Τον τελευταίο μήνα συντελούνται σοβαρές εξελίξεις στις σχέσεις ΗΠΑ – ΕΕ, με αλλεπάλληλες δονήσεις και το ερώτημα είναι αν το διαφαινόμενο ρήγμα ανάμεσα στις δυο πλευρές θα δώσει ένα μεγάλης έντασης σεισμό που θα προκαλέσει μεγάλη ζημιά στις σχέσεις 80 χρόνων που υπάρχουν από τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο μέχρι σήμερα.

Οι πρώτες δονήσεις ξεκίνησαν με την επίσκεψη πριν τρεις εβδομάδες του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Βανς και του υπουργού Άμυνας Χέγκσεθ, καθώς και άλλων αμερικανών αξιωματούχων στις Βρυξέλλες και το Μόναχο, όπου εξαπέλυσαν αλλεπάλληλες επιθέσεις στις κυρίαρχες δυνάμεις της ΕΕ.
Τις οποίες κάλεσαν σε άμεσο τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, ξεκαθαρίζοντας πως αποτελεί «ψευδαίσθηση η επιστροφή της Ουκρανίας στα παλιά σύνορα του 2014» και τερματίζοντας κάθε συζήτηση για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα παρεμβαίνοντας προκλητικά στις πολιτικές εξελίξεις στις χώρες της ΕΕ, συγκεκριμένα στη Γερμανία, κάλεσαν μπροστά στις εκλογές σε στήριξη των ναζιστών του AfD, (όπως είχε κάνει λίγες μέρες νωρίτερα ο Μασκ) που εκτοξεύθηκαν από το 10% στο 20%.

Οι ιθύνοντες της ΕΕ ταρακουνήθηκαν επίσης από αυτά που επαναλάμβαναν διαρκώς οι κυβερνητικοί παράγοντες των ΗΠΑ, ότι «οι σκληρές στρατηγικές πραγματικότητες εμποδίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να επικεντρωθούν πρωτίστως στην ασφάλεια της Ευρώπης», καθώς και «την απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να μετατοπίσει την εστίαση της αμερικανικής στρατηγικής μακριά από την Ευρώπη, στην Ασία». Είχε προηγηθεί η δήλωση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, στην ακρόασή του στη Γερουσία όπου είπε επί λέξει: «Η μεταπολεμική παγκόσμια τάξη δεν είναι απλά ξεπερασμένη· είναι πλέον ένα όπλο που χρησιμοποιείται κατά των Ηνωμένων Πολιτειών».

Αυτό που ξεκαθάριζαν σε όλους τους τόνους τα αμερικάνικα επιτελεία ήταν πως όχι μόνο δεν πρόκειται να προσφέρουν εγγυήσεις ασφαλείας σε μια ενδεχόμενη κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία, αλλά θέτουν στο τραπέζι και συζητούν τις στρατιωτικές εγγυήσεις ασφαλείας που προσφέρουν οι ΗΠΑ στην Ευρώπη ογδόντα χρόνια από τον τερματισμό του Β΄ παγκόσμιου πολέμου. Κι αυτό ήταν που προκάλεσε τράνταγμα πολλών ρίχτερ στα επιτελεία της ΕΕ, που τρέχουν τις τελευταίες μέρες από σύνοδο σε σύνοδο, από το Παρίσι στο Λονδίνο και στις Βρυξέλλες για να δουν πώς θα αντιμετωπίσουν τη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται. Αλλεπάλληλες δονήσεις όμως στις σχέσεις τους είχαμε και τις τελευταίες μέρες.

Ενώ η ηγεσία των ΗΠΑ εξευτέλιζε στο Λευκό Οίκο τον Ζελένσκι, τον ταπείνωνε και τον πετούσε έξω σαν σκουπίδι σε παγκόσμια τηλεθέαση, επειδή προς στιγμή δεν συναινούσε στην υπογραφή συμφωνίας παράδοσης όλου του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας, χωρίς να δίνει ο Τραμπ καμιά εγγύηση ασφαλείας, την επόμενη ακριβώς στιγμή οι ευρωπαίοι στήριζαν αναφανδόν τον Ζελένσκι, τον υποδέχθηκαν μια μέρα μετά στο Λονδίνο σαν ήρωα και του πρόσφεραν στρατιωτική βοήθεια για να μπορεί να συνεχίσει τον πόλεμο. Βέβαια τι ακριβώς αποφασίστηκε στη Σύνοδο του Λονδίνου -από την οποία απουσίαζε ο εγχώριος υποτελής Μητσοτάκης, ενώ παρευρισκόταν η… απομονωμένη ηγεσία της Τουρκίας- είναι θολό, καθώς φαίνεται να υπήρχαν έντονες διαφωνίες μεταξύ τους.

Αυτές τις μέρες συνέβησαν επίσης αλλόκοτες δονήσεις στην παγκόσμια διπλωματική σκηνή. Οι ΗΠΑ ψήφισαν στη ΓΣ του ΟΗΕ μαζί με τη Ρωσία, την Κίνα, τη Β. Κορέα και το Ιράν εναντίον της πρότασης που είχε καταθέσει η Ουκρανία και υπερψήφισαν οι ευρωπαϊκές χώρες, όπως εξάλλου συνέβαινε τα τελευταία τρία χρόνια, για την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από το ουκρανικό έδαφος και την καταδίκη της Ρωσίας για εγκλήματα πολέμου. Ενώ στο Συμβούλιο Ασφαλείας, με ψήφους 10 έναντι 5 αποχών των ευρωπαϊκών χωρών, εγκρίθηκε αμερικανική πρόταση που ζητούσε τον τερματισμό του πολέμου χωρίς αναφορά στο ποιος τον προκάλεσε.

Ενώ ο Μακρόν, μετά τη συνάντησή του στην Ουάσιγκτον με τον Τράμπ, δήλωνε «ελπίζω να έπεισα τον Τραμπ να μη θέσει στο στόχαστρο την ΕΕ για τους δασμούς», τρεις μέρες αργότερα η Ουάσιγκτον διέψευσε οικτρά τις ελπίδες του Μακρόν, αφού επέλεξε το χειρότερο σενάριο που υπήρχε στο τραπέζι, επιβάλλοντας δασμούς 25% στις περισσότερες εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, εξαγωγές που ανέρχονται σε 500 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτός ο οικονομικός πόλεμος θα προκαλέσει σαφώς μεγάλη οικονομική ζημιά στην Ευρώπη και θα επιδεινώσει την οικονομική κρίση στις χώρες της ΕΕ. Αξιοσημείωτη όμως είναι και η δήλωση του Τραμπ στο υπουργικό συμβούλιο που συνόδευσε την επιβολή δασμών, ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζει «ο νέος σερίφης» την ΕΕ. Είπε συγκεκριμένα: «Η ΕΕ δημιουργήθηκε για να χτυπήσει τις ΗΠΑ» -επί λέξει αντί για το «χτυπήσει» χρησιμοποίησε ένα άλλο χυδαίο ρήμα για να δώσει έμφαση στον βρόμικο κατ’ αυτόν ρόλο που διαδραματίζει η ΕΕ σε βάρος των ΗΠΑ.

Κοντά σε όλα αυτά είχαμε επίσης τη ματαίωση της προγραμματισμένης συνάντησης του Μάρκο Ρούμπιο με την εκπρόσωπο της ΕΕ για τις εξωτερικές υποθέσεις, Κάγια Κάλας, η οποία μετά την άρνηση του υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ να την δεχθεί, δήλωσε ότι «ο ελεύθερος κόσμος χρειάζεται ένα νέο ηγέτη»!

Συνοψίζοντας τις εξελίξεις, διαπιστώνουμε πως η ηγεσία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού απευθύνει τελεσίγραφο στον Ζελένσκι και τον καλεί άμεσα να υποταχθεί και να συναινέσει στον τερματισμό του πολέμου και να υπογράψει ταυτόχρονα συμφωνία για την παράδοση του ορυκτού πλούτου της χώρας, χωρίς να δίνει καμιά εγγύηση ασφαλείας. Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα άσκησε ωμό εκβιασμό αποφασίζοντας την παύση κάθε στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, λίγες ημέρες μετά το διώξιμο του Ζελένσκι από το Λευκό Οίκο. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο. Ή συνθηκολογείς ή παραιτείσαι. Πέντε μέρες αργότερα ταπεινωμένος για δεύτερη φορά ο Ζελένσκι ευχαρίστησε τον Τραμπ και δήλωσε υποταγή σε ό,τι προστάζει το αφεντικό του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα γλυτώσει και την αποπομπή.

Οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές εμφανίζονταν να αντιδρούν σε αυτή την κατεύθυνση μιας άμεσης παράδοσης και συνθηκολόγησης της Ουκρανίας και στη σύνοδο στο Λονδίνο, όπως και μετά στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στις 6 Μάρτη στις Βρυξέλλες, κάνουν λόγο για «διαρκή, βιώσιμη και δίκαιη ειρήνη» και την ίδια στιγμή καλούν σε στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία για τη συνέχιση του πολέμου. Με αυτό τον τρόπο θέλουν να ασκήσουν στην πραγματικότητα πιέσεις στις ΗΠΑ για να εξασφαλίσουν την παρουσία της ως εγγυήτριας δύναμη ασφαλείας, καθώς γνωρίζουν ότι είναι αδύνατη η όποια συνέχιση του πολέμου από την Ουκρανία χωρίς τη στρατιωτική στήριξη των ΗΠΑ. Η ιδέα να ηγηθούν οι χώρες της ΕΕ στη στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας για τη συνέχιση του πολέμου, χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ, είναι εκτός πραγματικότητας και για τον επιπλέον λόγο ότι οι μισές χώρες της ΕΕ αρνούνται ακόμη και όταν τερματιστεί ο πόλεμος να συμμετέχουν στις δυνάμεις που θα εγγυηθούν την ασφάλεια.

Επίσης, μια εντελώς διαφορετική στάση υιοθετούν οι ΗΠΑ και η ΕΕ απέναντι στη Ρωσία. Ενώ οι ΗΠΑ κινούνται σε μια κατεύθυνση γρήγορης εξομάλυνσης των πολιτικών σχέσεών τους με τη Ρωσία και γίνεται λόγος για άμεση επαναλειτουργία των πρεσβειών τους, όπως επίσης για προοπτική επανόδου της Ρωσίας στους G7 και σχέδιο για πιθανή κατάργηση των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί και πολλές άλλες παρόμοιες κινήσεις, η ΕΕ επιμένει και επαυξάνει τις οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας και καλλιεργεί κλίμα αντιρωσικής υστερίας, εξαγγέλλοντας δυσθεώρητα ύψη στρατιωτικών εξοπλισμών στην κατεύθυνση συγκρότησης ενός ανεξάρτητου ευρωστρατού που θα αναλάβει σταδιακά να εγγυηθεί την άμυνα της Ευρώπης.

Αν αυτές οι συνεχείς δονήσεις στις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ σημειώθηκαν σε ένα μόλις μήνα, μπορούμε να φανταστούμε τι μας επιφυλάσσουν οι επόμενοι μήνες. Το ερώτημα που επιδιώξαμε να αναδείξουμε και να απαντήσουμε και στο προηγούμενο φύλλο του Λαϊκού Δρόμου με την Ανακοίνωση του Μ-Λ ΚΚΕ είναι ποιοι λόγοι υπαγορεύουν στις ΗΠΑ αυτή τη ριζική στροφή και αλλαγή πολιτικής στον πόλεμο της Ουκρανίας, το «άδειασμα» των ευρωπαίων και ουκρανών συμμάχων τους και τα εντυπωσιακά ανοίγματα που κάνουν απέναντι στη Μόσχα.

Οι τεκτονικές αλλαγές που συντελούνται στον παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό χάρτη και οι συνεχείς δονήσεις που ξεσπούν μπροστά στα μάτια μας έχουν μια βασική εξήγηση. Πρωταρχικά σχετίζονται με τη ραγδαία άνοδο της Κίνας που μετατοπίζει την ισορροπία του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος προς την Ασία και αυτό επιφέρει τρανταγμούς και δονήσεις μέχρι να βρεθεί μια νέα ισορροπία.

Ανεξάρτητα αν όσα εκτοξεύουν οι αμερικανοί απέναντι στους ευρωπαίους έχουν και το στοιχείο της πίεσης και του εκβιασμού για να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του «νέου σερίφη» προκειμένου να αυξήσουν τους νατοϊκούς εξοπλισμούς και να «καταπιούν» πιο εύκολα τους δασμούς, η προοπτική σταδιακής αποδέσμευσης των ΗΠΑ από την «αμυντική» προστασία της Ευρώπης είναι πραγματική, καθώς η Ουάσιγκτον εστιάζει στον κύριο στρατηγικό ανταγωνιστή της που είναι η Κίνα. Αυτό επαναλαμβάνουν διαρκώς οι ιθύνοντες των ΗΠΑ. «Την απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να μετατοπίσει την εστίαση της αμερικανικής στρατηγικής μακριά από την Ευρώπη, στην Ασία», καθώς «η Αμερική βλέπει στην Κίνα τη μεγαλύτερη απειλή».

Και όντως οι ΗΠΑ μετατοπίζουν την προσοχή τους προς την Ασία και την Κίνα εδώ και χρόνια. Η κατεύθυνση αυτή εξαγγέλθηκε επίσημα από την προεδρία Ομπάμα το 2011, με τον ίδιο τότε να ανακοινώνει: «Μετά από μια δεκαετία συμμετοχής σε δυο πολέμους που μας κόστισαν ακριβά σε αίμα και πόρους, οι ΗΠΑ στρέφουν την προσοχή τους στο τεράστιο δυναμικό της περιοχής Ασίας-Ειρηνικού». Υποσχέθηκε τότε ο Ομπάμα να μεταφέρει το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτικών τους δυνάμεων στη ζώνη Ασίας-Ειρηνικού για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από την ταχεία άνοδο της Κίνας. Στην πραγματικότητα όμως ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός για άλλη μια δεκαετία μετά από αυτές τις εξαγγελίες βούλιαζε στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής και σπαταλούσε «πόρους και αίμα», μέχρι που τον Αύγουστο του 2021 «κατάφερε» να αποχωρήσει από το Αφγανιστάν κάτω και από τα χτυπήματα του λαϊκού αγώνα. Ο πόλεμος που ξέσπασε στην Ουκρανία λίγους μήνες αργότερα, το Φλεβάρη του 2022, στάθηκε ένας νέος αντιπερισπασμός για τις ΗΠΑ όπου δέσμευε δυνάμεις και σπαταλούσε πόρους προς μεγάλη ικανοποίηση του κινέζικου ιμπεριαλισμού, που σχετικά απερίσπαστος όλη αυτή την εικοσαετία αναπτυσσόταν με μια ταχύτητα, διάρκεια και κλίμακα ανόδου τέτοιας έκτασης, που δεν έχει γνωρίσει ποτέ η ιστορία των καπιταλιστικών κρατών. Στο διάστημα αυτό προσπέρασε όλες τις καπιταλιστικές χώρες σε οικονομική δύναμη. Το ΑΕΠ της Κίνας σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης το 2024 ήταν 36 τρισεκατομμύρια δολάρια, όταν το 2004 ήταν 5,5, ενώ των ΗΠΑ ήταν αντίστοιχα 25 και 12 τρισεκατομμύρια δολάρια. Δηλαδή το ΑΕΠ των ΗΠΑ στο διάστημα αυτής της εικοσαετίας διπλασιάστηκε και της Κίνας σχεδόν επταπλασιάστηκε. Και συγκριτικά, το 2004 το ΑΕΠ των ΗΠΑ ήταν υπερδιπλάσιο από αυτό της Κίνας, ενώ το 2024 έφτανε στο 70% του κινέζικου ΑΕΠ.

Επομένως δεν πρόκειται εδώ απλά για μια νέα μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη που εμφανίστηκε στο προσκήνιο σαν αποτέλεσμα της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Η Κίνα σήμερα έχει αναδειχθεί στη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στην ιστορία του καπιταλισμού, πρακτικά στην ιστορία του κόσμου, αλλάζοντας δραστικά τους παγκόσμιους συσχετισμούς δυνάμεων και τις παγκόσμιες ισορροπίες.

Η ραγδαία άνοδος της Κίνας και η προοπτική να εκθρονίσει τα επόμενα χρόνια τις ΗΠΑ από την κορυφή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την αμερικάνικη ηγεσία. Γι’ αυτό ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός κηρύσσει τον οικονομικό και πολιτικό πόλεμο ενάντιά της και μετατοπίζει το επίκεντρο του ανταγωνισμού του στην Ασία για να αντιμετωπίσει τον κινέζικο ιμπεριαλισμό. Η προεδρία του Τραμπ φαίνεται ότι σηματοδοτεί μια αποφασιστική και πιθανότατα μη αναστρέψιμη επιτάχυνση αυτής της τάσης. Όλα όσα παρατηρούμε στις σχέσεις ΗΠΑ – ΕΕ και ΗΠΑ – Ρωσίας είναι τα απόνερα αυτής ακριβώς της διαδικασίας μετατόπισης του προσανατολισμού της Ουάσιγκτον.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το