Αν γκρεμιζόταν το Κάστρο της Αστυπαλιάς, αν ο Λευκός Πύργος και το Γεντί Κουλέ της Θεσσαλονίκης αφήνονταν να καταρρεύσουν, αν το Θέατρο της Επιδαύρου γινόταν χώμα, το Ασκληπιείο της Κω, η Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, αν το Ρολόι της Άρτας κατέρρεαν, ποια θα ήταν η στάση των κατοίκων και ποια απολογία θα μπορούσε να σώσει αυτούς που εκλέχτηκαν για να ορίζουν τις τύχες των πόλεων;
Αν αυτές οι καταστροφές συντελούνταν με βόμβες, θα είχαμε έναν πόλεμο, όχι μόνο φονικό για τις ανθρώπινες ζωές αλλά φονιά για την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά. Κι αν έτσι χαρακτηρίζεται η καταστροφή της Παλμύρας από τους φονιάδες του Isis, γιατί και με ποιο μέτρο επιείκειας πρέπει να κριθούν αυτοί, που σε καιρό μάλιστα ειρήνης, «βομβαρδίζουν» με την αδιαφορία τους την κληρονομιά ενός τόπου;
Και αν η αρχαιοκαπηλία αποτελεί κακούργημα, γιατί ξεπουλάει την ιστορία των τόπων, με ποιο όρο μπορεί να προσδιοριστεί το κακούργημα που αφήνει τα ιστορικά τοπόσημα στην καταστροφή του χρόνου, που αδιαφορεί και μ’ έναν άλλο τρόπο ξεπουλάει όσα σηματοδοτούν τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης;
Αν μια πόλη θεμελιώθηκε πρόσφατα και δεν έχει κάστρα ή αγάλματα για να υπερασπιστεί την ιστορία της, παρά ένα Σταθμό τρένων που αποτελεί τη μήτρα της και αυτό το γενεσιουργό κύτταρο, που την έκαμε από ερημιά πόλη, αφηνόταν να ρημαχτεί, πώς θα χαρακτήριζε κανείς τους «τοπικούς άρχοντες» αλλά και την πλειοψηφία των αδιάφορων κατοίκων, εκτός από ανίκανους και σκάρτους κληρονόμους;
Κι αν ακόμη περισσότερο αυτή η πόλη είναι ακριτική και τα γεωπολιτικά συμφέροντα την βάζουν στο επίκεντρο εξελίξεων, με άγνωστες, πάντως όχι ευοίωνες προοπτικές και αποποιείται το ιστορικό της θεμέλιο και μένει μόνο προς χρήση και κατάχρηση φονικών στόλων και αποβάσεων ξένων στρατευμάτων, ( 3000 Αμερικάνοι πεζικάριοι και 800 οχήματα προχτές) τι θα έχει να δείξει σε λίγο στα παιδιά της, εκτός από φραπεδάδικα, με πλαστικές καρέκλες, στην παραλία, και μαγαζιά του «κορίτσια ο στόλος»;
Η συνέντευξη που ακολουθεί είναι από μόνη της ένα ιστορικό αποτύπωμα. Από το Γαλλικό Σταθμό ως το Νοσοκομείο του ΔΣΕ. Εύχομαι οι Φίλοι του Γαλλικού σταθμού Αλεξανδρούπολης να περιηγηθούν σύντομα αναστηλωμένο και επάξια φροντισμένο το ιστορικό τους θεμέλιο.
Μας αφορά όλους η κάθε πέτρα αυτού του τόπου που αφήνεται να ρημάζει.

Νίνα Γεωργιάδου

Κινητοποίηση για να μην «χαθεί» οριστικά ο Γαλλικός Σταθμός Αλεξανδρούπολης

Τζένη Κατσαρή-Βαφειάδη, Κ.Μ., Χ.Λ.

