Το Εθνικό Συμβούλιο για τις Γερμανικές Επανορθώσεις, σε συνεργασία με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας (ΑΣΟΕ) και στο αμφιθέατρό του, πριν από λίγα χρόνια είχε οργανώσει  συνέδριο  με γενικό θέμα «Οι οφειλές της Γερμανίας στην Ελλάδα».

Ενα από τα επιμέρους θέματα του συνεδρίου ήταν και «Οι διεκδικήσεις των αρχαιοτήτων που προέρχονται από κλοπές και παράνομες ανασκαφές των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής», με εισηγητή τον Κώστα Τουμασάτο (μέλος της Γραμματείας του Εθνικού Συμβουλίου).

Καθώς το θέμα αυτό είναι άγνωστο στον ελληνικό λαό, αξίζει να δημοσιεύσουμε την εισήγηση του Κώστα Τουμασάτου, «καρπό» κοπιώδους έρευνας του ίδιου.
Τύχη αγαθή, που το συνέδριο παρέχει τη δυνατότητα να προβάλει και το θέμα της επιστροφής των αρχαιοτήτων, που περιήλθαν στην κατοχή του Γερμανικού Δημοσίου και σε ιδιωτικές συλλογές με κλοπές και παράνομες ανασκαφές, που πραγματοποίησαν τα στρατεύματα κατοχής, καθώς και της αποζημίωσης για τις ζημιές που προκάλεσαν στις αρχαιότητες στη διάρκεια της κατοχής.
Το θέμα αυτό είναι άγνωστο στον ελληνικό λαό. Τόσο στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, όπως και μετά την απελευθέρωση, οι 16 έφοροι και 11 επιμελητές αρχαιοτήτων, οι αρχαιολόγοι που ανήκαν σε επιτροπή του ΕΑΜ Αρχαιολόγων, προπάντων οι εξέχοντες Χρήστος Καρούζος (ακαδημαϊκός, διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου) και ο Μαρίνος Καλλιγάς(έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, κατόπιν διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης) και βέβαια ο λαός με την ένδοξη ΕΑΜική αντίσταση, υπό το κράτος ύβρεων, απειλών, περιφρόνησης και κινδύνου της ζωής τους, όσο ήταν δυνατόν διαφύλαξαν και προστάτευσαν τις αρχαιότητες και τα ιστορικά μνημεία μας. Η Αρχαιολογική Υπηρεσία αναγκάστηκε να καταστρέψει έργο που γενιές Ελλήνων αρχαιολόγων δημιούργησαν. Εννοώ, κυρίως, τη διάλυση των μουσείων και την ταφή των αρχαιοτήτων στη γη, σε κρύπτες, θησαυροφυλάκια, σπηλιές. Η Ελλάδα βρέθηκε ξαφνικά χωρίς τις αρχαιότητές της και οι έφοροι και επιμελητές των αρχαιοτήτων διοικούσαν άδεια μουσεία ή χώρους, για τους οποίους οι αποφάσεις τους ελέγχονταν, εγκρίνονταν ή απορρίπτονταν από τον κατακτητή.

Ναζιστική «προστασία της Τέχνης» = αρπαγή

Με την έκρηξη του πολέμου, το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο στην Ελλάδα, συνέχισε τις εργασίες του, όπως και προπολεμικά. Διευθυντής του ήταν ο αρχαιολόγος Βάλτερ Μπρέντε, φανατικός ναζί, βαθμοφόρος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, με το βαθμό του τοπικού αρχηγού για την Ελλάδα, που μεριμνά του ήταν η εξυπηρέτηση των σκοπών του κατακτητή. Τα στρατεύματα κατοχής, αμέσως μετά την εισβολή τους, δημιούργησαν ειδική στρατιωτική «υπηρεσία προστασίας της τέχνης»! Προϊστάμενος αυτής της υπηρεσίας ορίστηκε ο αρχαιολόγος – συνταγματάρχης Χανς Ούρλικ φον Σκόνεμπεργκ, ο οποίος ασχολήθηκε ειδικά με τα ρωμαϊκά μνημεία της Θεσσαλονίκης.
Ο αείμνηστος Χρήστος Καρούζος, σε συνέντευξή του, υπογραμμένη με τα αρχικά Μ.Α.Β., στο περιοδικό «ΜΕΝΤΩΡ» της Αρχαιολογικής Εταιρείας (16 Ιουνίου 1945), αναφέρει για τους σταυρωτήδες Γερμανούς αρχαιολόγους: «Μόλις μπήκαν οι Γερμανοί, οι αρχαιολόγοι τους απαιτήσανε πρώτα – πρώτα να ανοίξουμε αμέσως τα μουσεία, λέγοντας στην αρχή πως ο πόλεμος τελείωσε πια, ύστερα πως τα αρχαία θα πάθουν κρυμμένα, ύστερα πως στον πόλεμο οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να καταφεύγουν στην τέχνη. Η επίμονη αντίσταση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας μας εγλύτωσε τα σπουδαιότερα μουσεία μας από την καταστροφή και τη λεηλασία. Γιατί όπου βρήκαν ευκαιρία, όχι πολύ συχνά ευτυχώς, τα έκαμαν και τα δύο. Πέτυχαν να ανοίξουν το Μουσείο του Κεραμικού, που το είχαν κάμει αυτοί: Σε λίγες μέρες Γερμανοί αξιωματικοί έκλεψαν μπροστά στα μάτια του Γερμανού αρχαιολόγου, που τους οδηγούσε, έναν ωραίο πήλινο αρχαϊκό πίνακα, με παράσταση πρόθεσης του νεκρού. Σε διάφορα άλλα επαρχιακά Μουσεία (Μέγαρα, Θήβα, Χαιρώνεια, Τανάγρα, Αλμυρό, Λάρισα, Βέροια, Θέρμο, Κόρινθο, Αργός, Δήλο, Σίφνο, Κνωσό, Χανιά, Σάμο), Γερμανοί και Ιταλοί, αφού μπήκαν ή εγκαταστάθηκαν στα μουσεία, αλλού έσπασαν βιτρίνες και αποθήκες, αλλού έκαψαν την ξυλεία, αλλού πήραν ό,τι αρχαία μπόρεσαν. Οι φύλακές μας στάθηκαν όλοι, σχεδόν, αξιοθαύμαστα πιστοί στο καθήκον τους, με κίνδυνο όχι μόνο της δικής τους ζωής, αλλά και όλου του σπιτιού τους. Μερικά έπαθαν ανεπανόρθωτες καταστροφές για να κάμουν αυτοί τα “απόρθητα” οχυρώματά τους (Βασιλικός τάφος Κνωσού, Ακρόπολη Ασίνης, βωμός ανακτόρου Τίρυνθος, Ναός Ποσειδώνος – Σούνιο, ανατίναξη του Λαβυρίνθου της Γύρτυνος, του μινωικού βασιλικού τάφου των Ισοπάτων, τείχη του Κόνωνος). Η Αρχαιολογική μας Υπηρεσία δεν άφησε καμία ευκαιρία που να μην απευθυνθεί στη στρατιωτική τους “υπηρεσία προστασίας της τέχνης” και να τους καταγγείλει, με σπάνια παρρησία και με πολύ έντονα έγγραφα, τα εγκλήματα τους. Οι αρχαιολογικοί σταυρωτήδες, όμως, που υπηρετούσαν εκεί μόνη έγνοια είχαν το πώς θα γλιτώσουν το μέτωπο. Η γενναιότητά τους ξεθύμαινε με έγγραφα απερίγραπτης τραχύτητας και θρασύτητας, με τα οποία κατά κανόνα έριχναν πάντα την ευθύνη στους Ελληνες και φοβέριζαν τους αρχαιολογικούς μας υπαλλήλους για τη δυσφήμιση του στρατού κατοχής. Αρκετοί φύλακες φυλακίσθηκαν και βασανίστηκαν, επειδή είχαν τολμήσει να κάμουν τέτοιες καταγγελίες. Ας αφήσουμε τις παράνομες λαθραίες ή τις φανερές ανασκαφές τους».

Πλήθος λαθρανασκαφές

Ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής: Τη γενική διεύθυνση των ανασκαφών στην Κρήτη είχε ο αρχαιολόγος Φ. Μετζ. Το 1942 ανασκαφές έγιναν: στο σπήλαιο του ακρωτηρίου Κυάμου, κοντά στο μοναστήρι Γουβερνέτου, από τον αρχαιολόγο Ουλφ Τζάντζερ, ο οποίος στο λεγόμενο Κουμαρόσπηλιο βρήκε πολλά όστρακα νεολιθικής, μυκηναϊκής, ρωμαϊκής και μεσαιωνικής περιόδου. Στην επαρχία Αμαρίου του νομού Ρεθύμνης, στις θέσεις Θρόνος και Μοναστηράκι, ο αρχαιολόγος Ε. Κίρστεν βρήκε αγγεία, μερικά από τα οποία μεταφέρθηκαν στο Μουσείο Χανίων. Στο Σπάθα, αρχαίο Δικτύνναιον, στο Ναό της Δικτύννης Αρτέμιδος, αρχαιότητες βρήκαν οι αρχαιολόγοι Βέλτερ και Ουλφ Τζάντζερ, και στη θέση της αρχαίας πόλης Απτέρας ή Απτέρων ο αρχαιολόγος Ντρέρουπ. Αλλες ανασκαφές έγιναν στις περιοχές Αποδαύλου, στην πόλη Χανίων, στο Ακρωτήρι Τιτύρου (νομού Χανίων), με διεύθυνση των Γερμανών αρχαιολόγων Ε. Κίρστεν, Κ. Γκρούτμαν, Ντρέρουπ, Τζάντζερ, Βέλτερ. Στην Κνωσό ο στρατηγός Ρίνγκελ διέταξε και έκαναν δεκαήμερες ανασκαφές οι αρχαιολόγοι Α. Σκιόργκεν Ζόρφερ και Τζάντερ. Κανένα από τα ευρήματα δε δόθηκε στις αρμόδιες ελληνικές αρχές. Στο Απεσωκάρι Μεσάρας Κρήτης, το φθινόπωρο του 1942, με εντολή του Σκόνεμπεργκ έγιναν δίμηνες, περίπου, ανασκαφές, που απέβλεπαν στην αποκάλυψη κυκλικού τάφου και μινωικού συνοικισμού. Είναι άγνωστο αν όσα αντικείμενα παραδόθηκαν στην Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία ήταν όλα τα ευρήματα. Στην Αίγινα το καλοκαίρι του 1941 ο Γερμανός αρχαιολόγος Βάλτερ ανέσκαψε χώρο κοντά στο ναό της Αφροδίτης, απαγορεύοντας την παρουσία Ελλήνων. Τα ευρήματα δεν έγιναν γνωστά. Στη Χαλκίδα στα 1941 – 1942 οι Γερμανοί αρχαιολόγοι Λάουφερ και Χάρντερέκαναν ανασκαφές. Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και έμειναν άγνωστα.
Γερμανοί αρχαιολόγοι πραγματοποίησαν ανασκαφές και σε σπήλαιο της Κωπαΐδας. Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στη Γερμανία και στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, στην Αθήνα. Στην Τιθορέα, κοντά στο σταθμό, οι Γερμανοί κάνοντας διάφορες εργασίες, βρήκαν 20 αρχαίους τάφους. Τα ευρήματα κατακρατήθηκαν. Στη Λακωνία ο αρχαιολόγος Βάκανοανασκάπτοντας διάφορα μέρη, βρήκε νεολιθικούς οικισμούς. Τα ευρήματα αγνοούνται. Στην Αγία Θεοδώρα Αρτας, με διάφορα έργα, οι Γερμανοί βρήκαν και κατακράτησαν διάφορα αντικείμενα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Στη Νέα Αγχίαλο Μαγνησίας οι Γερμανοί πραγματοποίησαν ανασκαφές στην Τούμπα και βρήκαν αρχαίο οικισμό. Πήραν διάφορα σπουδαία αντικείμενα. Στη Λάρισα, οι εμφανιζόμενοι ως αρχαιολόγοι Μπάουρατ Κιούτε και Μέιστερ, διενήργησαν ανασκαφές και πήραν τα ευρήματα. Στο Βόλο, το 1942, ο Γερμανός αρχαιολόγος Ράιναρτ έκανε ανασκαφές κοντά στην πόλη. Αγνωστο τι βρήκε και τι πήρε. Στη Θεσσαλονίκη, το καλοκαίρι του 1941, ο αρχαιολόγος Στόισελ πραγματοποίησε ανασκαφές κοντά στην πόλη. Τα ευρήματα δεν έγιναν γνωστά. Στη Βεργίνα, ο Γερμανός υπαξιωματικός αρχαιολόγος Εξνερ πραγματοποίησε ανασκαφές, κοντά στις ανασκαφές του καθηγητή Ρωμαίου, μεταξύ Παλατίτσας και Βεργίνας. Βρέθηκαν έξι τάφοι. Τα ευρήματα αυτών δεν παραδόθηκαν στις ελληνικές αρχές αλλά στη στρατιωτική Γερμανική Διοίκηση.
Οι Γερμανοί αρχαιολόγοι, ενάντια στον ελληνικό αρχαιολογικό νόμο, ανέσκαπταν και κατακρατούσαν τις αρχαιότητές μας. Είναι άγνωστο τι και πού ευρέθη και τι απέγιναν τα ευρήματα. Η Διεύθυνση Αρχαιοτήτων θύμιζε στους Γερμανούς την ελληνική νομοθεσία, που όπως είχε δηλώσει από την πρώτη μέρα η Γερμανική «Υπηρεσία προστασίας της Τέχνης» θα εξακολουθούσαν να ισχύουν. Απαντούσαν, όμως, με φασιστικό κυνισμό πως ο γερμανικός στρατός είναι φορέας της εξουσίας στην Ελλάδα και δε δίνει λογαριασμό στην Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Εκθεση του ΕΑΜ Αρχαιολόγων
Αμέσως μετά την απελευθέρωση, η Επιτροπή των ΕΑΜιτών Αρχαιολόγων κατέβαλε σημαντική προσπάθεια καταγραφής των κατεστραμμένων αρχαιοτήτων. Συγκροτήθηκε επιτροπή που κατέγραψε λεπτομερέστερα τις κλοπές, παράνομες ανασκαφές και καταστροφές των αρχαιοτήτων από τους στρατούς κατοχής. Στην Επιτροπή μεγάλη ήταν η συμβολή των αείμνηστων αρχαιολόγων Χρήστου Καρούζου και Μαρίνου Καλλιγά. Η έκθεση της επιτροπής εκδόθηκε (1946) στο Εθνικό Τυπογραφείο, από το τότε υπουργείο Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, στο οποίο υπαγόταν η Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Ιστορικών Μνημείων, με τίτλο «Ζημίαι των Αρχαιοτήτων εκ του Πολέμου και των Στρατών Κατοχής».
Η έκθεση (166 σελίδες) διαιρείται στα εξής κεφάλαια: α) Κλοπές β) Αυθαίρετες ανασκαφές γ) Καταστροφές, ήτοι καταστροφές σε αρχαιολογικούς τόπους και ιστορικά μνημεία, ανεξάρτητα προς τις κλοπές και ανασκαφές δ) Ζημιές από πολεμικές ενέργειες ε) Υλικές Ζημιές. (Στο κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνονται καταστροφές και αρπαγές διαφόρων αντικειμένων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, που δεν είχαν αρχαιολογική αξία). στ) Αυθαιρεσίες και βαναυσότητες κατά νόμων, προσώπων και πραγμάτων.
Κάθε κεφάλαιο υποδιαιρείται σε τρία μέρη, όπου εκτίθενται οι σχετικές ενέργειες: α) Γερμανών β) Ιταλών, γ) Βουλγάρων. Η ταξινόμηση των γεγονότων και των τοποθεσιών έγινε γεωγραφικά, αρχής γενομένης από την Αθήνα. Στο τέλος δημοσιεύονται ενδεικτικά έγγραφα (ολόκληρα ή αποσπάσματά τους), που είχαν διακινηθεί μεταξύ των αρχών κατοχής και της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, τα οποία αποκαλύπτουν τις διαθέσεις των δυνάμεων κατοχής.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι Γερμανοί διέπραξαν κλοπές και αφαίρεσαν αρχαιότητες μεγάλης επιστημονικής και καλλιτεχνικής αξίας από τα εξής μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους: Κεραμεικού, Πειραιά, Σκαραμαγκά, Βούλας, Βάρης, Κορωπίου, Κερατέας, Σουνίου, Ελευσίνας, Αίγινας, Μεγάρων, Θήβας, Λιβαδειάς, Ευπαλίου, Γαλαξιδίου, Τανάγρας, Χαιρώνειας, Κωπαΐδας, Δελφών, Χαλκίδας, Ερέτριας, Κορίνθου, Αργους, Λακωνίας, Κυθήρων, Βασιλικού Μεσσηνίας, Πεταλιδίου Μεσσηνίας, Θερμού, Μονής Βελάς, Ν. Αγχιάλου, Λάρισας, Καλαμπάκας, Χασίων(Μονή Αναλήψεως), Μονής Γκούρας, Θεσσαλονίκης, Ποτιδαίας, Κομοτηνής, Μυτιλήνης, Σάμου, Τηγανίου, Μήλου, και Καστελίου Κισσάμου, Κνωσού, Αγίας Τριάδας, Γόρτυνας, Φαιστού (Κρήτη).

Αμέτρητα τα κλεμμένα αντικείμενα
Είναι αδύνατο να αναφερθούν όλος οι κλεμμένες αρχαιότητες που περιλαμβάνει η έκθεση. Ενδεικτικά, όμως, αναφέρουμε μερικές, προκειμένου να φανούν οι διαστάσεις του προβλήματος:
1)Γερμανοί αξιωματικοί είχαν προμηθευτεί άριστη αρχαία κεφαλή γυναικός του 4ου π.Χ. αιώνος, την οποία εχάρισαν στο στρατάρχη List. Οι αξιωματικοί κακώς την απέκτησαν και ο στρατάρχης List κακώς την εξήγαγε από την Ελλάδα. 2) Στις 9 Νοεμβρίου 1941 εκλάπη, παρόντος του Γερμανού αρχαιολόγου Γκεμπάουερ, πίναξ γραπτός, μελανόμορφος, εξαιρετικής τέχνης, μετά παραστάσεως προθέσεως νεκρού. Αυξ. Αριθμός Ευρετηρίου Μουσείου Κεραμεικού 677. 3) Γερμανοί στρατιώτες διέπραξαν στις 13 Μαΐου 1941 κλοπή δια ρήξεως του λουκέτου της θύρας του Μουσείου Χαιρώνειας. Εκλεψαν α) ένα χρυσούν ενώτιον, β) ένα φύλλο χρυσούν, γ) πέντε πήλινα αγγεία, από τα οποία 3 ήσαν ανθεμοκύλικες και το τέταρτο μικρός αρύβαλλος. 4) Ο Γερμανός στρατιωτικός διοικητής Λάρισας Κόλερ εζήτησε και έλαβε από τον τότε νομάρχη άγαλμα Αθηνάς του 3ου π.Χ. αιώνα, ύψους 0,70μ. περίπου. 5) Στη Θεσσαλονίκη οπλισμένοι Γερμανοί στρατιώτες, στις 31 Μαΐου 1944, από το Μουσείο Αγιος Γεώργιος αφήρεσαν α) άγαλμα μαρμάρινο γυναικός, το οποίο είχε ανευρεθεί στην πλατεία Δικαστηρίων, β) γεωμετρικό αγγείο, το οποίο έφερε τους εξής αριθμούς: 831 και No 472, ύψους 0,40μ., γ) γυναικείο άγαλμα, ωραίο πορτρέτο από τους χρόνους της υστερινής αρχαιότητας. 6) Από το Μουσείο Γόρτυνος εκλάπη άγαλμα νύμφης ή Αφροδίτης ρωμαϊκής εποχής, ένα άγαλμα καθήμενης γυναικός και επιτύμβιο ελληνιστικών χρόνων. Πιθανός υπεύθυνος ο στρατηγός Ρίνγκελ. 7) Η αρχαιολογική συλλογή Ποτιδαίας συγκεντρωμένη στο σχολείο διερπάγη από τους Γερμανούς, οι οποίοι κατέλυσαν στο οίκημα τον Απρίλη 1941. Μεταξύ των διαρπαγέντων αρχαιοτήτων περιλαμβάνονται οι εξής: α) μαρμάρινη πλάκα με την τετράστιχη αγωνιστική επιγραφή διαστάσεων 0,42 χ 0,23 χ 0,9. β) μαρμάρινο αγαλμάτιο ανδρός, γ) αγαλμάτιο μαρμάρινο ανδρός, δ) μαρμάρινη κεφαλή ανδρός.

«Ανίδεες»… οι ελληνικές κυβερνήσεις
Αυτή η έκθεση της επιτροπής των ΕΑΜιτών αρχαιολόγων, αποτελεί βασική πηγή για την ιστορική και αρχαιολογική έρευνα, μη επιδεχόμενη αμφισβήτηση. Το εντυπωσιακό στην όλη υπόθεση είναι ότι όλοι οι υπουργοί Πολιτισμού των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων, ή αγνοούν αυτό το γεγονός, ή αδιαφορούν, ή – το πιθανότερο – δεν επιθυμούν τη διατάραξη των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, με την υποβολή αιτήματος για την επιστροφή των αρχαιοτήτων.
Αξίζει αναφοράς το εξής περιστατικό: Το 1995, με Επίκαιρη Ερώτησή τους, βουλευτές του ΚΚΕ ζητούσαν από τον υπουργό Πολιτισμού να απαντήσει πόσα και ποια αρχαιολογικά ευρήματα λήστεψαν οι δυνάμεις κατοχής, πού βρίσκονται και γιατί δεν έγιναν οι απαραίτητες ενέργειες από τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις ώστε να επιστραφούν στην Ελλάδα.
Στην Ερώτηση του ΚΚΕ, ο τότε υπουργός απάντησε τα εξής: «Δε γνωρίζουμε πόσα και ποια αρχαία εκλάπησαν. Δε γνωρίζουμε ποιοι τα κατέχουν. Διερευνούμε το ζήτημα».
Διερευνούνε… ενώ στην έκθεση της Επιτροπής των αρχαιολόγων, η οποία υπάρχει και στο ΥΠΠΟ, αναγράφονται λεπτομερώς οι κλεμμένες αρχαιότητες, από πού εκλάπησαν, τα ονόματα των κλεφτών, οι βαθμοί, οι ιδιότητες, ακόμα και οι διευθύνσεις τους.
Αποδεικτικό υλικό για τις κλοπές υπάρχει. Οποιεσδήποτε δηλώσεις άγνοιας από αρμοδίους, περί του θέματος, υπηρετούν απλώς ένα απαράδεκτο και ύποπτο πολιτικό «παιχνίδι». Πρέπει να συνειδητοποιήσουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις ότι πάγιο αίτημα του λαού μας είναι η επιστροφή στην κοιτίδα τους των αρχαιολογικών θησαυρών του και η αποκατάσταση των ζημιών, όπου δεν ήταν ανεπανόρθωτες.

Κωνσταντίνος ΤΟΥΜΑΣΑΤΟΣ*
*Ο Κ. Τουμασάτος είναι δικηγόρος, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας του Εθνικού Συμβουλίου για τις Γερμανικές Επανορθώσεις

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το