Τη δεύτερη εβδομάδα του τρέχοντος μήνα, τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία άρχισαν να μεταδίδουν την είδηση ότι στην Κούβα λαμβάνουν χώρα μεγάλες υποτίθεται αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Αυτές αναφέρεται ότι εναντιώνονται στην κυβέρνηση και στο καθεστώς συνολικά, στη βάση χρόνιων ελλείψεων που ταλαιπωρούν τη χώρα, τόσο όσον αφορά διάφορα υλικά αγαθά, όσο και την εργασιακή και οικονομική δραστηριότητα γενικότερα.
Όπως συνέβη και σε άλλες περιπτώσεις χωρών της Λατινικής Αμερικής και όχι μόνο, το μέγεθος των διαδηλώσεων αυτών παρουσιάζεται πολύ μεγαλύτερο από ό,τι είναι πραγματικά. Αυτό γίνεται είτε τεχνηέντως, με παραπλανητικά πλάνα από τις συγκεκριμένες κινητοποιήσεις, είτε χονδροειδώς με φωτογραφίες από άλλες κινητοποιήσεις άλλων περιόδων και άλλων κρατών, που παρουσιάζονται ως τωρινές στην Κούβα. Χρησιμοποιήθηκαν μέχρι και φωτογραφίες Αργεντίνων οπαδών που πανηγυρίζουν για την κατάκτηση του Κόπα Αμέρικα, τάχα ως αντικυβερνητικές εκδηλώσεις στην Κούβα. Άλλη τέτοια περίπτωση ήταν η χρήση από το CNN φωτογραφιών και βίντεο από κινητοποίηση των «Γκουσάνος» (σκουλήκια), δηλαδή της φιλοαμερικάνικης κουβανικής κοινότητας του Μαϊάμι, τάχα ως διαδήλωσης που συνέβη στην Κούβα. Όλα αυτά για να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι κινητοποιείται μια λαϊκή πλειοψηφία, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για μια μειοψηφία αμερικανόφρονων.
Παράλληλα υπάρχει κατεύθυνση αποσιώπησης των λαϊκών εκδηλώσεων υπεράσπισης της κυβέρνησης και του καθεστώτος, καθώς αυτές είναι πολύ μαζικές και σίγουρα πολυπληθέστερες από αυτές των αντικυβερνητικών. Χαρακτηριστική περίπτωση η κινητοποίηση στην Αβάνα στις 18 Ιουλίου που ήταν μαζικότατη.
Οι αντιφρονούντες επικαλούνται υπαρκτά προβλήματα της Κούβας για να δικαιολογήσουν την στάση τους. Ωστόσο, τόσο οι ίδιοι, όσο τα διεθνή ΜΜΕ που τους προβάλλουν, αλλά και η αμερικάνικη κυβέρνηση και το αμερικανικό – κουβανικό λόμπυ του Μαϊάμι που τους στηρίζουν, ξεχνούν βολικά να αναφέρουν κατά πόσο αυτά οφείλονται στο 60ετές εμπάργκο που έχει επιβάλει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στην Κούβα μετά την επανάσταση.
Ο Αμερικάνος πρόεδρος Μπάιντεν προχώρησε σε δήλωση για να στηρίξει τους εκλεκτούς του: «Στεκόμαστε με τον κουβανικό λαό και το κάλεσμά του για ελευθερία και ανακούφιση από την τραγική λαβή της πανδημίας και ετών καταπίεσης και οικονομικού μαρτυρίου, στα οποία έχει υποβληθεί από το αυταρχικό καθεστώς. Οι Κουβανοί ζητούν θεμελιώδη και πανανθρώπινα δικαιώματα. Αυτά τα δικαιώματα όπως αυτό της ειρηνικής διαμαρτυρίας και τους δικαιώματος ελεύθερα να αποφασίσουν το μέλλον τους, πρέπει να γίνουν σεβαστά…»
Προφανώς για τον πρόεδρο Μπάιντεν, το 60ετές εμπάργκο που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ δεν έχει κανένα μερίδιο στο «οικονομικό μαρτύριο» των Κουβανών, όπως και στη δυνατότητα της χώρας να αντεπεξέλθει στην πανδημία, η οποία -παρά τις πολύ δύσκολες συνθήκες- όχι μόνο κατάφερε να αναπτύξει τα δικά της εμβόλια, αλλά έχει αποστείλει ιατρικές αποστολές σε ολόκληρο τον κόσμο. Βέβαια το τραγικό είναι ότι σύμφωνα με αναφορές, η Κούβα δυσκολεύεται να αξιοποιήσει τα εμβόλιά της, καθώς υπάρχει έλλειψη συριγγών λόγω του οικονομικού αποκλεισμού.
Όσο για τα «θεμελιώδη και πανανθρώπινα» δικαιώματα των Κουβανών, αυτά δεν είναι και τόσο θεμελιώδη και πανανθρώπινα όταν πρόκειται για τις πετρελαιομοναρχίες της Μέσης Ανατολής, τη δικτατορία της Αιγύπτου, τις δυστοπίες της Λιβύης και του Αφγανιστάν, την Ουκρανία, πόσο μάλλον το διεφθαρμένο ναρκοκαθεστώς της Κολομβίας με τους χιλιάδες δολοφονημένους και εξαφανισθέντες και όλα τα συμμαχικά αντιδραστικά καθεστώτα που έχει στήσει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Ειδικά όσον αφορά το εμπάργκο, αυτό πρόσφατα ενισχύθηκε με επιπλέον περιορισμούς από τη διοίκηση Τραμπ, τους οποίους τώρα εφαρμόζει η διοίκηση Μπάιντεν.
Για όποιον δε γνωρίζει, μετά την επανάσταση στην Κούβα, τα υπολείμματα της αμερικανοστήρικτης δικτατορίας του Μπατίστα, μαζί με τους υποστηρικτές της, κατέφυγαν στην πολιτεία Φλόριντα των ΗΠΑ. Πιο συγκεκριμένα στο Μαϊάμι της Φλόριντα, το αμερικάνικο κράτος εδώ και δεκαετίες έχει στηρίξει και αναθρέψει την λεγόμενη κουβανική κοινότητα, από αυτά τα υλικά και την χρησιμοποιεί συχνά σαν εργαλείο ενάντια στην Κούβα. «Πρωτοπόρος» αυτής της κοινότητας είναι ο δήμαρχος της πόλης ονόματι Φράνσις Σουάρεζ. Σε συνέντευξή του στο FOX υπήρξε άθλιος και κωμικός ταυτόχρονα. Σε ερωτήσεις του δημοσιογράφου, απάντησε ότι ο λαός της Κούβας, δεν επιθυμεί την άρση του εμπάργκο, αλλά επιθυμεί… τη δημιουργία ενός διεθνούς στρατιωτικού συνασπισμού που θα αναλάβει στρατιωτική δράση κατά της Κούβας! Συνέχισε το παραλήρημά του λέγοντας ότι τέτοιες επεμβάσεις έχουν κάνει τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί, οπότε δε θα ‘πρεπε να συνιστά πρόβλημα…
Η τελευταία αποστροφή της τοποθέτησης αυτής ίσως έχει σημασία, ειδικά αν συνδυαστεί με δημοσιεύματα που ισχυρίζονται ότι μετά τις κινητοποιήσεις των αντιφρονούντων η κυβέρνηση των ΗΠΑ «αναγκάστηκε» να «ακούσει τους Κουβανούς». Υπάρχουν αναφορές που θεωρούν ότι τα τελευταία γεγονότα, είναι μια προσπάθεια της κουβανικής κοινότητας και των Ρεπουμπλικάνων, να πιέσουν τη διοίκηση Μπάιντεν, να παραμείνει στην πολιτική της προηγούμενης διοίκησης Τραμπ όσον αφορά την Κούβα. Αυτό διότι υπάρχει ο φόβος, μήπως υπάρξει επιστροφή στην πολιτική της προεδρίας του Ομπάμα. Πάντως ο κουβανικής καταγωγής γερουσιαστής των Δημοκρατικών, Μπομπ Μινέντεζ, θεωρείται από τους πιο διεφθαρμένους γερουσιαστές, δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν θα υπάρξει στρατιωτική επέμβαση.
Σε κάθε περίπτωση, ο πρόεδρος της Κούβας, Μιγκέλ Ντίαζ, εύστοχα και αυτονόητα κάλεσε σε άρση του εμπάργκο, το οποίο χαρακτήρισε ως γενοκτονικό και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, ώστε να μπορέσει η Κούβα -που όντως αντιμετωπίζει προβλήματα- να λειτουργήσει με ομαλότητα σε όλους τους τομείς.
Θετική εξέλιξη αποτελεί το κύμα αλληλεγγύης που εκφράστηκε και από άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής που έχουν υποφέρει παρόμοια από τις επεμβάσεις των ΗΠΑ στο εσωτερικό τους. Χαρακτηριστική είναι η απόφαση της συνομοσπονδίας των εργατικών ενώσεων της Βολιβίας για διαδήλωση αλληλεγγύης στη Λα Παζ, όπως και η απόφαση της αντίστοιχης συνομοσπονδίας στο Περού.
Η Κούβα σίγουρα δεν είναι ο επαναστατικός παράδεισος, όπως αρκετοί αφελώς θέλουν να πιστεύουν και να παρουσιάζουν. Τις τελευταίες δεκαετίες και ειδικά την τελευταία χρονιά, κινείται σε μια λογική καθολικού «ανοίγματος» της οικονομίας της στο ιδιωτικό κεφάλαιο, και την καπιταλιστική «αγορά». Ωστόσο αυτή η πολιτική, καθώς και τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, πρέπει να θεωρηθούν και σαν προϊόντα της διαχρονικής αφόρητης πίεσης, που ασκεί ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός με τους ασφυκτικούς περιορισμούς που έχει επιβάλει.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr