Σύντομη ιστορική ανασκόπηση

Σε μια επαρχιακή πόλη όπως τα Γιάννενα αναπτύχθηκε το αντιφασιστικό κίνημα σε τέτοιες συνθήκες τρομοκρατίας, που θα έλεγε κανείς αρχικά ότι αυτό θα ήταν αδύνατο να γίνει. Το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων βρισκόταν στα όρια της πόλης και με σχετικά μικρό αριθμό φοιτητών. Η απομόνωση αυτή και το μικρό μέγεθος της πόλης έδινε το πλεονέκτημα στη χούντα να έχει σε κλοιό τους φοιτητές και να «ελέγχει» με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς της την αντίσταση στο πανεπιστήμιο.

Την ημέρα του πραξικοπήματος το μεσημέρι στο Πανεπιστήμιο επικράτησε αναταραχή. Πολλοί φοιτητές και καθηγητές συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο. Μίλησαν φοιτητές και οι άλλοι ξέσπασαν σε ομαδικά συνθήματα, κατά της δικτατορίας και του φασισμού και υπέρ της δημοκρατίας. Αλλά η χωροφυλακή εισέβαλε στον πανεπιστημιακό χώρο και προχώρησε σε συλλήψεις. Δικάστηκαν τη 10η Σεπτεμβρίου 1967 και καταδικάστηκαν σε φυλάκιση ή κάθειρξη 3 μηνών έως 7 ετών, με την κατηγορία ότι: «Την 21η Απριλίου 1967 άπαντες οι κατηγορούμενοι συνεκρότησαν συνάθροισιν εαυτών τε και άλλων ομοϊδεατών αυτών… μετά την πραγματοποίηση της επαναστάσεως και της κυβερνητικής αλλαγής, εις τον έξω του Πανεπιστημίου χώρον. Έχοντες έκαστος πλήρη γνώσιν εκάστου ως τοιούτου, σχηματίσαντες πλήθος πολλών δεκάδων τούτων, διατρίψαντες δε εκεί επί ώραν, αλαλάζοντες και άλληλοπαρακινούμενοι εις διάπραξιν στασιαστικών και βιαιοπρακτικών εκδηλώσεων εναντίον της αρχής και των οργάνων της, ως και εναντίον ατόμων απαρεσκόντων αυτοίς κατά φρόνημα».

Η αντίσταση όμως δεν κάμφθηκε… Και το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ένα μικρό επαρχιακό ίδρυμα τότε, αποτέλεσε το προπύργιο της αντιχουντικής αντιφασιστικής δράσης.

Η Ασφάλεια όπως σε όλη τη χώρα ήταν παντού, τρομοκρατούσε τους φοιτητές με εφόδους στα σπίτια, με προσαγωγές, συλλήψεις και βασανιστήρια. Η παρακολούθηση ήταν τόσο στενή, που οι ασφαλίτες συνόδευαν τους αγωνιστές φοιτητές πολλές φορές από τα σπίτια τους στο πανεπιστήμιο και αντίστροφα. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες καταπίεσης, με υποχρεωτικές παρουσίες στα μαθήματα και στενή παρακολούθηση από την Ασφάλεια, οι φοιτητές κατόρθωσαν τελικά να δημιουργήσουν εστίες αντίστασης σε κάθε σχολή στο πανεπιστήμιο.

Οι πρώτες άξιες λόγου φοιτητικές αντιδράσεις κατά τη διάρκεια της δικτατορίας εμφανίσθηκαν στις αρχές του 1972, με τη συγκρότηση των Φοιτητικών Επιτροπών Αγώνα (ΦΕΑ), που αμφισβητούσαν ανοιχτά τα διορισμένα από τη χούντα διοικητικά συμβούλια των φοιτητικών συλλόγων. Παράλληλα στην πόλη μετά τις πρώτες αντιδράσεις τα πράγματα κυλούσαν ήρεμα.