Γ. Κολιόπουλος: «Αποφασίσαμε ως ομάδα να κινητοποιηθούμε ξανά, επιθετικά όμως αυτή τη φορά, βάζοντας τους ιθύνοντες της πόλης μπροστά στις ευθύνες τους, διότι είναι πολύ πιθανό πλέον να καταρρεύσουν τα κτίρια του Σταθμού»

Γιώργης Κολιόπουλος, αρχιτέκτονας, αναστηλωτής

Ένα νέο κύκλο πίεσης, ώστε να ληφθούν άμεσα μέτρα διάσωσης του Γαλλικού Σταθμού στην Αλεξανδρούπολη και να μην θρηνούμε σύντομα ερείπια, ξεκινά η ομάδα «Φίλοι του Γαλλικού Σιδηροδρομικού Σταθμού Αλεξανδρούπολης», με αφορμή την τελευταία επίσκεψη μελών της στον χώρο του.

Όπως σημειώνει ο κ. Γιώργης Κολιόπουλος, αρχιτέκτονας, αναστηλωτής και ερευνητής,  συντονιστής της ομάδας που έχει συσταθεί στο facebook, η τελευταία τους επίσκεψη στον Γαλλικό Σταθμό  έδειξε την πολύ άσχημη κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα κτίρια, ενώ μια πρόσφατη πτώση πλατάνου, από θαύμα δεν παρέσυρε το γειτονικό κτίριο. Για αυτό και αποφάσισαν να κινητοποιηθούν ξανά, θέτοντας τους ιθύνοντες της πόλης προ των ευθυνών τους, ώστε να διασωθεί ο Σταθμός, που αποτελεί ουσιαστικά τον «θεμέλιο λίθο» της ιστορίας της Αλεξανδρούπολης, η οποία εξακολουθεί να είναι μια railway town, αφού ο σιδηρόδρομος υπήρξε η γενέθλια αφορμή της δημιουργίας της, ανεξαρτήτως αν η πόλη τα νεότερα χρόνια εξακολουθεί να στέκεται με «αμηχανία» απέναντι στα μνημεία και τα τοπόσημά της, γεγονός συνδεόμενο και με την κατεδάφιση του Πασαλικιού.  

Γιώργης Κολιόπουλος όμως από την αρχή και εφ’ όλης της ύλης, αφού αναφέρεται στην ιστορία της υπόθεσης,  από τον αποχαρακτηρισμό συνόλου του Γαλλικού Σιδηροδρομικού Σταθμού ως ιστορικού τόπου στην ανακήρυξη απλώς των κτιρίων του ως διατηρητέων, την ιστορία και τον τρόπο κατασκευής τους τα χρόνια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τη μέχρι τώρα στάση των τοπικών φορέων απέναντι στο ζήτημα της διάσωσης του τελευταίου τοπόσημου της πόλης, αλλά και τις ελπίδες και τις προσδοκίες της ομάδας «Φίλοι του Γαλλικού Σιδηροδρομικού Σταθμού» που έχει συσταθεί στο fb  και έχει πολλά μέχρι τώρα προσφέρει στον εμπλουτισμό της ιστορίας του Σταθμού, και επομένως και της πόλης, αφού έχουν ανοίξει πολλά αρχεία-θησαυρός  παλιών σιδηροδρομικών και πολιτών-φορέων της μνήμης της πόλης, με αποτέλεσμα ακόμη και πρόσφατες εκδόσεις τοπικής ιστορίας να τροφοδοτούνται από το αναρτημένο εκεί υλικό. 

Γιώργης Κολιόπουλος λοιπόν…

Κινδυνεύει με κατάρρευση ο Γαλλικός Σταθμός

ΠτΘ: κ. Κολιόπουλε, ποια είναι η κατάσταση με τα κτίρια του Γαλλικού Σιδηροδρομικού Σταθμού Αλεξανδρούπολης, και γιατί χρειάζεται να κινητοποιηθεί εκ νέου μια σειρά έγκριτων συμπολιτών από την Αλεξανδρούπολη, και όχι μόνο, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει  στο θέμα της τύχης, της διάσωσης ουσιαστικά, αυτών των μνημείων;
Γ.Κ.:
 Ήταν πριν από 3-4 χρόνια, όταν η περιφερειακή υπηρεσία Νεοτέρων Μνημείων που εδρεύει στην Ξάνθη εισηγήθηκε στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων την κήρυξη σε ιστορικό τόπο του Συγκροτήματος του Γαλλικού Σταθμού.

Λέγοντας  Συγκρότημα Γαλλικού Σταθμού εννοούμε τόσο τον Κεντρικό Γαλλικό Σταθμό, όσο και  τα συνοδά κτίσματα, τα οποία είναι επτά συνολικά, και αποτελούν ένα ολοκληρωμένο συγκρότημα μαζί με το πυκνό δίκτυο των σιδηροδρομικών γραμμών που έχουν μεταξύ τους. Ωστόσο το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων, παρά τη σαφή και τεκμηριωμένη εισήγηση της περιφερειακής υπηρεσίας, «ψαλίδισε» στην απόφασή του την ιστορική αξία του Συγκροτήματος, και από ιστορικό τόπο το υποβίβασε σε μεμονωμένα μνημεία διατηρητέα μεν, μνημεία όμως και όχι ιστορικό τόπο.

Αυτό φαντάζομαι ότι έγινε ύστερα από παρεμβάσεις της προηγούμενης δημοτικής αρχής, όπως έχει ομολογηθεί δημόσια, και διότι είχε στο μεταξύ προκύψει το ενδιαφέρον της μετεγκατάστασης των ΚΤΕΛ Έβρου από το κέντρο της πόλης σε κάποια περιφερειακή θέση. Μια από αυτές, και η πιο ελκυστική για πολλούς, είναι η περιοχή του Γαλλικού Σταθμού, ενώ είχαν έρθει και σε κάποια συζήτηση με τη ΓΑΙΑΟΣΕ, για να τους παραχωρηθεί το δεύτερο και πιο διακριτό κτίσμα, δίπλα στον Γαλλικό Σταθμό και ανατολικότερα, το λεγόμενο «Πέτρινο».

Μετά από τις κινήσεις που κάναμε εμείς και τις διαμαρτυρίες, έχει ξεκινήσει ένας έντονος διάλογος, και νομίζω ότι αυτή η ιστορία πρέπει να θεωρηθεί λήξασα, διότι ναι μεν ο Σταθμός δεν είναι ιστορικός τόπος με νομοθετική κήρυξη, δεν παύει όμως να είναι το γενέθλιο κύτταρο της πόλης, και δεν υπάρχει άλλο πια, σιγά σιγά ένα ένα φεύγουν.

Το κεντρικό κτίριο  του Γαλλικού Σταθμού, χρονολογείται από το 1871. Δηλαδή του χρόνου θα γιορτάσουμε τα 150 χρόνια από την ίδρυση της πόλης, και με τους φίλους από τη διαχειριστική ομάδα κάναμε πριν από μερικές εβδομάδες ένα αιφνιδιαστικό ταξίδι και έναν περίπατο αυτοψίας και είδαμε τα φρικτά χάλια που βρίσκεται το κεντρικό κτίριο. Για αυτό και αποφασίσαμε ως ομάδα να κινητοποιηθούμε ξανά, επιθετικά όμως αυτή τη φορά, βάζοντας τους ιθύνοντες της πόλης μπροστά στις ευθύνες τους, διότι είναι πάρα πολύ πιθανό να καταρρεύσει το κτίριο και μιλάω σαν αρχιτέκτονας- αναστηλωτής και όχι σαν ένας διαμαρτυρόμενος. Έχει φθορές οι οποίες δεν μας κάνουν αισιόδοξους για την άμεση τύχη του. Σας θυμίζω, πριν από μερικούς μήνες σε μια σφοδρή καταιγίδα, ο ένας από τους συνομήλικους τού κτιρίου πλάτανος έσπασε. Ευτυχώς έπεσε προς τις γραμμές και όχι πάνω στο κτίριο. Εάν έπεφτε πάνω στο κτίριο σήμερα θα είχαμε ένα τραυματισμένο βαρύτατα μνημείο.

Ιστορικός τόπος ο Γαλλικός Σταθμός

ΠτΘ: Η ανακήρυξη ως ιστορικού τόπου του Γαλλικού Σταθμού από την ανακήρυξη των κτιρίων του ως διατηρητέων έχει μεγάλη διαφορά;
Γ.Κ.:
 Το συγκρότημα του Γαλλικού Σταθμού, με τα επτά κτίσματα και το πλέγμα των γραμμών, από μόνο του έχει και ένα περίγραμμα. Δεν είναι μεμονωμένα κτίσματα που χωρίζονται από γη ανάμεσά τους. Το σύνολο έχει ένα συγκεκριμένο περίγραμμα το οποίο δεν είναι εύκολο να προσεγγιστεί από χρήσεις αλλότριες ή ξένες προς στον ιστορικό του χαρακτήρα.

Εμείς διεκδικούμε τον επαναχαρακτηρισμό του συγκροτήματος σε ιστορικό τόπο. Η εισήγηση της περιφερειακής υπηρεσίας ήταν εξαιρετικά τεκμηριωμένη. Νομίζω ότι εκεί ακριβώς μπορεί κανείς να αναζητήσει και τους λόγους για τους οποίους δεν έγινε αποδεκτή από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων.

«Επί ένα και πλέον χρόνο πολεμούσαμε να τεκμηριώσουμε τη ζωηρή απαίτηση-αξίωση ότι οφείλει η πολιτεία να επαναχαρακτηρίσει το Συγκρότημα»

ΠτΘ: Στην Αλεξανδρούπολη έχουμε δραστήριους Αντιπεριφερειάρχη και Δημοτική αρχή, αλλά και σημαντικούς φορείς πολιτισμού, πολιτιστικούς συλλόγους με πλούσιες δράσεις και ιστορία. Δεν έχουν έρθει σε επαφή μαζί σας, με  τους διακεκριμένους δηλαδή συμπολίτες που στηρίζουν την Ομάδα σας και διαλέγονται μαζί της;
Γ.Κ.:
 Ανεπίσημα είχαμε μία ή δύο φορές επικοινωνία με το περιβάλλον του νέου Δημάρχου, χωρίς ουσιαστική ατζέντα και ιδιαίτερο εύρος συζητήσεων.
Από την μεριά της Περιφέρειας  υπήρξε κάποιο ενδιαφέρον και φιλοξενήθηκε και μια έκθεση φωτογραφίας στην παλιά Νομαρχία, ενώ το Τμήμα πολιτισμού έδειξε ένα ενδιαφέρον για την υπόθεσή μας. Για τους υπόλοιπους πολιτικούς άρχοντες στην πόλη δεν μπορώ να έχω και σαφή άποψη, διότι δεν κατοικώ στην πόλη. Πληροφορούμαι εμμέσως τα τεκταινόμενα, αλλά δεν θα ήθελα να δώσω ερμηνείες. Υποψιάζομαι ότι υπάρχει ένα ζήτημα διαχείρισης μερίδων της πόλης, ισορροπιών, οι οποίες οδηγούν σε αυτή τη στασιμότητα επιλογών που παρουσιάζεται αυτή τη στιγμή.

Εμείς, επί ένα και πλέον χρόνο, πολεμούσαμε να τεκμηριώσουμε τη ζωηρή απαίτηση-αξίωση ότι οφείλει η πολιτεία να επαναχαρακτηρίσει το Συγκρότημα απευθυνόμενοι και στον φυσικό κύριο του συγκροτήματος, τον ΟΣΕ, ή προσπαθώντας να έρθουμε σε  επαφή με τη νέα ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού. Στο μεταξύ προέκυψε ο θλιβερός προπομπός της καταιγίδας που έσπασε τον πλάτανο και παραλίγο να θρηνήσουμε το μισό κτίσμα του Γαλλικού, ίσως και ολόκληρο, με αποτέλεσμα την ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης του κτιρίου, το οποίο  είναι το τοπόσημο της πόλης, δεν υπάρχει άλλο πιο ιστορικό μνημείο.

