Στη φωτογραφία ο Φίτσος δίπλα στον Άρη Βελουχιώτη

Σαν σήμερα 16 Απριλίου 1949 εκτελέστηκε ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης Τάκης Φίτσος, καταγόμενος από την Υπάτη.

Προπολεμικά υπήρξε «δάσκαλος» του μετέπειτα Άρη Βελουχιώτη και αυτός «μαθητής» του.
Ο Τάκης (Δημήτρης) Φίτσος ήταν εξέχουσα μορφή της ελληνικής δημοσιογραφίας και του λαϊκού μας κινήματος. Ηρωας – μάρτυρας του ΚΚΕ. Γεννήθηκε στην Υπάτη Φθιώτιδας. Συνδέεται με το εργατικό κίνημα. Δημοσιογραφεί. Ασχολείται με τα Γράμματα. Στέλνει διηγήματά του στον «Νουμά». Στην Αθήνα σπουδάζει νομικά.
Ανήκει στη φιλολογική «Συντροφιά» με Βάρναλη, Ανθία, Βέλτσο και άλλους προοδευτικούς διανοούμενους. Εντάσσεται στο ΚΚΕ. Αναδείχνεται (στα 1922-’23) αρχισυντάκτης στο περιοδικό «Νεολαία» της ΟΚΝΕ και μετά στο «Ριζοσπάστη». Γνωρίζει απίθανες διώξεις. Φυλακίζεται στην Αίγινα.
Είναι από τους πρώτους εξόριστους στη Γαύδο. Η δικτατορία του Μεταξά τον κλείνει στην Ακροναυπλία. Μεταφέρεται στο στρατόπεδο Κατούνας στην Ηπειρο και στο Λαζαρέτο.


Απελευθερώνεται το 1943. Από την Κέρκυρα περνάει στη Ρούμελη. Τον υποδέχεται ο Αρης Βελουχιώτης. Αναλαμβάνει Γραμματέας του ΕΑΜ στη Στερεά. Και με την ίδρυση της κυβέρνησης του βουνού, το ’44, τοποθετείται πρόεδρος της Διοίκησης.
Μετά τη Βάρκιζα προσφέρει τις υπηρεσίες του στο «Ριζοσπάστη» στην Αθήνα. Το 1947 στέλνεται εξόριστος στην Ικαρία. Το 1948 μεταφέρεται στη Χαλκίδα. Καταδικάζεται από το Εκτακτο Στρατοδικείο σε θάνατο. Και μαζί με άλλους 4 συντρόφους και 4 αγωνίστριες, εκτελείται στις 16 Απρίλη 1949.

Ελάχιστα ποιήματα του Κ. Βάρναλη αναφέρονται σε πρόσωπα. Ένα από αυτά είναι αφιερωμένο στον Τάκη Φίτσο.

Τάκης Φίτσος

Με το πικρό χαμόγελο και τα σφιγμένα χείλη
βουβά τον ίσκιο σου έλιωνες στην πολιτεία των τάφων.
Εδώ σε θάβουν ζωντανόν αν θέλεις να ’σαι τίμιος.
Παιδί σε χτίσαν, γέρασες χωρίς σταλιά να ζήσεις.

Μήνες και χρόνια μέτραγες, δεκάχρονα κατόπι,
κι όλο η πηγάδα βάθαινε κι αψήλωνεν ο τοίχος,
παρηγοριά και μάθημα φτωχολαού δεμένου.
Και μιαν αυγή ανοιξιάτικην, που ανάκραζεν αγάπη,

τρυφερά σ’ αγκαλιάσανε οι αδερφομάχοι αγγέλοι
και σε φορτώσανε. Κανείς δεν άκουσε τα βόλια.
Και τώρα, μέσα στο σωρό τα κόκαλα, μην ψάχνεις
να ξεχωρίσεις τα δικά σου: είν’ όλα καθενού!

Όχι συμπόνια, κλάμα, οργή. Ντροπή σου, μάνα Ελλάδα!

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το