H πολιτική σκέψη του Μάο Τσε-Τουνγκ για τον πόλεμο

Του Ορέστη Αλεξίου

Εικόνες

Ο Μάο Τσε-Τουνγκ σε ομιλία στη Γενάν, 1939.

Πηγή: https://gr.pinterest.com/pin/144678206748944889/?lp=true

Εικόνα 2. Παράδειγμα προπαγάνδας του ΚΚΚ. Ένας αγρότης στο κέντρο, τον οποίο απομυζούν (από πάνω δεξιά με τη φορά του ρολογιού) ένας ντόπιος νταής, ένας ιμπεριαλιστής, ένας πολέμαρχος, ένας σατανικός γαιοκτήμονας, ένας διεφθαρμένος κληρικός, ένας άπληστος αξιωματούχος και ένας μεγαλογαιοκτήμονας.

Πηγή: Van de Ven Hans J., From Friend to Comrade. The Founding of the Chinese Communist Party, 1920-1927, University of California Press, Μπέρκλεϋ/ Λος Άντζελες/ Οξφόρδη 1991, σ. 96.

Χάρτες

1. Η Κίνα τη δεκαετία του 1930.

Πηγή: Lary Dianna & MacKinnon Stephen (eds), Scars of War: The Impact of Warfare on Modern China, UBC Press, Βανκούβερ 2001, σ. 4.

2. Η Μεγάλη Πορεία, 1934-1935.

Πηγή: Zarrow Peter, China in War and Revolution, 1895-1949, Routledge, Νέα Υόρκη 2005, σ. 300.

 3. Ιαπωνική κατοχή, 1939.

    (Οι οδοντωτές γραμμές απεικονίζουν το σιδηροδρομικό δίκτυο της Κίνας)

Πηγή: Lary Diana, The Chinese People at War. Human Suffering and Social Transformation, 1937-1945, Cambridge University Press, Νέα Υόρκη 2010, σ. 79.

Πίνακες

1. Ο αριθμός των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας ανά έτος, 1927-1945.

Πηγή: Zarrow Peter, China in War and Revolution, 1895-1949, Routledge, Νέα Υόρκη 2005, σ. 276.

2. Οαριθμός των στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού ανά έτος, 1928-1945.

Πηγή: Zarrow Peter, China in War and Revolution, 1895-1949, Routledge, Νέα Υόρκη 2005, σ. 286.

Ι. Εισαγωγή

Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι όροι, όπως ο «ανταρτοπόλεμος», ο «επαναστατικός πόλεμος»[1] και ο «λαϊκός πόλεμος»[2] είναι υπό μια έννοια μαοϊκά φορτισμένοι. Προφανώς, ο Μάο δεν ήταν ο πρώτος που συνέλαβε αυτές τις έννοιες και την αξία τους στο πεδίο της πράξης, ή καλύτερα -κατά την αντίληψή του- στο αμόνι της ταξικής πάλης. Ο ανταρτοπόλεμος, άλλωστε, χάνεται στα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας[3], ενώ οι πρώτοι που καταπιάστηκαν στη νεότερη εποχή -αν και όχι ιδιαίτερα συστηματικά με αυτό το ζήτημα- ήταν ο Ρώσος στρατιωτικός των Ναπολεόντειων Πολέμων, Νταβίντοβ και ο γνωστός για το κλασικό του έργο του Περί του Πολέμου, Πρώσος αξιωματικός Κλαούζεβιτς.[4] Επαναστατικούς πολέμους είχαμε στην αρχαιότητα και τον μεσαίωνα, όπως ήταν οι περιπτώσεις των ειλώτων στην αρχαία Σπάρτη, του Σπάρτακου στη ρεπουμπλικανική Ρώμη ή ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία.[5] Ωστόσο, ο επαναστατικός πόλεμος ως φαινόμενο έχει συνδεθεί σήμερα με τα μεγάλα επαναστατικά κινήματα της νεότερης εποχής, όπως η Αμερικανική και κυρίως η Γαλλική Επανάσταση[6]. Η Γαλλία ήταν η «μήτρα» των επαναστάσεων και «γεννούσε» επαναστατικούς πολέμους κατά τη μακρά διάρκεια του 19ου αιώνα. Η επιρροή που άσκησαν αποτυπώνεται σε δυο κλασικά έργα του μεγάλου θεωρητικού του επιστημονικού σοσιαλισμού, Καρλ Μαρξ[7]. Ο επαναστατικός πόλεμος συνέχισε να σαρώνει την Ευρώπη με «θύμα» αυτήν τη φορά την καθημαγμένη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο Ρωσία με αφετηριακό σημείο την Οκτωβριανή Επανάσταση το 1917 και «τελετή λήξης» το 1923 στο μακρινό Βλαδιβοστόκ της Άπω Ανατολής.

Ωστόσο, η επίδραση του επαναστατικού πολέμου δε σταμάτησε εκεί. Αντίθετα, αναζωπυρώθηκε στη γειτονική Κίνα, η οποία σπαραζόταν από εσωτερικές συγκρούσεις την περίοδο εκείνη[8]. Μέσα σε αυτές αναδείχθηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) και η μορφή του κινέζου επαναστάτη και κομμουνιστή, Μάο Τσε-Τουνγκ. Η συμβολή του στην «τέχνη» του πολέμου και τις ιδιαίτερές του εκδηλώσεις, όπως είναι ο επαναστατικός πόλεμος και ο ανταρτοπόλεμος, ήταν καθοριστική. Έχει υποστηριχθεί, άλλωστε, ότι τα θεωρητικά σχήματα του Μάο για τον πόλεμο είναι αντίστοιχης σημασίας με αυτά του Μαρξ για τον καπιταλισμό και του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό[9]. Και αυτά τα σχήματα του Μάο δεν ήταν καθοριστικά για λόγους αμιγώς φιλοσοφικούς ή ακαδημαϊκούς -αν και αυτοί έχουν τη σημασία τους-, αλλά γιατί ενείχαν το πιο ουσιαστικό στοιχείο για τη μαρξιστική και λενινιστική σκέψη: τη σύνδεση με την επαναστατική πράξη[10].

Με γνώμονα αυτήν την άποψη, η μαοϊκή σκέψη είναι ιδιαίτερα επιτυχής αν «ρίξουμε μια βουτιά» στην ιστορική πραγματικότητα, η οποία κάθε άλλο παρά θετική ήταν για το νεοσύστατο ΚΚΚ. Αυτό ήταν ένα κόμμα με 57 αρχικά μέλη[11]. Από αυτά τα 13 ορίστηκαν ως αντιπρόσωποι στο ιδρυτικό του συνέδριο του ΚΚΚ το 1921, το οποίο έπειτα από χτύπημα της αστυνομίας της Σαγκάης κατέληξε να γίνει σε μία βάρκα[12]. Αν αναλογιστούμε την αχανή έκταση της Κίνας και έναν πληθυσμό των 400-500 εκατομμυρίων[13], αντιλαμβανόμαστε το δύσκολο του εγχειρήματος για αυτόν το νεοπαγή οργανισμό. Κι όμως, αυτό το κόμμα κατάφερε να αυξήσει κατακόρυφα -παρά τις συνεχείς δυσκολίες- τον αριθμό των μελών του φτάνοντας τα 1.2 εκατομμύρια μέλη[14] το 1945 (βλ. Πίνακα 1) και τον αριθμό των στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού κοντά στις 860.000[15] για το ίδιο έτος (βλ. Πίνακα 2). Πέρασε μέσα από την κατάπνιξη των εξεγέρσεων του 1927 στη  Σαγκάη, το Ναντσάνγκ, την Καντώνα, την εξέγερση της φθινοπωρινής σοδειάς[16], τον απανωτό εμφύλιο πόλεμο (1927-1937), τη Μεγάλη Πορεία[17] (1934-1935, βλ. Χάρτη 2), την ιαπωνική εισβολή και κατοχή (1937-1945) και τον εμφύλιο πόλεμο του 1946-1949. Και τελικά, κατάφερε κυριολεκτικά μέσα από έναν «παρατεταμένο πόλεμο» 23 ετών να κατακτήσει την εξουσία. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της μακράς προσπάθειας, το άστρο του Μάο έλαμψε με τη συμβολή του, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο στα ζητήματα του πολέμου και της πολιτικής. Άλλωστε, αυτά τα δύο για τον ίδιο είναι αλληλένδετα, με την πολιτική ωστόσο να παίζει τον κυρίαρχο ρόλο και τον πόλεμο να είναι το εργαλείο για την επίτευξη των πολιτικών στόχων. Η σκέψη του Μάο και η κινεζική εμπειρία του επαναστατικού πολέμου αποτέλεσε με τη σειρά της ένα σημαντικό εργαλείο στα χέρια κι άλλων εθνικο-απελευθερωτικών επαναστατικών κινημάτων που απλώνονταν από την Ασία (Βιετνάμ, Μαλαισία, Κορέα, Φιλιππίνες) στο Μάγκρεμπ (Αλγερία) και τη Λατινική Αμερική, με την Κούβα να κάνει την αρχή και να ακολουθούν μια σειρά από άλλες χώρες. Η διεθνής ακτινοβολία της στρατιωτικής ή καλύτερα της πολιτικής σκέψης του Μάο δεν έχει σβήσει, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα σήμερα τους Ναξαλίτες και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδίας (Μαοϊκό). Η κινεζική επανάσταση και η μαοϊκή σκέψη ήταν τόσο καθοριστική στο παγκόσμιο ένοπλο αντι-ιμπεριαλιστικό κίνημα, γιατί πολύ απλά κατέδειξε με χειροπιαστό τρόπο ότι «οι αδύνατοι μπορούν να νικήσουν τους δυνατούς».

Με βάση όλα τα παραπάνω καθίσταται σαφής η αξία της μελέτης του έργου του Μάο Τσε-Τουνγκ, με το οποίο θα καταπιαστούμε στην παρούσα εργασία. Ως βάση για την ανάλυσή μας θα έχουμε έργα του Μάο Τσε-Τουνγκ σχετικά με τον πόλεμο, τα οποία είναι εμπλουτισμένα με πλήθος πληροφοριών για την ιστορία της Κίνας και του ΚΚΚ. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι θα ασχοληθούμε μόνο με τα αμιγώς στρατιωτικά κείμενα, καθώς στο έργο του Μάο ο πόλεμος και η πολιτική είναι σύμφυτες έννοιες. Σε δεύτερη φάση θα ανατρέξουμε σε αναλύσεις, οι οποίες φωτίζουν τις βασικές -κατά τη γνώμη μας- πτυχές του έργου του. Ο στόχος της παρούσας μελέτης είναι να εντοπίσουμε τα βασικά στοιχεία της σκέψης του Μάο για τον πόλεμο και όχι τόσο να υπεισέλθουμε σε ζητήματα τακτικής και στρατιωτικών επιχειρήσεων. Προφανώς, η προσπάθειά μας θα έχει κενά, καθώς εκ των πραγμάτων, η παρούσα εργασία είναι αδύνατον να συλλάβει όλο το έργο του Μάο. Εμείς επιλέξαμε να επικεντρωθούμε σε αυτά που σκιαγραφούν με τον πλέον πρόδηλο τρόπο τη σκέψη του Μάο. Προφανώς, αυτό ενέχει υποκειμενισμό, όπως, άλλωστε, όλες οι ανθρώπινες επιλογές, τον οποίο σε καμία περίπτωση δεν τον αρνούμαστε.

ΙΙ. To «μαρξιστικό παράδοξο»: Από την ύπαιθρο στην πόλη [18]

Ο Μαρξ, και στη συνέχεια ο Λένιν, θεωρούσαν πως το κέντρο της ταξικής πάλης ήταν τα αστικά κέντρα, όπου συγκεντρώνονται τα μεγάλα βιομηχανικά συγκροτήματα και κατ’ επέκταση το προλεταριάτο. Άλλωστε, η «πρώτη έφοδος στον ουρανό» έγινε το 1871 σε μια μεγάλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, το Παρίσι.[19] Τη σκυτάλη πήρε η Πετρούπολη το 1917, όπου εδώ «η έφοδος στον ουρανό» πέτυχε κάτω από την καθοδήγηση του «κόμματος νέου τύπου» και με ηγετική φιγούρα τον Λένιν. Ο Μάο από την πλευρά του, αν και αφοσιωμένος μαρξιστής-λενινιστής, είχε μια εντελώς διαφορετική άποψη για την «κινεζική έφοδο στον ουρανό». Θεωρούσε πως η επανάσταση στην Κίνα δε θα μπορούσε να έχει την ανάλογη πορεία με τις επαναστάσεις της Ευρώπης, καθώς η Κίνα παρουσίαζε τις δικές της ιδιομορφίες, στις οποίες καλούνταν να προσαρμοστεί η μαρξιστική-λενινιστική θεωρία[20]. Η Κίνα ήταν μια ημι-αποικιακή χώρα με ημι-φεουδαρχικό χαρακτήρα παραγωγής (αγροτική οικονομία), χαμηλό βαθμό καπιταλιστικής ανάπτυξης και κυρίως εκατομμύρια μάζες αγροτών στην αχανή κινεζική ύπαιθρο, οι οποίες αποτελούσαν τη μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού[21]. Με βάση, λοιπόν, αυτές τις συνθήκες, ο Μάο θεωρούσε ότι πρωταρχικής σημασίας ήταν η ανάπτυξη της πάλης στην ύπαιθρο, η στερέωση και επέκταση της κόκκινης εξουσίας (βάσεις ερεισμάτων) και η δημιουργία του Κόκκινου Στρατού με βάση αυτές τις περιοχές με στόχο την κλιμακωτή επέκταση των γραμμών του μέχρι να περιβάλλει τις πόλεις[22]. Από μία πλευρά, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι ο Μάο παρέκκλινε από την κλασική αντίληψη των Μαρξ και Λένιν. Άλλωστε, η άποψη του Μάο πολεμήθηκε αρχής γενομένης με τον Τσεν Του-Σιέου (δεξιά παρέκκλιση)[23] και στη συνέχεια από τις αριστερές παρεκκλίσεις του Λι Λι-Σαν[24] και της «ομάδας των 28 μπολσεβίκων» με επικεφαλής τους Βαγκ-Μινγκ και τον Πο-Κου[25]. Μάλιστα, αποκαλούσαν τη γραμμή του Μάο για τον αγροτικό επαναστατικό πόλεμο ως «εκδήλωση μιας τοπικιστικής και συντηρητικής χωριάτικης νοοτροπίας»[26]. Βέβαια, ο Μάο, σαν «καλός μαθητής» των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν και Στάλιν ακολούθησε κατά γράμμα την επαναστατική τους θεωρία, την οποία την έβλεπε ως οδηγό για πράξη και όχι ως μια ξερή φόρμουλα, την οποία την εφαρμόζει κανείς μηχανιστικά[27]. Άλλωστε, ο ίδιος ο Λένιν έγραφε ότι «ο μαρξισμός είναι αναμφισβήτητα εχθρός κάθε δογματικής συνταγής…»[28]. Βέβαια, ο Μάο, παρά την μεγάλη σημασία που έδινε στον ρόλο των αγροτικών μαζών και την αναδιανομή της γης (καίριο το ζήτημα της αγροτικής μεταρρύθμισης), δεν ξεχνούσε ποτέ τον πρωταγωνιστικό ρόλο του μικρού μεν σε αριθμούς[29], αλλά ιδιαίτερα μαχητικού προλεταριάτου. Πάντα τόνιζε ότι ηγέτιδα δύναμη της αγροτικής επανάστασης ήταν η εργατική τάξη, η οποία με την ιδεολογική της καθοδήγηση (ΚΚΚ) έδειχνε στους αγρότες τον σωστό δρόμο[30].

