Ο Gil Scott-Heron το 1971 τραγούδησε για πρώτη φορά ότι η επανάσταση δεν θα είναι μια χορηγία της Xerox, δεν θα έχει καλύτερη γεύση με μια Coca Cola, και σε κάθε περίπτωση δεν θα μεταδοθεί τηλεοπτικά. Σήμερα, αν είναι να πιστέψουμε την τελευταία καμπάνια της Nike, η επανάσταση θα έχει ραμμένο το λογότυπό της.
Στις αρχές Οκτωβρίου του 2017, ο Colin Kaepernick, παίκτης του πρωταθλήματος αμερικανικού ποδοσφαίρου, κατά τη διάρκεια ακρόασης του εθνικού ύμνου, θέλοντας να διαμαρτυρηθεί για την κοινωνική αδικία και αστυνομική βία, αντί να τοποθετήσει το δεξί του χέρι στην καρδιά, γονάτισε. Περίπου ένα χρόνο αργότερα, ο ίδιος αθλητής, ο οποίος έχει αποπεμφθεί από το πρωτάθλημα λόγω αυτής της ενέργειας, ανάρτησε στο λογαριασμό του στο twitter μια ασπρόμαυρη εικόνα του προσώπου του – τα μάτια του στραμμένα πάνω μας: “Πίστεψε σε κάτι, έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι μπορεί να θυσιάσεις τα πάντα”. Από κάτω, το λογότυπο της Nike. Η εκστρατεία γιορτάζει την 30ή επέτειο του δημοφιλέστερου εταιρικού, αθλητικού σλόγκαν just do it.
Είναι λοιπόν η σύμπραξη Nike-Kaepernick έκφραση του ακτιβισμού του 21ου αιώνα ή απλά μια ακόμη περίπτωση ενσωμάτωσης ριζοσπαστικών αναζητήσεων;
Είναι βέβαιο ότι η Nike δεν είναι αυτή που δημιούργησε τον αθλητικό ακτιβισμό αλλά αυτή που τον εκμεταλλεύεται. Ζούμε σε μια εποχή όπου αθλητές της μαύρης κοινότητας, διαφορετικών αγωνισμάτων, δείχνουν αλληλέγγυοι μεταξύ τους, μετά από πολλά χρόνια. Ο μπασκετμπολίστας LeBron James συγχαίρει το δρομέα Caster Semenya και ο Colin Kaepernick την τενίστρια Serena Williams. Ο James και η Williams -οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, συνδέονται και αυτοί με τη Nike, εμπορικά- έχουν υποστηρίξει ανοικτά τη στάση του Kaepernick.
Η Nike μπορεί να ενισχύει αυτή τη στάση, αλλά πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι κάτι τέτοιο είναι προς το οικονομικό της συμφέρον. Το κοινό της, εμφανώς διαφοροποιημένο από προηγούμενες δεκαετίες, είναι κατά τα 2/3 Αφροαμερικανοί κάτω των 35 χρόνων. Ανεξάρτητα από την πτώση της χρηματιστηριακής της αξίας, τη μέρα της ανακοίνωσης της εκστρατείας αυτής, η επιλογή του Kaepernick ως κεντρικού της προσώπου αποτελεί μια έξυπνη και μακροπρόθεσμη επιχειρηματική κίνηση. Η αντίδραση από τμήμα της αμερικανικής, και όχι μόνο, κοινωνίας ήταν αντίστοιχα προβλέψιμη. Τα hashtags #BoycottNike και #JustBurnIt πολιόρκησαν το twitter, καθώς αυτό γέμισε με βίντεο συντριπτικά λευκών Αμερικανών, κυρίως οπαδών του Trump, να καίνε παπούτσια της Nike, δηλώνοντας σε ένα πλαίσιο εθνικιστικού μιλιταρισμού ότι οι πραγματικοί ήρωες βρίσκονται στην Falluja και στην Helmand. Ο ίδιος ο Trump, βέβαια, δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από μια τέτοια διαμάχη. Με δήλωσή του ανέφερε ότι «Όπως και το πρωτάθλημα αμερικανικού ποδοσφαίρου, η δημοτικότητα του οποίου έχει πέσει στα αζήτητα, έτσι και η Nike καταστρέφει τον εαυτό της από το θυμό που προκάλεσε». Κάτι τέτοιο, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται: οι πωλήσεις της έχουν εκτοξευθεί.
Με την υπογραφή του Kaepernick, ο οποίος αποδεικνύεται ότι είχε διατηρήσει τη συμφωνία του με την εταιρεία παρά το γεγονός ότι δεν αγωνιζόταν, η Nike συνέχισε τη παράδοσή της να εμφανίζεται ριζοσπαστική, την ίδια στιγμή που οι πρακτικές της αντιπαρέρχονται εμφανώς τα προοδευτικά της διαπιστευτήρια. Όπως δήλωσε ο δημοσιογράφος Dave Zirin: «Η Nike χρησιμοποιεί εύστοχα την εικόνα της εξέγερσης για να πουλήσει τα προϊόντα της, αλλά την ίδια στιγμή την απογυμνώνει από το πραγματικό της περιεχόμενο». Σε όλη αυτή τη συζήτηση, έχει επισκιαστεί το γεγονός ότι η Nike, μια εταιρεία με 300 εργοστάσια σε 40 χώρες, έχει, όπως είναι αναμενόμενο, μακρά ιστορία παραβίασης εργασιακών δικαιωμάτων.
Ο Kaepernick συχνά επικαλείται την ιστορία και την κληρονομιά της ριζοσπαστικής παράδοσης Αφροαμερικανών αθλητών. Αλλά αυτή η παράδοση θεμελίωσε την κριτική της ενάντια στη λευκή υπεροχή μέσω της κατανόησης του τρόπου με τον οποίο ο καπιταλισμός ασκεί εξουσία, και, παράλληλα, μέσω της προώθησης ιδεών που έχουν αναφορά στο σοσιαλισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Kaepernick πρέπει απαραίτητα να κατηγορηθεί ή να θεωρηθεί ανειλικρινής σε σχέση με τις προθέσεις του. Έχει υποφέρει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον αθλητή τον τελευταίο καιρό. Παρόλα αυτά πρέπει να αναγνωρίσουμε τους περιορισμούς οποιασδήποτε ριζοσπαστικής στάσης, είτε στον αθλητισμό είτε ευρύτερα, η οποία δεν συνδέεται με μια ουσιαστική κριτική του καπιταλισμού. Είναι επίσης μια ακόμη υπενθύμιση ότι ο σύγχρονος καπιταλισμός μπορεί να αγκαλιάσει, ακόμη και να προωθήσει μια φαινομενικά αντισυστημική, κομψή ρητορική, εφόσον αυτή δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την ιδεολογία του.
Την ίδια στιγμή, οι πιέσεις στους μαύρους αθλητές και σε όσους στέκονται αλληλέγγυοι με αυτούς είναι ιδιαίτερα έντονες. Οι θυσίες τους είναι πραγματικές. Εκείνοι που έχουν το
θάρρος να μιλήσουν εναντίον του status quo, το κάνουν σε μια εποχή όπου είναι βέβαιο ότι ο ίδιος ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών θα τους επιτεθεί προσωπικά, όπως επιτίθεται σε οποιονδήποτε δεν υποτάσσεται σε ένα ρηχό πατριωτισμό. Το ερώτημα είναι κατά πόσο όσοι έχουν πάρει γενναία θέση ενάντια στην κοινωνική αδικία είναι επίσης πρόθυμοι να πάρουν θέση και για τις συνθήκες οικονομικής εκμετάλλευσης που την εντείνουν. Για όσους αθλητές θέλουν να το κάνουν, η συγκυρία είναι περισσότερο από ευνοϊκή.
Πρόδρομος Π.
Το άρθρο είναι δημοσιευμένο στο περιοδικό Πορεία που μόλις κυκλοφόρησε.
Πηγή: poreia.net
e-prologos.gr