Σε επικοινωνία που είχαμε με τη διοίκηση του ΟΣΕ, μας απάντησε εγγράφως ότι είναι στις προθέσεις της διοίκησης να προβεί σε στερεωτικές εργασίες του σταθμού. Ωστόσο αυτό είναι μια παρηγορητική έκφραση για να μην γίνει σχεδόν τίποτε. Το να βάλουμε σκαλωσιές γύρω από ένα κτίσμα που είναι έτοιμο να καταρρεύσει, αυτό λέγεται στερεωτική εργασία. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Το ζητούμενο είναι να αποκαταστήσουμε και να αναγεννήσουμε ένα κτίριο με τέτοια ιστορική σημασία για την πόλη.

Φοβούμαι ότι αυτό δεν το έχουν αντιληφθεί πάρα πολλοί από τους συμπολίτες μας. Οι περισσότεροι δεν έχουν και πολύ μεγάλη σχέση με την ιστορία της πόλης, που παρότι νέα πόλη, έχει μια πολύ σοβαρή ιστορία να επιδείξει. Ο σημερινός πληθυσμός της πόλης φοβούμαι ότι είναι αδιάφορος γι’ αυτό το κομμάτι της ιστορίας. Οπότε προσπαθούμε να κινητοποιήσουμε όποιον μπορούμε.

Αυτό που είναι απορίας άξιο —και το λέω με μεγάλο παράπονο, επειδή είμαι γιος σιδηροδρομικού, όπως και οι περισσότεροι από τη διαχειριστική ομάδα έχουν σχέση με τον σιδηρόδρομο— πώς  ένα πλήθος από σιδηροδρομικούς συνταξιούχους, αλλά και ενεργούς, δεν συμμετέχει στις προσπάθειές μας. Σε αντίθεση μάλιστα με αυτό που συμβαίνει σε άλλες πόλεις, στις Σέρρες, στη Δράμα και κυρίως στη Θεσσαλονίκη, όπου οι σιδηροδρομικοί έχουν φτιάξει ένα υπέροχο μουσείο παίρνοντας μάλιστα μουσειακό τροχαίο υλικό από τον δικό μας σταθμό.

ΠτΘ: Εντυπωσιάζει το γεγονός πως σε ένα τόσο μείζον ζήτημα δεν υπάρχει θέση από τους πολιτικούς άρχοντες αλλά και από τους πολιτισμικούς φορείς της πόλης, που έχει  αρκετούς.
Γ.Κ.: 
Μας απασχολεί και εμάς αυτή η εκκωφαντική σιωπή, εκτός ίσως από την κ. Αγγέλα Γιαννακίδου, η οποία μας συνέδραμε και προσωπικά με την παρουσία της σε δράσεις που κάναμε κ.ά.

Η απαρχή της ιστορίας της Αλεξανδρούπολης ο Γαλλικός Σταθμός

ΠτΘ: Γιατί αυτός ο Γαλλικός Σιδηροδρομικός Σταθμός της Αλεξανδρούπολης με τα εφτά κτίριά του και με τις γραμμές του είναι ιστορικός τόπος; Γιατί είναι σημαντικά αυτά τα κτίρια και γιατί πρέπει να διατηρηθούν;
Γ.Κ.:
 Το γιατί πρέπει να διατηρηθούν νομίζω ότι είναι αυταπάντητο. Ξεκίνησε η ίδρυση του σταθμού στα 1870-71. Τότε πάρθηκε  η απόφαση να γίνει ο σταθμός του Ντεντέ Αγάτς, δυτικά του Έβρου. Αυτό ήταν μια απόφαση της Πύλης, που  προέκυψε μετά από διάφορες παλινδρομήσεις  για το πού θα γινόταν. Μάλιστα σχετική πρόσφατη αναφορά, και στο σημείωμα της Ελένης Σκάβδη που αναρτήθηκε στη σελίδα μας, μας πληροφορεί ότι η αρχική απόφαση που ήταν ο Σιδηρόδρομος να πάει στην Αίνο άλλαξε, γιατί ο εργολάβος του έργου, ο βαρώνος Hirsch, προέκρινε τη λύση δυτικά του Έβρου όπου ήταν πιο βολικές οι συνθήκες προσέγγισης των μέσων κατασκευής.

Στη συνέχεια κτίζεται ο σταθμός και στα 1872 έχουμε την πρώτη ιστορική φωτογραφία, όπου διακρίνεται ο νεόκτιστος σταθμός με τα δενδρύλλια, τους πλατάνους, που σήμερα τους βλέπουμε  υποστηριζόμενους από στηρικτικά πλαίσια.
Το κτίριο προφανώς από τότε είχε έναν εμβληματικό χαρακτήρα, διότι και η θέση του ήταν στρατηγική, αλλά και το μέγεθος των κτιρίων εν συνόλω  μαρτυρά ότι είχαν σχέδια οι σουλτάνοι για την εξέλιξη του σιδηροδρόμου στο πεδίο εκείνο. Και όντως έτσι ήταν.

Για τα κατασκευαστικά στοιχεία του σταθμού να εξηγήσουμε πως με την πρακτική της εποχής η κατασκευή τέτοιων κτισμάτων, για να έχουν γρήγορη εξέλιξη, γινόταν με κέλυφος από πλίνθους. Αυτό δεν επέτρεπε τη μορφολογική εικόνα να είναι εξωραϊσμένη και με διακοσμητικά στοιχεία όπως επέβαλε η εποχή. Έτσι χτίζανε το κέλυφος γρήγορα και στη συνέχεια το επένδυαν περίτεχνα με ξύλο. Ξύλινη δηλαδή επένδυση που διασώζεται μέχρις τις μέρες μας, και βέβαια όχι στην καλύτερη κατάσταση. Κάτω από αυτήν  υπάρχει το κέλυφος του σταθμού που είναι από τούβλα.

ΠτΘ: Αυτή η επένδυση ήταν με ειδικά ξύλα; Πώς φτάσανε να έχουν τόσο μεγάλη αντοχή στον χρόνο;
Γ.Κ.: 
Κατά κανόνα η ξυλεία σε αυτά τα κτίσματα ήταν από την επιτόπια διαθεσιμότητα υλικών. Επειδή στην περιοχή υπήρχαν πολλές δρύες, η ξυλεία είναι δρύινη. Γι’ αυτό και έχει τόσο μεγάλη αντοχή. Άλλωστε σε εποχές που ο σιδηρόδρομος ήταν μια κραταιά υπηρεσία υπήρχαν και ομάδες συντήρησης, υπήρχαν και οργανωμένα συνεργεία συντήρησης των σταθμών.
Αυτή την τεχνική τη συναντούμε ακόμη και σε κάποια υπολείμματα του αστικού ιστού των δεκαετιών του ’20 στην Αλεξανδρούπολη. Το γνωστό Σπίτι της Αντουανέτας ήταν χτισμένο με αυτό τον τρόπο. Τα προσφυγικά σπίτια, ή τα σπίτια των σιδηροδρομικών, σε μεγάλο βαθμό στη δεκαετία του ’20 και του ’30 χτίζονταν έτσι, και υπάρχουν ακόμα κτίσματα με αυτόν τον τρόπο. Με ξύλινη επένδυση, και είναι τα πιο καλόγουστα και τα πιο γλαφυρά κτίσματα στην πόλη. Πολλά από αυτά διατηρούνται.  Αυτή η τεχνοτροπία συναντάται στα Βαλκάνια αρκετά συχνά. Και στην Ελευθερούπολη έχουμε κτίσματα και αυτής της κλίμακας και αυτής της τεχνοτροπίας. Όπως επίσης βέβαια και ολόκληρη η συνοικία του Φαναρίου ήταν κτισμένη έτσι.

«Ξέρουμε ότι η παρακμή του σιδηροδρόμου αποφασίστηκε με πολιτικά-επιχειρηματικά κριτήρια»

ΠτΘ: Η κατανόηση ότι η Αλεξανδρούπολη είναι σιδηροδρομική πόλη είναι δύσκολο σήμερα, με παρηκμασμένο τελείως τον σιδηρόδρομο,  να γίνει;
Γ.Κ.:
 Υπάρχει μια μακροσκοπική ερμηνεία,  αλλά και μια πολύ λεπτομερέστερη. Ζούμε μια συντελεσθείσα παρακμή ως κράτος, ως χώρα, ως εξοπλισμός, ως υποδομές, παντού. Σε όλο το πεδίο.

Ζούμε σε μια κατάσταση όπου συντηρούμε την κτηθείσα περιουσία. Ο καθένας μας έχει από ένα αυτοκίνητο. Όταν οι κάτοικοι της πόλης μετακινούνται σε 3,5 ώρες από την Αλεξανδρούπολη στη Θεσσαλονίκη με το ΙΧ τους, ή ακόμη και με το λεωφορείο, ποιος ο λόγος να ενδιαφερθούν για ένα μέσο το οποίο η ίδια η πολιτεία το έχει απαξιώσει;

Ξέρουμε ότι η παρακμή του σιδηροδρόμου έγινε με πολιτικά-επιχειρηματικά κριτήρια. Με πολιτικές αποφάσεις. Εάν θα μπορούσαμε να καταγράψουμε, σε όλο το κομμάτι από τη Θεσσαλονίκη μέχρι το Ορμένιο, εγκαταλελειμμένους και λεηλατημένους σιδηροδρομικούς σταθμούς, τότε θα είχαμε μια απάντηση σε εικόνα.
Όλο το δίκτυο, αυτό το οποίο ανέστησε την Ελλάδα, δεν το θέλει η πολιτεία. Είναι πολιτικές αποφάσεις αυτές. Ο κόσμος δεν μπορεί να επαναφέρει το τρένο στην πρότερη κατάσταση που ήταν. Η «ομάδα» των σιδηροδρομικών στην κοινωνία της Αλεξανδρούπολης πριν από τρεις δεκαετίες ήταν από τις πλέον διακριτές σε δραστηριότητες κοινωνικές και πολιτιστικές.

«Θα έπρεπε η πόλη να ξεσηκωθεί και να διεκδικήσει μια καλύτερη μεταχείριση, όχι μόνο για το δίκτυο της Αλεξανδρούπολης, αλλά και για το  δίκτυο προς τα πάνω στον Έβρο»

ΠτΘ: Σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο υπάρχουν και οι δρόμοι, οι οποίοι διευκολύνουν τη μετακίνηση  ανθρώπων και  αυτοκινήτων, αλλά υπάρχουν και σιδηρόδρομοι που εξυπηρετούν τη φτηνή μεταφορά φορτίων και ανθρώπων. Ακόμη, έχουμε ένα υπουργείο Πολιτισμού που προσπαθεί να διατηρήσει τα μνημεία και έχει στοργή και αγάπη για την ιστορία…
Γ.Κ.: 
Πολύ φοβάμαι ότι το υπουργείο Πολιτισμού αυτό που θεωρούσε ως καθήκον το έπραξε!  Από κει και πέρα θα έπρεπε όλη  η πόλη να ξεσηκωθεί και να διεκδικήσει μια καλύτερη μεταχείριση, όχι μόνο για την Αλεξανδρούπολη, αλλά και για το δίκτυο προς τα πάνω στον Έβρο, όπου υπάρχει μόνο ένα προαστιακό τρενάκι που πάει μια φορά και γυρνάει μια δεύτερη. Αυτό κι αν είναι παρακμή. Σε αυτή τη χώρα τα σχέδια και οι προθέσεις είναι πάρα πολύ εύκολες πάντοτε. Στην υλοποίηση τα χαλούσαμε.  Το να κάνουμε ένα καινούργιο δίκτυο μέσω Αμφιπόλεως-Καβάλας και μέχρι την Αλεξανδρούπολη, φοβούμαι ότι υποκύπτει σε σχεδιασμούς που εγώ τουλάχιστον δεν  γνωρίζω.