Η αντίληψη του Μάο και η πάλη του μέσα στο κόμμα για την επικράτησή της ήταν καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη της κινεζικής επανάστασης. Το ζήτημα του βαθέματος της αγροτικής επανάστασης αφορούσε άμεσα την επιβίωση και την εξέλιξη του Κόκκινου Στρατού και κατ’ επέκταση του ίδιου του κόμματος. Οι αγρότες, με πρωταγωνιστές τους πιο φτωχούς, όντες η πλειοψηφία της κινεζικής επικράτειας αποτελούσαν «την πιο βαθιά πηγή για την άντληση της κύριας δύναμης του πολέμου», η οποία δεν είναι άλλη παρά ο πληθυσμός[31]. Ιδίως σε έναν επαναστατικό πόλεμο, ο πληθυσμός είναι το κυρίαρχο στοιχείο για έναν στρατό, πόσο μάλλον για έναν  επαναστατικό, καθώς αυτός λόγω της κατωτερότητάς του σε πολεμικό υλικό προσπαθεί να αντισταθμίσει αυτήν την αδυναμία μεταθέτοντας το «πεδίο της μάχης» στην «κατάκτηση» του πληθυσμού[32].

Ο πληθυσμός και δη ο αγροτικός επιτελεί μια σειρά από καθοριστικές λειτουργίες στον πόλεμο. Πρώτα και κύρια στην περίπτωση της Κίνας παρέχει «καταφύγιο»[33] (βάσεις ερεισμάτων) στον επαναστατικό στρατό, τον τροφοδοτεί, τον επανδρώνει, τον πληροφορεί για τις κινήσεις του εχθρού. Είναι αυτός που με την κοπιώδη εργασία του στηρίζει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής και παράγει πλεονάσματα, τα οποία δεσμεύονται κυρίως για τις πολεμικές ανάγκες (υπαγωγή της οικονομίας στις ανάγκες του επαναστατικού πολέμου)[34]. Βέβαια, για να καταφέρει να αποσπάσει το ΚΚΚ αυτούς τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους από τον αγροτικό κόσμο έπρεπε «να κερδίσει την ειλικρινή αγάπη του λαού»[35]. Η «αγάπη» αυτή έρχεται μέσα από την επίλυση των βασικών αναγκών των λαϊκών μαζών, όπως είναι η σίτιση, ο ρουχισμός, η υγεία, το ζήτημα της αναδιανομής της γης. Δηλαδή, το σύνολο των ζητημάτων που επηρεάζουν τη ζωή τους[36]. Το κυριότερο από αυτά ήταν η υλοποίηση από πλευράς ΚΚΚ του συνθήματος του Σουν Γιατ-Σεν (ιδρυτής του Κουομιντάνγκ)[37]: «σε κάθε καλλιεργητή το χωράφι του»[38]. O Μάο ήδη από την περίοδο της δημιουργίας στρατιωτικής βάσης στα βουνά του Τσινγκανγκσάν και του σοβιέτ στη μεθοριακή περιοχή Κιανγκσί-Χουνάν καλούσε για εδραίωση και επέκταση της αγροτικής επανάστασης στις περιοχές που ήλεγχε ο Κόκκινος Στρατός[39]. Η αγροτική επανάσταση με πρωτοπόρα δύναμη τον Κόκκινο Στρατό στόχευε στο μοίρασμα της γης στους φτωχούς αγρότες, στην ελάφρυνση των φόρων και στη βαριά φορολόγηση των μεγαλογαιοκτημόνων[40]. Με τη διανομή τη γης, ο Μάο παρατηρούσε ότι εντεινόταν η παραγωγική δραστηριότητα των χωρικών[41]  και αυξανόταν η προθυμία τους να ενταχθούν στον επαναστατικό στρατό[42]. Πρόκειται για μια διαλεκτική σχέση, όπου και τα δυο μέρη (στρατός-λαός) υποστηρίζουν το ένα το έργο του άλλου. Ο Μάο αποτύπωσε πολύ εύγλωττα την παραπάνω σχέση ως εξής: «να αντλούμε από τις μάζες και να προσφέρουμε στις μάζες»[43]. Από την άλλη πλευρά το Κουομιντάνγκ του Τσιανγκ Κάι-Σεκ, ως πολιτικός εκφραστής της εγχώριας άρχουσας τάξης και του ιμπεριαλισμού, εφάρμοζε μόνο το πρώτο σκέλος της φράσης του Μάο. Δεν έκανε τίποτε άλλο από το να απομυζά ανεξάντλητα τους αγρότες (βλ. Εικόνα 2) αυξάνοντας τα βάρη των φτωχών αγροτών και διαιωνίζοντας ένα βίαιο, διεφθαρμένο και καταπιεστικό καθεστώς[44]. Με άλλα λόγια -για την ακρίβεια μαοϊκά- το Κουομιντάνγκ και οι ιμπεριαλιστές «άδειαζαν τη λίμνη με σκοπό να πιάσουν το ψάρι»[45]. Αυτή η κατάσταση ήταν που άνοιγε τον δρόμο για την επέκταση της επιρροής του ΚΚΚ και τη σταδιακή γιγάντωση του λαϊκού στρατού.

ΙΙΙ. Παρατεταμένος Πόλεμος: H «τέχνη» των αδυνάτων να νικούν τους δυνατούς

i)   H προϊστορία του παραταμένου πολέμου και το πραγματικό εύρος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου

Η ιδέα ενός παρατεταμένου πολέμου, αν και αναπτύχθηκε από τον Μάο Τσε-Τουνγκ συστηματικά στο ομώνυμο έργο του το 1938 εν όψει του αντι-ιμπεριαλιστικού πολέμου εναντίον της Ιαπωνίας, έλκει την καταγωγή της ήδη από το 1928, όταν ο Κόκκινος Στρατός είχε εγκαθιδρύσει τη βάση του και τη σοβιετική εξουσία στην οροσειρά του Τσινγκανγκσάν.[46] Ο Μάο από τότε εφιστούσε την προσοχή στην προετοιμασία των συνθηκών για έναν μακροχρόνιο αγώνα[47]. Ο αργός χαρακτήρας του πολέμου εναντίον του Κουομιντάνγκ εξηγείται με βάση τις ιδιομορφίες που είχε ανιχνεύσει ο Μάο στον επαναστατικό πόλεμο της Κίνας. Αυτές έχουν να κάνουν αρχικά, όπως είδαμε παραπάνω, με τον ημι-φεουδαλικό χαρακτήρα της κινεζικής οικονομίας, τη μικρή ανάπτυξη του καπιταλισμού και την έλλειψη ενότητας της άρχουσας τάξης (Κουομιντάνγκ εναντίον τοπικών πολεμάρχων), η οποία τροφοδοτείται από την έλλειψη ενότητας μεταξύ των ιμπεριαλιστών (Κίνα ημι-αποικιακή χώρα). Επιπλέον, ο στρατός του Κουομιντάνγκ είναι ισχυρός, ενώ ο Κόκκινος Στρατός είναι αδύνατος. Τέλος, μια άλλη ιδιομορφία είναι ότι την ηγεσία του επαναστατικού αγροτικού πολέμου την έχει αναλάβει το ΚΚΚ.[48] Μέσα σε αυτήν λοιπόν την κατάσταση, με τα υπέρ και τα κατά, καλείται να διεξάγει την παρατεταμένη πάλη του ο Κόκκινος Στρατός.

Με την εισβολή της Ιαπωνίας το 1937, το ΚΚΚ αναπροσαρμόζει την πολιτική του και καλεί το Κουομιντάνγκ να τερματίσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον του. Πρωτοστατεί στη συγκρότηση του Ενιαίου Εθνικού Αντι-ιαπωνικού Μετώπου, στο οποίο συμμετέχει και το Κουομιντάνγκ. Μάλιστα, το ΚΚΚ εντάσσει τις κύριες στρατιωτικές του δυνάμεις, την Όγδοη Στρατιά Πορείας και την Τέταρτη Νέα Στρατιά, στον Εθνικό Επαναστατικό Στρατό, διατηρώντας ωστόσο την αυτονομία τους. Το ΚΚΚ είχε κάνει παρόμοιες προσπάθειες για τη δημιουργία εθνικού αντι-ιαπωνικού μετώπου ήδη από τον Ιανουάριο του 1933 (ένα χρόνο μετά την ίδρυση του καθεστώτος του Μαντσουκούο), τις οποίες ο Τσανγκ Κάι-Σεκ είχε απορρίψει[49].Αν δεν είχε προηγηθεί το συμβάν στο Σιάν τον Δεκέμβρη του 1937[50], όπου δυο στρατηγοί του Τσιάνγκ Κάι-Σεκ συνέλαβαν τον ίδιο προκειμένου να τον πιέσουν να συνεννοηθεί με το ΚΚΚ για τη συγκρότηση ενός ενιαίου αντι-ιαπωνικού μετώπου, πολύ πιθανόν ο ηγέτης του Κουομιντάνγκ να είχε αρνηθεί και αυτήν τη φορά. Επιπλέον, η γραμμή του εθνικού μετώπου συμφωνούσε με την απόφαση του 7ου Συνεδρίου της Κομιντέρν (1935) για τη συγκρότηση των «αντιφασιστικών-λαϊκών μετώπων». Άλλωστε, ο Μάο χαρακτήριζε τον φασισμό ως πόλεμο[51], φράση που  απηχούσε την άποψη του ηγέτη της Κομιντέρν, Γκεόρκι Ντιμιτρόφ για τον φασισμό[52].

Σε αντίθεση με την ευρω-κεντρική αντίληψη που κυριαρχεί ακόμα και σήμερα, ο Μάο θεωρούσε πως αυτό που θα έμενε αργότερα στην ιστορία ως Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ξεκινήσει ήδη. Άλλωστε, σε αυτόν εμπλεκόταν άμεσα το 1/3 της ανθρωπότητας (600 εκατομμύρια άνθρωποι). Η Ιταλία ήδη από το 1935 είχε εισβάλει στην Αβησσυνία, είχε συμμετάσχει στο πλευρό του Φράνκο στον ισπανικό εμφύλιο, ενώ στην Ασία ο πόλεμος είχε ξεκινήσει ήδη από το 1931 με την κατοχή της Μαντζουρίας από την Ιαπωνία.[53] Ο Μάο προέβλεπε ήδη από το 1938 ότι αυτός ο πόλεμος θα εξελισσόταν σε παγκόσμιο, καθώς -σύμφωνα με τη λενινιστική ανάλυση του Μάο- η γενική κρίση του καπιταλισμού που είχε ξεκινήσει ήδη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο θα ανάγκαζε τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες να συρθούν σε αυτόν. Ωστόσο, αυτός ο πόλεμος αντί να λύσει τα προβλήματα των μεγάλων δυνάμεων, θα τους ωθούσε στη χρεωκοπία. Θα ήταν κι αυτός ένας πόλεμος μακράς διάρκειας και λυσσαλέος. Ο Μάο έβλεπε τον πόλεμο της Κίνας απέναντι στον επιθανάτιο, όπως έλεγε, ιαπωνικό ιμπεριαλισμό[54] ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι του αγώνα για την παγκόσμια ειρήνη και θεωρούσε ότι σε αυτόν θα συνέβαλλε η Σοβιετική Ένωση (ΣΕ), καθώς και πλήθος επαναστατικών πολέμων που θα ξεσπούσαν ενάντια σε αυτόν τον αντιδραστικό πόλεμο.[55] Ο Μάο, άλλωστε, είχε γράψει  δύο χρόνια πριν ότι απώτατος σκοπός του επαναστατικού πολέμου σε παγκόσμια κλίμακα είναι η κατάργηση του ίδιου του πολέμου[56].

ii)  Ο χώρος «γεννά» χρόνο και ο χρόνος «γεννά» πολιτική-πολεμική κινητοποίηση

H επιχειρηματολογία του Μάο για τον παρατεταμένο πόλεμο αρθρώνεται πάνω στις αντιθέσεις των ιδιομορφιών της Ιαπωνίας και της Κίνας[57]. Η Ιαπωνία, από τη μια πλευρά, είναι μια μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη (μια από τις έξι μεγαλύτερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις) και η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στην Ασία. Διαθέτει τις καλύτερες ένοπλες δυνάμεις και ανώτερο κρατικό και στρατιωτικό μηχανισμό. Ωστόσο, από την άλλη, η Ιαπωνία είναι μια μικρή χώρα σε σχέση με την Κίνα, με ανεπάρκεια ανθρώπινων και φυσικών πόρων. Αυτη η κατάσταση είναι που θα δυσκολέψει την Ιαπωνία να αντέξει έναν παρατεταμένο πόλεμο. Η Κίνα, αντίθετα, είναι μια ημι-αποικιακή, ημι-φεουδαλική χώρα με στρατιωτικές δυνάμεις, οικονομία και κρατικό μηχανισμό εμφανώς κατώτερα του εχθρού. Αυτή η κατάσταση είναι που δίνει αρχικά πλεονέκτημα στην Ιαπωνία. Αλλά, παράλληλα, η Κίνα είναι μια χώρα με τεράστια έκταση, αφθονία σε φυσικούς και ανθρώπινους πόρους και έναν στρατό μεγαλύτερο από αυτόν της Ιαπωνίας. Τέλος, η Κίνα έχει ως πρωτοπόρα δύναμη το ΚΚΚ, το οποίο έχοντας την υποστήριξη της ΣΕ ηγείται ενός δίκαιου και προοδευτικού αγώνα εναντίον ενός άδικου και βάρβαρου πολέμου.[58] Με άλλα λόγια, η Κίνα διεξάγει έναν πατριωτικό, αμυντικό, αντι-ιμπεριαλιστικό αγώνα απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο που εξαπόλυσε η Ιαπωνία[59]. Αυτό επιδρά θετικά στο ηθικό του κινεζικού στρατού.

Με βάση την παραπάνω ανάλυση, ο Μάο διέκρινε τρία στάδια σε αυτόν τον παρατεταμένο πόλεμο: α) της στρατηγικής άμυνας της Κίνας απέναντι στην στρατηγική επίθεση της Ιαπωνίας, β) της ισορροπίας δυνάμεων και γ) το στάδιο της στρατηγικής αντεπίθεσης της Κίνας και της οπισθοχώρησης της Ιαπωνίας.[60] Εμείς, εδώ δε θα αναλύσουμε το κάθε στάδιο ξεχωριστά, παρα μόνο θα σταθούμε σε κάποια σημεία κομβικά στη σκέψη του Μάο για το πως είναι δυνατόν ένα κράτος, όπως η Κίνα, να αντιστρέψει το αρχικό της μειονέκτημα και να το μετατρέψει σε πλεονέκτημα απέναντι σε μια ισχυρότερη δύναμη, όπως η Ιαπωνία.

Από τα πλεονεκτήματα της Κίνας τα πιο κεντρικά στην ανάλυση του Μάο, θεωρούμε ότι είναι αυτά του εδάφους (έκταση) και του πληθυσμού[61], τα οποία, όπως θα δούμε πιο κάτω, έχουν μια αλληλένδετη σχέση. Αυτά τα στοιχεία αναδείκνυε, άλλωστε, ως καίρια για το θέατρο των επιχειρήσεων και ο Κλαούζεβιτς, ο οποίος έγραφε έναν αιώνα πριν από τον Μάο ότι «η χώρα με την έκταση και τον πληθυσμό της είναι όχι μόνον η πηγή κάθε στρατιωτικής δύναμης, αλλ’ αποτελεί κι αναπόσπαστο μέρος των παραγόντων που δρουν πάνω στον πόλεμο...»[62]. Η Κίνα διαθέτει ακριβώς αυτά τα στοιχεία, καθώς είναι μια αχανής χώρα με έναν τεράστιο πληθυσμό. Αυτό διευκολύνει τη δυνατότητα του Κόκκινου Στρατού να υποχωρήσει αρχικά, αφήνοντας προσωρινά κάποια εδάφη στον εχθρό, προκειμένου να διαφυλάξει τις δυνάμεις του. Άρα, το πρώτο είναι το ζήτημα της επιβίωσης για το ΚΚΚ και τον Κόκκινο Στρατό[63]. Ο Μάο, ωσάν «ασιάτης Κλαούζεβιτς», διακήρυττε ότι ο κύριος στόχος σε έναν πόλεμο είναι η διαφύλαξη των φίλιων δυνάμεων (αρνητικός αντικειμενικός στόχος) και η καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων (θετικός αντικειμενικός στόχος). Αυτά τα δύο, βέβαια, δεν πάνε ξεχωριστά, αλλά λειτουργούν σε μια σφιχτά δομημένη διαλεκτική σχέση. Αν και για τους δύο θεωρητικούς η λυδία λίθος κάθε πολέμου είναι η συντριβή του εχθρού, η διαφύλαξη των δυνάμεων παίζει καθοριστικό ρόλο γιατί: α) διατηρεί τις δυνάμεις και άρα όσο υπάρχουν, πολεμούν και β) γιατί η διατήρηση των δυνάμεων δεν είναι μια αμιγώς παθητική διαδικασία, αλλά ένα μέσο για την προπαρασκευή της επίθεσης.[64] Άλλωστε, στην άμυνα καταφέυγει κάποιος, επειδή του το επιβάλλει η αδυναμία του, την οποία την εγκαταλείπει όταν αρχίσει να ισχυροποιείται προκειμένου να περάσει στην επίθεση[65]. Αυτή η άποψη, η οποία είναι γνωστή και στον Μάο, ανιχνεύεται και στο έργο του Κινέζου στρατιωτικού της αρχαιότητας Σουν Τσου, Η τέχνη του πολέμου. Ο Σουν Τσου με το κλασικό αποφθεγματικό του ύφος έγραφε ότι «αμύνεται κάποιος όταν οι δυνάμεις του είναι ανεπαρκείς και επιτίθεται όταν οι δυνάμεις του αφθονούν». Επομένως, «το αήττητο είναι θέμα άμυνας και η νίκη θέμα επίθεσης».[66]

Ο Μάο έλεγε ότι οι επαναστατικοί πόλεμοι, όπως είναι αυτός απέναντι στην Ιαπωνία, είναι κατά βάση επιθετικοί πόλεμοι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε γνωρίζουν από άμυνα ή οπισθοχώρηση[67]. Ο Μάο, όμως, όντας ρεαλιστής εκκινούσε από την άμυνα λόγω της σχετικής αδυναμίας της Κίνας και της σχετικής δύναμης της Ιαπωνίας, με στόχο όμως πάντα την επίθεση. Το σημείο κλειδί ήταν η απέραντη εδαφική έκταση της Κίνας. Έχοντας αυτό το πλεονέκτημα, ο Κόκκινος Στρατός μπορούσε να αποφεύγει την απευθείας σύγκρουση με έναν ανώτερο εχθρό και να υποχωρεί σε ασφαλή εδάφη. Έτσι, διατηρούσε τις δυνάμεις του και κέρδιζε χρόνο για την πολεμική προπαρασκευή[68].

Ο Μάο έβλεπε τον πόλεμο ως εμπορική συναλλαγή, όπως έκανε αντίστοιχα και ο Κλαούζεβιτς[69]. Έλεγε ότι, όπως και στο εμπόριο, έτσι και στον πόλεμο για να πάρεις κάτι πρέπει να δώσεις πρώτα[70]. Αυτό που είχε προς «διάθεση» η Κίνα ήταν άφθονος χώρος. Έτσι, λοιπόν, σύμφωνα με μια ενδιαφέρουσα ανάλυση, η Κίνα μπορούσε δώσει λίγο χώρο προσωρινά στον εχθρό για να κερδίσει χρόνο, ο οποίος ήταν απαραίτητος για την πολιτική κινητοποίηση του κινεζικού λαού και τη συγκρότηση της κινεζικής αντίστασης. Το απόσταγμα αυτής της ανάλυσης ήταν ότι ένα έθνος αδύναμο, όπως αυτό της Κίνας με μια μικρή βιομηχανική παραγωγή -το μεγαλύτερο μέρος της οποία βρισκόταν ήδη στα χέρια της Ιαπωνίας (βλ. Χάρτη 2)- μπορούσε να νικήσει ένα έθνος με ασύγκριτο εκτόπισμα στη βιομηχανική παραγωγή και στην πολεμική τεχνολογία.[71] Με άλλα λόγια, η πολιτική κινητοποίηση μπορούσε να υποκαταστήσει τη βιομηχανική ανεπάρκεια της Κίνας[72]. Άλλωστε, ίδιος ο Μάο θεωρούσε ότι η υστέρηση σε εξοπλισμό ήταν δευτερευούσης σημασίας. Το πρωταρχικό ήταν η κινητοποίηση του κινεζικού λαού, τον οποίο τον παρομοίαζε με ανθρώπινο ωκεανό ικανό να καταποντίσει τον εχθρό[73]. Επιπλέον, η διεύρυνση του χρόνου σε συνδυασμό με την όλο και πιο μεγάλη διείσδυση του εχθρού στην κινεζική επικράτεια[74] θα άρχιζε να αναδεικνύει τις εγγενείς αδυναμίες της Ιαπωνίας (ανεπαρκείς πόροι και έλλειψη σε έμψυχο δυναμικό). Επομένως, η ιδέα του παρατεταμένου πολέμου είχε ως στόχο, αφενός να γιγαντώσει τα μειονεκτήματα της Ιαπωνίας (έλλειψη σε φυσικούς και ανθρώπινους πόρους) και αφετέρου να μεγιστοποιήσει τα αρχικά πλεονεκτήματα της Κίνας (έδαφος, πληθυσμός) [75]. Η σύλληψη του παρατεταμένου πολέμου -παρά την απόρριψή του από τον Σουν Τσου[76]– είναι πολύ πιθανό στον πυρήνα της να είναι επηρεασμένη από το γνωστό  απόφθεγμα του Σουν Τσου ότι «πρωταρχικής σημασίας στον πόλεμο είναι να επιτεθείς στην ίδια την στρατηγική του εχθρού σου»[77]. Ο Μάο, με βάση αυτήν την ανάγνωση, αν και ήταν σε άμυνα, ουσιαστικά επιτέθηκε μέσω του παρατατεμένου πολέμου στην στρατηγική της Ιαπωνίας. Η υπεροπλία της Ιαπωνίας σε στρατιωτικά μέσα, καθώς και η έλλειψη ανθρώπινων και φυσικών πόρων που θα της κόστιζε σε διάστημα χρόνου, υπαγόρευαν τη στρατηγική της ταχείας επίθεσης με στόχο τον γρήγορο τερματισμό του πολέμου προς όφελος της[78]. Με λίγα λόγια, η Κίνα αποφεύγοντας να πολεμήσει όπως ήθελε ο εχθρός[79], επιτίθετο στην ίδια την στρατηγική της αστραπιαίας επίθεσης της Ιαπωνίας.

iii)  Η στρατηγική σημασία του ανταρτοπολέμου στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας και οι επιρροές του Μάο από τον Σουν Τσου

Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο Μάο είναι «ο πανεπιστημιακός δάσκαλος» του ανταρτοπολέμου, όπως ακριβώς και ο ανταρτοπόλεμος είναι το «πανεπιστήμιου του πολέμου»[80]. Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι την αξία του ανταρτοπολέμου δεν την αντιλήφθηκε κανείς άλλος πριν από τον Μάο. Τα παραδείγματα του Τζιουζέπε Μαντσίνι και του Ε. Τ. Λώρενς αρκούν για να υποστηρίξουν αυτήν την άποψη, καθώς οι συγκεκριμένοι εξέφρασαν απόψεις για τον ανταρτοπόλεμο οι οποίες είναι εμφανείς στο έργο του Μάο Τσε-Τουνγκ[81]. Ωστόσο, αυτό που κάνει το έργο του Μάο να ξεχωρίζει από όλα τα άλλα είναι η συστηματοποίηση των έμμεσων και άμεσων εμπειριών του πάνω στο ζήτημα του ανταρτοπολέμου.

Για τον Μάο ο ανταρτοπόλεμος έχει στρατηγικά χαρακτηριστικά, καθώς η Κίνα είναι μια χώρα με τεράστια έκταση[82], που επιτρέπει τη διασπορά αντάρτικων ομάδων σε ευρεία κλίμακα, αλλά ταυτόχρονα είναι και μία χώρα αδύναμη.[83] Ο Μάο έλεγε ότι ο παρτιζάνικος πόλεμος είναι το όπλο στο οποίο καταφεύγουν τα αδύναμα -στρατιωτικά και οικονομικά- έθνη για να αντισταθούν στις επιβουλές των ισχυρών[84]. Ο ανταρτοπόλεμος ως συστατικό κομμάτι του επαναστατικού πολέμου που διεξάγει η Κίνα, εξαρτάται, όπως είδαμε παραπάνω, άμεσα από τη λαϊκή υποστήριξη. Έχοντας, έτσι, μια πλατιά λαϊκή βάση και αποφέυγοντας την άμεση αντιπαράθεση με τον εχθρό, τον αφήνει να διεισδύει μέσα στην επικράτειά του και εκμεταλλεύεται τις γεωγραφικές, κλιματικές και κοινωνικές συνθήκες για να περιορίσει τις ενέργειες του εχθρού[85]. Ο ανταρτοπόλεμος δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά είναι ένα βασικό εργαλείο του τακτικού στρατού. Στο σύνολο του πολέμου οι τακτικές δυνάμεις παίζουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, καθώς είναι οι μόνες που μπορούν να επιφέρουν αποφασιστικό πλήγμα στον εχθρό. Από την άλλη, οι αντάρτικες δυνάμεις αποφεύγοντας την αποφασιστική μάχη, όπως ο διάβολος το λιβάνι, έχουν περιορισμένες δυνατότητες.

Οι αντάρτικες ομάδες  επιχειρούν με βάση τις ανάγκες του τακτικού στρατού και επιδιώκουν τον συντονισμό με αυτόν. Ωστόσο, επειδή δρουν διεσπαρμένα, λειτουργούν με αποκεντρωμένη διοίκηση[86], γεγονός που δυσκολεύει την μεταξύ τους επικοινωνία, καθώς και τον συντονισμό τους με τις συμβατικές δυνάμεις. Παρ’ όλα αυτά ο αντάρτικες ομάδες έχουν ένα ουσιώδες στοιχείο στον αντι-ιαπωνικό πόλεμο, το οποίο τις καθιστά στρατηγικής σημασίας. Αυτό είναι η κατ’ αποκλειστικότητα δράση τους στα μετόπισθεν του εχθρού. Οι ίδιες αν και έχουν βάσεις ερεισμάτων, δεν έχουν μετόπισθεν, καθώς λόγω της συνεχούς μετακίνησής τους δίνουν την αίσθηση ότι βρίσκονται «παντού και πουθενά».[87] Στοχεύουν στην εξολόθρευση των μικρών μονάδων του εχθρού και στην παρενόχληση και αποδυναμωση των μεγαλύτερων μονάδων του. Ωστόσο, ο βασικός στόχος των επιθέσεων τους είναι η καταστροφή των γραμμών επικοινωνίας του εχθρού, οι οποίες είναι κομβικές για τη μεταφορά πολεμικού υλικού. Στοχεύουν ακόμα στις βιομηχανίες του εχθρού, από τις οποίες εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό η πολεμική του ικανότητα.[88] Οι αντάρτικες ομάδες, εν ολίγοις, δημιουργούν μια πραγματική ανταρσία στα μετόπισθεν του εχθρού, η οποία σπάζει τη συνοχή του και τον αναγκάζει να διασπείρει τις ήδη ανεπαρκείς αριθμητικά δυνάμεις του σε μια μεγάλη εδαφική επικράτεια. Ο Μάο παρομοίαζε τις ομάδες αυτές με αμέτρτητα τσιμπούρια, τα οποία τσιμπώντας ακατάπαυστα έναν γίγαντα από παντού τελικά τον εξουθενώνουν[89]. Η ουσία ήταν η συσσώρευση πολλών μικρών νικών, οι οποίες αθροιστικά δίνουν μια μεγάλη νίκη[90]. Με άλλα λόγια, η στρατηγική σκέψη του Μάο στόχευε να τεμαχίσει τη μεγάλη στρατηγική επίθεση της Ιαπωνίας σε πολλές μικρές μάχες σε τακτικό επίπεδο, ούτως ώστε να αντισταθμίσει τη στρατηγική αδυναμία της Κίνας απέναντι στην Ιαπωνία[91].

Οι επιχειρήσεις των «ατάκτων» κατά τον Μάο δεν πρέπει να συγχέονται με αυτές του τακτικού στρατού, ο οποίος κατά κύριο λόγο διεξάγει πόλεμο ελιγμών και υπό συνθήκες πόλεμο θέσεων. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει πως αντάρτικες ομάδες και τακτικές μονάδες χωρίζονται από κάποιο αγεφύρωτο χάσμα. Για παράδειγμα, ένας τακτικός στρατός, όπως η Όγδοη Στρατιά Πορείας, μπορεί να δράσει προσωρινά ελέω συνθήκων με ανορθόδοξο τρόπο στα μετόπισθεν του εχθρού. Αντίστροφα, και οι αντάρτικες ομάδες μπορεί υπό συνθήκες να πάρουν χαρακτηριστικά τακτικού στρατού. [92] Άλλωστε, ο Μάο αναφέρει ότι ο στόχος κάθε αντάρτικου σχηματισμού είναι η μετεξέλιξή του σε τακτική μονάδα. Παρόλαυτα, ο Μάο σε άλλο κομμάτι του έργου του φαίνεται να αναβαθμίζει το ρόλο του ανταρτοπολέμου σε σχέση με τον πόλεμο ελιγμών του τακτικού στρατού. Αυτό τον φέρνει σε αντίφαση σε σχέση με όσα αναφέραμε προηγουμένως. Πιο συγκεκριμένα, ενώ αρχικά είχε αναγνωρίσει την πρωτοκαθεδρία του πολέμου ελιγμών, στη συνέχεια αναφέρει ότι στον πόλεμο που εκτυλίσσεται εναντίον της Ιαπωνίας είναι πολύ δύσκολο να διαπιστωθεί αν ο ανταρτοπόλεμος ή ο πόλεμος ελιγμών έχει μεγαλύτερη στρατηγική σημασία κι αυτό γιατί, όπως συμπεραίνει, «η νίκη είναι αδύνατη χωρίς τη στήριξη των αντάρτικων ομάδων». Αργότερα αναφέρει ότι αυτές είναι που θα εξελιχθούν και θα δημιουργήσουν τον τακτικό στρατό[93]. Συνεχίζοντας, σε ένα άλλο σημείο γράφει με κατηγορηματικό τρόπο ότι η καθοδηγητική γραμμή για τη Όγδοη Στρατιά είναι η διεξαγωγή ανταρτοπολέμου, χωρίς βέβαια να αποκλείει επιχειρήσεις του πολέμου ελιγμών όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες[94]. Επιπλέον, σε ένα άλλο σημείο, ο Μάο αναβαθμίζει κι άλλο τον ρόλο του ανταρτοπολέμου. Ειδικότερα, αναφέρει ότι η περίοδος του Α’  Εμφυλίου Πολέμου μπορεί να χωριστεί σε δύο περιόδους, όπου στην πρώτη κυριαρχεί ο ανταρτοπόλεμος, ενώ στη δεύτερη ο «τακτικός» πόλεμος. Άξιο μνείας εδώ είναι ότι η λέξη τακτικός μπαίνει μέσα σε εισαγωγικά θέλοντας να δηλώσει με αυτόν τον τρόπο ότι αντιπροσωπεύει υπό μία έννοια «έναν ανωτέρου επιπέδου ανταρτοπόλεμο».[95] Σύμφωνα με μία άποψη, αυτή η αντιφατική στάση του Μάο ερμηνεύεται με βάση την πίεση που του άσκησαν ο Βαγκ Μιγκ και η ΣΕ για να αποδεχθεί τον πόλεμο ελιγμών ως κύρια μορφή του πολέμου απέναντι στην Ιαπωνία[96]. Ενδεχομένως, λοιπόν, ο Μάο συμβιβάστηκε διακηρυκτικά με αυτή την άποψη, παρόλο που ο ίδιος υποστήριζε εξ αρχής ως κυρίαρχη μορφή τον ανταρτοπόλεμο[97]. Ωστόσο, μετά το τέλος του πολέμου ο Μάο επιβεβαίωσε την αρχική του θέση ότι ο ανταρτοπόλεμος ήταν πρωτεύων και ο πόλεμος ελιγμών δευτερεύων[98].

Τέλος, στο έργο του Μάο για τον ανταρτοπόλεμο αναβλύζουν επιρροές από το κλασικό έργο του Κινέζου στρατιωτικού της αρχαιότητας, Σουν Τσου. Ο Μάο θεωρούσε ότι η τακτική του ανταρτοπολέμου πρέπει να βασίζεται στην εγρήγορση, στην κινητικότα και τον αιφνιδιασμό. Επιπλέον, τόνιζε ότι πρέπει να επιλέγεται εκείνο το χτύπημα που μοιάζει να έρχεται από ανατολικά, αλλά έρχεται από τα δυτικά.[99] Αντίστοιχα, η παραπλάνηση, ο αιφνιδιασμός και η ταχύτητα είναι συστατικά στοιχεία στη σκέψη του Σουν Τσου[100], ο οποίος δηλώνει κατηγορηματικά ότι «κάθε πόλεμος βασίζεται στην παραπλάνηση»[101]. Ο Σουν Τσου έδινε επίσης ιδιαίτερη σημασία στο ρόλο που παίζει η μορφολογία του εδάφους[102], αλλά και η γνώση για τα χαρακτηριστικά του εχθρού του. Πιο συγκεκριμένα έλεγε ότι «όταν γνωρίζεις τον εχθρό σου, γνωρίζεις και τον εαυτό σου και μπορείς να δώσεις εκατό μάχες με ασφάλεια»[103]. Αντίστοιχα, παρόμοιες απόψεις εκφράζει στο έργο του ο Μάο[104]. Παρακάτω, παραθέτουμε ενδεικτικά κάποιες από τις πιο χαρακτηριστικές ομοιότητες μεταξύ Μάο και Σουν Τσου:

«Όταν οι αντάρτες έχουν να αντιμετωπίσουν ισχυρότερο εχθρό, υποχωρούν,

τον παρενοχλούν, όταν σταματά, 

τον χτυπούν, όταν είναι κουρασμένος,

τον καταδιώκουν, όταν υποχωρεί».                                                                

«Τα νώτα, τα πλευρά και άλλα αδύνατα σημεία του εχθρού πρέπει να παρενοχλούνται».

«Να επιτίθεστε και αμέσως μετά να αποσύρεστε… να παίρνετε αστραπιαίες αποφάσεις».

Μάο Τσε-Τουνγκ[105]

«Όταν ο εχθρός είναι ξεκούραστος, φροντίστε να κουραστεί.

Όταν είναι  χορτάτος, να τον κάνετε να πεινάσει.

Όταν είναι σε ανάπαυση, να τον κάνετε κινηθεί»

«Όταν ο εχθρός ανασυντάσσεται, ετοιμαστείτε για επίθεση.Όταν είναι ισχυρός, φροντίστε να τον αποφύγετε»

«Προελαύνει ανενόχλητος, όποιος χτυπαέι τον εχθρό στο αδύνατο σημείο»

«Οπισθοχωρεί χωρίς να καταδιώκεται, οποιος κινείται με τόση ταχύτητα που να μην τον προλαβαίνει κανείς».

Σουν Τσου[106]

 IV. Ο στρατός ως εργαλείο της πολιτικής και ο καθοριστικός ρόλος του «ανθρώπου» στον πόλεμο

            Στην πολιτική κινητοποίηση, ο Κόκκινος Στρατός παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο. Άλλωστε, όπως λέει και ο Μάο δεν είναι ένας συνηθισμένος στρατός, ο οποίος πολεμάει για να πολεμάει. Είναι ένας στρατός, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με την προπαγάνδα, την οργάνωση και τον εξοπλισμό των μαζών.[107] Ο κινεζικός λαϊκός στρατός είναι η ένοπλη οργάνωση του ΚΚΚ που επιτελεί πολιτικό έργο[108]. Για να το καταφέρει αυτό, η πολιτική διαπαιδαγώγηση των αξιωματικών και των οπλιτών παίζει ιδιαίτερα βαρύνοντα ρόλο[109]. Γι’ αυτόν το λόγο ο Κόκκινος Στρατός διαθέτει πολιτικούς επιτρόπους από τον λόχο ως την στρατιά[110]. Η πολιτική δουλειά τους στον λόχο είναι πρωταρχικής σημασίας, καθώς εκεί δημιουργούνται οι πυρήνες του κόμματος. Σε αυτήν την υπόθεση οι κινέζοι κομμουνιστές ήταν «τυχεροί», καθώς είχαν για όπλα όχι πολυβόλα, όπως έλεγε ο Μάο, αλλά τη διδασκαλία των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν και Στάλιν[111]. Στόχος τους είναι να ατσαλώσουν τη θέληση των οπλιτών, να ανεβάζουν το επίπεδο της ταξικής τους συνείδησης και να τους καταδείξουν ότι δεν πολεμάνε για κάποιος άλλους, αλλά για τους ίδιους τους εαυτούς τους. [112] Αυτή η κατάσταση -με εξαίρεση τη ΣΕ- προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση στους δυτικούς στρατιωτικούς αναλυτές, καθώς στο λεγόμενο δυτικό κόσμο (καπιταλιστικό θα έλεγε ο Μάο) τα επιτελεία κάνουν τα πάντα για να αποτρέψουν την πολιτική εντός του στρατού, ενώ οι κινέζοι κομμουνιστές έκαναν ό, τι μπορούσαν για να βάλουν την πολιτική μέσα στον στρατό[113].

Οι τρεις βασικοί στόχοι της πολιτικής δουλειάς του Κόκκινου Στρατού είναι: α) η ενότητα μεταξύ οπλιτών και αξιωματικών, β) η ενότητα στρατού-λαού[114] και γ) η απογοήτευση του εχθρού.[115] Το πρώτο επέρχεται μέσω της πραγματικής ισότητας μεταξύ αξιωματικών και οπλιτών. Όπως παρατηρούσε ο στρατιωτικός ακόλουθος των ΗΠA στην Κίνα οι διοικητές του Κόκκινου Στρατού είχαν τη συνήθεια να λένε: «Ελάτε μαζί, παιδιά» αντί για «Προχωρήστε, παιδιά»[116]. Επιπλέον, από τον ανώτατο διοικητή μέχρι τον απλό φαντάρο, όλοι οι άντρες έτρωγαν και ντύνονταν με τον ίδιο τρόπο[117]. Όσον αφορά στην ενότητα στρατού-λαού, τη βάση της νίκης κατά τον Μάο[118], αυτή έρχεται μέσα από το πλαίσιο του Ενιαίου Εθνικού Αντι-ιαπωνικού Μετώπου, το οποίο είναι ένα μέτωπο όλου του λαού κι όχι μόνο των κομμάτων και των επιτροπών που συμμετέχουν[119]. Όλη η πολιτική του ΚΚΚ από την ίδρυση του Κόκκινου Στρατού, όπως είδαμε στη δεύτερη ενότητα του παρόντος κειμένου, στόχευε στο να ριζώσει στις λαϊκές μάζες και ιδίως στις αγροτικές, οι οποίες αποτελούσαν την πηγή από την οποία αντλούσε ο κινεζικός στρατός τις δυνάμεις του. Το ΚΚΚ είχε κατορθώσει σε μεγάλο βαθμό να κάνει τον λάο να βλέπει στον Κόκκινο Στρατό, το δικό του στρατό, έναν πραγματικό λαϊκό στρατό, ο οποίος μάχεται για τους σκοπούς των λαϊκών μαζών[120]. Τέλος, όσον αφορά στην αποσύνθεση του εχθρικού στρατεύματος, το ΚΚΚ προσπαθούσε να το επιτύχει αυτό μέσα από τον σεβασμό και την ανθρώπινη μεταχείριση των αιχμαλώτων. Αυτή η τακτική φαίνεται να απέδωσε σημαντικά, καθώς ο Κόκκινος Στρατός μέσα σε δύο χρόνια, μετά τον Ιούλιο του 1946, είχε καταφέρει να εντάξει στο μάχιμο δυναμικό του περίπου 800.000 στρατιώτες που προέρχονταν από τον εθνικιστικό στρατό[121].

Για τους κομμουνιστές η σχέση στρατού και κόμματος είναι αντανάκλαση της σχέσης του πολέμου με την πολιτική. Ο Μάο έλεγε ότι «ο πόλεμος είναι η προέκταση της πολιτικής με άλλα μέσα»[122]. Πρόκειται για μια φράση που είναι αντιγραφή της κλασικής ρήσης του Κλαούζεβιτς ότι «πόλεμος δεν είναι τίποτε άλλο από τη συνέχιση της κρατικής πολιτικής με άλλα μέσα»[123]. Ο ορισμός  αυτός για τον πόλεμο ήταν γνωστός στους Μάρξ, Ένκγελς, Λένιν και Στάλιν, οι οποίοι ήταν εξοικειωμένοι με το έργο του Πρώσου αξιωματικού[124]. Ο Μάο υπερθεμάτιζε λέγοντας ότι δεν έχει υπάρξει πόλεμος από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα που να μην είχε πολιτικό χαρακτήρα. Η ανάλυσή του πάνω σε αυτό ήταν η εξής: «όταν η πολιτική φτάνει σε ένα ορισμένο στάδιο ανάπτυξης, όπου δεν μπορεί να αναπτυχθεί από μόνη της, ξεσπάει ένας πόλεμος για να παρασύρει τα εμπόδια που παρουσιάστηκαν στον δρόμο της».[125] Έτσι, λοιπόν, η Ιαπωνία προκειμένου να λύσει τις εσωτερικές της αντιθέσεις (έλλειψη πόρων) σύρθηκε σε αυτόν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο προκειμένου να αντλήσει τους πόρους της Κίνας (φυσικούς και ανθρώπινους). Απέναντι σε αυτήν την επίθεση, όλη η πολεμική προσπάθεια του κινεζικού λαού είχε ως πολιτικό στόχο την εκδίωξη των Ιαπώνων ιμπεριαλιστών και τη δημιουργία μιας ελεύθερης Κίνας. Ο Μάο έβλεπε ότι πόλεμος και πολιτική έχουν μια σχέση τόσο στενή, όπως το κρέας με το νύχι, και συμπύκνωσε αυτήν τη διάδραση ως εξής: «η πολιτική είναι πόλεμος χωρίς αιματοχυσία και ο πόλεμος είναι μια αιμόφυρτη πολιτική»[126]. Ωστόσο, σε αυτήν τη σχέση η πολιτική προστάζει και ο πόλεμος διεκπεραιώνει. Ο πόλεμος είναι ένα σημαντικό εργαλείο για την πολιτική. Έτσι, λοιπόν, ο Μάο θεωρούσε ότι το Κόμμα ως πολιτικός οργανισμός, ο οποίος έχει στόχο την κατάληψη της εξουσίας, ήταν αυτό που διοικούσε τα όπλα. Ο στρατός με βάση την μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση είναι ο σημαντικότερος μηχανισμός του κράτους. Άρα, το Κομμουνιστικό Κόμμα, ως μια μικρογραφία κρατικού μηχανισμού που παλεύει για την κατάληψη της εξουσίας, πρέπει να συγκροτήσει και να αξιοποιήσει το δικό του στρατιωτικό εργαλείο, τον Κόκκινο Στρατό. Ο Μάο ήταν υπερβολικά ρεαλιστής -σε βαθμό κυνισμού- πάνω σε αυτό το ζήτημα, καθώς διατράνωνε ότι η εξουσία βρίσκεται στην άκρη της κάννης του τουφεκιού[127].

Ο Μάο, λοιπόν, παίρνοντας πολύ σοβαρά τις δυνατότητες του στρατού, αναγνώριζε ότι τα δυο βασικά στοιχεία που τον συγκροτούν είναι τα όπλα και οι άνθρωποι. Ωστόσο, επεσήμανε ότι ο άνθρωπος και όχι το υλικό είναι ο αποφασιστικός παράγοντας, καθώς αυτός  διευθύνει τα όπλα, την οικονομία, την πολιτική[128]. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Μάο παρεκκλίνει από τη ρεαλιστική ανάλυση και προκρίνει μια πιο ηθική, ανθρωπιστική ανάγνωση των πραγμάτων. Ωστόσο, αυτό θα δούμε ότι δεν ισχύει, καθώς ο Μάο τονίζει αυτήν τη σχέση για να αναδείξει τη σημασία υποκειμενικού πράγοντα (λαός), τον οποίο προσπαθεί να κινητοποιήσει. Ο Μάο θεωρούσε ότι ο παρατεταμένος πόλεμος και η έκβασή του εξαρτώνταν από τη συνειδητή δραστηριότητα των ανθρώπων, οι οποίοι παίρνοντας υπ’ όψιν τις ανάγκες της αντικειμενικής πραγματικότητας, καταστρώνουν σχέδια και πολιτικες θέσεις με σκοπό να παρέμβουν σε αυτήν μεσω της πράξης, της υλοποίησης δηλαδή αυτών των θέσεων. Ο Μάο συμπύκνωνε αυτήν τη σχέση με μια μεστή φράση, που θα τη ζήλευε ακόμη κι ο Ένγκελς, λέγοντας ότι «οι ιδέες είναι εκδηλώσεις υποκειμενικής τάξης και οι πράξεις είναι εκδηλώσεις του υποκειμενικού στο αντικειμενικό»[129]. Βέβαια, ο ίδιος αναγνώριζε ότι αυτή η συνειδητή δραστηριότητα πρέπει να λαμβάνει πάντα υπ’ όψιν της το πλαίσιο μέσα στο οποίο αλληλεπιδρά. Αυτό καθορίζεται με βάση τις υλικές συνθήκες (οικονομικές, πολιτικές, στρατιωτικές, φυσικές). Με σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, ο υποκειμενικός παράγοντας (κινεζικός λαός) καλείται να νικήσει. Δεν μπορεί να το αγνοήσει. Ωστόσο, οι υλικές συνθήκες από μόνες τους δε δίνουν ούτε νίκη ούτε ήττα.[130] «Περιμένουν» την συνειδητή δραστηριότητα των μαζών προκειμένου να δώσουν τον «χρησμό» για την έκβαση του πολέμου. Αυτή η κατάσταση μας φέρνει στο νου τον «καζαντζάκειο ζωγράφο» ο οποίος έχει τα τα πινέλα και τα χρώματα (υλικές συνθήκες) και αυτό που του απομένει είναι να ζωγραφίσει (συνειδητή δραστηριότητα)131].

V. Επίλογος

Ο Λένιν είχε αναφέρει ότι  στην πολιτική είναι παλιά αλήθεια ότι συχνά πρέπει να διδαχθείς από τον εχθρό. Ο Μάο, λοιπόν, πέρα από δάσκαλος του επαναστατικού πολέμου  ήταν και μεγάλος «δάσκαλος» για τους ίδιους τους εχθρούς του. Λέγεται πολύ συχνά ότι η αξία ενός έργου, μιας ιδέας, μιας προσωπικότητας, φαίνεται από την αναγνώριση, αλλά και από τον φόβο που προκαλεί στους ανιπάλους της. Το έργο του Μάο όσον αφορά τον επαναστατικό πόλεμο και τον ανταρτοπόλεμο προκάλεσε το ενδιαφέρον και την αναγνώριση των αντιπάλων του. Θεωρητικοί του αντι-ανταρτοπολέμου, όπως ο David Galula, σάρωσαν το έργο του Μάο προκειμένου να εξάγουν συμπεράσματα για τις αντι-επαναστατικές/ανταρτικές επιχειρήσεις[132]. Η ίδια η CIA, σε μια έκθεσή της προσπαθούσε να αναλύσει το «μαοϊκό δόγμα» στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου για να εξετάσει αν είναι επιθετικό ή αμυντικό[133]. Οι Αμερικάνοι παρά την την υστέρηση της Κίνας στα πυρηνικά όπλα και τη ρήξη της με τη ΣΕ, η οποία της παρείχε προστασία σε αυτόν τον τομέα, ανησυχούσαν για την επίδραση της μαοϊκής σκέψης στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας. Η ανησυχία των Αμερικάνων και όλων των «χάρτινων τίγρεων», των ιμπεριαλιστών δηλαδή, ήταν υπαρκτή, καθώς ο Λιν-Πιάο, πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης με λαμπρές περγαμηνές από τον εμφύλιο και από τον Πόλεμο της Κορέας, αντέγραψε το σχήμα του Μάο «από την ύπαιθρο στην πόλη» και του προσέδωσε μια διεθνή διάσταση. Πιο συγκεκριμένα, χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής, οι οποίες ήταν δέσμιες του «αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των λάκεδων του», σείονταν από τους μεγάλους ένοπλους αντι-ιμπεριαλιστικούς αγώνες (Ζώνη των Θυελλών) και αποτελούσαν ταυτόχρονα την «παγκόσμια ύπαιθρο», η οποία μέσω ενός παρατεταμένου αγώνα θα περικύκλωνε τις «παγκόσμιες πόλεις», δηλαδή τον δυτικό ιμπεριαλισμό[134]. Η Κίνα σε αυτήν την προσπάθεια αποτελούσε τον κύριο εμψυχωτή διακηρύσσοντας, ωστόσο, ότι αυτό δε σήμαινε σε καμία περίπτωση την άμεση εμπλοκή της στον αγώνα των καταπιεσμένων εθνών. Αυτός ο αγώνας ήταν υπόθεση δική τους και έπρεπε να τον διεξαγάγουν κατά κύριο λόγο οι ίδιοι οι λαοί, όπως έκανε και η ίδια. Η ουσία του πράγματος ήταν ότι έπρεπε να βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η εξωτερική βοήθεια δεν ήταν ευπρόσδεκτη.[135]

Οι Αμερικάνοι είχαν αναγνωρίσει τη δυναμική των κινέζων κομμουνιστών ήδη από το 1944. Η έκθεση του US State Department για τις Σινο-Αμερικάνικες σχέσεις (1944-1949) είναι πλήρως αποκαλυπτική. Οι αμερικάνικες αναφορές επεσήμαιναν ότι το ΚΚΚ ήταν μια δύναμη ικανή να προκαλέσει την εξουσία του Κουομιντάνγκ. Κι αυτό γιατί ήταν η μοναδική πολιτική οργάνωση στην Κίνα με τέτοια μαζική υποστήριξη και κινητοποίηση, η οποία ήταν καρπός μια μετριοπαθούς οικονομικής, πολιτικής και οικονομικής επανάστασης. Αυτή είχε αλλάξει προς το καλύτερο τις οικονομικές συνθήκες της αγροτιάς μέσω της μείωσης της φορολογίας, της καλής διακυβέρνησης και της διάλυσης των φεουδαλικών θεσμών. Από την άλλη, το Κουομιντάνγκ αντιπροσώπευε ακριβώς το αντίθετο. Το καθεστώς του Τσιανγκ Κάι-Σεκ κινδύνευε με οικονομική κατάρρευση, ενώ η πολιτική δυσαρέσκεια φούντωνε. Ήταν ένα καθεστώς χωρίς εσωτερική νομιμοποίηση, διεφθαρμένο που προωθούσε τα συμφέροντα αντιδραστικών κλικών και δεν είχε καμία πρόθεση για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.[136] Στην ύπαιθρο ανέστειλε το έργο του ΚΚΚ επιστρέφοντας τη γη στους γαιοκτήμονες και δίνοντας το ελεύθερο σε αξιωματούχους να συλλέγουν αυξημένους φόρους αναδρομικά για όλη την περίοδο της ιαπωνικής κατοχής. Έτσι, έσπρωχναν τον κόσμο στην αγκαλιά του ΚΚΚ[137]. Ο πακτωλός χρημάτων και ο πολεμικός εξοπλισμός που λάμβανε από τις ΗΠΑ[138] δεν αρκούσαν για να συντρίψουν το Κόκκινο Στρατό. Το Κουομιντάνγκ έχοντας υπεροπλία σε στρατιωτικά και οικονομικά μέσα θεωρούσε πως θα μπορούσε να λύσει το ζήτημα στρατιωτικά. Αυτό ήταν και το λάθος του, καθώς προσπαθούσε να λύσει ένα κοινωνικό και κατ’ επέκταση πολιτικό πρόβλημα με στρατιωτικό τρόπο. Η ηγεσία του Κουομιντάνγκ δεν είχε αντιληφθεί ότι ο λαός ήταν η «καρδιά» του Κόκκινου Στρατού και ο Μάο Τσε-Τουνγκ, ο μεγάλος θεωρητικός του επαναστατικού πολέμου[139], ήταν το «μυαλό» που απέδειξε στην πράξη ότι ο Δαυίδ μπορεί να νικήσει τον Γολιάθ.[140]

Βιβλιογραφία

Αρχειακό υλικό:

  • Central Intelligence Agency (CIA): Office of Current Intelligence General CIA Records, Special Report: Chinese communist military doctrine, 17/01/1964, OCI No. 0314/64A, Copy No. 69.  Προσβάσιμο από General CIA Records:
https://www.cia.gov/library/readingroom/document/cia-rdp79-00927a004300080002-7.
  • U.S. Department of State,  United States Relations with China-With Special Reference to the Period 1944-1949, U.S. Government Printing Office, Γουάσινγκτον 1949. Ψηφιοποίηση αρχείου από University of Illinois at Urbana-Champaign:
https://babel.hathitrust.org/cgi/pt?id=uiug.30112065996651&view=1up&seq=583.

Ελληνόγλωσση

  • Κολιόπουλος Κωνσταντίνος, Η στρατηγική σκέψη από την αρχαιότητα έως σήμερα, Ποιότητα, Αθήνα 2008.

Έργα μεταφρασμένα στα ελληνικά

  • Βο Νγκουγιέν Γκιαπ, Λαϊκός Πόλεμος-Λαϊκός Στρατός, μτφ. Α. Παλαιολόγος, Προμαχώνας, 2016.
  • Λένιν Β.Ι, Για τον πόλεμο και τη σοσιαλιστική επανάσταση, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2013.
  • Λένιν Β.Ι,  Άπαντα, τόμος ΙΔ’, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1977.
    • «Ο παρτιζάνικος πόλεμος», 1906.
  • Μάo Τσε-Τουνγκ, Άπαντα (Εκλογή), μτφ. Ν. Συλβανός, τόμος I, Μόρφωση, Αθήνα χ.χ.
    • «Οι τάξεις της κινεζικής κοινωνίας», Μάρτιος 1926.
    • «Έκθεση για την έρευνα που έγινε στην επαρχία του Χουνάν εξ αφορμής του αγροτικού κινήματος», Μάρτιος 1924.
    • «Ο αγώνας στο Τσινγκανγκσάν», 25/11/1928.
    • «Η εξάλειψη των σφαλερών αντιλήψεων μέσα στο κόμμα», Δεκέμβριος 1929.
    • «Μια σπίθα μπορεί ν’ ανάψει φωτιά σ’ όλον τον κάμπο», 5/01/1930.
    • «Προσοχή στην οικονομική δουλειά», 20/08/1933.
    • «Η οικονομική μας πολιτική», 23/01/1934.
    • «Να φροντίσουμε περισσότερο για τις βιοτικές συνθήκες του λαού». 27/01/1934
    • «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», Δεκέμβριος 1936.
    • «Δήλωση για μια δήλωση του Τσιανγκ Κάι-Σεκ», 28/12/1936.
    • «Ο ρόλος της Πράξης», Ιούλιος 1937
  • Μάo Τσε-Τουνγκ, Άπαντα (Εκλογή), μτφ. Ν. Συλβανός, τόμος II, Μόρφωση, Αθήνα χ.χ.
    • «Ζητήματα πάνω στη στρατηγική του αντι-ιαπωνικού ανταρτοπολέμου», Μάϊος 1938.
    •  «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Μάϊος 1938.
    • «Ο ρόλος του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος στον εθνικό πόλεμο», Οκτώβριος 1938.
    • «Ο Πόλεμος και η Στρατηγική», 6/11/1938. 
  • Μάo Τσε-Τουνγκ, Άπαντα (Εκλογή), μτφ. Ν. Συλβανός, τόμος IV, Μόρφωση, Αθήνα χ.χ.
  • «Οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα κατά τον πόλεμο εναντίον των Ιαπώνων εισβολέων», Δεκέμβριος 1942.
  • Παράρτημα: «Απόφαση για ορισμένα προβλήματα της ιστορίας του Κόμματος», 20/04/1944.
  • Παράρτημα: «Σχετικά με το ζήτημα της κυβέρνησης συνασπισμού», 24/04/1945.
  • Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, μτφ. Θ. Μαστακούρης, Eurobooks, Αθήνα 2016.
  • Μαρξ Καρλ & Ένγκελς Φρίντριχ, Διαλεχτά έργα, Εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος ΙΙ, 1951.
  • Μαρξ Καρλ & Ένγκλες Φρίντριχ, Η στρατιωτική οργάνωση στη Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη, πρόλ. Γ. Κορδάτος, μτφ. Ορφ. Οικονομίδης, Επιφάνια, Αθήνα 1975.
  • Μπρεχτ Μπέρτολτ, Ποιήματα, μτφ. Μ. Πλωρίτης, Θεμέλιο, 5η έκδοση, Αθήνα 2008.
  • Ντιμιτρόφ Γκεόργκι, Ο Φασισμός, μτφ. Δ.Χ., Πορεία, Αθήνα 1975.
  • Σιάο Χούα, Στοιχεία για τον Λαϊκοαπελευθερωτικό στρατό της Κίνας, Ελεύθερη Ελλάδα, 1949.
  • Τσε Γκεβάρα Ερνέστο, Ο Ανταρτοπόλεμος. Στρατιωτικά Κείμενα, μτφ. Φ. Χατζηδάκη & Σ. Σιδερά, Καρανάσης, 3η έκδοση, Αθήνα 1982.
  • Η Νέα Κίνα, 1950.
  • Τριάντα χρόνια αγώνες του ΚΚ της Κίνας, Νέα Ελλάδα, 1951.
  • Ebrey Patricia Buckley, Κίνα. Από την αρχαιότητα έως σήμερα, μτφ. Ελ. Αστερίου, Οδυσσέας, Αθήνα 2008.
  • Clauzewitz Carl von, Περί του Πολέμου, μτφ. Ν. Ξεπουλιά, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1999.
  • Galula David, Αντεπαναστατικός Αγώνας. Θεωρία και Πρακτική, Οδυσσέας, Αθήνα 2009.
  • Paret Peter (επιμ.), Οι Δημιουργοί της Σύγχρονης Στρατηγικής Σκέψης. Από τον Μακκιαβέλλι στην Πυρηνική Εποχή, μτφ. Ευ. Κατσάνης, Τουρίκης, Αθήνα 2004.
  • Πορτς Ντάγκλας, «Μπυζώ, Γκαλιενί, Λυωταί: Η ανάπτυξη των γαλλικών αποικιακών δυνάμεων».
  • Σάι Τζων & Κόλλιερ Τόμας Β., «Επαναστατικός Πόλεμος».
  • Snow Edgard, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, μτφ. Π. Κρητικός, 70 Πλανήτης/Προμηθέας, Αθήνα 1975.
  • Sun Tzu, Η τέχνη του πολέμου, μτφ. Ρ. Λέκου-Δάντου, Περίπλους, Αθήνα 2003.
  • Taber Robert, O πόλεμος του ψύλλου. Θεωρία και πρακτική του ανταρτοπολέμου, μτφ. Σ. Μάνδρος, Κάλβος, Αθήνα 1976.

