«Πρωτομαγιά, γεια σας όλοι, πάμε στη μάχη».

Κώστας Τσίρκας 1-5-1944

«…Πιάσανε όλοι το χορό. Στ’ ορισμένο λεπτό, η πρώτη εικοσάδα πέταξε τα καπέλα στον αέρα και φώναξε: «Ζήτω η Ελλάδα! Ζήτω η Λευτεριά!» και προχώρησε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Οι άλλοι συνέχιζαν το χορό τραγουδώντας, ζητωκραυγάζοντας, ώσπου έφευγε και η δεύτερη εικοσάδα…»

Θέμος Κορνάρος

«Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου»

Στις 27 Απριλίου 1944 τμήμα του 8ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου, χτύπησε σε ενέδρα στη θέση «Βύζολα» μεταξύ Μολάων και Γκαγκανιάς φάλαγγα τεσσάρων γερμανικών αυτοκινήτων. Στα αυτοκίνητα επέβαιναν ο Διοικητής της 41ης Μεραρχίας Οχυρών υποστράτηγος Φράντς Κρέχ (Franz Krech), με το επιτελείο του και τμήμα της φρουράς του. Θα σκοτωθούν ο υποστράτηγος, οι τρεις αξιωματικοί του επιτελείου και οι πιο πολλοί από τους στρατιώτες της φρουράς του.

Στις 30 Απριλίου 1944, η εφημερίδα «Καθημερινή» δημοσιεύει την ανακοίνωση των Γερμανών, που οι Γερμανοί θα τη μοιράσουν και σε φυλλάδια.

« Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος

Δολοφονία Γερμανού Στρατηγού

Την 27/4 /1944 κομμουνιστικαί συμμορία παρά τους Μολάους κατόπιν μίας εξ ενέδρας επιθέσεως εδολοφόνησαν άνανδρως έναν Γερμανόν στρατηγόν και τρεις συνοδούς του αξιωματικούς και ετραυμάτισαν πολλούς Γερμανούς στρατιώτας. Ως αντίποινα θα εκτελεσθούν:

1. Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1. 5. 1944

2. Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα Γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην, έξωθι των χωριών.

Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, Έλληνες εθελονταί (δηλαδή ταγματασφαλίτες) εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς

Ο Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος»

Σύμφωνα με την απολογία του Χέλμουτ Φέλμυ στη δίκη της Νυρεμβέργης, ο ταγματασφαλίτης συνταγματάρχης Παπαδόγγονας, λόγω προσωπικής συμπάθειας στον υποστράτηγο Κρέχ, διέταξε χωρίς εντολή των Γερμανών την εκτέλεση 100 κομμουνιστών.

Το ζήτημα των αντιποίνων είχε μπει από την πρώτη στιγμή του ένοπλου αγώνα στις οργανώσεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Οι κρατούμενοι στο Χαϊδάρι έστειλαν ένα μήνυμα έξω.

«Να ειδοποιηθούνε όξω τα παιδιά να κάνουνε τη δουλειά τους, όπως νομίζουνε καλύτερα χωρίς να θυμούνται καθόλου πως υπάρχουμε. Εμείς εδώ μέσα δεν μπορούμε να κρίνουμε. Είμαστε χωρίς ξεκαθαρισμένες ειδήσεις. Δεν ζούμε τα γεγονότα. Είμαστε οι λίγοι. Αυτό το μήνυμα στέλνει η κοινωνία των μελλοθανάτων στους πολεμιστές της ελευθερίας»

Θέμος Κορνάρος

«Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου»

Μόλις έγινε γνωστή η ανακοίνωση των Γερμανών, οι οργανώσεις του ΚΚΕ και του ΕΑΜ ξεκινάνε μία τεράστια λαϊκή κινητοποίηση να σώσουν τους αγωνιστές.

Κυκλοφορούν χιλιάδες τρικάκια, που καλούσαν το λαό να σώσει τους μελλοθάνατους. Σε πολλά εργοστάσια και επιχειρήσεις οι εργάτες σταματάνε τη δουλειά. Σε υπουργεία και τράπεζες, γίνονται συγκεντρώσεις και με ψηφίσματα προς το δοσίλογο πρωθυπουργό Ράλλη και το δήμαρχο, απαιτούσαν την άμεση επέμβαση τους για τη ματαίωση της εκτέλεσης. Γίνονται ψηφίσματα σωματείων. Στις λαϊκές συνοικίες γίνονται συγκεντρώσεις. Γυναίκες κρατουμένων ομήρων, συγκεντρώνονται στη Μητρόπολη. Ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός «προσευχόταν» στο διαμέρισμα του, για τη σωτηρία τους. Αργά τη νύχτα, εμφανίστηκε μπροστά στις συγκεντρωμένες γυναίκες που περίμεναν και τους είπε ότι:«Δεν μπορώ να κάνω τίποτα, το μόνο που μου απομένει είναι να παρακαλώ το θεό».

Το ΚΚΕ και ο ΕΛΑΣ Αθήνας μελέτησαν τη δυνατότητα για μία επιχείρηση απελευθέρωσης των κρατουμένων. Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας μαζί με το λαό της Καισαριανής ήταν στο πόδι. Ήταν όμως αδύνατο να χτυπήσουν τους Γερμανούς και να απελευθερώσουν τους κρατούμενους, γιατί οι Γερμανοί φασίστες είχαν συγκεντρώσει πολύ μεγάλες δυνάμεις. Κάποιες προσπάθειες που έγιναν κόστισαν πολύ ακριβά.

Από τους διακόσιους οι πιο πολλοί ήταν κρατούμενοι της μεταξικής δικτατορίας στην Ακροναυπλία και στην Ανάφη, από αυτούς που οι μεταξικοί φασίστες της 4ης Αυγούστου, παρέδωσαν στους ομοϊδεάτες τους Γερμανοφασίστες κατακτητές, έτοιμο κρέας για τα εκτελεστικά αποσπάσματα που θα ακολουθούσαν. Εργάτες, αγρότες, υπάλληλοι, μέλη και στελέχη της ΟΚΝΕ και του ΚΚΕ, ΕΑΜμίτες ΕΠΟΝίτες, ανάμεσά τους και κάποιοι τροτσκιστές και αρχειομαρξιστές. Εξακριβωμένα οι 147 από τους διακόσιους ήταν Ακροναυπλιώτες και Αναφιώτες. 3-4 ήταν εξόριστοι του Άι Στράτη. Πέντε ήταν νεαροί ΕΠΟΝίτες από την Πεντέλη που προδόθηκαν στους Γερμανούς από γείτονές τους. Όμως ακόμα και σήμερα 79 χρόνια μετά δεν υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα για τα 200 ονόματα, παρόλο που στο μνημείο που ανεγέρθηκε το 2005 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής υπάρχουν χαραγμένα 200 ονόματα, αφού τα γερμανικά αρχεία του στρατοπέδου του Χαϊδαρίου κάηκαν.

Δέκα φορτηγά θα μεταφέρουν τους ήρωες, από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου στον τόπο της εκτέλεσης. Στη διαδρομή από το Χαϊδάρι στην Καισαριανή, οι μελλοθάνατοι πετούν στο δρόμο σημειώματα για τους δικούς τους ανθρώπους, τους αγαπημένους τους, τη μάνα τους, τα αδέρφια τους, τους συντρόφους τους, τους συναγωνιστές τους. Οι περαστικοί έκαναν τον ταχυδρόμο. Τα έπαιρναν και τα πήγαιναν εκεί που έπρεπε. Όσα από τα σημειώματα αυτά σώθηκαν, δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το 1945 στην επιθεώρηση «Σήμερα».

Μεταξύ των εκτελεσμένων ο Ναπολέων Σουκατζίδης και ο Αντώνης Βαρθολομαίος, στελέχη του ΚΚΕ με χρέη στρατοπεδάρχη. Ο Ναπολέων Σουκατζίδης εκτελούσε και χρέη διερμηνέα. Μιλούσε πέντε γλώσσες, Αγγλικά Γαλλικά, Ρώσικα, Τουρκικά (ήταν μικρασιατικής καταγωγής είχε γεννηθεί στην Προύσα), Γερμανικά. Απόφοιτος της εμπορικής σχολής και λογιστής. Είχε συλληφθεί τον Ιούλιο του 1936 και εξορίστηκε στον Αη Στράτη. Μεταφέρεται στην Ακροναυπλία μέχρι τον Απρίλιο του 1941. Μετά στα Τρίκαλα και κατόπιν στη Λάρισα. Επειδή μιλούσε γερμανικά οι Γερμανοί τον έφεραν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου για να κάνει το διερμηνέα. Στον κατάλογο με τα ονόματα που φώναξαν, όσων ήταν να εκτελεστούν ήταν 71ος. Ο διοικητής του στρατοπέδου Κάρλ Φίσερ (Karl Fischer) του πρότεινε να εκτελεστεί άλλος στη θέση του, αλλά ο Ναπολέων Σουκατζίδης αρνήθηκε «Ή 199 ή 200 μαζί με μένα». Ανάμεσα στους εκτελεσμένους ήταν ακόμα ο Σκλάβαινας Στέλιος ο πρώην βουλευτής του ΚΚΕ γνωστός από το σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα, ο Καλύμνιος Μιχάλης Χατζηθέμελης που η ζωή του ήταν σαν μυθιστόρημα, πολέμησε έφηβος ακόμα στην Οκτωβριανή Επανάσταση, αργότερα στον ισπανικό εμφύλιο, για να πέσει τελικά με τους διακόσιους.

Τους πολυβολούσαν κατά εικοσάδες. Όταν έστησαν στον τοίχο, τους πρώτους είκοσι, ο Γερμανός αξιωματικός τους ρώτησε αν είχαν να πουν κάτι.

Είχαν: «Ζήτω η Ελλάδα» « Ζήτω η Λευτεριά».

Η επόμενη εικοσάδα μετέφερε τα πτώματα των εκτελεσμένων συντρόφων στα φορτηγά. Λίγο μετά τις 10:00 το πρωί είχαν εκτελεστεί όλοι και οι διακόσιοι. Όλες οι καμπάνες της Καισαριανής χτυπούσαν πένθιμα. Αυτόπτες μάρτυρες έλεγαν ότι το χώμα δεν προλάβαινε να ρουφήξει το αίμα.

Η Μέλπω Αξιώτη στο βιβλίο της «Πρωτομαγιές» γράφει: «.. οι εργάτες του δήμου κουβάλησαν χώμα από το διπλανό χωράφι με φτυάρια, πολύ χώμα, για να ρουφήξει και εκεί τα αίματα. Το τμήμα αυτό της ελληνικής γης από το πηχτό εκείνο υγρό, ήτανε τώρα πια καθώς λένε κορεσμένο».

Νεκροθάφτες και υπάλληλοι του Γ΄ Νεκροταφείου της Κοκκινιάς, είχαν πάρει εντολή από τους Γερμανούς από το προηγούμενο βράδυ να ανοίξουν διακόσιους ατομικούς τάφους. Ανοίχτηκαν 200 τάφοι, 8 σειρές με 25 τάφους η κάθε σειρά.

Κάποιος υπάλληλος θυμάται: «Τους μετέφεραν με φορτηγά αυτοκίνητα. Όλοι ήταν ντυμένοι. Τα αίματα έτρεχαν απ’ τ’ αυτοκίνητα. Ήταν ζεστοί ακόμα. Μερικοί έδιναν την εντύπωση ότι ανέπνεαν. Ένας εργάτης άκουσε κάποια στιγμή ελαφριά βογγητά. Οι Γερμανοί όμως με τα όπλα τους και τις αγριοφωνάρες τους, μας έσπρωχναν, μας χτυπούσαν και μας ανάγκαζαν να δουλεύουμε βιαστικά για να τελειώνουμε γρήγορα- γρήγορα με την ταφή. Τους θάψαμε ντυμένους στους ατομικούς τάφους χωρίς να ξέρουμε τα ονόματά τους. Κανείς δεν ήξερε ποιος βρισκόταν μέσα σε κάθε τάφο, για αυτό κάθε οικογένεια που είχε δικό της εκτελεσμένο ανάμεσά τους, πήρε και περιποιήθηκε έναν τάφο βάζοντας σε αυτό το όνομα του δικού της. Πολλές οικογένειες περιποιούνταν εκτός από το δικό τους τάφο και άλλους δύο ή και περισσότερους».

Από όπου περνούσαν τα Γερμανικά φορτηγά, με τα νεκρά παλικάρια, το αίμα έτρεχε ποτάμι στο δρόμο. Μία κοπέλα από τη Χίο, στο Μετς, που το όνομά της ήταν Σεμίραμις, μόλις είδε τόσο αίμα να τρέχει λιποθύμησε και υπέστη καρδιακό επεισόδιο.