Στην αρχή της νέας ακαδημαϊκής χρονιάς 1971-72 δημοσιεύεται στην εφημ. «Το Βήμα» επιστολή του καθηγητή Φ. Κακριδή (15-9-1971). Σ’ αυτήν υπαινίσσονται πολύ περισσότερα απ’ όσα ρητά λέγονται: «Αμνηστία στους πολιτικούς κρατούμενους ή τουλάχιστο αναστολή των ποινών. Αυτό θα ήταν πράξη Ελληνική». Το καθεστώς παραπέμπει τον Κακριδή στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και η δίκη προσδιορίζεται για τις 14-1-1972. Εκείνο το απόγευμα δεκάδες φοιτητές, κρεμασμένοι στα παράθυρα της γραμματείας (στη Δομπόλη), όπου διεξαγόταν η δίκη, και στριμωγμένοι στις σκάλες και στο μεγάλο προθάλαμο της κεντρικής εισόδου του Πανεπιστημίου, μαθαίνουν την καταδικαστική απόφαση. Διαδηλώνουν, σχεδόν αυθόρμητα, όλοι σχεδόν οι παρόντες, κι ήταν πολλοί, ως την κεντρική πλατεία της πόλης, με συνθήματα εναντίον της χούντας. Ήταν η δεύτερη μαζική φοιτητική διαδήλωση από την ημέρα της 21 Απριλίου 1967.

Μια κόκκινη κλωστή συνδέει την έκδοση του βραχύβιου φοιτητικού περιοδικού «Σηματωρός» (Μάρτιος 1972) με τη δημόσια καταγγελία του «μαγειρέματος» των επικείμενων φοιτητικών εκλογών. Από τα ποιήματα στο «Σηματωρό» ως την επώνυμη χειρόγραφη ανακοίνωσή της (23 Οκτωβρίου 1972), τοιχοκολλημένη στο κτήριο της Σχολής, η μικροκαμωμένη φοιτήτρια Πόπη Βουτσινά θα καταγγείλει το καθεστώς και τη μεθόδευση των εκλογών από το διορισμένο ΔΣ του χουντικού φοιτητικού συλλόγου.

Το φθινόπωρο του 1972 τοιχοκόλλησε η φοιτήτρια Πόπη Βουτσινά στο Πανεπιστήμιο ένα χαρτί με το οποίο ζητούσε να παραταθεί η προθεσμία εγγραφής των φοιτητών. Όχι μόνο δεν έγινε δεκτό το αίτημά της, αλλά την κάλεσαν σε απολογία και την παρέπεμψαν στο Πειθαρχικό. Το κείμενο της απολογίας της ήταν συγκλονιστικό.

Στις 20-11-1972 διενεργούνται ελεγχόμενες φοιτητικές εκλογές. Την ίδια μέρα ο φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής Σταύρος Κουρεμένος σκίζει, μπροστά στην άναυδη εφορευτική επιτροπή, τα ψηφοδέλτια και τα πετάει στο δάπεδο. Θα παραπεμφθεί κι αυτός μαζί με τη Βουτσινά στο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Την κλήση τους υπογράφει ο τότε Πρύτανης, καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής Γεώργιος Θεοχαρίδης. Θα χρειαστούν δύο συνεδρίες του Πειθαρχικού, με πρόεδρο τον καθηγητή της Φυσικομαθηματικής Σχολής Νικόλαο Γάγγα, για να επιβληθεί στους δύο φοιτητές «λίαν επιεικώς η ποινή της βαρείας επιπλήξεως προ της Συγκλήτου» [sic], στις 2 και 3 Φλεβάρη 1973. Η δίωξη των δύο φοιτητών θα πάρει μεγάλες διαστάσεις στον αθηναϊκό τύπο. Ο Μ. Παπαθωμόπουλος, ανάμεσα σ’ άλλους, θα έλθει αρωγός στους διωκόμενους φοιτητές και θα κληθεί από τον χουντικό υπουργό Παιδείας «εις έγγραφον απολογίαν».

Η ποινή της «βαρείας επιπλήξεως» θ’ αποτελέσει το έναυσμα για τη σύλληψη και φυλάκιση της Πόπης Βουτσινά. Θα συλληφθεί, ύστερα από συστηματική παρακολούθηση, όπως κι άλλοι συμφοιτητές της (ανάμεσά τους κι ο Νίκος Ράπτης), θα γνωρίσει την «εμπειρία» του ΕΑΤ/ΕΣΑ και θα μείνει αλύγιστη.
Τον Φεβρουάριο του 1973 έγιναν τα πειθαρχικά για τη Βουτσινά και τον Κουρεμένο: περίπου 150 φοιτητές συγκεντρώνονται έξω από την αίθουσα συνεδρίασης για συμπαράσταση, φωνάζουν συνθήματα όπως «κάτω η χούντα», «θέλουμε δημοκρατία» και αυτή είναι μια πρώτη αντιδικτατορική διαδήλωση, καθώς οι φοιτητές βγήκανε και στην πόλη και κάνανε πορεία. Δεν τους χτύπησαν, αλλά οι ασφαλίτες τους παρακολουθούσαν στενά και τους απειλούσαν. Προγραμματίσανε συγκέντρωση και για την επόμενη μέρα, αλλά την απαγόρεψαν και δεν έγινε.

2/2/73: Εκδικάζεται στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων η υπόθεση της πειθαρχικής δίωξης της φοιτήτριας της Φιλοσοφικής Πόπης Βουτσινά βάσει του νόμου 93/69 και της επιβάλλεται η ποινή της «βαρείας επιπλήξεως».

3/2/73: Εκδικάζεται στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων η υπόθεση της πειθαρχικής δίωξης του φοιτητή Σταύρου Κουρεμένου με βάση το νόμο 93/69 και του επιβάλλεται η ποινή της «βαρείας επιπλήξεως».

Την άνοιξη του 1973 οι φοιτητές συγκέντρωσαν 150 υπογραφές σε κείμενο με αίτημα τη σύγκληση γενικής συνέλευσης του συλλόγου. Η χούντα αντέδρασε με προσαγωγές στην Ασφάλεια, απειλές, συστάσεις και στράτευση φοιτητών.

Το 1973 συνελήφθησαν δύο εξέχουσες μορφές του φοιτητικού κινήματος, ο Νίκος Ράπτης και η Πόπη Βουτσινά, που βασανίστηκαν στα μπουντρούμια της ΕΣΑ για έξι μήνες.

Στη φάση αυτή συγκρούστηκαν δύο ρεύματα μέσα στο φοιτητικό κίνημα. Είναι γνωστό σε όλους που έζησαν από κοντά εκείνα τα γεγονότα ότι οι φοιτητές που πρόσκεινταν σε ΑΝΤΙΕΦΕΕ-ΚΚΕ υπεράσπιζαν με πάθος τη συμμετοχή των φοιτητών στις φοιτητικές ψευτοεκλογές που νομιμοποιούσαν το καθεστώς.

Η γραμμή όμως της ρήξης με το φασιστικό καθεστώς μέχρι και την ανατροπή του ήταν εκείνη που κυριαρχούσε στη συνείδηση των φοιτητών, που απείχαν μαζικά από τις ψευτοεκλογές απομονώνοντας τη γραμμή της συμμετοχής.

Όπως είναι γνωστό, αυτό το κόμμα αντιτάχτηκε λυσσαλέα σε όλες τις καταλήψεις, και ιδιαίτερα στο Πολυτεχνείο της Αθήνας, που ήταν το κέντρο των εξελίξεων, και δε δίστασε να χαρακτηρίσει τους πρώτους φοιτητές που μαζεύτηκαν εκεί πράκτορες της Ασφάλειας.

Στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων όμως, όπως και στην πόλη των Ιωαννίνων, η δράση του ΚΚΕ τα πρώτα χρόνια ήταν ανύπαρκτη. Αυτό βοηθούσε το κίνημα. Ταυτόχρονα οι φοιτητές ήταν σε συνεχή επαφή με το αριστερό αντιστασιακό κίνημα στα Γιάννενα.

Οι δυσκολίες στην ανάπτυξη του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα είχαν να κάνουν στο εσωτερικό του κινήματος με την πάλη γραμμών ανάμεσα στο μαρξιστικό-λενινιστικό πυρήνα από τον οποίο αργότερα συγκροτήθηκε η Κίνηση Ελλήνων Μαρξιστών Λενινιστών (ΚΕΜΛ), επικεφαλής της οποίας ήταν ο Νίκος Ράπτης, και σε ένα ρεύμα τροτσκιστών, αναρχικών και δημοκρατών φοιτητών που δεν είχε σαφή οργανωτική συγκρότηση. Από το ρεύμα αυτό συμμετείχαν φοιτητές ακόμα και στις εκλογές-παρωδία.

Στις 15 και 16 του Νοέμβρη 1973, όταν έγινε πλέον συνείδηση ότι οι καταλήψεις έπρεπε να επεκταθούν σε όλα τα πανεπιστήμια και να δοθεί πανελλαδική διάσταση στον αντιφασιστικό αγώνα, αυτό το ρεύμα αρνιόταν να προχωρήσουν οι φοιτητές σε κατάληψη. Την Πέμπτη το βράδυ 15 Νοεμβρίου, που η ΚΕΜΛ και ανεξάρτητοι φοιτητές γύριζαν στα σπίτια για να οργανώσουν την κατάληψη του πανεπιστημίου, το ίδιο βράδυ εκπρόσωποι του άλλου ρεύματος έκαναν το ίδιο, με τη θέση όμως να μη γίνει καμιά τέτοιου είδους μαζική εκδήλωση.

Την επομένη 16 Νοεμβρίου στην πιο μαζική συνέλευση, περίπου700 άτομα, οι φοιτητές κατέλαβαν το πανεπιστήμιο, τη ΦΜΣ και τη Φιλοσοφική Σχολή, με την στήριξη της ΚΕΜΛ και συνεπών ανεξάρτητων αγωνιστών. Ανοιχτή Συντονιστική Επιτροπή κατάληψης δεν εκλέχτηκε. Ο συντονισμός ήταν υποτυπώδης από ομάδα φοιτητών που συμμετείχε ο οργανωμένος πυρήνας της ΚΕΜΛ. Το οπορτουνιστικό ρεύμα των αστικών κομμάτων και του ΚΚΕ, που προωθούσε τη «φιλελευθεροποίηση», ηττήθηκε και στα Γιάννενα, όπως και πανελλαδικά.

Εκτιμώντας στη συνέχεια τις δυσκολίες που θα είχε η παραμονή μέσα στο απομονωμένο από την πόλη πανεπιστήμιο, αποφασίστηκε και έγινε πορεία στην πόλη ελπίζοντας ότι την επομένη στις 17 θα είχαμε στη νέα διαδήλωση και τη συμπαράσταση του λαού.

Την επομένη το πρωί αποφασίστηκε να κάνουνε συγκέντρωση συμπαράστασης. Δεν τους άφησαν όμως να μπούνε στη Φιλοσοφική Σχολή, καθώς κλείδωσαν τις πόρτες και η αστυνομία «κατέλαβε» το πανεπιστήμιο. Οπότε οι φοιτητές συγκεντρώθηκαν απέξω φωνάζοντας αντιχουντικά συνθήματα και τραγουδώντας. Μίλησε ο Πέτρος Ευθυμίου και ένας φοιτητής της φιλοσοφικής. Τότε διάβασε ένα δικό του ποίημα ο Θ. Τσιριγώτης. Στη συνέχεια έγινε πορεία προς στην πόλη.

Αξίζει να τονιστεί ότι από τους Γιαννιώτες βρέθηκαν δίπλα στους φοιτητές, αψηφώντας κάθε κίνδυνο, μόνο τέσσερις άνθρωποι: οι εργάτες οικοδόμοι Κώστας Καμτσίκας, Βασίλης Σακαβίτσης ο Συμεών Κριθαράς και ο Κώστας Κέκλας με άμεση σχέση με το Μ-Λ κίνημα. Το Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων έδωσε ένα θαυμάσιο και δύσκολο αγώνα μαζί με τους άλλους φοιτητές και τον εξεγερμένο λαό στην Αθήνα.

Στη συνέχεια όμως, στελέχη του οπορτουνιστικού ρεύματος, που γύριζαν το βράδυ της Πέμπτης για να αποτρέψουν την κατάληψη, που την αρνήθηκαν και στη συνέχεια βρέθηκαν μέσα σ’ αυτήν για να την υπονομεύσουν, «έσπασαν» στην Ασφάλεια μέσα σε μισή ώρα και χωρίς καμιά ιδιαίτερη πίεση. Έδωσαν τα ονόματα του παράνομου πυρήνα της ΚΕΜΛ και άλλων αγωνιστών, που δημιούργησαν αυτό το σημαντικό για μια μικρή πόλη κίνημα. Δεκάδες φοιτητές και στελέχη βγήκαν στην παρανομία. Ένα από αυτά τα στελέχη των οπορτουνιστών καταγγέλθηκε στη μεταπολίτευση στις συνελεύσεις.

Το οπορτουνιστικό αυτό ρεύμα μετά τη μεταπολίτευση συμπεριφέρθηκε όπως το ΚΚΕ και οι αστοί. Ενώ ήταν οι μεγαλύτεροι εχθροί της λαϊκής εξέγερσης του Πολυτεχνείου και κάθε κατάληψης, -επειδή συμφωνούσαν με την αποκληθείσα «φιλελευθεροποίηση» Μαρκεζίνη και τις υποσχέσεις για εκλογές-παρωδία της χούντας, που επιδίωκαν τη μεταμφίεση της φασιστικής εξουσίας, τη νομιμοποίηση δηλαδή της χούντας- έγιναν μετά οι μεγαλύτεροι υποστηριχτές του Πολυτεχνείου σε μια ταυτόχρονη προσπάθεια να διαστρεβλώσουν το περιεχόμενό του. Υποστήριξαν και υποστηρίζουν μια εξέγερση με ένα πλαστό περιεχόμενο που κατασκευάζεται στα χαλκεία του ΚΚΕ.

Με την πτώση της χούντας οι φοιτητές στα Γιάννενα έδειξαν ότι έχουν και μνήμη και θέληση. Δυνάμωσαν με τη θαρραλέα στάση τους για μια πενταετία μετά τη μεταπολίτευση εκείνες τις δυνάμεις που με συνέπεια έδωσαν την αντιφασιστική πάλη και στη συνέχεια αποκάλυψαν το νέο ρεφορμιστικό ρόλο του ΚΚΕ, που ήθελε να αλώσει τα πανεπιστήμια μέσω της συνδιοίκησης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι οι αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις που αντιτέθηκαν σε βάθος στη δικτατορία και που διαφώνησαν με τη «φιλελευθεροποίηση», ήταν αντίθετες με τη συνδιοίκηση, στήριξαν τις καταλήψεις ενάντια στους εσωτερικούς κανονισμούς(1976), ενάντια στον 815 και στη συνέχεια ενάντια στο νόμο-πλαίσιο του 1982.

Όμως το νόημα του Πολυτεχνείου απλώνεται και αγκαλιάζει όλη τη ζωή. Η λαϊκή εξέγερση ζει στη μαζική συνείδηση και απαιτεί εκεί βαθιά χωμένη τη δικαίωσή της. Η λαϊκή εξέγερση ήταν μια μεγαλειώδης αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική πάλη, πλατύτερη από το σωστό αίτημα της αποκατάστασης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το