Ξενόγλωσση

  • Asprey Robert B., War in the shadows: guerrillas past and present, William & Morrow and Company, Νέα Υόρκη 1994.
  • Boot Max, Invisible Armies. An Epic History of Guerrilla Warfare from Ancient Times to the Present,Liveright Publishing Corporation/W.W. Norton & Company (Digital Edition), Νέα Υόρκη 2013.
  • Heinzig Dieter, The Soviet Union and Communist China 1945-1950: The Arduous Road to the Alliance. Routledge (Digital Edition), Νέα Υόρκη 2015.
  • Lary Diana, The Chinese People at War. Human Suffering and Social Transformation, 1937-1945, Cambridge University Press, Νέα Υόρκη 2010.
  • Lary Dianna & MacKinnon Stephen (eds), Scars of War: The Impact of Warfare on Modern China, UBC Press, Βανκούβερ 2001.
  • Van de Ven Hans J., From Friend to Comrade. The Founding of the Chinese Communist Party, 1920-1927, University of California Press, Μπέρκλεϋ/ Λος Άντζελες/ Οξφόρδη 1991.
  • Zarrow Peter, China in War and Revolution, 1895-1949, Routledge, Νέα Υόρκη 2005.

Άρθρα σε περιοδικά:

  • Adie W.A.C., “Chinese Strategic thinking under Mao Tse-Tung”. Canberra Papers on Strategy on Defense: The Strategic and Defense Studies Centre, Australian National University Press, Καμπέρα 1972. http://sdsc.bellschool.anu.edu.au/experts-publications/publications/3239/chinese-strategic-thinking-under-mao-tse-tung
  • Boorman Howard L. & Boorman Scott A., “Chinese Communist Insurgent Warfare, 1935-49.” Political Science Quarterly, vol. 81, no. 2, 1966, σ. 171-195. JSTOR, www.jstor.org/stable/2147969
  • Boot Max, «Η εξέλιξη του ανορθόδοξου πολέμου. Στασιαστές και αντάρτες από την Μεσοποταμία ως το Αφγανιστάν». Foreign Affairs Hellenic Edition, 17/04/2013,
http://www.foreignaffairs.gr/articles/69270/max-boot/i-ekseliksi-toy-anorthodoksoy-polemoy
  • Dixon Paul, “ ‘Hearts and Minds’? British Counter-Insurgency from Malaya to Iraq”, The Journal of Strategic Studies, vol. 32, no. 3, 2009, σ. 353-381, https://www.tandfonline.com/doi/pdf/10.1080/01402390902928172.
  • Gat Azar, “Clausewitz and the Marxists: Yet Another Look.” Journal of Contemporary History, vol. 27, no. 2, 1992, σ. 363-382. JSTOR, www.jstor.org/stable/260915.
  • Griffith Samuel B., “The Glorious Military Thought of Mao Tse-Tung”. Foreign Affairs, vol. 42, no. 4, 1964, σ. 669-674. JSTOR, www.jstor.org/stable/20029721.
  • Katzenbach, Edward L. & Gene Z. Hanrahan, “The Revolutionary Strategy of Mao Tse-Tung.” Political Science Quarterly, vol. 70, no. 3, 1955, σ. 321-340. JSTOR, www.jstor.org/stable/2145469.
  • Kennedy Andrew Bingham, “Can the Weak Defeat the Strong? Mao’s Evolving Approach to Asymmetric Warfare in Yan’an.” The China Quarterly, no. 196, 2008, σ. 884-899. JSTOR, www.jstor.org/stable/20192272.
  • Lin Piao, “Long Live the Victory of People’s War!”. Peking Review, vol. 8, no 36, 1965, σ. 3-30.
  • Powell Ralph L., “Maoist Military Doctrines.” Asian Survey, vol. 8, no. 4, 1968, σ. 239-262. JSTOR, www.jstor.org/stable/2642200.
  • Schwartz Benjamin., “On the ‘Originality’ of Mao Tse-Tung.” Foreign Affairs, vol. 34, no. 1, 1955, σ. 67-76. JSTOR, www.jstor.org/stable/20031141.
  • Strong Anna Louise, “The thought of Mao Tse-Tung”, Amerasia,, June 1947, http://www.ideasproject.org/files/original/f62b6b9ece7e7955ceda3b7ac3bbd2f0.pdf
  • Tsou Tang & Morton H. Halperin, “Mao Tse-Tung’s Revolutionary Strategy and Peking’s International Behavior.” The American Political Science Review, vol. 59, no. 1, 1965, σ. 80-99. JSTOR, www.jstor.org/stable/1976122.
  • Ward Compton E., “Subversive Insurgency: An Analytical Model.” Naval War College Review, vol. 20, no. 2, 1967, σ. 3-25. JSTOR, www.jstor.org/stable/44639120.

Ιστότοποι:

Όπως εμφανίζονται στις υποσημειώσεις του κειμένου.


Σημειώσεις:

[1] Ο επαναστατικός πόλεμος δεν πρέπει να συγχέεται με τον ανταρτοπόλεμο, αν και ο τελευταίος αποτελεί σημαντικό εργαλείο στην προσπάθεια των επαναστατών να καταλάβουν την εξουσία. Βλ. Σάι Τζων & Κόλλιερ Τόμας Β., «Επαναστατικός Πόλεμος» στο Paret Peter (επιμ.), Οι Δημιουργοί της Σύγχρονης Στρατηγικής Σκέψης. Από τον Μακκιαβέλλι στην Πυρηνική Εποχή, μτφ. Ευ. Κατσάνης, Τουρίκης, Αθήνα 2004, σ. 967.

[2] Ο λαϊκός πόλεμος ταυτίζεται με τον επαναστατικό. Αυτή είναι, άλλωστε, και η βασική διαφορά με το πραξικόπημα, το οποίο το οργανώνει μια κλίκα. Ο Μάο Τσε-Τουνγκ αναφέρει ότι «ο επαναστατικός πόλεμος είναι ο πόλεμος των λαϊκών μαζών και δεν μπορεί να γίνει αν δεν κινητοποιήσουμε τις λαϊκές μάζες και στηριχθούμε σ’ αυτές». Βλ. Μάο Τσε-Τουνγκ, «Να φροντίσουμε περισσότερο για τις βιοτικές συνθήκες του λαού», Άπαντα (Εκλογή), μτφ. Ν. Συλβανός, τόμος I, Μόρφωση, Αθήνα χ.χ., σ. 150.

[3] Boot Max, «Η εξέλιξη του ανορθόδοξου πολέμου. Στασιαστές και αντάρτες από την Μεσοποταμία ως το Αφγανιστάν». Foreign Affairs Hellenic Edition, 17/04/2013, σ. 1. http://www.foreignaffairs.gr/articles/69270/max-boot/i-ekseliksi-toy-anorthodoksoy-polemoy

[4] Κολιόπουλος Κωνσταντίνος, Η στρατηγική σκέψη από την αρχαιότητα έως σήμερα, Ποιότητα, Αθήνα 2008, σ. 270-273.

[5] Προφανώς υπάρχουν αναρίθμητες περιπτώσεις επαναστατικών πολέμων που ανιχνεύονται από την προϊστορική εποχή ήδη. Εδώ, εμείς παραθέσαμε ενδεικτικά κάποιες από τις πιο γνωστές περιπτώσεις στις μετέπειτα ιστορικές περιόδους.

[6] Σάι & Κόλλιερ, «Επαναστατικός Πόλεμος», ό.π., σ. 974.

[7] Μαρξ Καρλ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Θεμέλιο, Αθήνα 1976   Μαρξ Καρλ, Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία, μτφ. Επιτροπή Ελλήνων Εξωτερικού, Στοχαστής, Αθήνα 2001.

[8] H περίοδος από τον θάνατο του δικτάτορα Γιουάν Σιχ-κ’άι (1916)  μέχρι το 1928 έχει ονομαστεί ως «Περίοδος των Πολεμάρχων», καθώς η εξουσία κατατεμαχίστηκε μεταξύ τοπικών πολεμάρχων με αποτέλεσμα μεγάλες εσωτερικές συγκρούσεις και αστάθεια. Βλ. Ebrey Patricia Buckley Κίνα. Από την αρχαιότητα έως σήμερα, μτφ. Ελ. Αστερίου, Οδυσσέας, Αθήνα 2008, σ. 311.

[9] Katzenbach Edward L. & Gene Z. Hanrahan, “The Revolutionary Strategy of Mao Tse-Tung.” Political Science Quarterly, vol. 70, no. 3, 1955, σ. 322-323. JSTOR, www.jstor.org/stable/2145469.

[10] Μάo Τσε Τουνγκ, «Ο ρόλος της Πράξης», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 323.

[11] Ebrey, Κίνα. Από την αρχαιότητα έως σήμερα, σ. 317.

[12] Van de Ven Hans J., From Friend to Comrade. The Founding of the Chinese Communist Party, 1920-1927, University of California Press, Μπέρκλεϋ/ Λος Άντζελες/ Οξφόρδη 1991, σ. 88.

[13] China: historical demographical data of the whole country, http://www.populstat.info/Asia/chinac.htm

[14] Το 1947 ο αριθμός των μελών σκαρφάλωσε στα 2.2 εκατομμύρια. Βλ. Strong Anna Louise, “The thought of Mao Tse-Tung”, Amerasia, June 1947,

http://www.ideasproject.org/files/original/f62b6b9ece7e7955ceda3b7ac3bbd2f0.pdf

[15] Ο Τσου Ντε αναφέρει ότι ο Kόκκινος Στρατός είχε 1 εκατομμύριο μαχητές και μια ισχυρή πολιτοφυλακή που ξεπερνούσε τα 2 εκατομμυρία. Το ΚΚΚ με αυτές τις δυνάμεις ήλεγχε μια έκταση στην οποία κατοικούσαν περίπου 100 εκατομμύρια άνθρωποι. Βλ. Τσου Ντε, «Πώς νίκησε ο κινεζικός λαός», Τριάντα χρόνια αγώνες του ΚΚ της Κίνας, Νέα Ελλάδα, 1951, σ. 22. Το 1949 έφτασε τα 4 εκατομμύρια μαχητές. Βλ. Σιάο Χούα, Στοιχεία για τον Λαϊκοαπελευθερωτικό στρατό της Κίνας, Ελεύθερη Ελλάδα, 1949, σ. 7.

[16] Ο Μάο είχε σταλεί με απόφαση του κόμματος στη Τσαγκσά για να οργανώσει την εξέγερση και να συγκροτήσει τις πρώτες μονάδες του αγροτοεργατικού στρατού. Εκεί ο Μάο δημιούργησε το πρώτο κύτταρο του Κόκκινου Στρατού, την Πρώτη Μεραρχία της Αγροτοεργατικής Στρατιάς. Ωστόσο, επειδή η Κεντρική Επιτροπή (ΚΕ) δε δέχτηκε το πρόγραμμα του Μάο για την εξέγερση τον απέβαλε. Ο Μάο είχε αποβληθεί συνολικά 3 φορές από την ΚΕ του Κόμματος. Βλ. Snow Edgard, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, μτφ. Π. Κρητικός, 70 Πλανήτης/Προμηθέας, Αθήνα 1975, σ. 198, 594.

[17] Μετά την πέμπτη εκστρατεία του Τσιανγκ Κάι-Σεκ απέντι στο σοβιέτ στα σύνορα Κιανγκσί-Χουνάν, ο Κόκκινος Στρατός αναγκάστηκε να κάνει μια πορεία 12.000 χιλιομέτρων προκειμένου να αποφύγει την εξόντωση. Οι δυνάμεις των κομμουνιστών είχαν μειωθεί κατά 90%, από 300.000 σε 30.000. Βλ. Adie W.A.C., “Chinese Strategic thinking under Mao Tse-Tung”, Canberra Papers on Strategy on Defense: The Strategic and Defense Studies Centre, Australian National University Press, Καμπέρα 1972, σ. 11, http://sdsc.bellschool.anu.edu.au/experts-publications/publications/3239/chinese-strategic-thinking-under-mao-tse-tung.

[18] H αντίληψη αυτή του Μάο επηρέαζε σημαντικά τη στρατιωτική σκέψη του Τσε Γκεβάρα, όπως φαίνεται από το βιβλίο του, Ο Ανταρτοπόλεμος. Στρατιωτικά Κείμενα, μτφ. Φ. Χατζηδάκη & Σ. Σιδερά, Καρανάσης, 3η έκδοση, Αθήνα 1982, σ. 38-39.

[19] Η ακριβής φράση που χρησιμοποιεί ο Μαρξ είναι η εξής: «Ας συγκρίνει κανείς μ’ αυτούς τους παρισινούς που κάνουν έφοδο ακόμα και στον ουρανό, τους δούλους της γερμανο-πρωσικής ιερής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με τις μεταθανάτιες μασκαράτες της, που μυρίζουν στρατώνα, εκκλησία, επαρχιώτικη αριστοκρατία και πάνω απ’ όλα φιλισταϊσμό». Απόσπασμα από γράμμα του Μαρξ στον Κούγκελμαν με ημερομηνία 12/04/1871. Βλ. «Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς Γράμματα» στο Μαρξ Καρλ & Ένγκελς Φρίντριχ, Διαλεχτά έργα, Εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος ΙΙ, 1951, σ. 543.

[20] Αυτή η προσαρμογή στην κινεζική πραγματικότητα ώθησε κάποιους μελετητές να μιλήσουν ακόμη και για «κινεζοποίηση του μαρξισμού». Βλ. Heinzig Dieter, The Soviet Union and Communist China 1945-1950: The Arduous Road to the Alliance, Routledge, Νέα Υόρκη 2015, σ. 27.

[21] Στα 1945 το ΚΚΚ υπολόγιζε τον πληθυσμό της Κίνας στα 450 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 360 εκατομμύρια (80% του συνολικού πληθυσμού ήταν αγρότες. Βλ. Παράρτημα: «Σχετικά με το ζήτημα της κυβέρνησης συνασπισμού» (δ. Η πολιτική του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας), Μάο Τσε-Τουνγκ, Άπαντα, τόμος IV, σ. 358. Ο Edgard Snow στο βιβλίο του αναφέρει ότι ο πληθυσμός της Κίνας ήταν περίπου 450 εκατομμύρια στα μέσα της δεκαετίας του 1930, σ. 110.Βλ. Snow, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, σ. 110.

[22] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Μια σπίθα μπορεί ν’ ανάψει φωτιά σ’ όλον τον κάμπο», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 126.

