Το ζήτημα της ανθρώπινης αναπηρίας αποτελεί ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο στην ιατρική και τις κοινωνικές επιστήμες. Η παλαιότερη αστική αντίληψη μετάθεσε την επίλυσή του στη φιλανθρωπία και με αφετηρία τη «μη κανονικότητα» ξέπεσε στον ρατσισμό και στη δημιουργία κοινωνικών περιθωρίων.
Η αριστερή οπτική -ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία 1960-1970- εστίασε περισσότερο στα κοινωνικά χαρακτηριστικά της αναπηρίας (δικαιώματα, συμμετοχή κλπ). Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με τις πρωτοβουλίες ενώσεων αναπήρων, ανάγκασε πολλές κυβερνήσεις (κυρίως στη βόρεια Ευρώπη) να νομοθετήσουν ευεργετικά για τους ανάπηρους πολίτες (κωφοί, τυφλοί, κινητικές δυσκολίες, νοητική υστέρηση).
Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξουν αλλαγές στην αρχιτεκτονική των πόλεων, όπως ράμπες, ασανσέρ, πεζοδρόμια, διαβάσεις στην εργασία και την εκπαίδευση. Μετά το 1981 άλλαξε και στη χώρα μας το νομοθετικό πλαίσιο, με βασικότερη πρόοδο την καθιέρωση της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης για όλη την «γκάμα» των αναπηριών καθώς και την καθιέρωση ιατροδιαγνωστικών κέντρων.
Σ’ αυτόν το δρόμο προέκυψε το ζήτημα της δυσλεξίας στα παιδιά, αλλά αυτό είναι αντικείμενο άλλης ευρύτερης αρθρογραφίας.
Η μαρξιστική αντίληψη προφανώς αναγνωρίζει στον ανάπηρο άνθρωπο (είτε εκ γενετής είτε από ασθένεια ή ατύχημα) όλα τα κοινωνικά δικαιώματα. Αλλά πηγαίνει παραπέρα.
Μία ουσιαστική μαρξιστική θεώρηση προφανώς συμπεριλαμβάνει τους ανάπηρους ως τμήμα του εργαζόμενου λαού, γι’ αυτό και αγωνίζεται για την πλήρη εξίσωση των δικαιωμάτων τους. Η αναπαραγωγή της εργατικής τάξης πρέπει να γίνεται ισότιμα και για όλους, με όρους που σημαίνουν ότι το αστικό κράτος (δηλαδή το κεφάλαιο) πρέπει να πληρώσει γι’ αυτή την αναπαραγωγή.
Νοσοκομεία, σχολεία, κέντρα διάγνωσης, ένταξης και αποκατάστασης πρέπει να είναι Δημόσια και Δωρεάν γιατί οι εργαζόμενοι πλήρωσαν αδρά γι’ αυτόν το σκοπό από την άμεση και έμμεση φορολογία.
Προφανέστατα το ζήτημα της ισότητας και των κοινωνικών δικαιωμάτων δεν μπορεί να λυθεί οριστικά σε μία ταξική, εκμεταλλευτική και ανταγωνιστική κοινωνία. Οι πιο ευάλωτες και αδύναμες κοινωνικές ομάδες και οι ανάπηροι βρίσκονται στην εμπροσθοφυλακή των «αναλώσιμων». Ωστόσο πρέπει η αριστερά, τα συνδικάτα, οι κοινωνικές ενώσεις που σέβονται τον άνθρωπο και τον μόχθο του ν’ αξιοποιήσουν κάθε ρωγμή για ένα προχώρημα του αναπηρικού κινήματος ως μιας συνιστώσας της ίδιας της εργατικής τάξης.
Η ευαισθησία που επιδεικνύεται – ιδιαίτερα σε νέους ανθρώπους – είναι ένα ελάχιστο μέτρο· δεν φτάνει· πρέπει να μετασχηματιστεί.
Στο χώρο του πολιτισμού έχουν γίνει ορισμένα βήματα. Συγκρατούμε τα έργα «Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού» με τους Μάρλιν Μάτλιν, Ουίλιαμ Χαρτ, «Ο άνθρωπος της βροχής» με τον Ντάστιν Χόφμαν και «Το αριστερό μου πόδι» με τον Ντε Λιούις ως έργα προβληματισμού και ανοίγματος μιας συζήτησης με ευρύτερα χαρακτηριστικά.
Προτείνουμε για θέαση το θεατρικό έργο «Πιο δυνατός κι από τον Σούπερμαν», με την υπόσχεση να επανέλθουμε.
πηγή: εφημερίδα Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr