Σκέψεις από το μέλλον για την κυβέρνηση που άνοιξε τα πανεπιστήμια στις ορέξεις του αμερικανικού στόλου
Δέκα χρόνια μετά, μεσημέρι Δευτέρας 17 Ιουνίου 2030
Μαθητές της τελευταίας τάξης του λυκείου ρώτησαν για το ξέσπασμα της Covid-19. Ήθελαν να μάθουν πώς άλλαξε η κοινωνία. «Μα πώς δεν φορούσαν μάσκα νωρίτερα;» ήταν μια ερώτηση συνηθισμένη από εφήβους που αναζητούσαν απαντήσεις για ό,τι ζούσαν. Η συζήτηση άναψε, οι απορίες φούντωναν και είχαν εξάψει τη φαντασία. Πώς ήταν ο κόσμος μία δεκαετία πριν;
«Τι βασανιστήριο ήταν αυτές οι πανελλαδικές;» είπε μια μαθήτρια και όλα τα βλέμματα στράφηκαν προς μια κατεύθυνση περιμένοντας με αδημονία μια απάντηση. Είχαν ακούσει από το σπίτι, από τους δικούς τους, τη μεγάλη προσπάθεια που έκαναν για να περάσουν στο πανεπιστήμιο. Τώρα πια ήταν μια μακρινή ανάμνηση. Η επιλογή δεν είναι πλέον αποτέλεσμα επίδοσης σε εξετάσεις αλλά επιλογής από το πανεπιστήμιο. Τα παιδιά των πολύ εύπορων οικογενειών έχουν δυνατότητες επιλογής του καλύτερου. Μια δεκαετία πριν έφευγαν κατευθείαν μετά το λύκειο για φημισμένα πανεπιστήμια στη Βρετανία και στις ΗΠΑ. Δεν έμπαιναν στη λαιμητόμο των πανελλαδικών. Δεν είχαν να αποδείξουν ότι αξίζουν να περάσουν, ήταν δεδομένο ότι θα περάσουν εκεί που ήθελαν. Απλώς τώρα δεν θα ταξίδευαν στο εξωτερικό, μιας και τα πανεπιστήμια προσφέρουν προγράμματα στη χώρα τους. Μόνο αν κάποιος έχει να κάνει εξειδικευμένες σπουδές φεύγει.
Το τοπίο έχει αλλάξει. Η ανώτατη εκπαίδευση κάποτε ήταν δημόσια. Πώς το είχε πει ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης; «Τονίζω τον όρο σύστημα δημόσιας παιδείας, επειδή στην Ελλάδα δεν έχουμε ακόμη ιδιωτικά πανεπιστήμια, καθώς το σύνταγμα της χώρας εξακολουθεί να απαγορεύει τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων». Ήταν η στιγμή μηδέν στην ανατροπή όσων ίσχυαν.
Όπως είχε πει σε μια συζήτηση ένας σοφός φίλος πανεπιστημιακός που ανέλυε με το νυστέρι του την κοινωνική πραγματικότητα, τα παιδιά της ελίτ δεν έχουν πρόβλημα να σπουδάσουν καθώς πάνε στο εξωτερικό και δεν τους απασχολούν τα ελληνικά ΑΕΙ και η κατάστασή τους. Αυτό που απασχολεί την ελίτ, συνέχισε, είναι από τη μία να γίνει μια διαδικασία που θα καταστεί αγοραία και από την άλλη να αλλάξει τη νοοτροπία για τα πανεπιστήμια, για το δικαίωμα στη γνώση αλλά και την αναπαραγωγή της δικαιωματικής λογικής και των διεκδικήσεων. Άλλαξαν ραγδαία όλα. Μέχρι τότε, τη χρονική στιγμή μηδέν, η ανώτατη εκπαίδευση ήταν σε ευρωπαϊκή τροχιά ακολουθώντας τα (πολλά) προτερήματα των παλαιότερων πανεπιστημίων της Ευρώπης και τα όποια κουσούρια τους. Η ανταλλαγή φοιτητών εντός ΕΕ στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus έφερνε τους νέους πιο κοντά σε διαφορετικές συνθήκες αναπαραγωγής της γνώσης. Δε μετέβαλλε όμως δομικά τη λογική το πώς παρέχεται αυτή. Ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης άλλαξε την τροχιά προσεγγίζοντας το αμερικανικό μοντέλο της αγοραίας προσφοράς της γνώσης σε μια κοινωνία που για χρόνια έβλεπε την κοινωνική ανέλιξη και την καταξίωση μέσα από την εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού το (αμερικανικό) όνειρο ζωής ήταν ζήτημα ευκαιριών, τύχης και κέρδους. Το «αμερικανικό» Erasmus άνοιξε πόρτες κι όχι απλώς ρήγματα.