Οι 200 της Καισαριανής γράφτηκαν Βαθιά στη μνήμη και στην καρδιά του λαού μας. Για αυτό ακριβώς γράφτηκαν τραγούδια για αυτούς.

Το 1965 ο Λευτέρης Παπαδόπουλος γράφει το γνωστό «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή» με το Γρηγόρη Μπιθικώτση σε μουσική Σταύρου Ξαρχάκου.

Το 1973 ο δημοσιογράφος Γιώργος Μπέρτσος ή Καλαμαριώτης λόγω καταγωγής του, το «Οι 200 της Καισαριανής» σε μουσική Γιώργου Μητσάκη με τη Ρένα Κουμιώτη.

Το 1975 ο Ξενοφώντας Φίλερης γράφει το «Κομαντατούρα» και το «Μάνα ήρθανε ληστές» με τον Γιώργο Ζαμπέτα σε μουσική Γιώργου Ζαμπέτα.

Το 2016 ο Βαγγέλης Κορακάκης γράφει «Τα παιδιά της ερημιάς» με τον Γιώργο Νταλάρα.

Ο Κώστας Βίρβος νεαρός ΕΠΟΝίτης θα συλληφθεί το Μάρτη του 1944 γιατί έγραφε συνθήματα στους τοίχους. Μέσα στη φυλακή θα μάθει για την εκτέλεση των διακοσίων κομμουνιστών. Συγκλονισμένος θα γράψει δύο τραγούδια που θα γίνουν τα πρώτα δύο της «Καταχνιάς», το «Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια» και το «Ένας ξύλινος σταυρός» που θα πρωτοτραγουδηθούν πολλά χρόνια αργότερα από το Στέλιο Καζαντζίδη.

Σήμερα 79 χρόνια από την εκτέλεση των 200 κομμουνιστών στην Καισαριανή, ο αγώνας ενάντια στο φασισμό, στον πόλεμο και στον ιμπεριαλισμό, είναι πάντα επίκαιρος. Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, οι αντιθέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστών βαθαίνουν και οξύνονται και φέρνουν όλο και πιο κοντά το ενδεχόμενο ενός γενικευμένου πολέμου.

Ο φασισμός έχει σηκώσει κεφάλι σε όλη την Ευρώπη. Σε κάποιες χώρες οι φασίστες είναι στην κυβέρνηση. Η πατρίδα μας δένεται όλο και πιο σφιχτά στο άρμα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, τα δεσμά της εξάρτησης και της υποτέλειας γίνονται όλο και πιο βαριά. Η ντόπια ολιγαρχία βυθίζει το λαό μας στη φτώχεια και την εξαθλίωση. Η κυβερνητική πολιτική σαρώνει με απίστευτη αγριότητα τα λαϊκά εισοδήματα, τα κοινωνικά, δημοκρατικά δικαιώματα τις συνδικαλιστικές ελευθερίες του λαού μας και της νεολαίας. Η πατρίδα μας έχει γίνει ένα τεράστιο αμερικανονατοϊκό ορμητήριο.

Προβάλλει όλο και πιο επιτακτική, η ανάγκη για την ανασυγκρότηση ενός λαϊκού κομμουνιστικού κινήματος, που θα παλέψει για όλα αυτά που έπεσαν οι 200 της Καισαριανής και χιλιάδες άλλοι αγωνιστές πριν από 79 χρόνια. Για ψωμί, δουλειά, ειρήνη δημοκρατικά δικαιώματα, εθνική ανεξαρτησία και σοσιαλισμό. Όσο μελάνι κι αν χύσει η αστική προπαγάνδα και όλος αυτός ο αντικομμουνιστικός οχετός, με τα παπαγαλάκια τους και τους πληρωμένους κονδυλοφόρους, όσο κι αν σηκώνουν κεφάλι οι απόγονοι των ταγματασφαλιτών, των γερμανοτσολιάδων και των προσκυνημένων, ο λαός έχει βαθιά στη μνήμη του ότι αυτοί που στάθηκαν όρθιοι στα δύσκολα και βάλαν τα στήθια τους μπροστά ήταν οι κομμουνιστές.

Θανάσης Κ.

περιοδικό Πορεία, τ. 56

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το