Γιώργος X. Παπασωτηρίου
Τα «Uber files» αποκαλύπτουν ένα επιθετικό λόμπι, που κινείται στα όρια της νομιμότητας, αναφέρει σχετικό άρθρο της Le Monde diplomatique*. Τι σημαίνει όμως στα όρια της νομιμότητας; Αυτό το οποίο ο Αλ Καπόνε αποκαλούσε «νόμιμη παρανομία». Να βρίσκει κανείς τα παραθυράκια των νόμων ή να «επηρεάζει» πολιτικούς προκειμένου να ψηφίζουν ευνοϊκούς γι’ αυτόν νόμους.
Στην πρώτη περίπτωση, έχουμε τη δύναμη του χρήματος που πληρώνει ακριβούς δικηγόρους για να βρίσκουν τα «παραθυράκια» των νόμων. H περίφημη μεγατράπεζα Goldman Sachs επί παραδείγματι είχε δημιουργήσει ένα μυστικό παράρτημα, το Multi-Strategy Investing(MSI), το οποίο ήταν εξειδικευμένο να παρακάμπτει τους νόμους(όπως ο νόμος Volcker για τα όρια στο prop trading). Εδώ έχουμε την κρίση του λεγόμενου «συνταγματικού σφάλματος» και την «αντιδημοκρατική πρακτική» παράκαμψης του πνεύματος του νόμου.
Θυμίζουμε, επίσης, ότι οι αμερικάνικες τράπεζες κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2008 άντλησαν ρευστότητα από τα κεφάλαια του οργανωμένου εγκλήματος και, πρωτίστως, από τα χρήματα του εμπορίου ναρκωτικών. Αυτό είχε επιβεβαιώσει το 2009 ο ίδιος ο εκτελεστικός διευθυντής του Γραφείου του ΟΗΕ εναντίον των ναρκωτικών και του οργανωμένου εγκλήματος, Αντόνιο Μαρία Κόστα, και αναδημοσίευσε ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Ρομπέρτο Σαβιάνο σε άρθρο του στις 27 Αυγούστου 2012 συγχρόνως στους New York Times και στη La Repubblica. Σ’ αυτή την περίπτωση, έχουμε τον επηρεασμό πολιτικών προκειμένου να ψηφίζουν ευνοϊκούς νόμους. Γι’ αυτό κατηγορούνται σήμερα για την υπόθεση Uber τόσο ο Μακρόν στην Γαλλία όσο και η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην Ελλάδα.
Μοντέλο Uber
Όμως, η υπόθεση Uber έχει ενδιαφέρον πέραν των άλλων και γιατί επιφέρει και μία κοσμογονική αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις.
Δημιουργείται ήδη μια ασάφεια μεταξύ της εξαρτημένης εργασίας και της αυτοαπασχόλησης ή των μικρών συνεταιρισμών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα δικαιώματα των εργαζομένων να αμφισβητούνται, οι παροχές και το κοινωνικό κράτος να υπονομεύονται.
Οι θεσμοί είναι σήμερα αποσταθεροποιημένοι, καθώς επηρεάζονται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε συνδυασμό με την ψηφιακή επανάσταση, η οποία μεταφέρει τον κόσμο της εργασίας από την εποχή του χειρώνακτα σε αυτήν του «εγκεφάλου εργασίας», δηλαδή του «δικτυωμένου» εργαζόμενου, που δεν πρέπει πλέον να υπακούει στις εντολές μηχανικά, αλλά να επιτυγχάνει τους στόχους που του έχουν ανατεθεί αντιδρώντας σε πραγματικό χρόνο στα “σήματα” που του φτάνουν. Αυτοί οι πολιτικοί και τεχνικοί παράγοντες συνδυάζονται στην πράξη, αλλά δεν πρέπει να συγχέονται, γιατί ο νεοφιλελευθερισμός είναι μια αναστρέψιμη πολιτική επιλογή, ενώ η ψηφιακή επανάσταση είναι ένα μη αναστρέψιμο γεγονός, που μπορεί να εξυπηρετήσει διαφορετικούς πολιτικούς σκοπούς.