Για χρόνια μέχρι τότε επιχείρησαν πολλοί επιχειρηματίες σχολάρχες να παρεισφρήσουν στην ανώτατη εκπαίδευση είτε με «κολέγια» είτε συνάπτοντας συνεργασίες με πανεπιστήμια. Τι κι αν ακολούθησαν το τυπικό της γιορτής αποφοίτησης, τα υποτιθέμενα campus, ωχριούσαν μπροστά στα συκοφαντημένα δημόσια πανεπιστήμια που είχαν βέβαια πολλές παθογένειες. Έπρεπε να έρθει κάποιος «μεγάλος» σαν οδοστρωτήρας για να τα αλλάξει. Κοινό, πελάτες δηλαδή, υπήρχαν. Άλλωστε αυτοί που θέλουν να καταξιωθούν μέσω της εκπαίδευσης είναι διατεθειμένοι να το κάνουν με κάθε τρόπο, και να πληρώσουν. Και αυτοί σίγουρα δεν είναι η ελίτ – δεν έχει να αποδείξει τίποτα. Η «αγορά», η πελατεία, ήταν έτοιμη (η βρετανική αγορά της παιδείας είναι ο φάρος του κέρδους), ο «πυροκροτητής» έλειπε.
Και τα πανεπιστήμια άλλαξαν ραγδαία. Ο δημόσιος χαρακτήρας, που είχε αναφέρει ως «εμπόδιο» ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης, παρακάμφθηκε. Τα ξενόγλωσσα προγράμματα ήταν ο δούρειος ίππος. Άλλωστε όλες οι κυβερνήσεις έσπρωχναν τα ΑΕΙ στην εξεύρεση πόρων εκτός του δημόσιου προϋπολογισμού (τον περιέκοπταν άλλωστε). Μια προσφυγή σε δικαστήριο για μη ισότιμη συμμετοχή σε αυτά ήταν η κερκόπορτα. Το ήξεραν – και το ήθελαν. Οι επί χρήμασι σπουδές πέρασαν de facto – αργότερα και de jure, με μια τυπική αλλαγή του συντάγματος, με τη συναίνεση όλων. Τα αμερικανικά πανεπιστήμια επένδυσαν αρχικά στην αρχαιολατρία. Πεδίο εργαστηρίων όλη η Ελλάδα, δεν χρειαζόταν να χτίσεις κάτι νέο. Τα προγράμματα άνοιξαν την πόρτα σε σχολές – παραρτήματα. Τα ιδιωτικά ΑΕΙ πρόσφεραν καλύτερες αμοιβές στους πανεπιστημιακούς των δημόσιων πανεπιστημίων και τους τράβηξαν μαζί με τη φήμη τους δημιουργώντας (ιδιωτικούς) πόλους έλξης πελατείας μαζί με το κραταιό όνομα που κουβαλούσαν στην αγγλοσαξονική σφαίρα της εκπαίδευσης. Τα δημόσια μαράζωσαν.
Έτσι άλλαξε το τοπίο. Οι μαθητές που ρωτούν πια τι είναι πανελλαδικές – σύστημα – λαιμητόμος, αλλά άφηνε μια αίσθηση αδιάβλητης διαδικασίας εισαγωγής – αφού δεν τις γνώρισαν ετοιμάζονται να κάνουν το βήμα τους στην ανώτατη εκπαίδευση με πολλά όνειρα κι έναν εφιάλτη: το φοιτητικό δάνειο, το οποίο ασμένως πρόσφεραν οι τράπεζες ενθυλακώνοντας τα όνειρα μιας ζωής –μετά το σπίτι, το κεραμίδι που έλεγαν παλιά, και την υγεία – σε μια δεσμίδα χιλιάδων ευρώ που σαν βαρίδι φυλακισμένου είναι το τίμημα μιας ολόκληρης ζωής… Η αριστεία είχε αγοραστεί πια από μια υποτροφία.
Πηγή: Θανάσης Καραμπάτσος – efsyn.gr
e-prologos.gr