Back Home in Derry: (Επιστροφή στο σπίτι στο Ντέρι)
Το Back Home in Derry είναι ένα ιρλανδικό αντάρτικο τραγούδι που γράφτηκε από τον Μπόμπι Σαντς  ενώ ήταν φυλακισμένος στο HM Maze (Her Majesty’s Prison Maze).
Το τραγούδι βγήκε από την φυλακή και τραγουδιόνταν έως ότου διασκευαστεί από καλλιτέχνες, κυρίως από τον Κρίστι Μουρ στο άλμπουμ του «Ride On» του 1984  σε μια μελωδία εμπνευσμένη από το διάσημο τραγούδι του 1976 του Gordon Lightfoot «The Wreck of the Edmund Fitzgerald». Η έκδοση του Μουρ είναι πιο σύντομη από το αρχικό ποίημα.
Οι στίχοι περιγράφουν το ταξίδι των Ιρλανδών ανταρτών, που καταδικάστηκαν να εξοριστούν στην Αυστραλία, στον απόηχο της Ιρλανδικής Εξέγερσης του 1803. Ο αφηγητής περιγράφει τα συναισθήματα των ανδρών καθώς αποπλέουν μακριά από την Ιρλανδία, σε επισφαλείς συνθήκες, ενώ η χορωδία είναι ένας θρήνος λαχτάρας για τον Ντέρι. Η πόλη φαίνεται να χρησιμοποιείται ως σύμβολο για την πατρίδα κάποιου, καθώς ιστορικά, η Ιρλανδική εξέγερση του 1803 επικεντρώθηκε γύρω από το Δουβλίνο. Σε όλο το τραγούδι, ο αφηγητής περιγράφει τη σκληρή μεταχείριση που υπέστησαν οι Ιρλανδοί κρατούμενοι υπό την αγγλική κυριαρχία και αναφέρεται η εκτέλεση του Ρόμπερτ Έμετ (4 Μαρτίου 1778 – 20 Σεπτεμβρίου 1803. Ήταν Ιρλανδός Ρεπουμπλικάνος  ηγέτης των επαναστατών της εξέγερσης των Ενωμένων Ιρλανδών το 1798, ενάντια στη βρετανική αποικιοκρατία στην Ιρλανδία).
Ο αφηγητής τελικά απελαύνεται στη χώρα του van Diemen (Τασμανία-Αυστραλία, χώρος εκτοπισμού ποινικών και πολιτικά «αντιφρονούντων» εκείνη την περίοδο της Αγγλικής αποικιοκρατίας), όπου υπομένει μια σκληρή πραγματικότητα υποτέλειας και βίας.
Στην τελευταία στροφή του τραγουδιού, ο αφηγητής παραμένει ένας ατσαλωμένος Ιρλανδός ρεπουμπλικάνος (ιρλανδικός ρεπουμπλικανισμός-poblachtánachas Éireannach  είναι γενικά το πολιτικό κίνημα της Ιρλανδίας για την ενιαία Ιρλανδία την ανεξαρτησία και τη δημοκρατία), παρά τις δοκιμασίες του επί είκοσι χρόνια.

Ακούστε το:

Παραθέτουμε τους στίχους και μια απόδοσή τους στα ελληνικά

Back Home in Derry

In 1803 we sailed out to sea
Out from the sweet town of Derry
For Australia bound if we didn’t all drown
And the marks of our fetters we carried.
In the rusty iron chains we sighed for our wean’s
As our good wives we left in sorrow.
As the main sails unfurled, our curses we hurled
At the English and thoughts of tomorrow.

CHORUS: Oh, oh, oh, oh, I wish I was back home in Derry.
Oh, oh, oh, oh, I wish I was back home in Derry.

At the mouth of the Foyle, bid farewell to the soil

As down below decks we were lying

O’Doherty screamed, woken out from a dream

By the vision of Bold Robert dying

The sun burned cruel as we dished out the gruel 

Dan O’Connor was down with a fever

Sixty rebels today bound for  Botany Bay

How many will meet their receiver

CHORUS
I cursed them to hell, as our bow fought the swell.
Our ship danced like a moth in the firelight.
White horses rode high as the devil passed by
Taking souls to Hades by twilight.
Five weeks out to sea, we were now forty-three
We buried our comradeseach morning.
In our own slime we were lost in a time
Endless night without dawning.

CHORUS

Van Dieman’s Land is a hell for a man
To live out his life in slavery.
Where the climate is raw and the gun makes the law.
Neither wind nor rain care for bravery.
Twenty years have gone by, I’ve ended me bond
And comrades’ ghosts are behind me.
A rebel I came and I’m still the same.
On the cold winder’s night you will find me.

CHORUS

Μπόμπι Σαντς

Επιστροφή στο σπίτι στο Ντέρι

Το 1803 ανοιχτήκαμε στη θάλασσα

Από τη γλυκιά πόλη του Ντέρι

Για την Αυστραλία, δεμένοι – αν δεν πνιγόμασταν όλοι

Και τα σημάδια απ’ τα δεσμά μας κουβαλούσαμε.

Με σκουριασμένες σιδερένιες αλυσίδες στενάζαμε για την εξορία μας

Τις καλές μας γυναίκες τις αφήσαμε μες τη λύπη.

Όταν ανοίξαν τα πανιά, κατάρες σφενδονίσαμε

Στους άγγλους και σκέψεις για το αύριο.

ΡΕΦΡΕΝ: Ω, ω, ω, θα θελα να μουν πίσω στο σπίτι στο Ντέρι

Ω, ω, ω, θα θελα να μουν πίσω στο σπίτι στο Ντέρι

Στις εκβολές του Foyle αποχαιρετάμε τη γη μας

Καθώς κάτω από τα καταστρώματα μας είχαν ξαπλωμένους

Ο Ο’Doherty ούρλιαζε, ξύπνησε από έναν εφιάλτη

Απ’ τη μορφή του Bold Robert που πέθανε

Ο ήλιος έκαιγε σκληρά και μας δίνανε για φαγητό χυλό

Ο Νταν Ο’Κόνορ ψηνότανε στον πυρετό

Εξήντα επαναστάτες σήμερα με προορισμό το Botany Bay

Πόσοι άραγε θα φτάσουν;

ΡΕΦΡΕΝ

Τους έστειλα στο διάολο καθώς η πλώρη μας πάλευε με το κύμα.

Το πλοίο μας χόρευε σαν πεταλούσα στο φέφφος της φωτιάς

Λευκά άλογα υψώνονταν καθώς ο διάβολος περνούσε

Οδηγώντας στο λυκόφως τις ψυχές στον Άδη.

Πέντε βδομάδες μες στη θάλασσα, μείναμε τώρα σαράντα τρεις.

Τους συντρόφους μας θάβαμε κάθε πρωί.

Μέσα στη γλίτσα μας χάσαμε το χρόνο

Ατέλειωτη νύχτα, χωρίς ξημέρωμα.

ΡΕΦΡΕΝ

Η γη του Van Demian είναι μια κόλαση αν ένας άνθρωπος

είναι να φάει τη ζωή του στη σκλαβιά

Εκεί που το κλίμα είναι σκληρό και το όπλο γίνεται νόμος

Ούτε ο άνεμος ούτε η βροχή νοιάζονται για τη, ανδρεία σου.

Είκοσι χρόνια πέρασαν, τέλειωσαν τα δεσμά μου

Και τα φαντάσματα των συντρόφων είναι πίσω μου.

Επαναστάτης ήρθα και ίδιος μένω ακόμη.

Στην κρύα νύχτα του χειμώνα θα με βρεις.

ΡΕΦΡΕΝ

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το