[23] Ο Τσεν Του-Σίεου, ο πρώτος γ.γ. του ΚΚΚ, είχε απορρίψει την έκθεση που είχε κάνει ο Μάο για το αγροτικό κίνημα του Χουνάν το 1924, καθώς πέραν της συμβιβαστικής γραμμής του με το Κουομιντάνγκ υποτιμούσε τον κομβικό ρόλο της αγροτιάς στην επανάσταση. Βλ. Μάο-Τσε Τουνγκ, «Έκθεση για την έρευνα που έγινε στην επαρχία του Χουνάν εξ αφορμής του αγροτικού κινήματος», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 20, υποσ.1. Snow, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, , σ. 189-191.

[24] Παράρτημα: «Απόφαση για ορισμένα προβλήματα της ιστορίας του Κόμματος» στο Μάο Τσε-Τουνγκ, Άπαντα, τόμος IV, σ. 219-221.

[25] H ομάδα των «28» μπολσεβίκων περιλάμβανε μια σειρά από στελέχη του ΚΚΚ, που είχαν σπουδάσει στη Μόσχα στο Πανεπιστήμιο Σουν Γιατ-Σεν και λειτουργούσαν ως σύνδεσμος της Κομιντέρν στην Κίνα. Για τις απόψεις τους και τη δράση τους βλ. στο ίδιο, σ. 223-229.

[26] Schwartz Benjamin, “On the ‘Originality’ of Mao Tse-Tung.” Foreign Affairs, vol. 34, no. 1, 1955, σ. 71. JSTOR, www.jstor.org/stable/20031141.

[27] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο ρόλος του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος στον εθνικό πόλεμο», Άπαντα, τόμος ΙΙ, σ. 210-211.

[28] Λένιν Β.Ι,  «Ο παρτιζάνικος πόλεμος»: Άπαντα, τόμος ΙΔ’, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1977, σ. 1.

[29] Ο Μάο υπολόγιζε το βιομηχανικό προλεταριάτο στα 2 εκατομμύρια το 1926. Βλ. Μάο-Τσε Τουνγκ, «Οι τάξεις της κινεζικής κοινωνίας», Άπαντα, τόμος I, σ. 16.

[30] Μάο-Τσε Τουνγκ,  «Ο αγώνας στο Τσινγκανγκσάν», ό.π., σ. 101.

[31] Ward Compton E., “Subversive Insurgency: An Analytical Model.” Naval War College Review, vol. 20, no. 2, 1967, σ. 12,  JSTOR, www.jstor.org/stable/44639120

[32] Galula David, Αντεπαναστατικός Αγώνας. Θεωρία και Πρακτική, Οδυσσέας, Αθήνα 2009, σ. 31.

[33] Ward Compton E., “Subversive Insurgency: An Analytical Model.”, ό.π., σ. 14.

[34] Ο Μάο είναι ωμός: «όλη εργασία πρέπει να υπηρετεί τον πόλεμο». Βλ. Μάο Τσε-Τουνγκ, «Προσοχή στην οικονομική δουλειά»,  Άπαντα, τόμος Ι, σ. 137.

[35] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Να φροντίσουμε περισσότερο για τις βιοτικές συνθήκες του λαού», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 153.

[36] Στο ίδιο, σ. 150-152.

[37] Το ΚΚΚ με πρωτοβουλία της Κομιντέρν το 1923 είχε πρωθήσει τη γραμμή της ένταξης των στελεχών του στο Κουομιντάνγκ. Μάλιστα, ίδιος ο Μάο ήταν επικεφαλής του αγροτικού τομέα του Κουομιντάνγκ και αναπληρωματικό μέλος της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής του. Τα δύο κόμματα είχαν συμπήξει ένα ενιαίο μέτωπο απέναντι στους πολεμάρχους. Ωστόσο με τον θάνατο του Σουν Γιατ-Σεν το 1925 και την άνοδο του Τσιάνγκ Κάι-Σεκ στην ηγεσία του Κουομιντάνγκ, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει ώσπου κατέληξε στην πλήρη ρήξη και την έναρξη του εμφυλίου πολέμου μετά τη δολοφονική επίθεση του εθνικιστικού στρατού σε μέλη του ΚΚΚ τον Απρίλη του 1927 στη Σαγκάη.

[38] Παράρτημα: «Σχετικά με το ζήτημα της κυβέρνησης συνασπισμού» (δ. Η πολιτική του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας), Μάο Τσε-Τουνγκ, Άπαντα, τόμος IV, σ. 354-355.

[39] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Γιατί μπορεί να ζήσει στην Κίνα η κόκκινη εξουσία;» -«Ο αγώνας στο Τσινγκανγκσάν»,  Άπαντα, τόμος Ι, σ. 68-69, 75, 89-90.

[40] Snow, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, σ. 254, 270-272, 280.

[41] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Η οικονομική μας πολιτική», Άπαντα, Τόμος Ι, σ. 145-146.

[42] Στα καντόνια του Τσανγκάνγκ (Κιανγκσί) και Τζαϊζί (Φουκιέν), το 80% και 88% των νέων και των ενηλίκων εισήλθε στις τάξεις του Κόκκινου Στρατού. Βλ. Μάο Τσε-Τουνγκ, «Να φροντίσουμε περισσότερο για τις βιοτικές συνθήκες του λαού», ό.π., σ. 151.

[43] Παράρτημα: «Απόφαση για ορισμένα προβλήματα της ιστορίας του Κόμματος», Μάο Τσε-Τουνγκ, Άπαντα, τόμος IV, σ. 253.

[44] Asprey Robert B., War in the shadows: guerrillas past and present, William & Morrow and Company, Νέα Υόρκη 1994, σ. 243. 240.

[45] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα κατά τον πόλεμο εναντίον των Ιαπώνων εισβολέων», Άπαντα, τόμος IV, σ. 137.

[46] Η σύλληψη του παρατεταμένου πολέμου επηρέασε καθοριστικά μια άλλη σημαντική στρατιωτική φιγούρα των επαναστατικών πολέμων του 20ου αιώνα, αυτήν του «Κόκκινου Ναπολέοντα», στρατηγού Βο Νγκουγιέν Γκιαπ. Βλ. Βο Νγκουγιέν Γκιαπ, Λαϊκός Πόλεμος-Λαϊκός Στρατός, μτφ. Α. Παλαιολόγος, Προμαχώνας, 2016, σ. 58-60.

[47] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο αγώνας στο Τσινγκανγκσάν»,  Άπαντα, τόμος Ι, σ. 75.

[48] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», ό.π., σ. 264-267.

[49] Παράρτημα: «Απόφαση για ορισμένα προβλήματα της ιστορίας του Κόμματος» (α. Πολιτικός Τομέας), Μάο Τσε-Τουνγκ, Άπαντα, τόμος IV, σ. 237, υποσ. 3.

[50] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Δήλωση για μια δήλωση του Τσιανγκ-Κάι-Σεκ», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 264, υποσ. 1.

[51] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, τόμος ΙΙ, σ. 150

[52] O Ντιμιτρόφ έγραφε ότι «ο φασισμός είναι ο πιο αχαλίνωτος και ο πιο ληστρικός πόλεμος». Βλ. Ντιμιτρόφ Γκεόργκι, Ο Φασισμός, μτφ. Δ.Χ., Πορεία, Αθήνα 1975, σ. 26.

[53] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος, Άπαντα, τόμος ΙΙ,σ. 149.

[54] Στο ίδιο, σ. 122.

[55] Στο ίδιο, σ. 150-151.

[56] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 188.

[57] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», ό.π., σ. 121.

[58] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, τόμος ΙΙ, σ. 118-121.

[59] Η ιδέα του αμυντικού και δίκαιου πολέμου εναντίον του ιμπεριαλιστικού πολέμου είναι επηρεασμένη από τη λενινιστική ανάλυση. Βλ. Λένιν Β.Ι, Για τον πόλεμο και τη σοσιαλιστική επανάσταση, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2013, σ. 103-107.

[60] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», ό.π., σ. 135-145.

[61] Ο Μάο έλεγε ότι είναι αδύνατο ένα έθνος, όπως η Κίνα, με τόσο μεγάλη εδαφική έκταση και τόσο μεγάλο πληθυσμό να συναντάει οικονομικές δυσχέρεις. Στο ίδιο, σ. 192.

[62]  Clauzewitz Carl von, Περί του Πολέμου, μτφ. Ν. Ξεπουλιά, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 39.

[63] Boorman Howard L. & Boorman Scott A., “Chinese Communist Insurgent Warfare, 1935-49.” Political Science Quarterly, vol. 81, no. 2, 1966, σ. 174. JSTOR, www.jstor.org/stable/2147969.

[64] Clauzewitz, ό.π., σ. 73, 70, 57, 309  ∙  Μάο Τσε-Τουνγκ, ό.π., σ. 157-158    Μάο Τσε-Τουνγκ, «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 214, 216, 227.

[65] Clauzewitz, ό.π., σ 273.

[66] Sun Tzu, Η τέχνη του πολέμου, μτφ. Ρ. Λέκου-Δάντου, Περίπλους, Αθήνα 2003, σ. 36.

[67] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», Άπαντα, τόμος Ι , σ. 212.

[68] Στο ίδιο, σ. 227.

[69] Clauzewitz, Περί του Πολέμου, σ. 155.

[70] Μάο Τσε-Τουνγκ, ό.π., σ. 233.

[71] Katzenbach Edward L. & Gene Z. Hanrahan, “The Revolutionary Strategy of Mao Tse-Tung.” Political Science Quarterly, vol. 70, no. 3, 1955, σ. 326. JSTOR, www.jstor.org/stable/2145469.

[72] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, Τόμος ΙΙ, σ. 133.

[73] Στο ίδιο, σ. 155-156.

[74] Ο Μάο έλεγε ότι πρέπει να παρασύρεται ο εχθρός στην καρδιά της χώρας. Στο ίδιο, σ. 177.

[75] Taber Robert, O πόλεμος του ψύλλου. Θεωρία και πρακτική του ανταρτοπολέμου, μτφ. Σ. Μάνδρος, Κάλβος, Αθήνα 1976, σ. 58.

[76] «…δεν υπήρξε ποτέ παρατεταμένος πόλεμος από τον οποίο να ωφελήθηκε μια χώρα». Sun Tzu, Η τέχνη του πολέμου, σ. 25.

[77] Στο ίδιο, σ. 29-30.

[78] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος»,τόμος ΙΙ, σ. 150.

[79] Ο Robert Taber αναφέρει ότι πάγια τακτική των ανταρτών είναι η αποφυγή της απευθείας σύγκρουσης με τον εχθρό λόγω της ανάγκης διατήρησης των ανεπαρκών δυνάμεών τους (ζήτημα επιβίωσης). Έτσι, αποφεύγοντας να πολεμήσουν όπως θέλει ο εχθρός, οι αντάρτες καταφεύγουν αναγκαστικά στην στρατηγική του παρατεταμένου πολέμου. Βλ. Taber, O πόλεμος του ψύλλου. Θεωρία και πρακτική του ανταρτοπολέμου, σ. 53.

[80] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, μτφ. Θ. Μαστακούρης, Eurobooks, Αθήνα 2016, σ. 59.

[81] Boot Max, Invisible Armies. An Epic History of Guerrilla Warfare from Ancient Times to the Present, Liveright Publishing Corporation/W.W. Norton & Company (Digital Edition), Νέα Υόρκη 2013, σ. 330.

[82] Ο Μάο έλεγε ότι: «Για να έχουμε δυνατότητα διεξαγωγής ανταρτοπολέμου, aρκεί μία μόνο προϋπόθεση: να διαθέτει η χώρα μεγάλη εδαφική έκταση. Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο Πόλεμος και η Στρατηγική», Άπαντα, τόμος ΙΙ, σ. 231.

[83] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ζητήματα πάνω στη στρατηγική του αντι-ιαπωνικού ανταρτοπολέμου», σ. 70.

[84] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, σ. 22.

[85] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, σ. 20.

[86] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ζητήματα πάνω στη στρατηγική του αντι-ιαπωνικού ανταρτοπολέμου», Άπαντα, τόμος ΙΙ, σ. 104-107.

[87] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, σ. 38, 33.

[88] Στο ίδιο, σ. 52-53.

[89] Στο ίδιο, σ. 35.

[90] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ζητήματα πάνω στη στρατηγική του αντι-ιαπωνικού ανταρτοπολέμου», ό.π., σ. 77.

[91] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 247-248.

[92] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, σ. 34-35.

[93] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, τόμος ΙΙ, σ. 177.

[94] Στο ίδιο, σ. 178-179.

[95] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο Πόλεμος και η Στρατηγική», ό.π., 227-228.

[96] Kennedy Andrew Bingham, “Can the Weak Defeat the Strong? Mao’s Evolving Approach to Asymmetric Warfare in Yan’an.” The China Quarterly, no. 196, 2008, σ. 886. JSTOR, www.jstor.org/stable/20192272.

[97] Στο ίδιο, σ. 889-890.

[98] Στο ίδιο, σ. 891.

[99] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, σ. 25.

[100] Sun Tzu, Η τέχνη του πολέμου, σ. 44, 56, 90.

[101] Στο ίδιο, σ. 22-23.

[102] Ο Σουν Τσου αναλώνεται σε υπερβολικές λεπτομόρειες σχετικά με το έδαφος και τα είδη του. Στο ίδιο, σ. 68-72, 78-82, 85-88.

[103] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, σ. 34.

[104] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 190.

[105] Mάο Τσε-Τουνγκ, Περί ανταρτοπολέμου, σ. 25.

[106] Sun Tzu, Η τέχνη του πολέμου, σ. 47, 22, 48.

[107] O Γκεβάρα κατ΄ αντιστοιχία δεν έβλεπε τον αντάρτικο στρατό ως έναν συνηθισμένο στρατό. Κάθε παρτιζάνος ήταν κοινωνικός ανομορφωτής. Τσε Γκεβάρα, Ο Ανταρτοπόλεμος. Στρατιωτικά Κείμενα, σ. 69.

[108] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Η εξάλειψη των σφαλερών αντιλήψεων μέσα στο κόμμα», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 108.

[109] Στο ίδιο, σ. 112.

[110] Ο ίδιος ο Μάο  ήταν πολιτικός επίτροπος της Τέταρτης Κόκκινης Στρατιάς, με τον γνωστό Τσου Ντε να είναι ο στρατιωτικός διοικητής. Βλ. Snow, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, σ. 202.

[111] Καβάλιοφ Ε., «Η μεγάλη ιστορική νίκη του κινεζικού λαού», Η Νέα Κίνα, 1950, σ. 14.

[112] Μάo Τσε-Τουνγκ, «Ο αγώνας στο Τσινγκανγκσάν», Άπαντα, τόμος I, σ. 82. Ο Γάλλος αξιωματικός Galula θεωρούσε ότι η ιδεολογία, η προπαγάνδα και ο σκοπός με λαϊκή απήχηση ήταν τρία βασικά «όπλα» του επαναστάτη. Βλ. Galula, Αντεπαναστατικός Αγώνας. Θεωρία και Πρακτική, σ. 38-40, 44-46.

[113] Griffith Samuel B., “The Glorious Military Thought of Mao Tse-Tung”, Foreign Affairs, vol. 42, no. 4, 1964, σ. 671, JSTOR, www.jstor.org/stable/20029721

[114] Η αλληλοϋποστήριξη στρατού-λαού δεν είναι βασική μόνο για τον Μάο. Ιδιαίτερη σημασία έχει και για τον Κλαούζεβιτς ο οποίος έβλεπε τα τρία από τα πέντε βασικά μέσα άμυνας (Landwehr, πληθυσμός και εθνική εξέγερση) σε σύνδεση με την πολεμική προσπάθεια του τακτικού στρατού. Βλ. Clauzewitz, Περί του Πολέμου, σ. 292-295Ο Σουν Γιατ-Σεν έλεγε ότι το πρώτο βήμα για το βάθεμα της εθνικής επανάστασης ήταν η σύνδεση των ενόπλων δυνάμεων με το έθνος. Βλ. Παράρτημα: «Σχετικά με το ζήτημα της κυβέρνησης συνασπισμού», Μάο Τσε-Τουνγκ, Άπαντα, Τόμος IV, σ. 353.

[115] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, τόμος ΙΙ, σ. 192.

[116] Snow, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, σ. 313.

[117] Snow, To κόκκινο άστρο πάνω απ’ τη Κίνα, σ. 314.

[118] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, τόμος ΙΙ., σ. 189.

[119] Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι το Ενιαίο Εθνικό Αντι-ιαπωνικό Μέτωπο είχε ουσιαστικά πάψει να λειτουργεί από το 1939 όταν η Κυβέρνηση του Κουμιντάνγκ εξέδωσε μία εγκύκλιο που αποσκοπούσε στον περιορισμό των άλλων κομμάτων. Πλήθος κομμουνιστών ρίχτηκαν στις φυλακές. Μάλιστα από το 1939 μέχρι το 1943 το Κουομιντάνγκ οργάνωσε τρεις μεγάλες αντικομμουνιστικές εκστρατείες. Επίσης, το 1941 οι δυνάμεις του Κουομιντάνγκ κατέστρεψαν την Τέταρτη Νέα Στρατιά του Κόκκινου Στρατού, ενώ το 1943 η κυβέρνηση πήρε απόφαση για τη διάλυση του Κομμουνιστικού Κόμματος και όλων των στρατιωτικών του δυνάμεων πλην δέκα μεραρχιών. Βλ. Παράρτημα: «Σχετικά με το ζήτημα της κυβέρνησης συνασπισμού», Μάο Τσε-Τουνγκ, Άπαντα, τόμος IV,σ. 316, 325.

[120] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», ό.π., σ. 192.

[121] Tsou Tang & Morton H. Halperin, “Mao Tse-Tung’s Revolutionary Strategy and Peking’s International Behavior.” The American Political Science Review, vol. 59, no. 1, 1965, σ. 95. JSTOR, www.jstor.org/stable/1976122.

[122] Μάο Τσε-Τουνγκ, ό.π., σ. 153.

[123] Clauzewitz, Περί του Πολέμου, σ. 21.

[124] Ο Μαρξ και ο Ένγκελς ήταν εξοικιωμένοι με το έργο του Κλαούζεβιτς. Bλ. Μαρξ Καρλ & Ένγκλες Φρίντριχ, Η στρατιωτική οργάνωση στη Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη, πρόλ. Γ. Κορδάτος, μτφ. Ορφ. Οικονομίδης, Επιφάνια, Αθήνα 1975, σ. 19 Το ίδιο ισχύει και για τον ηγέτη της Οκτωβριανής Επανάστασης. Βλ. Λένιν Β.Ι, Για τον πόλεμο και τη σοσιαλιστική επανάσταση, σ. 111-112, 311-313.   ∙  Ο Στάλιν ήταν εξοικιωμένος κι αυτός με το κλασικό έργο του Κλαούζεβιτς, του οποίου τη σημασία αναγνώριζε με κριτικό τρόπο. Βλ. Gat Azar, “Clausewitz and the Marxists: Yet Another Look.” Journal of Contemporary History, vol. 27, no. 2, 1992, σ. 377. JSTOR, www.jstor.org/stable/260915.

[125] Μάο Τσε-Τουνγκ, ό.π., σ. 154.

[126] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, τόμος ΙΙ., σ. 155Αυτήν τη σχέση μεταξύ πολέμου και «αναίμακτης πολιτικής» απέδωσε ο Μπρεχτ με το γνωστό κατηγορηματικό και καταγγελτικό του ύφος ως εξής: ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΙΚΟΝΤΑΙ ΨΗΛΑ ΛΕΝΕ: ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ είναι δυο πράγματα ολότελα διαφορετικά. Όμως η ειρήνη τους και ο πόλεμός τους μοιάζουν όπως ο άνεμος κι η θύελλα. Ο πόλεμος γεννιέται απ’ την ειρήνη τους, καθώς ο γιος από την μάνα έχει τα δικά της απαίσια χαρακτηριστικά. Ο πόλεμός τους σκοτώνει ό,τι άφησε όρθιο η ειρήνη τους (Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου). Μπρεχτ Μπέρτολτ, Ποιήματα, μτφ. Μ. Πλωρίτης, Θεμέλιο, 5η έκδοση, Αθήνα 2008, σ. 56.

[127] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο Πόλεμος και η Στρατηγική», Άπαντα, ό.π., σ. 225, 217.

[128] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», ό.π., σ. 140-141.

[129] Στο ίδιο, σ. 152-153

[130] Μάο Τσε-Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Άπαντα, τόμος ΙΙ., σ. 153 Μάο Τσε Τουνγκ, «Τα στρατηγικά προβλήματα του επαναστατικού πολέμου στην Κίνα», Άπαντα, τόμος Ι, σ. 196-197.

[131] Πρόκειται για δική μας σκόπιμη παραφθορά της φράσης του Καζαντζάκη: «Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα».

[132] Αν διαβάσει κανείς ιδίως τα πρώτα τρία κεφάλαια του έργου του Galula, Αντεπαναστατικός Αγώνας. Θεωρία και Πρακτική, σ. 25-100, θα διαπιστώσει με μεγάλη ευκολία την παραπάνω άποψη.

[133] Central Intelligence Agency (CIA): Office of Current Intelligence General CIA Records, Special Report: Chinese communist military doctrine, 17/01/1964, OCI No. 0314/64A, Copy No. 69.  Προσβάσιμο από General CIA Records:

https://www.cia.gov/library/readingroom/document/cia-rdp79-00927a004300080002-7. Αν και η έκθεση της CIA δεν το θεωρούσε επιθετικό, υπήρχαν απόψεις που το θεωρούσαν επιθετικό, καθώς η Κίνα ως ηγέτιδα δύναμη των εθνικο-απελευθερωτικών κινημάτων θα προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί αυτήν την επιρροή της εναντίον των ΗΠΑ ή όποιας άλλης ιμπεριαλιστικής δυναμής. Βλ. Powell Ralph L., “Maoist Military Doctrines.” Asian Survey, vol. 8, no. 4, 1968, σ. 240. 247-248. JSTOR, www.jstor.org/stable/2642200

[134] Lin Piao, “Long Live the Victory of People’s War!”. Peking Review, vol. 8, no 36, 1965, σ. 9-19.

[135]Στο ίδιο, σ. 19, 22.

[136] U.S. Department of State,  United States Relations with China-With Special Reference to the Period 1944-1949, U.S. Government Printing Office, Γουάσινγκτον 1949, σ. 565-568. Ψηφιοποίηση αρχείου από University of Illinois at Urbana-Champaign:  https://babel.hathitrust.org/cgi/pt?id=uiug.30112065996651&view=1up&seq=583.

[137] Asprey, War in the shadows: guerrillas past and present, σ. 460.

[138] Οι Σοβιετικοί εκτιμούσαν το ποσό της συνολικής αμερικανικής βοήθειας, οικονομικής και στρατιωτικής, στα 6 δις $. Βλ. Μαζλένικοφ Β., «Για να γνωρίσουμε την Κίνα», Νέα Κίνα, σ. 73-76.

[139] Ο Galula έγραφε μερικά χρόνια αργότερα ότι ο επαναστατικός πόλεμος είναι πολιτικός πόλεμος. Βλ. Galula, Αντεπαναστατικός Αγώνας. Θεωρία και Πρακτική, σ. 31-33.

[140] Η φράση «με την καρδιά και τον νου» (winning hearts and minds) δήλωνει μια διαφορετικού τύπου προσέγγιση  στην καταστολή των ανταρτών και των επαναστατών. Αυτή, αντί της κλασικής προσέγγισης της βίαιας εξουδετέρωσης του εχθρού, προτάσσει επί της ουσίας μια «πολιτική λύση» για την αντιμετώπιση των επανασταστών. Στόχος της είναι ο προσεταιρισμός του τοπικού πληθυσμού μέσω της δημιουργίας δομών και υποδομών για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής του. Με λίγα λόγια, αποσκοπεί να λύσει βασικά προβλήματα του πληθυσμού, καθώς αυτά «τροφοδοτούν» τη στήριξή του προς τους επαναστάτες.  Η πατρότητα της φράσης «με την καρδιά και τον νου» ανήκει στον Γάλλο αξιωματικό Λυωταί, o οποίος θεωρούσε πως το βασικό συστατικό για τη σταθεροποίηση της γαλλικής εξουσίας στις αποικίες της κατά τον 19ο αιώνα ήταν η απόκτηση ερεισμάτων στον πληθυσμό των αποικιών μέσω της χρήσης οικονομικών, πολιτικών και διπλωματικών μέσων για την ελαχιστοποίηση της αναγκαίας βίας. Αυτή η αντίληψη του Λυωταί είναι μια κωδικοποίηση των απόψεων του προϊσταμένου του στην Ινδοκίνα, του πεπειραμένου Γάλλου αξιωματικού Γκαλιενί, ο οποίος θεωρούσε πως με την κατασκευή δρόμων, αγορών, πηγαδιών και άλλων δημόσιων έργων ο ντόπιος πληθυσμός θα συνειδητοποιήσε τα οφέλη από αυτήν την κατάσταση και θα συντασσόταν με τις γαλλικές δυνάμεις κατοχής. Προέκταση αυτής της αντίληψης είναι και η φράση του Λυωταί στο άρθρο του με τίτλο «Ο Αποικιακός Ρόλος του Στρατού», όπου αναφέρει ότι «ένας αξιωματικούς του αποικιακού στρατού είναι κάτι παραπάνω από πολεμιστής. Είναι διοικητικός υπάλληλος, αγρότης, αρχιτέκτονας και μηχανικός». Για τη θεωρία του Λυωταί, τις επιρροές της από τον Γκαλιενί και τις ανακολουθίες της στην πράξη βλ. Πορτς Ντάγκλας, «Μπυζώ, Γκαλιενί, Λυωταί: Η ανάπτυξη των γαλλικών αποικιακών δυνάμεων» σε Paret Peter (επιμ.), Οι Δημιουργοί της Σύγχρονης Στρατηγικής Σκέψης, σ. 463-472 · Η πατρότητα του όρου «με την καρδιά και τον νου» διεκδικείται επίσης από τον 2ο Πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζων Άνταμς, αλλά και από τον Βρετανό αξιωματικό Μπρους με θητεία στον Βρετανικό Στρατό της Ινδίας κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Ωστόσο, η φράση «winning hearts and minds» έχει συνδεθεί στενά με τις μεθόδους που χρησιμοποίησε ο Βρετανός στρατηγός Τέμπλερ κατά την περίοδο του Μαλαισιανού Εμφυλίου (1948-1960), γνωστός με τον όρο “Malayan Emergency” από την πλευρά της αποικιακής κυβέρνησης ή ως «Anti-British National Liberation War» από την πλευρά του Μαλαισιανού Εθνικο-Απελευθερωτικού Στρατού (MNLA). Ο Τέμπλερ έδινε έμφαση σε μη στρατιωτικούς παράγοντες, οι οποίοι ωστόσο ήταν κομβικοί για να πάρουν οι Βρετανοί τον τοπικό πληθυσμό με το μέρος τους. Ο Τέμπλερ σύμφωνα με τον ερευνητή Πωλ Ντίξον μελέτησε τη στρατιωτική σκέψη του Μάο, η οποία, όπως είδαμε στην παρούσα μελέτη, ήταν επί της ουσίας πολιτική, καθώς στόχευε πρώτα και κύρια στην «κατάκτηση» του πληθυσμού, τον πιο κρίσιμο κρίκο στην αλυσίδα ενός επαναστατικού πολέμου. Ο Τέμπλερ προσάρμοσε τα διδάγματά του από τον Μάο στον δικό του σκοπό, ο οποίος ήταν η ήττα των Μαλαισιανών κομμουνιστών. Βλ. Dixon Paul, “ ‘Hearts and Minds’? British Counter-Insurgency from Malaya to Iraq”, The Journal of Strategic Studies, vol. 32, no. 3, 2009, σ. 361-362 · Τις «καρδιές και τα μυαλά» των Βιετναμέζων προσπάθησε να κερδίσει, χωρίς επιτυχία ωστόσο, ο Αμερικανός Πρόεδρος Λίντον Τζόνσον στα μέσα της δεκαετίας του 60’ στον Πόλεμο του Βιετνάμ μέσω ενός προγράμματος εξηλεκτρισμού του Νοτίου Βιετνάμ. Βλ. τις δηλώσεις του Τζόνσον τον Μάϊο του 1965 σε μια συνάντηση μετά δείπνου με εκπροσώπους του κονσόρτσιουμ των ηλεκτρικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων του Τέξας: The American Presidency Project, “Remarks at a Dinner Meeting of the Texas Electric Cooperatives, Inc.”, 04/05/1965, https://www.presidency.ucsb.edu/documents/remarks-dinner-meeting-the-texas-electric-cooperatives-inc  · Στον πόλεμο του Αφγανιστάν (2001) και του Ιράκ (2003) η στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ αρχικά ακολούθησε μια άτεγκτη προσέγγιση συμβατικών μαχών με υπερβολική χρήση βίας. Ωστόσο, σταδιακά και με την επιρροή της βρετανικής προσέγγισης, η οποία ήταν πιο «πολιτική», ξεκίνησε μια «καμπάνια» για να «κερδίσει τις καρδιές και τα μυαλά» του τοπικού πληθυσμού. Αυτό εκφράστηκε με τoν ορισμό του Πετρέους ως διοικητή των αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ τον Φεβρουάριο του 2007 καθώς και με τη μετέπειτα προαγωγή του ως επικεφαλής της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ (USCENTCOM) το 2008 με πεδίο ευθύνης ολόκληρη την περιοχή της Μέσης Ανατολής. Για την επιρροή της «πολιτικής προσέγγισης» των Βρετανών στις επιχειρήσεις του αμερικανικού στρατού, αλλά και για την κριτική  που δέχθηκε από μέρος της αμερικανικής στρατιωτικής ηγεσίας βλ. Dixon Paul, ό.π., σ. 372-376.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το