γράφει η Νίνα Γεωργιάδου
Η Ευρώπη, αυτή η γριά ήπειρος με τη μακραίωνη ιστορία, τους περισσότερους αιμοσταγείς πολέμους, τις αγριότερες γενοκτονίες, τις πιο ωμές αποικιοκρατίες, τα πιο εκτεταμένα σκλαβοπάζαρα, τον ανθρωποφάγο μεσαίωνα, επαίρεται και καμαρώνει, με ανιστόρητο αυτισμό και παραχαραγμένες αφηγήσεις. Αναμασά στερεότυπα για το διαφωτισμό, τα επαναστατικά κινήματα, περιδιαβαίνει τα μουσεία των κλοπιμαίων μνημείων, αυταρέσκεται στους «καλούς τρόπους» και απαγγέλλει, με στόμφο, στίχους των ομολογουμένως πολυάριθμων ποιητών της και κρύβει τη διάσπαρτη σ’ όλο τον πλανήτη αιματοβαμμένη παλιανθρωπιά της.
Η πρόθεση αυτής της καταγραφής δεν είναι να τσαλακώσει την «ευρωπαϊκή αυτοπεποίθηση», αλλά να τοποθετήσει την ευρωπαϊκή ταυτότητα στην ιστορική της βάση, χωρίς τη μάσκα της πλαστότητας, μήπως και η προσδοκία για το μέλλον δεν πατάει στην κρούστα ενός βάλτου.
To Military Kind – που έδωσε το έναυσμα στον τίτλο του κειμένου, είναι μια (από τις πολλές) ταινία μικρού μήκους, κάτι σαν οικογενειακό βίντεο-ενθύμημα, όπου ο Αμερικάνος στρατιώτης γυρνάει στο σπίτι του, κουρασμένος και δακρυσμένος αλλά οπωσδήποτε δικαιωμένος. Επιστρέφει αφού καθάρισε κάμποσους μαυριδερούς και τα παιδιά τους, αφού έκανε κομμάτια και θρύψαλα τα σχολεία, τα νοσοκομεία και τα σπίτια τους κι αφού ισοπέδωσε όλο το χωριό τους και όλες τις πόλεις τους και όλη τη χώρα τους, που δεν ήξερε καν που πέφτει, αλλά που έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά γιατί αποτελούσε απειλή για τον “πολιτισμό” του χάμπουργκερ ή γιατί τέλος πάντων έπρεπε να της διδάξει πολιτισμό και να της εγκαθιδρύσει τη δημοκρατία, και, κορεσμένος πια από πατριωτική δράση και περηφάνια, αγκαλιάζει στοργικά το δικό του παιδάκι.
Οι «δικαιωμένοι σταυροφόροι» είναι άνεργοι, περιθωριοποιημένοι (συνήθως ισπανόφωνοι), ξεκινούν για το μισθό, δέχονται μια γερή δόση πλύσης εγκεφάλου, είναι ευεπίφοροι σ’ αυτό γιατί έχουν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και δεν έχουν φράγκα, πάνε σκοτώνουν, σκοτώνονται, τους βάζουν σε μια φτηνή, πολλαπλών χρήσεων κάσα, χώνουν μέσα και τις πρέζες που καλλιεργούν στο Αφγανιστάν, τους αμπαλάρουν με μια αστερόεσσα, τους καρφώνουν ένα μετάλλιο, για το οποίο η χήρα παίρνει αργότερα, στις πείνες της, 20 cents απ’ το υποθηκοφυλάκειο, οι υπόλοιποι επιστρέφουν, σ’ ένα ποσοστό σακάτηδες και σ΄ενα άλλο ψυχάκηδες, δραστηριοποιούνται τότε μη κυβερνητικές οργανώσεις, κυβερνητικά χρηματοδοτούμενες για να τους ποτίσουν μια γερή δόση Xanax, η φτηνιάρικη πρέζα πάει σύννεφο, γιατί αυτοί πάλι πρέπει να καταναλώσουν το προϊόν που έφτασε με την κάσα του ήρωα, για να ξεχνούν τους πόνους απ’ τα τραύματα και τους άγριους εφιάλτες των πεπραγμένων και γίνονται οι γνωστοί παλαίμαχοι, που ζητιανεύουν με δεκανίκια, δεν δικαιούνται ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και πεθαίνουν εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν, στην ψάθα… Τελεία.
Η μεγάλη παραχάραξη είναι βέβαια η μετατροπή του serial killer σε ήρωα.
Υπάρχει και μια μικρότερη. Η απόκρυψη της ευρωπαϊκής συμβολής σε όλα αυτά τα υπερατλαντικά εκπονημένα εγκλήματα.
Αφήνουμε λοιπόν το αμερικάνικο αφήγημα για την ευγένεια, κι επιστρέφουμε στην Ευρώπη, για το δικό μας μέρος του σκοτεινού παραμυθιού, που τελειώνει με το «ζήσαμε εμείς καλά κι εμείς πάλι καλύτερα». Οι άλλοι είναι πάντα άλλοι. Προορισμένοι για ρόλους κομπάρσου, συνήθως κακοθανατισμένου, αφού, όπως λένε και οι πιο θυμόσοφοι ρατσιστές, «όλα τα δάχτυλα δεν ίσα». Εμείς είμαστε ο παράμεσος και συνήθως σηκωμένος προς τα πάνω, με τ’ άλλα μικρότερα δάχτυλα, σταθερά λυγισμένα.
