Γιώργος X. Παπασωτηρίου
Σύμφωνα με πολιτικές αναλύσεις, γράφει το courrierinternational.com/hors-series/2285-atlas-des-migrations, η μετανάστευση πρέπει να κατασταλεί με την δημιουργία τεχνητών, φυσικών, νομικών, διοικητικών και οικονομικών φραγμών. Αυτό κάνουν πολλές χώρες (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα). Όμως, η μετανάστευση είναι πρώτα και κύρια μια θετική «δύναμη». Μια δύναμη ενδογενής της ανθρωπότητας, καθώς (σ.σ. ιστορικά έχει αποδειχθεί) μέσω αυτής χτίστηκαν οι πολιτισμοί μας (Μην ξεχνάμε ότι οι ΗΠΑ είναι ένα έθνος μεταναστών!). Αυτή η δύναμη, λοιπόν, θα μπορούσε να μας βοηθήσει να διαμορφώσουμε το μέλλον. Μην ξεχνάμε ότι η Δύση γερνάει και η γηραιά Ευρώπη είναι πλέον υπέργηρη.
Ήδη ο ΟΗΕ αναγνωρίζει ως πρόσφυγες τους μετακινούμενους ανθρώπους λόγω της κλιματικής κρίσης.
Οι μεγάλες κλιματικές μεταναστεύσεις είναι μπροστά μας σημειώνεται στο αφιέρωμα.
Όμως «η μετανάστευση δεν είναι το πρόβλημα αλλά η λύση», είναι η λύση για πληθυσμούς που αναζητούν κατοικήσιμη γη αλλά και για τις χώρες που οι πληθυσμοί τους γεράζουν.
Γι’ αυτό πρέπει να βλέπουμε τον «άλλο» με ελπίδα και αλληλεγγύη.
Η έρευνα του περιοδικού θεωρεί βέβαιο ότι μπαίνουμε στον αιώνα των κλιματικών μεταναστεύσεων. Δεν επικεντρώνει βέβαια την έρευνα στα αίτια της κλιματικής κρίσης και στις ευθύνες του καπιταλιστικού συστήματος, ούτε στην αναγκαία ανατροπή του για να σωθεί ο πλανήτης, απλά εμμένει στην ισχύουσα κατάσταση, και ότι εντέλει η μετανάστευση θα ενισχύσει το απομειωμένο «ανθρώπινο δυναμικό» της Δύσης!
Για την ώρα εκείνο που διαπιστώνει η έρευνα είναι το κοινότοπο, ότι δηλαδή έχουμε ελεύθερη κυκλοφορία των πλούσιων, αλλά όχι των φτωχών. Οι μετανάστες που έχουν χρήματα, αγοράζουν την περίφημη «χρυσή βίζα» μέσω της αγοράς ακινήτων. Γι’ αυτούς αλλά και για τους υψηλοσυνταξιούχους Ευρωπαίους υπάρχει «καλωσόρισμα» (Αν έχεις λεφτά, έλα!), ενώ για τους φτωχούς υψώνονται «τείχη». Οι τελευταίοι, όταν δεν πνίγονται στην Μεσόγειο ή δεν απανθρακώνονται στον Έβρο και καταφέρνουν να εισέλθουν στη χώρα, παραμένουν ξένοι, τόσο αυτοί όσο και τα παιδιά τους. Έτσι οι μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς είναι «ξένοι στη χώρα τους». Όλοι γνωρίζουμε πως απέκτησαν την ελληνική υπηκοότητα τα αδέρφια Αντετοκούνμπο, ενώ χιλιάδες παιδιά που γεννήθηκαν, σπουδάζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, δεν την έχουν αποκτήσει ακόμα.
Διαβάζω μερικούς τίτλους του αφιερώματος: «Τα τείχη που υψώνονται», «Η Ευρώπη βάζει φραγή στον εαυτό της», «Η Μεσόγειος, αυτό το νεκροταφείο», «Όταν το στρατόπεδο γίνεται πόλη» (αναφέρεται στα τεράστια στρατόπεδα-γκέτο-φυλακές κ.ά. ).
Ενδιαφέρον έχει το άρθρο «Χτίζοντας κοινότητες στους δρόμους», εκεί όπου βρίσκει έδαφος για να ξαναρίξει ρίζες ο ξεριζωμένος.
Γιατί -θα συμπληρώσουμε– το να έχεις ρίζες «είναι ίσως η σημαντικότερη και λιγότερο αναγνωρισμένη ανάγκη της ψυχής του ανθρώπου» όπως έλεγε η Σιμόν Βέηλ
Γιατί το ξερίζωμα, η εξορία από τον τόπο σου είναι ζωντανός θάνατος. Και η εξορία στην εξορία, όπως λέει ο πρόσφυγας Τζαμάλ, είναι θάνατος μεσ’ στους θανάτους.
Γιατί ο άνθρωπος έχει μία ρίζα από την πραγματική, ενεργητική και φυσική συμμετοχή του στην ύπαρξη μιας συλλογικότητας, της οικογένειας, της γειτονιάς, των φίλων, του γενέθλιου τόπου, της δουλειάς του. Αυτή η συλλογικότητα έχει τις ρίζες της στο παρελθόν και συνιστά το μοναδικό όργανο της μεταβίβασης-παράδοσης μέσω του οποίου οι νεκροί μπορούν να μιλήσουν στους ζωντανούς. Είναι το μοναδικό εγκόσμιο γεγονός που αποτελεί έναν άμεσο σύνδεσμο με τον αιώνιο προορισμό του ανθρώπου. Γι’ αυτό οι νέες συλλογικότητες «του δρόμου» δεν αναπληρώνουν την βασική κοινότητα, την κύρια ρίζα. Προς τούτο ο πόνος κι ο νόστος…
*Οι γιαγιάδες της Λέσβου. Φωτογραφία: Λευτέρης Παρτσάλης
πηγή: artinews.gr
e-prologos.gr