«Ανθρώπινο, τεχνικό, επίτευγμα το Σπήλαιο του Νοσοκομείου του ΔΣΕ στην Πρέσπα»

ΠτΘ: κ. Κολιόπουλε,  κάτι περισσότερο προσωπικό τώρα.  Ασχοληθήκατε με την έρευνα και την ανάδειξη του λεγόμενου Σπηλαίου του Νοσοκομείου του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, που είναι δημοσιευμένη στο περιοδικό «Αρχειοτάξιο» και αναρτημένη πλέον στο διαδίκτυο . Εξακολουθείτε να είστε εντυπωσιασμένος από την τεχνολογία του Νοσοκομείου και πώς  θυμάστε σήμερα την έρευνά σας;
Γ.Κ.: 
Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος αρχιτέκτονας για να μείνει εντυπωσιασμένος από ένα ανθρώπινο επίτευγμα. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα τεχνικό θαύμα. Αν συνεκτιμήσει κανείς τις συνθήκες, τον χρόνο κατασκευής και την ταχύτητα κατασκευής πρόκειται για ένα επίτευγμα τεχνικό.

Αυτό το επιλεγόμενο «Νοσοκομείο» καθ’ υπερβολήν, ήταν ένα εξορυγμένο σπήλαιο εμβαδού περίπου 250-300 τετραγωνικών μέτρων, στο οποίο με διάφορους απλούς τρόπους φτιάχνανε πατάρια και με αχυροστρώματα περιθάλπανε τους τραυματίες του κοντινού μετώπου.
Για να σκάψει κανείς ένα βουνό μέσα σε 28 ημέρες, χρειάζεται, εκτός από ψυχή, ανθρώπινο πλήθος, χρειάζεται χέρια. Τα καταφέρανε αυτοί οι άνθρωποι προφανώς υπερβαίνοντας τον εαυτό τους.

Σήμερα με τα τεχνικά μέσα που διαθέτουμε, με τα εξορυκτικά μηχανήματα, τα σφυριά, τους εκσκαφείς, κ.λπ., πολύ φοβάμαι ότι θα χρειαζόμασταν τουλάχιστον ένα τρίμηνο για να κάνουμε τέτοιας κλίμακας έργο.

Αυτοί το καταφέρανε σε 28 ημέρες και το λειτουργήσανε μέσα σε έναν μήνα, περιθάλποντας τραυματίες ακόμα και του Εθνικού Στρατού, και εκεί είναι η παράμετρος του ανθρωπισμού. Έχει συνομολογηθεί, σε γραπτά και μαρτυρίες και αξιωματικών του Εθνικού Στρατού, ότι όντως μείνανε ενθουσιασμένοι από το τιτάνιο αυτό έργο.

ΠτΘ: Μελετώντας τη συγκεκριμένη δομή κρίνετε ότι και τεχνολογικά είχε γίνει το καλύτερο;
Γ.Κ.:
 Αυτός που ήταν ο εμπνευστής, ο αρχιμάστορας και ο αρχιτέκτονας, ήταν ο γιατρός Νώντας Σακελλαρίου, ο αρχίατρος του Δημοκρατικού Στρατού. Αυτός ήταν ο στρατηγικός και υγειονομικός νους ο οποίος επέλεγε το πού, το πώς, και ήταν μεγαλοφυής άνδρας, γιατρός πνευμονολόγος, ο οποίος θήτευσε και στο σημερινό Νοσοκομείο Παπανικολάου. Μεγάλη φυσιογνωμία.

Να συνυπολογιστεί ότι  και ο χρόνος ήταν ασφυκτικός, αλλά και τα μέσα ήταν ελάχιστα. Ουσιαστικά σκάφτηκε με τα χέρια, με λοστούς και με μικρούς δυναμιτισμούς που τους είχε κάνει  ο σαμποτέρ του Δημοκρατικού Στρατού Αντώνης Βρατσάνος.  Αυτά τα έχουμε καταγράψει από προσωπικές μαρτυρίες. Ήταν πραγματικά ένα εντυπωσιακό έργο. Το αναπολώ με τρυφερότητα και με συμπάθεια, διότι είχα την τύχη να το ψηλαφίσω πρώτος και αυτό πραγματικά για μένα είναι μεγάλη έμπνευση.

*Οι φωτογραφίες προέρχονται από τον λογαριασμό της ομάδας  «Φίλοι του Γαλλικού Σταθμού Αλεξανδρούπολης» στο facebook

paratiritis-news.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το