Γιώργος X. Παπασωτηρίου
Ο σερβιτόρος στο νερό, η χαμένη αξιοπρέπεια, η εργοδοτική μαφία, οι ξεδιάντροποι καταναλωτές στις πλωτές ξαπλώστρες, η ντροπή που ξεπλένεται με το παχυλό φιλοδώρημα.
Το φιλοδώρημα όμως δεν είναι παίξε-γέλασε. Στην Καταλωνία το 1936, το είχαν απαγορεύσει με νόμο:
«Οι σερβιτόροι και οι υπάλληλοι σε κοίταζαν στα μάτια και σε αντιμετώπιζαν σαν ίσο τους. Οι δουλοπρεπείς εκφράσεις, ακόμα κι οι τυπικότητες, είχαν προσωρινά εξαφανιστεί. Κανείς δεν έλεγε «σενιόρ» ή «Δον» ή «εσείς». Όλοι αποκαλούσαν όλους «σύντροφε», χρησιμοποιούσαν τον ενικό… Το φιλοδώρημα ήταν απαγορευμένο με νόμο… τα ανθρώπινα όντα προσπαθούσαν να συμπεριφερθούν σαν ανθρώπινα όντα…»*.
Ναι, το φιλοδώρημα ήταν απαγορευμένο με νόμο!
Αλλά η απώλεια της αξιοπρέπειας δεν είναι αποτέλεσμα μόνο του φιλοδωρήματος, αλλά ενός συστήματος σχέσεων εξουσίας που είναι διεσπαρμένες παντού: στη δουλειά, στη σχέση εργαζόμενου-εργοδότη, στη σχέση εργαζόμενου-πελάτη, στις ομάδες, στις οικογενειακές σχέσεις, στην πατριαρχική σχέση άντρα-γυναίκας, στην παρέα, στις συλλογικότητες…
Η ανώτατη εξουσία όμως είναι αυτή που μπορεί να πραγμοποιεί την ανθρώπινη ύπαρξη, να μετατρέπει τον εργαζόμενο από υποκείμενο σε αντικείμενο-πράγμα. Είναι αυτή που επιβάλει την μη προστασία των εργαζομένων, την εκμετάλλευσή τους σε “νομοθετικό κενό”. Δεν υπάρχει «νομική απαγόρευση» για τον «σερβιτόρο στο νερό» είπε ο υπουργός Εργασίας. Άρα όλα είναι νόμιμα και καλώς καμωμένα!
Αλλά όταν μιλάμε για αξιοπρέπεια (όλοι μιλούν γι’ αυτή), τι εννοούμε;
Η «αξιοπρέπεια» του σερβιτόρου είναι η αναγνώρισή του ως ανθρώπινου υποκειμένου. Ο εργαζόμενος δεν επαιτεί (φιλοδώρημα) αλλά απαιτεί την ανταμοιβή της εργασίας του που θα του επιτρέπει να ζει αξιοπρεπώς. Και πρώτο βήμα της αναγνώρισης της αξιοπρέπειας είναι η κατάργηση του φιλοδωρήματος, η κατάργηση της αντιμετώπισής του ως συμπλήρωμα του μισθού και κάποτε ως ο μόνος «μισθός».
Αξιοπρέπεια, επίσης, είναι ο εργαζόμενος να ασφαλίζεται και να μην τον βάζουν στο ψυγείο με τα κρέατα όταν καίγεται από το λάδι! Αξιοπρέπεια είναι η εργασία των πέντε ημερών και των 40 ωρών και όχι η αδιάκοπη εργασία επί επτά ημέρες συνεχώς, αξιοπρέπεια είναι να μπορείς να γυρίζεις το βράδυ στα παιδιά σου…
Τι κάνουμε;
Είναι αλήθεια πως στην πολλαπλότητα των σχέσεων εξουσίας και των σχέσεων υποταγής και καταπίεσης, υπάρχει και μία πολλαπλότητα αντιστάσεων, και καθεμιά από αυτές αποτελεί ειδική περίπτωση. Ο Όργουελ αναφέρει την επίπληξη που δέχτηκε από τον Καταλανό ξενοδόχο όταν προσπάθησε να δώσει φιλοδώρημα σε εργαζόμενο.
«Η κραυγή μας», σημειώνει ο Holloway**, «μεταφράζεται σε μια πολλαπλότητα κραυγών», σ’ ένα σύμπλεγμα αντίστασης, που μετατοπίζεται συνεχώς, σε μία ετερογένεια συγκρούσεων και ανταγωνισμών, που αντιστοιχούν σε χιλιάδες μορφές αντίστασης και όχι μόνο στην κυρίαρχη δυαδική αντιπαράθεση: κεφαλαίου-εργασίας. Αυτή η «κραυγή» είναι η πιο δυνατή και προεξάρχει όλων των άλλων, γιατί σήμερα, η ανεργία, η φτώχεια, η επισφαλής εργασία, το ξεσπίτωμα και η εξαθλίωση των εργαζομένων, γενικά η κραυγή απέναντι στην εργοδοτική βαρβαρότητα είναι η πρωταρχική κραυγή, η βασική αντίσταση.
Η κραυγή μας για την κατάλυση της ανθρωπιάς, για την ταπείνωση του Προσώπου, για την αφαίρεση της αξιοπρέπειας σημαίνει, συγχρόνως, την προβολή μιας συγκεκριμένης ανθρωπιάς, που σημαίνει τη χειραφέτηση και την υπέρβαση της ξενότητας και της ξένωσης, σημαίνει τη συνάντηση με τους Άλλους, σημαίνει την ενεργό αγωνιστική αλληλεγγύη.
Η Αριστερά δεν χρειάζεται μόνο «αφήγηση», χρειάζεται κυρίως το συλλογικό πράττειν, χρειάζεται την οργάνωση των «κραυγών», των αντιστάσεων, τη δημιουργία σχέσεων συντροφικότητας, αλληλεγγύης, αγάπης, προεικονίζοντας έτσι το είδος της κοινωνίας που επαγγέλλεται.
Και μπορεί να γίνει «πόλος ανάγκης», όταν μέσα από τους αγώνες που θα οργανώνει, θα μπορούν οι τσακισμένοι εργαζόμενοι-αντικείμενα να βρίσκουν προστασία και να επανασυστήνουν το θρυμματισμένο Πρόσωπό τους, να ξαναβρίσκουν την αξιοπρέπειά τους. Και τότε να μπορούν να λένε:
«…ο πόνος που μας ένωνε μας έκανε να μιλήσουμε, και καταλάβαμε πως στις λέξεις μας υπήρχε αλήθεια,… καταλάβαμε πως υπάρχει ακόμη ελπίδα στην καρδιά μας. Μιλήσαμε με τον εαυτό μας, κοιτάξαμε μέσα μας και κοιτάξαμε την ιστορία μας: Είδαμε τους πιο αρχαίους προγόνους μας να υποφέρουν και να αγωνίζονται, είδαμε τους παππούδες μας να αγωνίζονται, είδαμε τους πατεράδες μας με οργή στα χέρια τους, είδαμε πως δεν μας είχαν αρπάξει τα πάντα, πως ακόμη είχαμε το πιο πολύτιμο, αυτό που μας έκανε να ζούμε, αυτό που έκανε το βήμα μας να υψώνεται πάνω από τα φυτά και τα ζώα…. Και είδαμε, αδέρφια, πως αυτό που είχαμε ήταν η ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ… και η αξιοπρέπεια ήρθε πάλι να κατοικήσει στην καρδιά μας, και είμαστε πάλι καινούργιοι. Και οι νεκροί, οι νεκροί μας, είδαν πως ήμαστε και πάλι καινούργιοι και μας κάλεσαν πάλι στην αξιοπρέπεια, στον αγώνα» (υποδιοικητής Μάρκος).
*Τζ. Όργουελ, Προσκύνημα στην Καταλωνία, Διεθνής Βιβλιοθήκη
πηγή: artinews.gr
e-prologos.gr