Όσοι αναρωτιούνται γιατί το Κολούμπια βρέθηκε στην πρωτοπορία του σχετικά πρόσφατου κινήματος των αμερικανικών πανεπιστημίων για ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ, παρακάμπτουν ή αγνοούν το γεγονός πως το Κολούμπια υπήρξε επί σειρά ετών το ακαδημαϊκό “σπίτι” του Έντουαρντ Σαΐντ. Αναμφίβολα ο σπουδαίος Παλαιστίνιος στοχαστής θα ένιωθε μεγάλη περηφάνια για τον αγώνα των σημερινών φοιτητών του πανεπιστημίου που τον στέγασε για δεκαετίες.
Κορυφαία ενσάρκωση του αγωνιστή-διανοούμενου, ο Σαΐντ υπήρξε και είναι πάντα για τους Παλαιστίνιους κάτι περισσότερο από πρότυπο, είναι οδηγός σ’ ένα δρόμο που ακολουθούν παρά τις διώξεις και τις κακουχίες όλο και περισσότερα παιδιά στην Παλαιστίνη: Να φτάνουν σε όσο το δυνατόν υψηλότερο σημείο στις επιστήμες, τα γράμματα και τις τέχνες, αφιερώνοντας ταυτόχρονα άλλες τόσες δυνάμεις στον αγώνα για τη λευτεριά της πατρίδας τους. Διακρίνει κανείς χωρίς δυσκολία το θηλυκό δίδυμο του Σαΐντ στη Χανάν Ασράουι.
Ο Σαΐντ γεννήθηκε την 1η Νοεμβρίου του 1935 στην Talbiyya της Ιερουσαλήμ· ο μόνος γιος του Wadih Said και της Hilda Moussa· και τα τέσσερα αδέρφια του ήταν κορίτσια: η Ρόουζ, η Τζέιν, η Τζόις και η Γκρέις Σαΐντ. Με τη γυναίκα του Mariam Cortas, απέκτησαν εν καιρώ ένα γιο, τον Wadih, και μια κόρη, τη Najla.
Διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα στο Κάιρο, όπου η οικογένειά του είχε μετακομίσει εκεί από την Ιερουσαλήμ στα 1929.
Φοίτησε στη συνέχεια στο προπαρασκευαστικό σχολείο Γκεζίρα – μέχρι το 1947, οπότε η οικογένεια πέρασε μεγάλο μέρος της χρονιάς στην Ιερουσαλήμ. Στα 1948 τα περισσότερα μέλη της οικογένειας εγκατέλειψαν την “ιερή πόλη”, και ο Έντουαρντ γράφτηκε στο νέο παράρτημα του Victoria College του Καΐρου, απ’ όπου και αποβλήθηκε στα 1951. Ο πατέρας του αποφάσισε τότε να τον στείλει στο Northfield Mount Hermon School της Μασαχουσέτης, ένα Αγγλικανικό προπαρασκευαστικό οικοτροφείο της ελίτ, από το οποίο και αποφοίτησε στα 1953.
Ολοκλήρωσε τις προπτυχιακές σπουδές στο Πρίνστον στα 1957 και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές και διδακτορικό στην αγγλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Ένα χρόνο πριν ολοκληρώσει επίσημα τη διατριβή του, εντάχθηκε στη σχολή Αγγλικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, όπου ξεκίνησε μια λαμπρή σταδιοδρομία ως καθηγητής πανεπιστημίου. Το Κολούμπια έγινε η ακαδημαϊκή στέγη του στην υπόλοιπη διαδρομή του, αν και δέχτηκε αρκετές θέσεις επισκέπτη καθηγητή στο Χάρβαρντ, το Στάνφορντ και το Γέιλ, μεταξύ άλλων.
Ο Σαΐντ αναγνωρίζεται ως ένας από τους κορυφαίους κριτικούς της πολιτιστικής παραγωγής παγκόσμια. Συνέβαλε σε εστιακές συζητήσεις ενός μεγάλου αριθμού κοινωνικών επιστημονικών κλάδων, συμπεριλαμβανομένης της ιστορίας, της κοινωνιολογίας, της ανθρωπολογίας και των μελετών διαφόρων περιοχών, ιδιαίτερα της μελέτης της Μ. Ανατολής.
