Η πρόταση Τζήμερου να απολυθούν «οι μισοί τουλάχιστον “εκπαιδευτικοί”, ινστρούχτορες του σταλινισμού», μας θύμισε τις επισημάνσεις που είχε κάνει με άρθρο του στα Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης ο αξέχαστός μας Σταύρος Καλλώνης.
Στο άρθρο του, λοιπόν, “Οι δάσκαλοι/ες στον Ελληνικό Εμφύλιο” ο Σταύρος – μεταξύ άλλων – επισήμαινε:
… το 1929 ο Γ. Παπανδρέου ως υπουργός παιδείας ταυτιζόμενος με το πνεύμα του «ιδιώνυμου αδικήματος» θα πει: «Οι δάσκαλοι, οι οποίοι δεν συμφωνούν, δικαιούνται βεβαίως να διατηρούν τας πεποιθήσεις των, αλλά όχι και τας θέσεις τους»12 και αλλού «Ημείς προκειμένου περί δασκάλων προχωρούμεν πέραν του ιδιωνύμου. Το ιδιώνυμον προς τιμωρίαν ζητεί “προπαγάνδα κομμουνιστικών ιδεών”, ενώ το υπουργείον για την απόλυσιν των διδασκάλων αρκείται εις την ύπαρξιν κομμουνιστικού φρονήματος».
Επίσης: Στις 4 Αυγούστου, παραμονές μεγάλης εργατικής απεργίας, ο Μεταξάς κηρύσσει τη δικτατορία με πρόσχημα τις ταραχές και τον κομμουνιστικό κίνδυνο που απειλεί την πατρίδα. Είναι η περίοδος που η ΔΟΕ θα κηρυχθεί παράνομη και η εγκύκλιος του Υπουργού Παιδείας Κ. Γεωργακόπουλου στις 17 Οκτωβρίου θα λέει μεταξύ άλλων: «(…) Και ενώ τα πολιτικά κόμματα ησχολούντο με την αναρρίπισιν των παθών και την καλλιέργειαν του μίσους μεταξύ των Ελλήνων, ύπουλος εχθρός, ο Κομμουνισμός, ελλοχεύων και μετά σατανικής μεθοδικότητας ενεργών, προσεπάθει να διαφθείρει την εθνικήν συνείδηση και να παρασκευάση την επιβολήν της ερυθράς αναρχίας. (…)αι συνειδήσεις των διδασκάλων διεφθείροντο και το σχολείον εχρησιμοποιείτο, ουχί σπανίως, ως μέσον προπαρασκευής της κομμουνιστικής επιβολής. (…). Εις αριθμόν είσθε οι περισσότεροι από κάθε άλλην κατηγορίαν Κρατικών λειτουργών. Είσθε επί πλέον τοποθετημένοι και εις τους πλέον μεμακρυσμένους και εις τους πλέον ολιγανθρώπους συνοικισμούς της Πατρίδας. (…)»
Ακόμη: “… Μετά τη Βάρκιζα, αν σ’ ένα αστυνομικό έλεγχο έλεγε κάποιος ότι ήταν δάσκαλος, πήγαινε κατευθείαν μέσα. Άνευ αιτίας για τα περαιτέρω. Ούτε η αστυνομία λάνθανε”.
Επίσης: “… σε αρχείο του ΓΕΣ/ΔΙΣ (1 ΓΕΣ-ΔΙΣ, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), Αθήνα 1998, τα 1, σελ 544, 547 ) διαβάζουμε μεταξύ άλλων: «Προτεινόμενα μέτρα […] 3. Τάχιστη εκκαθάρισις του διδασκαλικού κόσμου, δεδομένου ότι μέγα ποσοστόν των εκπαιδευτικών λειτουργών είναι αναρχικοί και αποτελούσιν τη βάσιν πάσης αναρχικής εκδηλώσεως εις την ύπαιθρον και τας πόλεις»”.