Εμείς λοιπόν, οι μενουμευρώπηδες παράμεσοι, είμαστε το άλλο κομμάτι του σκοτεινού παραμυθιού ή μάλλον είμαστε η ψυχή του. Είμαστε οι πρόγονοι και οι απόγονοι του Κολόμβου, που μας έφερε τόσο κοντά στο αμερικάνικο όνειρο. Κι εντάξει, όλα έχουν ένα κόστος. Ο Χριστόφορος μετέβη, ως γνωστόν, στις Δυτικές Ινδίες λόγω μιας βλαμμένης πυξίδας. Και στις Ανατολικές να είχε πάει, το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο.
- Οι Μεγάλες Αντίλλες (Κούβα, Ισπανιόλα, Τζαμάικα) είχαν τότε, το 1492, 1,5 εκατομμύριο ιθαγενείς. Το 1550, σε 60 χρόνια, δεν είχε απομείνει ούτε ένας Ινδιάνος σ’ αυτά τα νησιά.
- Οι Πορτογάλοι πήγαν στη Βραζιλία, το 1500, που κατοικούνταν από 3 εκατομμύρια Ινδιάνους. Σήμερα δεν απόμειναν πάνω από εκατό χιλιάδες και ίσα που επιβιώνουν.
- Το 1512, ο Κορτές έφτασε –μαύρη η ώρα– στο Μεξικό και βρήκε 112.000.000 Ινδιάνους. Μέσα σε 120 χρόνια, οι κονκισταδόρες ξεπάστρεψαν τα 110.000.000. Σήμερα απομένουν λίγες χιλιάδες φτωχοί και εξαθλιωμένοι, με όλο τον πολιτισμό των Μάγιας ισοπεδωμένο.
- Είμαστε όμως και προβλεπτικοί για όσους απόμειναν. Το 1851 στις ΗΠΑ (πάλι η αφετηρία από τας Ευρώπας) ιδρύθηκαν στρατόπεδα συγκέντρωσης, «κλειστές περιοχές Ινδιάνων» για τους εναπομείναντες. Ζούσαν περιμαντρωμένοι, λιμοκτονούσαν και είχαν προσδόκιμο τα 45 χρόνια. Πάνε κι αυτοί.
- Στην Αυστραλία, οι Άγγλοι έποικοι έφτασαν το 1788. Εκεί ζούσαν περίπου 300.000 Αβορίγινες. Το 1921 είχαν μείνει μόνο 60.000.
- Οι Ευρωπαίοι όμως είμαστε, εκτός από πολιτισμένοι, και ταξιδιάρηδες. Έτσι το 1800 πήγαμε και στην Τασμανία και βρήκαμε 5.000 Τασμανούς. Οι έποικοι τους επικηρύξανε 5 λίρες για κάθε ενήλικο και 2 για κάθε παιδί. Το 1876 πέθανε η τελευταία Τασμανή, η Truganini.
- Εντός της Ευρωπαϊκής επικράτειας επίσης, τα πήγαμε πολύ καλά, με τους Πόντιους, τους Αρμένιους, το Ολοκαύτωμα, τις μαζικές εκκαθαρίσεις απ’ τους Ναζί.
- Στις αρχές του 20ου αιώνα συνεχίσαμε να σφάζουμε σε διάφορα σημεία του πλανήτη, είχαμε όμως και τη φαεινή, την απόλυτη επιχειρηματική σύλληψη, να ιδρύσουμε ζωολογικούς κήπους ανθρώπων, human zoos, όπου εκθέταμε στα μάτια του φιλομαθή ευρωπαίου ιθαγενείς απ’ την Αφρική. Επιτρεπόταν το τάισμα των εκθεμάτων με μπανάνες και φυστίκια. 10.000 άνθρωποι πέθαναν κακοθανατισμένοι μέσα στα human zoos, ανάμεσά τους και η μαύρη Αφροδίτη, Σάρα Μπάαρτμαν, που άντεξε πέντε χρόνια.
- Και σήμερα κάνουμε ό,τι μπορούμε. Στην υποσαχάρια Αφρική τους λιανίζουμε στην πείνα και στους αποικιακούς φόρους. Στον πάτο του Αιγαίου θάφτηκαν πάνω από 3.000 κυνηγημένοι, ενώ στον πάτο της Μεσογείου, ο αριθμός ξεπερνά τις 7.000.
Ωστόσο παραμένουμε μια δεμένη και στοργική οικογένεια, εμείς, η Ευρώπη των λαών, και αν συνεχίσουμε να προσευχόμαστε θα παραμείνουμε, μαζί με τους American kind, ο σηκωμένος παράμεσος του κόσμου. Αμήν.
φωτογραφία εξωφύλλου: Αβορίγινες αιχμάλωτοι
πηγή: Αντιτετράδια, τ. 120
e-prologos.gr