανάλι δήλωσε ότι υπάρχει περιθώριο συνεργασίας με τα κόμματα της Κεντροαριστεράς λέγοντας «Μέσα από την αμφίπλευρη διεύρυνση -και αυτό το εκπροσώπησα και ως υποψήφιος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-, η οποία όμως έχει ξεκάθαρο προοδευτικό πρόσημο, μεταρρυθμιστικό, εθνικό, πατριωτικό εννοώ. Ένα πρόσημο το οποίο συνάδει με τον χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ». Σε ερώτηση για το αν θα χωρούσαν όλοι σε αυτό, Κασσελάκης, Βαρουφάκης, Κωνσταντοπούλου, Φάμελλος, ο Γερουλάνος απάντησε: «Θα χωρούσαν όσοι ασπάζονται ένα τέτοιο κλίμα, πολιτικό αν θέλετε διακύβευμα. Βεβαίως χωράνε όλοι». Από τη μεριά του ο Κατρίνης σε τοποθέτησή του είπε «Το ΠΑΣΟΚ σήμερα, ως αξιωματική αντιπολίτευση, αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και λέει ναι, εμείς θέλουμε να σχηματίσουμε μια κυβέρνηση προοδευτικών δυνάμεων, αν και εφόσον έχουμε την πρώτη εντολή στις επόμενες εκλογές. Και με τον ΣΥΡΙΖΑ και με τη Νέα Αριστερά».

Απέναντι στις δηλώσεις αυτές κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ έσπευσαν να εκφράσουν την κάθετη διαφωνία τους. Ανάμεσα σε αυτά ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ν. Παπανδρέου ο οποίος δήλωσε «Αν συνεργαστούμε με τον ΣΥΡΙΖΑ θα πάμε στο 5%» και πως «δεν μπορεί να γίνει συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τον Γιάννη Βαρουφάκη». Από τη μεριά της η υπεύθυνη πολιτικού σχεδιασμού του ΠΑΣΟΚ Α. Διαμαντοπούλου δήλωσε από τη μια πως «θα είναι αυτοκτονικό για το ΠΑΣΟΚ, που είναι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και θέλει να γίνει πρώτο κόμμα στις εθνικές εκλογές, να πει ότι θα συνεργαστεί με την κυβερνητική παράταξη» και από την άλλη όμως ότι «το ΠΑΣΟΚ είναι ανοιχτό να έρθουν στα περιφερειακά του Συνέδρια στελέχη και πολίτες από παντού. Βεβαίως θέλουμε να έρθουν από παντού, από το Κέντρο από την Κεντροδεξιά και την αριστερά. Το να πάμε όμως σε συνεργασίες, σε λαϊκά μέτωπα, δεν υπάρχει…».

Προφανώς οι δηλώσεις των κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ και οι αντιθέσεις που ξέσπασαν στο εσωτερικό του δεν έμειναν ανεκμετάλλευτες από τη ΝΔ η οποία με ανακοίνωσή της λέει πως «…είναι εξαιρετικά χρήσιμο να γνωρίζουμε πως η πυξίδα του ΠΑΣΟΚ δείχνει πλέον ξεκάθαρα ως συνοδοιπόρους του τα κόμματα της δραχμής». Από τη μεριά του ο Ανδρουλάκης προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις λέγοντας πως στην κυβέρνησή του δεν θα έχει δραχμιστές ή ακροδεξιούς, τραβώντας το αυτί μάλιστα σε κορυφαία του στελέχη λέγοντας ότι οι απόψεις τους πρέπει να διατυπώνονται στα όργανα του ΠΑΣΟΚ και πώς οι δημόσιες δηλώσεις τους πρέπει να είναι προσεκτικές.

Πάρα τις προσπάθειές πάντως του προέδρου του ΠΑΣΟΚ να υποβαθμίσει το θέμα, προκύπτει ότι οι δηλώσεις των κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ αναδεικνύουν τις αντιθέσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό του κόμματος αυτού. Αποτυπώνουν ακριβώς τις διεργασίες που συμβαίνουν για την ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού σε μια περίοδο που η κυβερνητική φθορά εντείνεται και θα συνεχίσει να εντείνεται κάτω από το βάρος της αντιλαϊκής της πολιτικής. Και από αυτήν την άποψη οι δηλώσεις της μιας ή της άλλης πλευράς στο ΠΑΣΟΚ δεν αφορούν τα πραγματικά προβλήματα του λαού. Θα ξεχαστούν με την ίδια ταχύτητα που ξεχάστηκαν τέτοιες αντίστοιχες δηλώσεις στο παρελθόν. Όσο δηλαδή και αν ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ διαψεύδει μια ενδεχόμενη μετεκλογική συνεργασία με τη ΝΔ υψώνοντας μάλιστα αντιπολιτευτικές κορώνες, άλλο τόσο σίγουρο είναι ότι, εάν και εφόσον χρειαστεί να αποφευχθεί μια πιθανή κυβερνητική αστάθεια και να συνεχιστεί όσο το δυνατόν πιο απρόσκοπτα η αντιλαϊκή πολιτική, τα δύο αυτά κόμματα θα συνεργαστούν σε αυτήν ακριβώς τη βάση. Όπως επίσης, ό,τι κι αν ειπωθεί για τα μικρότερα κοινοβουλευτικά κόμματα από τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ο ρόλος τους είναι δεδομένος όπως ήταν και όλα τα προηγούμενα χρόνια. Πρόκειται για κόμματα-συμπληρώματα της κυβερνητικής πολιτικής που όταν χρειάστηκε δώσανε τη στήριξή τους στην πολιτική αυτή και το ίδιο θα πράξουν και στο μέλλον.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το