Παραθέτουμε ολόκληρο το άρθρο του Σταύρου Καλλώνη*
Οι δάσκαλοι/ες στον Ελληνικό Εμφύλιο
Η αναφορά στον όρο «δάσκαλος/α», σημαίνει κυρίως τον/την εκπαιδευτικό της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, δίχως να μειώνει την προσφορά των άλλων εκπ/κών. Η συμμετοχή τους στον Ελληνικό Εμφύλιο ήταν αναμφισβήτητα σημαντική. Ένας μεγάλος αριθμός δασκάλων βρέθηκε σε ηγετικές θέσεις να διαχειρίζεται μικρά και μεγάλα γεγονότα, είτε ως αντάρτες του ΔΣΕ, είτε ως στρατιώτες και αξιωματικοί του Εθνικού Στρατού. Ο φόρος αίματος που πλήρωσε η εργασιακή ομάδα των δασκάλων είναι μεγάλος, καθώς και οι διώξεις, αφού πάρα πολλοί κινήθηκαν «εκτός» του πολιτικού στρατοπέδου των νικητών.
Στόχος τoυ άρθρου είναι όχι τόσο να αναδείξει την ενεργή συμμετοχή των δασκάλων/ισσών στον ελληνικό εμφύλιο, αλλά κυρίως η ερμηνεία της συμμετοχής τους. Συνεπώς η έντονη παρουσία τους αρχικά στο Ελληνοαλβανικό Μέτωπο, μετά στο αντιστασιακό κίνημα, κυρίως στο ΕΑΜικό, και στη συνέχεια στις κορυφές του Γράμμου, αποτελεί μια συνεχή διαδρομή που δεν μπορούμε να τη δούμε ως ασυνέχεια στον ιστορικό χρόνο. Οι δάσκαλοι δεν βρέθηκαν ξαφνικά στο αντιστασιακό κίνημα, ούτε και στον εμφύλιο με χαρακτηριστικά που τους έκαναν να ξεχωρίζουν. Υπήρξαν συνθήκες και δράσεις, που ενίσχυσαν τη συλλογική ταυτότητά τους στο χρόνο.
Μέσα από αυτό το πρίσμα θα προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τη συμμετοχή τους με βάση τα αρχεία (εφημερίδες, Διδασκαλικό Βήμα, αρχεία Παιδαγωγικών Ακαδημιών) και τη βιβλιογραφία που υπάρχει, αναδεικνύοντας την κοινωνική καταγωγή, τη συνδικαλιστική διαδρομή, την κοινωνική τους απήχηση και δράση, την πολιτική τους διαδρομή, τη διαχρονική συμμετοχή σε μεγάλα γεγονότα, αλλά και τον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν από την πολιτική εξουσία.
Η 28η Οκτώβρη του 1940, αποτελεί την έναρξη μιας ακόμη «δύσβατης πορείας στο χρόνο» και για την ελληνική κοινωνία. Ακολουθούν οι σκληρές συνθήκες της κατοχής, και η ανάπτυξη της Εθνικής Αντίστασης, κλείνοντας την δεκαετία του ’40 με το βαρύ τίμημα του ελληνικού εμφυλίου.
Σ αυτές τις συνθήκες μέρος της κοινωνίας αποτελούν φυσικά και οι δάσκαλοι. Εργαζόμενοι, που συμμετείχαν στην καθημερινή διαχείριση των προβλημάτων και την επίλυσή τους, με τα μέσα που διαθέτανε ή κυρίως εφευρίσκανε, μέχρι τις διεκδικήσεις για τη βελτίωση της ζωής τους μέσα κι έξω από την τάξη.
Η έναρξη του πολέμου βρίσκει τους δασκάλους στο μέτωπο ως τους «μορφωμένους»1, μαζί με άλλους υπαλλήλους. Πλήθος μαρτυριών, κυρίως αυτοβιογραφικών, αναφέρονται στη συμμετοχή των δασκάλων στα γεγονότα, αλλά κυρίως στην οραματική συνθήκη που υπηρετούσαν. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του δάσκαλου Κ.Θ ΠΕΡΑΙΟΥ2: «Ο Βασίλης Παπανικολάου, δάσκαλος από το Κρίκελο της Ευρυτανίας (σκοτώθηκε μετά την κατοχή) από το Αλβανικό μέτωπο γράφει τα εξής: «…Υπηρετώντας στο σχολείο όλοι αγωνιζόμασταν για να καλυτερέψουμε τη θέση του δασκάλου για να ανυψώσουμε τη λαϊκή παιδεία. Η 4η Αυγούστου σταμάτησε αυτή την προσπάθεια. …».
Στην περίοδο της κατοχής οι δύσκολες συνθήκες επιβίωσης αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό. Η πείνα, οι καταστροφές, ο φόβος, ο θάνατος θα στρέψουν την κοινωνία σε μορφές συλλογικής διαχείρισης και αυτοοργάνωσης της καθημερινότητας. Είναι και αυτές οι συνθήκες που θα γεννήσουν την Εθνική Αντίσταση.
Η δράση των δασκάλων συμβαδίζει με τις ανάγκες του λαού και τους καθημερινούς αγώνες. Έκαναν κινητοποιήσεις για να χορηγηθούν συσσίτια στα σχολεία και συμμετείχαν στις επιτροπές λαϊκών συσσιτίων, προσπάθησαν να λειτουργήσουν όλα τα κλειστά σχολεία. Ίδρυσαν συχνά σχολές αναλφάβητων, συνεργάστηκαν στη σύνταξη, την έκδοση και την κυκλοφορία παράνομων εντύπων διαφόρων αντιστασιακών οργανώσεων, στελέχωσαν τις τοπικές εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις στην προσπάθεια επίτευξης των θεσμών της δικαιοσύνης, της αυτοδιοίκησης, του πολιτισμού, συγκρότησαν κλαδικές συνδικαλιστικές οργανώσεις που εντάσσονταν στην Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή. Τέλος, πάρα πολλοί από αυτούς εντάχθηκαν στα ένοπλα τμήματα της αντίστασης.
Η ΕΠΟΝ, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, ο ΕΔΕΣ, η ΕΚΚΑ και ένα πλήθος άλλων μικρότερων και τοπικού επιπέδου οργανώσεις θα αποτελέσουν την ουσιαστική μορφή εξουσίας στις σκληρές συνθήκες της κατοχής και της αντίστασης. Στην συγκλονιστική αυτή κατάσταση οι δάσκαλοι/ες, αλλά και οι δημόσιοι υπάλληλοι γενικότερα, θα αποτελέσουν πάλι τη ραχοκοκαλιά των προσπαθειών διαχείρισης και επίλυσης των προβλημάτων της καθημερινότητας των ανθρώπων, αλλά και του ένοπλου αγώνα. Από τη μία γνώστες του τόπου, σε άμεση σχέση με τις λαϊκές μάζες, έντονα πολιτικοποιημένοι, με το ιδεολογικό φορτίο που ο μεσοπόλεμος τούς είχε κληρονομήσει και από την άλλη η θέση τους στα τοπικοσυγγενικά δίκτυα.
Ο Άγγελος Ελεφάντης συνδέει μ’ έναν μοναδικό τρόπο την ιστορική συνέχεια που υπάρχει στην κοινωνική παρουσία των δασκάλων από το μεσοπόλεμο μέχρι και τον εμφύλιο, αφήνοντας βέβαια να εννοηθεί η εξελικτική τους πορεία. Λέει λοιπόν: «Οι δάσκαλοι-καπεταναίοι του ΕΛΑΣ, σχεδόν όλοι ήταν μαχητές στην Αλβανία(…) γνώρισαν τις μάχες, τα όπλα, τα στρατηγήματα, τον πόλεμο(…), την πείνα, την ψείρα, τον αντίπαλο, το τραύμα, τον θάνατο. (…)έμαθαν να διοικούν(…). Έμαθαν τον πόλεμο, μέσα στην ιδιόμορφη δημοκρατία του μετώπου(…). Έχω καταμετρήσει(…) καμιά τρακοσαριά καπεταναίους(…) το 32% πριν τον πόλεμο ήταν δάσκαλοι, πρώτοι σε ποσοστό επαγγελματική κατηγορία, (…)Μετά τη Βάρκιζα, αν σ’ ένα αστυνομικό έλεγχο έλεγε κάποιος ότι ήταν δάσκαλος, πήγαινε κατευθείαν μέσα. Άνευ αιτίας για τα περαιτέρω. Ούτε η αστυνομία λάνθανε. (…)»3.
Επίσης σε αρχείο του ΓΕΣ/ΔΙΣ (1 ΓΕΣ-ΔΙΣ, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), Αθήνα 1998, τα 1, σελ 544, 547 ) διαβάζουμε μεταξύ άλλων: «Προτεινόμενα μέτρα […] 3. Τάχιστη εκκαθάρισις του διδασκαλικού κόσμου, δεδομένου ότι μέγα ποσοστόν των εκπαιδευτικών λειτουργών είναι αναρχικοί και αποτελούσιν τη βάσιν πάσης αναρχικής εκδηλώσεως εις την ύπαιθρον και τας πόλεις»4.
Στον εμφύλιο η παρουσία και ο ρόλος τους είναι ανάλογος με αυτόν στην εθνική αντίσταση. Διοικητές στρατιωτικών μονάδων, στρατολόγοι, γνώστες των γεωγραφικών χώρων, κεφαλαιοποιούν επιχειρησιακά την εμπειρία τους, αλλά κυρίως τον κοινωνικό ρόλο που είχαν αποκτήσει όλα τα προηγούμενα χρόνια. Αν θέλουμε να συμπυκνώσουμε τη συνέχεια της συμμετοχής τους στον εμφύλιο, αξίζει να αναφέρουμε την αφήγηση του Τάκη Χατζή όπως αποτυπώνεται στα 1948, ενόψει μιας επιχείρησης στη Μουργκάνα μεταξύ του ΔΣΕ και του Ε.Σ., όπου συμμετέχουν σε ηγετικές θέσεις δύο δάσκαλοι, ο Σπύρος Σκεύης από το Λιά (σκοτώθηκε αργότερα σε μάχες στο Γράμμο) και ο Πετρίτης (Βάης Πολυχρόνης, αργότερα μέλος της Κ.Ε του ΚΚΕ) από τη Ζίτσα Ιωαννίνων. Λέει λοιπόν: «Είναι και οι δυο τους δάσκαλοι που γίνανε πολεμιστές, κι είναι καιρός που πολεμούν μαζί κι ήταν και πολύ πριν μαζί (…) σε δύσκολες ώρες(…)»5. Τέλος σημαντική ήταν η παρουσία τους στην ίδρυση Λαϊκών Διδασκαλείων από το ΔΣΕ. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Λαϊκού Διδασκαλείου Πελοποννήσου που λειτούργησε στα Τρόπαια της Αρκαδίας6, τον Ιούνιο – Ιούλιο του 1948, αλλά και τον Οκτώβρη – Δεκέμβρη του ιδίου έτους. Η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση παίρνει μέτρα για να στηριχθούν από δασκάλους οι περιοχές που έλεγχε ο ΔΣΕ.
Ας προσπαθήσουμε τώρα να φωτίσουμε τις πτυχές που θεωρούμε πως διαμορφώνουν την πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά του κλάδου των δασκάλων μέσα από την κοινωνική καταγωγή, την οικονομική θέση τους στην πυραμίδα της υπαλληλίας, την αντιμετώπισή τους από το κράτος, τη συμμετοχή τους στο συνδικαλιστικό κίνημα και την ιδεολογική σύγκρουση που υπήρξε εντός του κλάδου.
Η κοινωνική καταγωγή
Η αίσθηση που υπάρχει, ότι οι δάσκαλοι προέρχονταν από γεωργικές κυρίως οικογένειες και γενικότερα φτωχά κοινωνικά στρώματα, αλλά και ότι ο «κλάδος», τροφοδοτεί τον «κλάδο», ισχύει σ΄ ένα μεγάλο δείγμα της έρευνας των μητρώων των παιδαγωγικών ακαδημιών με βάση το επάγγελμα του πατέρα που πραγαματοποίησα στα αρχεία του «Μαράσλειου Διδασκαλείου», αλλά και της νεοϊδρυθείσας «Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας», το 1932, της «Ραλλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας», θηλέων Πειραιά, του διδασκαλείου και ιεροδιδασκαλείου Σάμου κατά το Μεσοπόλεμο, καθώς και του Διδασκαλείου και την Παιδαγωγική Ακαδημία Τρίπολης, όπως και του Διδασκαλείου της Σπάρτης.
Το 1932 ιδρύονται οι Παιδαγωγικές Ακαδημίες και λειτουργούν την ακαδημαϊκή χρονιά 1933-1934. Επιλέξαμε αρχικά να δούμε τους πρώτους αυτούς φοιτητές, αφού η εκπαίδευση και συνεπώς η οικονομική και επιστημονική θέση των δασκάλων, θα έδινε δυνητικά άλλες προοπτικές.
Η ηλικία τους κυμαίνεται από 18 μέχρι και 22 ετών. Στα πρώτα ακαδημαϊκά έτη 1933-1934 και 1934-1935 φοιτούν 56 άνδρες και 24 γυναίκες. Εδώ να πούμε ότι δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ δασκάλων και διδασκαλισσών ως προς τη συμμετοχή, άλλωστε η Ζαχαρούλα Ναυπλιώτου είναι μέλος της ΔΟΕ στα πρώτα διοικητικά της συμβούλια, αποτελεί στοιχείο της δυναμικής τους. Από αυτούς οι 18 έχουν πατέρα, γεωργό, οι 13 κτηματία, οι 12 είναι ορφανοί/ες, οι 9 δάσκαλο, οι 3 καθηγητές, οι 3 ιερείς, οι 2 εργάτες, καθώς και από ένας σε διάφορα επαγγέλματα.
Με βάση το επάγγελμα του πατέρα προκύπτει ότι σχεδόν οι μισοί έχουν κοινωνική καταγωγή από γεωργούς και κτηματίες (31 γονείς από τους 80, σχεδόν οι μισοί) κάτι που κάνει φανερή την άμεση επαφή με τη γη. Επίσης πάνω από το 1/10 είναι οι εκπαιδευτικοί, σηματοδοτώντας ότι ένα μέρος του κλάδου «τροφοδοτείται» από τον ίδιο τον κλάδο. Συνολικά παρατηρούμε ότι η κυριαρχία των χαμηλών οικονομικά στρωμάτων είναι συντριπτική, αποτυπώνοντας την ταξική διαστρωμάτωση της καταγωγής των δασκάλων. Αντίστοιχη και χωρίς μεταβολές είναι και η αποτύπωση στην παιδαγωγική ακαδημία της Τρίπολης, καθώς και των διαφόρων τύπων διδασκαλείων που λειτούργησαν κατά το μεσοπόλεμο.
Η γεωγραφική προέλευση
Παρότι θα περίμενε κανείς οι περισσότεροι σπουδαστές/τριες, να αίρουν την καταγωγή τους από την Αθήνα ή κοντινές περιοχές, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Έτσι μόνο το 1/8 και για τα δύο έτη δηλώνεται η καταγωγή τους με βάση τα μητρώα, ως κάτοικοι Αθηνών και κοντινών περιοχών. Ενδεχομένως το μαθητικό δυναμικό να απορροφά η παιδική εργασία στη βιομηχανία.
Στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τρίπολης το 1937 από τους 37 σπουδαστές/στριες που φοιτούν οι 25 είναι από το Νομό Αρκαδίας, ένας δηλώνει καταγωγή από τα Κόσκινα Ευβοίας, ενώ οι υπόλοιποι 11 είναι όλοι από γειτονικούς νομούς της Πελοποννήσου.7
Η μισθολογική τους πορεία
Για τους δασκάλους η μισθολογική καθήλωση μέχρι το 1920 θα αποτελέσει το σημείο ματαίωσης των προσδοκιών από τους Φιλελεύθερους του Βενιζέλου, μεταβάλλοντας και γι’ αυτό τον λόγο τη συνδικαλιστική και πολιτική συμπεριφορά τους, φυσικά μέσα στα πλαίσια της ανάπτυξης του εργατικού κινήματος που θα ανατέλλει σταδιακά, κάτω από την επίδραση των σοσιαλιστικών ιδεών.8 Ο Βενιζέλος έχει διπλασιάσει τους μισθούς στη Β/θμια εκπαίδευση, έχει υποσχεθεί στους δασκάλους την αναβάθμιση, η οποία όμως δεν πραγματοποιείται εξαιτίας του υψηλού κόστους, αφού οι δάσκαλοι είναι πάρα πολλοί. Έτσι ο Π. Πουλιόπολος που προσεγγίζει τους δασκάλους θα δηλώσει: «…μόνο τους δημοδιδασκάλους παρηγκώνισε, (σ.σ. το κράτος) δείχνοντας έτσι κι άλλη μία φορά τις εχθρικές τους διαθέσεις»9.
Η συνδικαλιστική συμπεριφορά
Μέχρι και την εμφάνιση των σοσιαλιστικών ιδεών οι συνδικαλιστικές τάσεις είναι μέρος των πολιτικών και κομματικών αντιλήψεων. Οι κύριες διεκδικήσεις έχουν πρωτίστως συντεχνιακά χαρακτηριστικά και αναφέρονται σε επιμέρους ζητήματα. Οι συνδικαλιστές είναι συνήθως εκφραστές και των κομματικών σχηματισμών. Μετά το 1920 η κατάσταση παίρνει περισσότερο πολιτικά χαρακτηριστικά, είναι έντονη η παρουσία των «δεξιών», αλλά και η άνοδος των αριστερών που μάλλον καταφέρνουν να συσπειρώσουν αργότερα μεγάλο μέρος του βενιζελικού χώρου.
Χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι η έντονη πολιτικοποίηση και η προσπάθεια ταξικού προσανατολισμού από την αριστερά του Μεσοπολέμου, βάζοντας πλέον τις διεκδικήσεις σε δρόμους οραματικούς, απογυμνωμένους από μεγαλοϊδεατισμούς και εθνικές ιδέες.
Η επίδραση των σοσιαλιστικών ιδεών, από τη μια και η καθαρή πλέον έκφραση του συντηρητικού ιδεολογικού μπλοκ από την άλλη όπως διαμορφώνεται και εκφράζεται μέσα στον κλάδο από τον πρώτο πρόεδρο της ΔΟΕ Αντώνη Καραγιάννη και το περιοδικό «ΕΡΜΗΣ», που ο ίδιος εκδίδει, αποτελούν τις βαθιές διαχωριστικές πολιτικές γραμμές.
Κατά την περίοδο από το 1922 μέχρι και το 1925 φαίνεται πως έρχονται σε επαφή με το δυναμικό κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών, αφού αυτό αναπτύσσεται κυρίως στις γεωργικές περιοχές.
Η συνδικαλιστική τους πορεία θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο περιόδους: Η πρώτη που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «πρώιμη», αφού κινείται σε επίπεδο συντεχνιών κυρίως, ενταγμένων μέσα σε πλαίσια εθνικά και δίχως πολιτικό προσανατολισμό, συχνά υπηρέτη των φορέων εξουσίας, και η δεύτερη που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ώριμη» και ξεκινά με την ίδρυση της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας το 1921 και έχει πλέον τα πολιτικά χαρακτηριστικά και τους ανάλογους πολιτικούς προσανατολισμούς με έντονο το συγκρουσιακό πνεύμα.
Ο «πολιτικός διχασμός» του κλάδου θα βασιστεί σε δύο κυρίως δίπολα, σε αυτό μεταξύ δημοτικής και καθαρεύουσας, αλλά και στο κομμουνισμός – αντικομμουνισμός. Αν στο πρώτο τα πράγματα είναι πιο ελαστικά, αφού κάλλιστα το μπλοκ των δημοτικιστών συσπειρώνει ευρύτερες μάζες από δασκάλους με διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες, στο δεύτερο τα πράγματα είναι πιο καθαρά.
Την εκδοχή αυτή στα αντίστοιχα ιστορικά του πλαίσια συναντάμε στον «Ερμή», σε άρθρο του Αντώνη Καραγιάννη «Περί Ιδανικών» όπου διαβάζουμε: «…Βεβαίως ο σοβιετισμός δεν θα σταθή ως κοινωνικόν σύστημα δια τας εξωφρενικάς ακρότητας και δια την κατάλυσιν όλων των παλαιών αξιών»10.
Είναι λοιπόν αυτός ο «πολιτικός διχασμός» που οδηγεί στη διάσπαση της ΔΟΕ, όταν η δεξιά πτέρυγα αποχωρεί το 1927 και κυριαρχεί η Αριστερή Παράταξη των δασκάλων, μια δυναμική μειοψηφία που βασίζεται στις συμμαχίες κομμουνιστών με σοσιαλιστές. Το διχασμό αυτό περιγράφει με ιδιαίτερη σαφήνεια ο Χάρης Αθανασιάδης λέγοντας: «Ο βαθύτατος διχασμός του κλάδου καταγράφηκε επίσης το φθινόπωρο του 1927, όταν οι τοπικοί διδασκαλικοί σύλλογοι κλήθηκαν να επιλέξουν στρατόπεδο.»11.
Είναι τέτοια η συνδικαλιστική παρουσία που το 1929 ο Γ. Παπανδρέου ως υπουργός παιδείας ταυτιζόμενος με το πνεύμα του «ιδιώνυμου αδικήματος» θα πει: «Οι δάσκαλοι, οι οποίοι δεν συμφωνούν, δικαιούνται βεβαίως να διατηρούν τας πεποιθήσεις των, αλλά όχι και τας θέσεις τους»12 και αλλού «Ημείς προκειμένου περί δασκάλων προχωρούμεν πέραν του ιδιωνύμου. Το ιδιώνυμον προς τιμωρίαν ζητεί “προπαγάνδα κομμουνιστικών ιδεών”, ενώ το υπουργείον για την απόλυσιν των διδασκάλων αρκείται εις την ύπαρξιν κομμουνιστικού φρονήματος»13.
Το 1930 η κατάσταση στην εκπαίδευση περιγράφεται μέσα από το Διδασκαλικό Βήμα με τα μελανότερα γράμματα. Μεγάλες συγκεντρώσεις και απεργίες που έγιναν το 1931 και το 1932, αναγκάζουν κύκλους του Κονδύλη να ομολογούν ότι «γέμισε η Ελλάδα κομμουνιστές δασκάλους».
Στις 4 Αυγούστου, παραμονές μεγάλης εργατικής απεργίας, ο Μεταξάς κηρύσσει τη δικτατορία με πρόσχημα τις ταραχές και τον κομμουνιστικό κίνδυνο που απειλεί την πατρίδα. Είναι η περίοδος που η ΔΟΕ θα κηρυχθεί παράνομη και η εγκύκλιος του Υπουργού Παιδείας Κ. Γεωργακόπουλου στις 17 Οκτωβρίου θα λέει μεταξύ άλλων: «(…) Και ενώ τα πολιτικά κόμματα ησχολούντο με την αναρρίπισιν των παθών και την καλλιέργειαν του μίσους μεταξύ των Ελλήνων, ύπουλος εχθρός, ο Κομμουνισμός, ελλοχεύων και μετά σατανικής μεθοδικότητας ενεργών, προσεπάθει να διαφθείρει την εθνικήν συνείδηση και να παρασκευάση την επιβολήν της ερυθράς αναρχίας. (…)αι συνειδήσεις των διδασκάλων διεφθείροντο και το σχολείον εχρησιμοποιείτο, ουχί σπανίως, ως μέσον προπαρασκευής της κομμουνιστικής επιβολής. (…). Εις αριθμόν είσθε οι περισσότεροι από κάθε άλλην κατηγορίαν Κρατικών λειτουργών. Είσθε επί πλέον τοποθετημένοι και εις τους πλέον μεμακρυσμένους και εις τους πλέον ολιγανθρώπους συνοικισμούς της Πατρίδας. (…)»14.
Οι δάσκαλοι διαχρονικά δέχθηκαν μεγάλη πίεση από την κρατική εξουσία για να υλοποιήσουν τις εκάστοτε κρατικές πολιτικές σε πολλά επίπεδα, πιεζόμενοι μέσα από το σύστημα ποινών, μεταθέσεων, αποσπάσεων και διορισμών. Βρέθηκαν κοντά στους ανθρώπους, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία υπαλλήλων, αφού για λόγους κοινωνικής καταγωγής μιλούσαν την ίδια γλώσσα και φυσικά βρίσκονταν τοποθετημένοι «εις τους πλέον μεμακρυσμένους και εις τους πλέον ολιγανθρώπους συνοικισμούς της Πατρίδας.». Είναι αυτοί που συναντάμε συχνά στον κινηματογράφο, στην ποίηση και τη λογοτεχνία.
* Το άρθρο αποτελεί μέρος της διατριβής μου στο ΠΜΣ, η οποία διερευνά την ιστορική διαδρομή του κλάδου από το Μεσοπόλεμο και μέχρι τον εμφύλιο, όχι ως μια διαφορετική-ξεχωριστή εργασιακή ομάδα, αλλά ως μέλη της ελληνικής κοινωνίας που παθαίνουν, ενεργούν, διαμορφώνονται πολιτικά και εξελίσσονται, μέσα στις πολιτικές συνθήκες του μεσοπολέμου, συμμετέχοντας ΚΑΙ στους εργατικούς αγώνες.
* Όταν δημοσιευόταν το άρθρο, ο Σταύρος Καλλώνης ήταν δάσκαλος στο 8ο Δ. Σχ. Περάματος και μέλος του Δ.Σ. της ΔΟΕ, εκπρόσωπος των Παρεμβάσεων.
- Γ. Μαργαρίτης, «Προαγγελία Θυελλωδών ανέμων. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ» εκδ. Βιβλιόραμα, Αθήνα 2009, σελ.141.
- Περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» Αντίσταση τ.- (προσωπικό αρχείο).
- Αρχειοτάξιο, τεύχος 6, σελ. 150-155.
- ΓΕΣ-ΔΙΣ, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), Αθήνα 1998, τ. 1, σελ 544, 547.
- Τ. Χατζής, «Μουργκάνα». Εκδ, Σύγχρονη Εποχή.
- ΛΑΪΚΟ ΔΙΑΔΑΣΚΑΛΕΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ, Η παιδαγωγική Ακαδημία που λειτουργεί στις ελεύθερες περιοχές. Δεύτερη έκδοση. Επιτροπές Περιοχής Πελοποννήσου & Δυτικής Ελλάδας του ΚΚΕ 2016.
- Αρχείο Παιδαγωγική Ακαδημίας Τρίπολης.
- Χ. Νούτσος «Πνεύμα στασιαστικόν», Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΗΜΟΔΙΔΑΣΚΑΛΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ (1920), Εκδ. ΠΑΠΑΖΗΣΗ σελ.24.
- Διδασκαλικό Βήμα. Έτος Α. αριθ. 1, 1 Ιανουαρίου 1920, σελ.5
- Περιοδικό «Ερμής», Αθήνα 29 Νοεμβρίου 1930, έτος ΙΑ, Αριθ. Φύλ. 438.
- Χ. Αθανασιάδης, περιοδικό «Παιδεία» τ. 10 «Οι δάσκαλοι της «Αντίδρασης» (1923-1930).
- Ριζοσπάστης 30/4/89.
- Στο ίδιο.
- Αριθ. Εγκυκλίου 413, Περίληψης «Περί των έργων των εκπαιδευτικών λειτουργών» Αριθ. Πρωτ. 76854. Εν Αθήναις 17 Οκτωβρίου
* Στην κεντρική φωτογραφία: κομμουνιστές δάσκαλοι στην Ακροναυπλία. Στο κέντρο ο Δημήτρης Γληνός.
e-prologos.gr