Από τα Αναφιώτικα και τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι την «ισοπέδωση» της Μάνδρας: Ένα φαινόμενο με βαθιές ιστορικές ρίζες που εξελίσσεται εδώ και πάνω από έναν αιώνα στον ελλαδικό χώρο.

Συνθήματα του τύπου «αν το δηλώσεις, μπορείς να το σώσεις» οδήγησαν σε συνεχή διατάγματα, εγκυκλίους και νόμους με σκοπό την τακτοποίηση των αυθαιρέτων.

Ιστορικά, η αυθαίρετη δόμηση στην Ελλάδα αποτελεί ένα φαινόμενο που έχει αρχίσει να μας απασχολεί ως κοινωνικό και πολεοδομικό θέμα από το 1923, ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή, και συνεχίζει ως σήμερα.

  Oι πρώτες ρυθμίσεις όσον αφορά τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων με την καταβολή του αντίστοιχου τιμήματος θεσπίστηκαν το 1855 με τον νόμο «Περί πληρωμής του τιμήματος των γηπέδων εφ’ ων οι κατέχοντες οικοδόμησαν», ενώ το θεσμικό πλαίσιο «Περί αδείας οικοδομής» εκδόθηκε την 6η Φεβρουαρίου 1836 προκειμένου να σταματήσει η ανέγερση αυθαιρέτων κτισμάτων.  

Τα Αναφιώτικα, που βρίσκονται κάτω από την Ακρόπολη, θεωρούνται ο πρώτος αυθαίρετος οικισμός του νεοελληνικού κράτους, ο οποίος δημιουργήθηκε από νησιώτες της Ανάφης που είχαν έρθει στην πρωτεύουσα για να εργαστούν σε οικοδομές.

Αυθαίρετα θεωρούνται τα κτίσματα ή εκείνο το τμήμα κτίσματος που κατασκευάστηκε χωρίς την απαραίτητη οικοδομική άδεια, καθώς και πέρα από κάθε θεσμική διαδικασία ή κανονισμό. Επίσης, αυθαίρετη είναι και η διαφοροποίηση, από κατασκευής ή μεταγενέστερα, στοιχείου ή στοιχείων της οικοδομικής άδειας. Τα αυθαίρετα κτίσματα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σε αυθαίρετα εντός σχεδίου και σε εκείνα που βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλης. Τα πρώτα τις περισσότερες φορές νομιμοποιούνται όταν τηρούν τους κανόνες δόμησης, είτε με τη διαδικασία της εκ των υστέρων έκδοσης οικοδομικής άδειας είτε με αυτήν της επιβολής προστίμων αυθαίρετης ανέγερσης και διατήρησης από τον χρόνο κατασκευής ως τον χρόνο νομιμοποίησης. Τα εκτός σχεδίου μπορούν να τεθούν σε καθεστώς νομιμοποίησης μόνο αν τηρούν τους όρους δόμησης της περιοχής και τις διατάξεις για την εκτός σχεδίου δόμησης.  

Από το 1974 και μετά ο πληθυσμός της Αθήνας αυξήθηκε κατά 45% και κατασκευάστηκαν περίπου 150.000 παράνομες κατοικίες, πολλές από αυτές κι εντός δασικού χώρου.

Οι μεταναστευτικές ροές προς τον ελλαδικό χώρο είχαν ξεκινήσει από το 1914, ενώ μετά το 1922 ο αριθμός των προσφύγων άγγιξε το 1.500.000. Εξαιτίας της βίαιης μετακίνησης πληθυσμών το μεγαλύτερο μέρος της Αττικής αστικοποιήθηκε ραγδαία, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας νέος τύπος αυθαίρετης δόμησης. Η απουσία πολεοδομικών κανόνων επέδρασε καταλυτικά στην αυθαίρετη οικιστική ανάπτυξη της πρωτεύουσας. Γεγονός είναι ότι εκεί που το 1920 κατοικούσε μόλις το 6% του πληθυσμού της πρωτεύουσας, το 1940 κατοικεί το 44%. Η πόλη αναπτύχθηκε στους πρόποδες του Υμηττού και του Αιγάλεω και προς τα βόρεια έφτασε ως τη Μονή Πεντέλης. Έτσι, το 1923 ψηφίστηκε ο πρώτος οικιστικός νόμος, θέτοντας τις προϋποθέσεις για τον αστικό σχεδιασμό και τη διαχείριση της γης.  

Τα Αναφιώτικα, που βρίσκονται κάτω από την Ακρόπολη, θεωρούνται ο πρώτος αυθαίρετος οικισμός του νεοελληνικού κράτους, ο οποίος δημιουργήθηκε από νησιώτες της Ανάφης που είχαν έρθει στην πρωτεύουσα για να εργαστούν σε οικοδομές.

  Στη συνέχεια είχαμε την μεταπολεμική γενιά αυθαίρετων εξαιτίας των καταστροφών που άφησε πίσω του ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Στην απογραφή του 1940 καταδεικνυόταν ότι τέσσερα στα δέκα νοικοκυριά ήταν άστεγα ή ζούσαν κάτω από απαράδεκτες συνθήκες. Συγκεκριμένα, την περίοδο 1940-70 περίπου 450.000-500.000 άνθρωποι στεγάστηκαν αυθαίρετα στα περίχωρα της Αθήνας.

Αργότερα, τη δεκαετία του ’70, στην ελληνική κοινωνία δημιουργήθηκε μια τάση που ενίσχυε την αποταμίευση για την αγορά κατοικίας και ταυτόχρονα παρατηρήθηκε εισροή κεφαλαίων από Έλληνες ομογενείς που ήθελαν να επιστρέψουν στη χώρα και να επενδύσουν σε νέες κατοικίες. Έτσι, από το 1974 και μετά ο πληθυσμός της Αθήνας αυξήθηκε κατά 45% και κατασκευάστηκαν περίπου 150.000 παράνομες κατοικίες, πολλές από αυτές κι εντός δασικού χώρου.  

Έπειτα, από το 1980 και μετά, η σταδιακή κοινωνική ανέλιξη των κατοίκων συντέλεσε στην αγορά δεύτερης κατοικίας, του «εξοχικού» ή, όπως ονομαζόταν εκείνη την περίοδο, της παραθεριστικής κατοικίας. Εδώ παρακολουθούμε τη δεύτερη γενιά αυθαιρέτων, η οποία επεκτείνεται και σε άλλες περιοχές, συνήθως παραθαλάσσιες ή σε κοντινή απόσταση από τα αστικά κέντρα. Είναι η εποχή της άναρχης δόμησης και των καταπατήσεων δασών, αιγιαλού, ποταμών και ρεμάτων.  

Η τελευταία γενιά αυθαιρέτων αφορά την πλήρη παραβίαση πολεοδομικών διατάξεων αλλά και την αλλαγή χρήσης των κτισμάτων ή των βοηθητικών χώρων. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις από το 1923 έως και σήμερα ξεπερνούν τις 41. Συνθήματα του τύπου «αν το δηλώσεις, μπορείς να το σώσεις» οδήγησαν σε συνεχή διατάγματα, εγκυκλίους και νόμους με σκοπό την τακτοποίηση των αυθαιρέτων.

Ενδεικτική είναι μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου η οποία κατέδειξε ότι τα ανοιχτά ρέματα το 1945 είχαν μήκος 1.280 χιλιόμετρα. Σήμερα, τα χιλιόμετρα αυτά έχουν μειωθεί σε 434. Επιπρόσθετα, η μεγαλύτερη μείωση, που ξεπερνά το 80%, πραγματοποιήθηκε την περίοδο 1893-1995 στη λεκάνη απορροής του Κηφισού αλλά και του δυτικού τμήματος της Αττικής, κατρακυλώντας από 234 χιλιόμετρα σε μόλις 43.

 

Από το 1980 και μετά παρακολουθούμε τη δεύτερη γενιά αυθαιρέτων, η οποία επεκτείνεται και σε άλλες περιοχές, συνήθως παραθαλάσσιες ή σε κοντινή απόσταση από τα αστικά κέντρα. Είναι η εποχή της άναρχης δόμησης και των καταπατήσεων δασών, αιγιαλού, ποταμών και ρεμάτων.

Παράλληλα, πάνω από 2,5 εκατ. στρέμματα δάσους χάθηκαν από το 1987 έως το 2007, ενώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 πάνω από 6 εκατ. στρέμματα δασικών εκτάσεων μετατράπηκαν σε γεωργική γη και περιοχές οικιστικής ανάπτυξης, νόμιμης και παράνομης. Στην Αττική, την περίοδο 1987-2007 αφανίστηκαν από πυρκαγιές 184.187 στρέμματα δάσους, τα οποία μετατράπηκαν κυρίως σε περιοχές κατοικίας.

Από τα στοιχεία που διαχειρίζεται το Τεχνικό Επιμελητήριο διαπιστώνεται ότι ο συνολικός αριθμός των αυθαιρέτων που έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία νομιμοποίησης, με βάση τους ν. 4014/11 και ν. 4178/13 αγγίζει το 1.019.410. Συγκεκριμένα, οι δηλώσεις που αφορούν ακίνητα στην Περιφέρεια Αττικής ξεπερνούν τις 274.000, οι οποίες αντιστοιχούν σε 13,8 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων καθώς και 7,6 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα βοηθητικών χώρων.

Αναλυτικά, οι περισσότερες δηλώσεις που αφορούν πολεοδομικές αυθαιρεσίες διαχωρίζονται ως εξής: τα ακίνητα στην Ανατολική Αττική είναι 76.612, στον Κεντρικό Τομέα Αθηνών 51.915, στον Βόρειο Τομέα 40.127, στον Νότιο Τομέα 31.195, ενώ οι παρανομίες στον Δυτικό Τομέα ανέρχονται στις 25.287, στον Πειραιά στις 20.489 και τέλος στη Δυτική Αττική στις 14.837.

Οκτώβριος 2017: Η Βουλή ψήφισε τον νόμο «Έλεγχος και προστασία του δομημένου περιβάλλοντος» που καταπιάνεται και με το θέμα των αυθαιρέτων. Στις εφημερίδες και στον ηλεκτρονικό Τύπο διαβάζουμε: «Οι έντεκα αλλαγές για τα αυθαίρετα – Δόσεις, διευκολύνσεις, ευνοϊκές ρυθμίσεις, εκπτώσεις και “παράθυρα”». Η ιστορία συνεχίζεται.

Γιάννης Πανταζόπουλος

Πηγή: lifo.gr 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το