Η ψηφιακή επανάσταση προσφέρει την ευκαιρία να δοθεί σε όλους τους εργαζομένους μια ορισμένη αυτονομία, αλλά ενέχει και τον κίνδυνο αύξησης της απανθρωποποίησης της εργασίας. Η επανάσταση των υπολογιστών αποδεικνύεται πηγή νέων κινδύνων, εάν, αντί να θέσουμε τους υπολογιστές στην υπηρεσία των ανθρώπων, οργανώσουμε την εργασία των ανθρώπων με βάση το μοντέλο των υπολογιστών, έτσι ώστε αντί να εξουσιάζονται τα «σώματα» (σωματική εργασία), όπως έκανε ο Τεηλορισμός, να εξουσιάζονται και οι «εγκέφαλοι»(πνευματική εργασία).
Αυτός ο προγραμματισμός των ανθρώπινων όντων τα αποκόπτει από την εμπειρία της πραγματικότητας και αυξάνει τους κινδύνους για την ψυχική υγεία. Οι κίνδυνοι για την ψυχική υγεία στην εργασία αυξάνονται συνεχώς και μπορούν να οδηγήσουν σε αυτοκτονία, αιφνίδιο θάνατο από εξάντληση (karoshi) ή εξουθένωση (Δείτε την έκθεση του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, «Το άγχος στην εργασία. Μια συλλογική πρόκληση», Γενεύη, 2016). Καλούμενος να επιτύχει ανέφικτους στόχους, ένας εργαζόμενος δεν έχει άλλη επιλογή από το να βυθιστεί στην κατάθλιψη ή να εξαπατήσει ικανοποιώντας δείκτες απόδοσης που δεν συνδέονται με την πραγματικότητα.
Μια διακυβέρνηση ανθρώπων-«αριθμών» σε συνδυασμό με τη νεοφιλελεύθερη υπόσχεση της παγκοσμιοποίησης, δημιουργεί μια ολοκληρωτική ρύθμιση από τις δυνάμεις της αγοράς, που χρειάζεται όσο τίποτ’ άλλο την καταστολή. Αυτό το είδαμε στη Χιλή, στην Γαλλία των «κίτρινων γιλέκων», στο Χονγκ Κονγκ κ.α..
Χορηγούμενες σε τεράστιες δόσεις σε όλες τις χώρες για σαράντα χρόνια(από την εποχή του Ρήγκαν και της Θάτσερ) οι συνταγές του νεοφιλελευθερισμού συνέβαλαν στη διαμόρφωση του κόσμου της υπερεκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, τη λεηλασία της οικονομίας από τις εταιρείες, την ιλιγγιώδη αύξηση των ανισοτήτων κάθε είδους, τις μαζικές μεταναστεύσεις πληθυσμών που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο ή τη φτώχεια, την επιστροφή του θρησκευτικού φανατισμού και του θέματος της ταυτότητας, την παρακμή της δημοκρατίας.
Το χαρακτηριστικό του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι το κράτος δικαίου αντικαθίσταται από το δίκαιο της αγοράς (law shopping) και τον υπολογισμό της αγοραίας χρησιμότητας.
Στην εργασία, η εφεύρεση του τεχνητού φωτισμού κατέστησε δυνατή τη δουλειά των ανθρώπων μέρα και νύχτα, επτά ημέρες την εβδομάδα, και η εργατική νομοθεσία δημιούργησε ένα χωροχρονικό πλαίσιο συμβατό με τους βιολογικούς ρυθμούς και με σεβασμό του νόμου στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή των εργαζόμενων. Αυτό το πλαίσιο απειλείται σήμερα από τον νεοφιλελευθερισμό και την τεχνολογία της πληροφορίας, που συνδυάζονται για να επεκτείνουν την επιρροή της εργασίας σε όλους τους χώρους και ανά πάσα στιγμή.
*Alain Supiot, Καθηγητής στο Collège de France, μέλος της Παγκόσμιας Επιτροπής για το Μέλλον της Εργασίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO). Συγγραφέας του Governance by Numbers, Fayard, Παρίσι, 2015.
e-prologos.gr