Όχι το αδιόρατο άρωμα της κλημεντίνης, με δέρμα στο χρώμα του κεχριμπαριού. Ο Δεκέμβρης μυρίζει Καλύμνικο και Χιώτικο μανταρίνι, με τη σκληρόπετση φλούδα στο φωτεινό κίτρινο, σαν το κερί της μέλισσας.Ο κύριος Clement έφερε την κλημεντίνη απ΄την Αλγερία.

Τη δική μας μανταρινιά κάποιοι την έφεραν, καλή τους ώρα, απ’ την Κίνα. Τότε δεν την υποτίμησαν, δεν την είπαν κινέζικο προϊόν, γιατί ο,τι γεννά η γη, ποτέ δεν είναι σκάρτο. Την είπαν κιτρέα η δικτυωτή κι όταν έμαθαν πως οι μανδαρίνοι του Κινέζου αυτοκράτορα έφτιαχναν τις στολές τους στο χρώμα του μανταρινιού γιατί τους ξετρέλαινε η γεύση του, την ξαναβάφτισαν μανταρινιά.

Πηγαίνοντας στο Βαθύ, απάνεμη κοιλάδα, με καλά χώματα και πλούσια νερά, που φιλοξενεί πλήθος ξινόδεντρα, η ευωδιά από του κήπους των Εσπερίδων, την εποχή της ανθοφορίας τους, φτάνει ως τα ψηλώματα.Το Δεκέμβρη, τα μανταρίνια έχουν πιει κάμποσα νερά, έχουν φουσκώσει κι όταν γυαλίσει το κίτρινο δέρμα τους, οι χυμοί μέσα τους έχουν μελώσει και είναι έτοιμα να δοθούν σε όποιον έχει τη μαστοριά του ξεφλουδίσματος.…έβγαζα απ’ τις τσέπες μου φλούδες μανταρίνι σου `ριχνα στα μάτια να πονάς…

Η αδημονία του ουρανίσκου πριν τη γευστική απόλαυση έχει μιαν αντίφαση. Ετοιμάζεται να υποδεχτεί σιροπιαστό γλυκό και κάτι αδιόρατο από τα όξινα των λεμονιών. Το στόμα γεμίζει σάλιο και τα μάτια πεταρίζουν.Όταν δαγκωθεί η ίνα της μισοφέγγαρης φέτας, και βγουν τα σπέρματα του φρούτου, σαν παιδιά – θυμάσαι; – τη γυρίζαμε ανάποδα, να λαμπυρίζουν οι μικροί ασκοί των χυμών, να φυτρώνει ένα πετεινάρι στην άκρη του δάχτυλου, να γίνεται η αδημονία του ουρανίσκου πιο μεγάλη.

Όταν τα παιδιά γίναμε έφηβοι, για κάποιο λόγο, που δε θυμάμαι πια, λέγαμε πως ο έρωτας μυρίζει μανταρίνι. Έτσι κάπως φτάνει η γλυκόξινη απόλαυση να δακρύζει τα μάτια, να γεμίζει τα βάζα μαρμελάδα και τα μπουκάλια με ζαχαρόπηχτους χυμούς, να καρυκεύει τις κρασάτες σουπιές και να καλωσορίζει, με φρεσκάδα, ακόμα και τούτο το Δεκέμβρη.

Νίνα Γεωργιάδου

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το