Ο “Οριενταλισμός” του Σαΐντ κι αρκετά από τα επόμενα βιβλία του, συνέδραμαν στη δημιουργία εντελώς νέων πεδίων μελέτης, συμπεριλαμβανομένων των μετααποικιακών σπουδών. Τόσο με τα βιβλία του (περίπου τριάντα συνολικά, πολλά από τα οποία μεταφράστηκαν σε περισσότερες από τριάντα πέντε γλώσσες) όσο και με τις συνεχείς παρεμβάσεις του ως διανοούμενου στη δημόσια σφαίρα, κατέθεσε την προσήλωσή του σ’ έναν απελευθερωτικό ανθρωπισμό. Με διττό ρόλο ως παραγωγικός μελετητής και δημόσια εκφραζόμενος διανοούμενος, ο Σαΐντ επέμενε διαρκώς ότι τα όρια και τα εμπόδια πρέπει να ξεπερνιούνται. Πίστευε πως οι διανοούμενοι στη σύγχρονη κοινωνία πρέπει να λένε «την αλήθεια στην εξουσία», και πως οφείλουν να επιμένουν στην απονομή δικαιοσύνης και να εκφράζουν όχι τον συρμό ή τις παροδικές μόδες, αλλά τις πραγματικές ιδέες και αξίες που δεν μπορούν να αρθρωθούν από θέσεις εξουσίας. Υπήρξε πολυσχιδής και σύνθετη προσωπικότητα, συγκαταλεγόμενος μεταξύ των λίγων σύγχρονων στοχαστών που έχουν σταθεί κριτικά απέναντι στη μοντερνιστική πρόταση.
Ο Σαΐντ δεν εστίασε τόσο στην υπεράσπιση του Ισλάμ ή των Αράβων, όσο κυρίως στην αποδόμηση της έννοιας της “πραγμάτωσης” της Ανατολής και της Δύσης. Βασικό μέλημά του υπήρξε η οριοθέτηση των πηγών της δυτικής γνώσης για τις μη δυτικές κοινωνίες.
Λειτουργώντας ως καθρέφτης, ο “Οριενταλισμός” αντανακλά την ισχύ της Δύσης αλλά και τις ιμπεριαλιστικές της ορέξεις. Εναντιώθηκε με σθένος στους αποικιακούς και ιμπεριαλιστικούς περιορισμούς, θεωρώντας πως το πραγματικό καθήκον του διανοούμενου είναι να προωθήσει την ανθρώπινη ελευθερία και γνώση, αντιστεκόμενος στα θέλγητρα της εξουσίας και της εξειδίκευσης. Κατά τον Σαΐντ ο ανεξάρτητος διανοούμενος οφείλει να διεθνοποιεί την κρίση που αντιμετωπίζει κάθε έθνος ανά πάσα στιγμή, συνδέοντας τη δεδομένη εμπειρία με αντίστοιχες των υπολοίπων εθνών. Αυτές ακριβώς τις ανησυχίες ηθικής τάξης επικαλείται προκειμένου να διερευνήσει ζητήματα που σχετίζονται με την Παλαιστίνη και τη Μ. Ανατολή.
Ο Σαΐντ ασχολήθηκε με την Παλαιστίνη και το εθνικό της κίνημα ποικιλότροπα: δια της αλληλεγγύης, της εκπροσώπησης, της ευθείας προάσπισης και δια της κριτικής.
Ο πόλεμος του 1967 αποτράβηξε τον Σαΐντ από την κύρια εστίασή του στην αγγλική και τη συγκριτική λογοτεχνία, κι έγινε αφορμή για την αναγέννησή του ως Παλαιστίνιου Άραβα. Στη φάση εκείνη βρέθηκε να σκέφτεται και να γράφει μ’ έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο, εμψυχωμένος από τις αραβικές και αμερικανικές εμπειρίες του.
Θέμις Αμάλλου
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr