Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Πολύμορφη η βία στα σχολεία: από τον ενδοσχολικό εκφοβισμό, τον ψευτοπαληκαρισμό, το πείραγμα, τη λεκτική – ψυχολογική, αλλά και σωματική βία, το κυνήγι του αδύναμου μέχρι την κρατική, θεσμική βία και την εγκληματική δράση συμμοριών. Από το χουλιγκανισμό μέχρι το ρατσισμό και το νέο – ναζισμό που σε συνθήκες οικονομικής, ανθρωπιστικής κρίσης παίρνουν ανησυχητικές διαστάσεις περνώντας τις ανοχύρωτες πύλες του σχολείου. Η κυρίαρχη άποψη περί ενδο – σχολικής βίας εστιάζει σε ορισμένες μορφές του φαινομένου με μια «ψυχολογίστικη» ανάλυση περί βίαιου οικογενειακού περιβάλλοντος, βλέποντας, έτσι, το δέντρο και χάνοντας το δάσος. Γιατί η βία είναι βασικό χαρακτηριστικό της κοινωνίας και συνδέεται με την ανισότητα και την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Επομένως αναπαράγεται και στους θεσμούς της, όπως είναι και το σχολείο..
Οι σοβαρότερες αιτίες, όμως, μπορούν να αναζητηθούν στις δομές της καπιταλιστικής κοινωνίας που χαρακτηρίζονται από έναν απάνθρωπο ανταγωνισμό που αναπαράγεται σε όλες τις μορφές της κοινωνικής ζωής. Η κοινωνική περιθωριοποίηση ευπαθών κοινωνικών ομάδων που εντείνεται από την οικονομική κρίση, τα εργασιακά προβλήματα τροφοδοτούν τη βία και την εγκληματικότητα. Η ίδια η πολιτική της κυβέρνησης είναι η απεχθέστερη μορφή βίας εναντίον του κόσμου της εργασίας και του «κοινωνικού κράτους» που σπέρνει τη φτώχεια, την ανεργία και τη μαζική εξαθλίωση. Όσο η φτώχεια , ο κοινωνικός αποκλεισμός, οι διακρίσεις, η βία και η εκμετάλλευση ανθούν, τόσο θα οξύνονται τα φαινόμενα ενδοσχολικής βίας. Δεν είναι τυχαίο ότι δεκάδες έρευνες επισημαίνουν τη σαφέστατη σχέση του χαμηλού μορφωτικού επιπέδου των γονέων καθώς επίσης και της αρνητικής οικονομικής κατάστασης της οικογένειας των δραστών, αλλά και τις περιορισμένες προσδοκίες επαγγελματικής αποκατάστασης. Όλο και πιο έντονα, όλο και πιο πολλοί νέοι νιώθουν ότι δεν έχουν μέλλον. Από πρόσφατη έρευνα προκύπτει ότι επτά στους δέκα γονείς που ανήκουν στα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα δήλωσαν ότι περιέκοψαν όλες τις παροχές προς τα παιδιά τους. (Pulse RC – ΕΚΚΕ). Διαστάσεις επιδημίας έχουν πάρει στα σχολεία οι λιποθυμίες μαθητών από υποσιτισμό. Οι μεγάλες ανισότητες έχουν οδηγήσει περίπου ένα στα τρία παιδιά και νέους κάτω των 18 ετών ή ποσοστό 30,4% με βάση στοιχεία του 2011(Eurostat) στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Παιδιά που δυσκολεύονται στη μάθηση και εγκαταλείπουν το σχολείο , που εγγράφονται στον «στρατό» της ανήλικης εγληματικότητας».
Πρόκειται στην ουσία για μορφή «κρατικής κακοποίησης των παιδιών». Η βία εκφράζεται και αναπαράγεται μέσα από την αυταρχική οργάνωση του σχολείου. Ένα σχολικό περιβάλλον που υπηρετεί τη λογική των επιδόσεων, «αρένα» άγριου ανταγωνισμού, υπερφορτώνει τους μαθητές με διδακτική ύλη, στείρες και αποσπασματικές γνώσεις, πολλές άλλες υποχρεώσεις (φροντιστήρια, ξένες γλώσσες κ.λπ.), με πρόσθετο άγχος και ένταση, ανασφάλεια και αρνητισμό. Τέσσερα στα πέντε παιδιά βιώνουν καταστάσεις άγχους που συνδέονται με τη σχολική ζωή(Pulse RC – ΕΚΚΕ). Το σχολείο προβάλλει ακόμη και για τους πρωταγωνιστές του ως χώρος θυσίας και όχι ως χώρος ικανοποίησης και νοήματος. Ένα τέτοιο σχολείο έχει μετατραπεί σε «θερμοκήπιο βίας». Σχολική αποτυχία – δυσμενής αυτοεικόνα (αυτοϋποτίμηση) και παραβατικότητα ενώνονται μ’ ένα νήμα. Η υποτίμηση, η περιφρόνηση και η απόρριψη γίνεται η πηγή μιας συσσωρευμένης μνησικακίας από τη μεριά των παιδιών, που συσσωρεύουν αποτυχίες, αποκλεισμούς. Έτσι δεν θα αργήσει να ξεσπάσει η οργή και το μίσος. Η εκπαιδευτική πολιτική εκφράζει και αναπαράγει τη βία. Το σχολείο των περικοπών και της φτώχειας οξύνει τα φαινόμενα βίας, ενώ δεν υπάρχει εξειδικευμένο προσωπικό, όπως κοινωνικοί λειτουργοί, παιδοψυχολόγοι, κ.α.
Βία, άλλωστε, δεν είναι οι καταργήσεις χιλιάδων τμημάτων και σχολείων; Βία δεν είναι ο οικονομικός στραγγαλισμός των σχολείων; Γενικότερα η οικοδόμηση ενός ελιτίστικου, ανταγωνιστικού σχολείου της εξειδίκευσης και της κατάρτισης για λίγους και εκλεκτούς που απορρίπτει τους κοινωνικά αδύνατους και τους εξωθεί βίαια στην εγκατάλειψη και τον κοινωνικό αποκλεισμό είναι ακραία έκφραση της συστημικής βίας. Επιπλέον, όταν η ιστορική γνώση, οι θηριωδίες και η φρίκη που προκάλεσαν στην ανθρωπότητα ο εθνικισμός και ο ναζισμός δεν είναι στις προτεραιότητες των σχολικών αναλυτικών προγραμμάτων «το αυγό του φιδιού» εκκολάπτεται πολύ γρήγορα. Παρά τις δυσκολίες υπάρχουν δυνατότητες παιδαγωγικής παρέμβασης, αλλά το πρόβλημα είναι, κυρίως, κοινωνικοπολιτικό. Οι μάχιμοι εκπαιδευτικοί παρά την έλλειψη αναγκαίων υποδομών δίνουν καθημερινά μάχες κατά των προκαταλήψεων, των διακρίσεων, της ρατσιστικής ιδεολογίας. Εκτός από τη μετάδοση γνώσεων επιδιώκουν να διαπαιδαγωγήσουν τους νέους με βάση τις πανανθρώπινες αξίες του σεβασμού και της αλληλεγγύης.
Γνωρίζουν, βέβαια, πολύ καλά ότι η βία και ο ρατσισμός δεν αντιμετωπίζονται με νουθεσίες και απαγορεύσεις. Χρειάζεται συλλογικότητα, μόρφωση, πολιτισμός, μια ανθρωποκεντρική οργάνωση της κοινωνίας βασισμένης στις αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας.
* O Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της Σ.Ε. του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης»
e-prologos.gr