Δεν υπάρχει Εξεταστικό σύστημα, τα τελευταία τριάντα χρόνια, που να μην περιλάμβανε στην Εισηγητική του Έκθεση σαν στόχους και σαν δικαιολογητικό λόγο της θέσπισής του :

–         τον περιορισμό της παραπαιδείας,-         την  αντικειμενική και αξιοκρατική επιλογή των μαθητών,

–         την ισότητα ευκαιριών

–         το άνοιγμα των πανεπιστημίων

–        το τέλος του «ασφυκτικού εναγκαλισμού» του Λυκείου από τις απαιτήσεις των εξετάσεων για το πανεπιστήμιο,

–         την φραστική καταδίκη της έμφασης στην απομνημόνευση

Εξεταστικοκεντρικό – ταξικό Λύκειο για «λίγους και εκλεκτούς»

Το σχέδιο νόμου για το νέο Λύκειο και το σύστημα πρόσβασης του Υπουργείου  Παιδείας κρύβει περισσότερα από όσα αποκαλύπτει. Αν και φαίνεται καθαρά ότι διαπερνάται από τη λογική «να δεις τι σούχω για μετά» είναι ήδη φανερό από τώρα ότι πρόκειται για ένα ακόμη πιο ταξικό σχολείο για λίγους, πιο ανταγωνιστικό, ακόμα πιο προσδεδεμένο στην εισαγωγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση, και απογυμνωμένο από γενικότερη μόρφωση. Στην πραγματικότητα με το νόμο-έκτρωμα που προτίθεται να ψηφίσει η κυβέρνηση κάνει μία ακόμα τομή  με την  οποία αλλάζει με ριζικό τρόπο τη δημόσια εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα και ιδιαίτερα στη δευτεροβάθμια. Με αυτό τον τρόπο, προχωρά στην υλοποίηση των κατευθύνσεων της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, που είχαν αποτυπωθεί στο πόρισμα Λιάκου και στις μελέτες του ΣΕΒ και του ΙΟΒΕ.

Ο στόχος είναι σαφής, η πλήρης προσαρμογή της εκπαίδευσης στην αγορά και τις ευρύτερες  αναδιαρθρώσεις που συντελούνται, αν και ο Υπουργός Παιδείας παρουσιάζει τμηματικά τις αλλαγές, γι’ αυτό λείπει η πρόταση του για την Τεχνική Εκπαίδευση και παράλληλα επιχειρεί να μεταθέσει τη συζήτηση σε δευτερεύοντα θέματα, όπως οι αλλαγές των ωρών των μαθημάτων ή ποια θα είναι τα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα στο Λύκειο. Δεν φθάνει αυτό, όμως, για να κρύψει ότι η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην ουσία είναι ίδια με αυτήν της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Έξωση της γενικής παιδείας – φροντιστηριοποίηση του Λυκείου

Ουσιαστικά η Γ΄ Λυκείου μετατρέπεται σε μια προπαρασκευαστική τάξη για εισαγωγή στα ΑΕΙ, μια εξεταστική αρένα, επηρεάζοντας βεβαίως και τις υπόλοιπες τάξεις του Λυκείου.  Οι ομάδες προσανατολισμού γίνονται 4, τα βασικά μαθήματα κάθε ομάδας είναι 3 και κάθε υποψήφιος των Πανελλαδικών εξετάζεται στα μαθήματα προσανατολισμού και τη «Νεοελληνική Γλώσσα και Γραμματεία». Αυξάνονται οι εβδομαδιαίες ώρες διδασκαλίας κάθε πανελλαδικά εξεταζόμενου μαθήματος σε 6. Συνεπώς η γενική παιδεία ουσιαστικά καταργείται, περιοριζόμενη σε δύο ώρες φυσική αγωγή και μία ώρα θρησκευτικά. Η γενική μόρφωση των μαθητών ολοκληρώνεται στο τέλος της Β΄ λυκείου(;).

Ως προς τα μαθήματα: Η ύλη των μαθημάτων δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη. Η πρόταση του ΙΕΠ αυξάνει κατά πολύ την ύλη, δυσανάλογα πάλι με τις ώρες διδασκαλίας των μαθημάτων προσανατολισμού. Τα μαθήματα Γ.Π εξοβελίζονται από την Γ΄Λυκείου. Η ύλη πολλών μαθημάτων είναι μεγαλύτερη και από αυτή των δεσμών ή από αυτήν του συστήματος του  Αρσένη. Ο υπουργός προκλητικά δηλώνει  «σε κάποια μαθήματα τριπλασιάζουμε τις ώρες διδασκαλίας αλλά δεν αυξήσαμε και την ύλη κατά 300%». Πέρα από τις αναλήθειες της δήλωσης σχετικά με συγκεκριμένα μαθήματα, όπως στα μαθηματικά που στη νέα ύλη ενσωματώθηκε και η ύλη των μαθηματικών γενικής παιδείας και άλλο ένα κεφάλαιο, οι ώρες από 7 γίνονται 6, η αύξηση της ύλης μας οδηγεί σε ορισμένες διαπιστώσεις. Κοντολογίς, η αντικατάσταση ή η αναμόρφωση μαθημάτων γίνεται περισσότερο με εξεταστικά κριτήρια ή διαχείρισης εκπαιδευτικού δυναμικού και λιγότερο παίρνοντας υπόψη τη μορφωτική διάσταση.

Εξετάσεις και πάλι εξετάσεις ταξικής κατηγοριοποίησης

Το απολυτήριο θα συμμετέχει στην διαμόρφωση του βαθμού πρόσβασης στα ΑΕΙ (αρχικά κατά 10% και σταδιακά περισσότερο, μόνο για τη χρονιά 2019-2020 δεν θα ισχύσει).

Οι απολυτήριες εξετάσεις θα γίνονται για τα ίδια μαθήματα που θα εξεταστούν αργότερα και πανελλαδικά. Θα είναι μόνο κατ’ όνομα «ενδοσχολικές»: τα σχολεία θα χωρίζονται σε ομάδες ανά Δήμο (σε μεγάλες πόλεις) και ανά Νομό (για την επαρχία). Η εξέταση θα διεξάγεται ταυτοχρόνως και με ενιαία θέματα για τα σχολεία που ανήκουν στην ίδια ομάδα. Τα θέματα θα μπαίνουν από ομάδα καθηγητών όλων των συμμετεχόντων σχολείων και η διόρθωση των γραπτών θα γίνεται από καθηγητή άλλου σχολείου της ομάδας. Τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης θα βαραίνουν κατά 40% στην διαμόρφωση του βαθμού του τελικού βαθμού του μαθήματος.( τράπεζα θεμάτων).

Οι πανελλαδικές δεν καταργούνται. Τα παιδιά περνούν από διπλά εξεταστικά φίλτρα με κεντρικού τύπου εξετάσεις τύπου τράπεζας θεμάτων για το απολυτήριο και πανελλαδικές για εισαγωγή στα ΑΕΙ. ΑΡΑ: οι εξετάσεις δεν καταργούνται για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, ΑΠΛΩΣ μετονομάζονται και κατηγοριοποιούνται τα πανεπιστημιακά τμήματα και άρα τα πτυχία (ταχύτητες-κατηγορίες πτυχίων) και οι απόφοιτοι.

Κατηγοριοποιούνται οι μαθητές: Σε αυτούς που δίνουν πανελλαδικές για σχολές υψηλής ζήτησης. Σε αυτούς που περιέκοψαν τις προσδοκίες τους για την εισαγωγή σε σχολές χαμηλής ζήτησης. Σε αυτούς που παίρνουν το απολυτήριο και σε αυτούς που παίρνουν τον δρόμο για τα ΕΠΑΛ. Η πλειονότητα των μαθητών των ΕΠΑΛ δεν θα έχει δυνατότητα πρόσβασης στα Πανεπιστήμια αλλά θα οδηγείται στις διετείς σχολές κατάρτισης που θα λειτουργούν μέσα σ’ αυτά. Με βάση την εκτίμηση του Υπουργού, πολύ περισσότερα παιδιά θα οδηγηθούν σε αυτή την επιλογή.

Είναι σαφές ότι πλέον η απόκτηση του Απολυτηρίου θα είναι μια σαφώς δύσκολη διαδικασία, καθώς τα θέματα και η βαθμολόγηση θα γίνεται όχι από τους καθηγητές του σχολείου τους που γνωρίζουν το επίπεδο της τάξης αλλά από καθηγητές Ομάδας Σχολείων. Ουσιαστικά όσοι επιλέξουν να τελειώσουν το Λύκειο ή να κατευθυνθούν στις λεγόμενες σχολές χαμηλής ζήτησης θα πρέπει να πάρουν μέρος σε απολυτήριες εξετάσεις με τα χαρακτηριστικά των Πανελλαδικών εξετάσεων. «Άλογα κούρσας» και «ουραγοί», ταξικά οριοθετημένοι, θα νομιμοποιούν με την επιλογή τους που θα μοιάζει ελεύθερη, το νέο αριστοκρατικό Λύκειο που ετοιμάζεται. Το νέο αριστοκρατικό Λύκειο για λιγότερους καθώς οι μηχανισμοί αναχαίτισης με τη μορφή του προγράμματος Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού  Προσανατολισμού θα κατευθύνουν από νωρίς.

Ο δάσκαλος ιεροεξεταστής

H «καταιγίδα των εξετάσεων» που ενέσκηψε στο Λύκειο αλλάζει δραστικά το ρόλο του εκπαιδευτικού. Έτσι οι εκπαιδευτικοί παρουσιάζονται σαν τον Iανό, τον αρχαίο θεό των Pωμαίων, με δυο πρόσωπα: του δασκάλου και του τεχνοκράτη – ελεγκτή. Όσο περισσότερο απλώνονται οι εξεταστικές δοκιμασίες και αυξάνεται η βαθμολογική τους κρισιμότητα για την επιλογή/απόρριψη των μαθητών, τόσο συρρικνώνεται ο παιδαγωγικός ρόλος των εκπαιδευτικών και γενικότερα ο μορφωτικός ρόλος του σχολείου. Παραφράζοντας τον ποιητή ισχύει ότι «όταν ακούω τράπεζα θεμάτων, ανθρώπινο κρέας μου μυρίζει».  Η εκπαίδευση εντός του σχολείου θα αρχίσει σταδιακά να μοιάζει με αυτήν του φροντιστηρίου, πλήρες τεχνικών επιτυχίας στις εξετάσεις, στεγνό και αφυδατωμένο από ουσιαστική και δημιουργική μόρφωση των μαθητών

Όταν όλη τη χρονιά η εκπαιδευτική διαδικασία υποτάσσεται στις εξεταστικές ανάγκες, τότε εύκολα και ανεπαίσθητα μεταλλάσσεται η μαθησιακή διαδικασία σε μεθοδολογική εκγύμναση, καθώς επιβάλλεται κατά κύριο λόγο ο φορμαλισμός και η σχηματοποίηση, όχι μόνο στις πρακτικές αξιολόγησης, αλλά και στο ίδιο το διδακτικό έργο. Τότε η παραπαιδεία κερδίζει έδαφος ως «σώμα και ως πνεύμα» μέσα κι έξω από το σχολικό χώρο, εκτρέποντας το εκπαιδευτικό έργο στη δική της λογική.

Η μεταρρύθμιση σηματοδοτεί ένα Λύκειο ακόμα πιο ταξικό μέσα από τη σκλήρυνση των εξεταστικών φραγμών. Η σχετική εντατικοποίηση οδηγεί στην περαιτέρω φροντιστηριοποίηση, αντίθετα από τους ισχυρισμούς του υπουργείου. Είναι μύθος πως με τον περιορισμό του αριθμού των μαθημάτων της Γ΄ λυκείου και την αύξηση των διδακτικών ωρών στα εξεταζόμενα μαθήματα θα μειωθούν τα φροντιστήρια, εφόσον το σύστημα εξακολουθεί να είναι εξετασιοκεντρικό. Είναι φανερό, επίσης, ότι το Υπουργείο Παιδείας προχωράει σε μια εκτίναξη της φροντιστηριοποίησης (το «άγιο δισκοπότηρο» των φροντιστηρίων είναι οι εξετάσεις) ενώ την ίδια ώρα υποκριτικά κάνει κριτική στο ρόλο των φροντιστηρίων και υπόσχεται τον περιορισμό τους.

Η βασική αλλαγή που οδηγεί στην συρρίκνωση του λυκείου, από την εποχή ακόμη της γνωστής ως «μεταρρύθμιση Αρσένη», είναι η απόσπαση από τους εκπαιδευτικούς της τάξης του δικαιώματος να αποφασίζουν για το περιεχόμενο και την δυσκολία των θεμάτων στις γραπτές εξετάσεις. Η διαδικασία ελέγχου και προαγωγής των μαθητών, όταν γίνεται από τον εκπαιδευτικό της τάξης είναι μία παιδαγωγική λειτουργία με κυρίαρχα τα στοιχεία της ανοχής και της κατανόησης, αφού ο ελεγχόμενος δεν είναι ένας ψυχρός αριθμός αλλά ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Για μία εκπαιδευτική λειτουργία που το ζητούμενό της είναι η ενίσχυση των μηχανισμών απόρριψης πρέπει να παραμεριστεί ο εκπαιδευτικός της τάξης και στη θέση του να πάει μία τεχνοκρατική διαδικασία όμοια για όλους και δίκαιη τυπικά αλλά βαθύτατα άδικη, αφού μεταχειρίζονταν σαν ίσους άνισους, κοινωνικά και οικονομικά, ανθρώπους και μάλιστα ανήλικους. Θυμίζουμε ότι την χρονιά εφαρμογής της τράπεζας θεμάτων εκτοξεύτηκαν τα ποσοστά των ανεξεταστέων και χρειάστηκαν αλλεπάλληλες εγκύκλιοι από του Υπουργείο Παιδείας που χαμήλωναν τον πήχη προαγωγής, προκειμένου να κρυφτεί η βίαιη εκπαιδευτική ουσία αυτού του τρόπου αξιολόγησης των μαθητών.

Είναι γνωστό ότι στις προδιαγραφές του νέου Λυκείου καταγράφεται μια υπερβολική εμμονή στην επιλεκτική λειτουργία του σχολείου. Οι πανελλαδικού τύπου εξεταστικές δοκιμασίες, όπου η διόρθωση θα κυνηγά τη χίμαιρα της αντικειμενικότητας, η κρισιμότητα του βαθμού, η επιβολή του ισομορφισμού με την άτυπη «τράπεζα ερωτήσεων» από όπου οι εκπαιδευτικοί θα αναγκάζονται να «αλιεύουν» την εξεταστέα ύλη, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι θα αποξηράνουν κάθε προσπάθεια επικοινωνίας μεταξύ εκπαιδευτικών και εκπαιδευομένων. Η μαθησιακή διαδικασία κινδυνεύει να καταδυναστευτεί ολοκληρωτικά από το «άπλωμα» των εξεταστικών δοκιμασιών και την ανάγκη ανταπόκρισης σε αυτές και εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι σύντομα θα εξωθηθούν να μεταφέρουν στην «καρδιά» της σχολικής αίθουσας ρόλους εξεταστών – διορθωτών – βαθμολογητών αφ΄ ενός και εξεταζομένων αφ΄ ετέρου, καθώς το εκπαιδευτικό έργο καλείται να εστιάσει σε μια «τεχνολογία» των εξετάσεων, στην οργάνωση και διευθέτηση των προβλεπόμενων εξεταστικών δοκιμασιών.

Σε αυτό, βέβαια, το περιβάλλον, όπου ο εκπαιδευτικός καλείται να εξαντλήσει το ρόλο του στο πως θα τεστάρει, επιτηρήσει, κατατάξει, διαφοροποιήσει, ιεραρχήσει τελικά με «αντικειμενικό» τρόπο το μαθητικό πληθυσμό, όπου ευτελίζεται σε τυπικό χρήστη των «άνωθεν οδηγιών» και άγρυπνο επιτηρητή της εφαρμογής τους, το εκπαιδευτικό έργο διολισθαίνει σε μια ρουτινιάρικη, παθητική, άψυχη και απρόσωπη σχέση που «βραχυκυκλώνει» και ναρκοθετεί τα δίκτυα επικοινωνίας μεταξύ εκπαιδευτικών και εκπαιδευομένων.

Κατηγοριοποίηση των τμημάτων

Ο χωρισμός των πανεπιστημιακών τμημάτων σε χαμηλής και υψηλής ζήτησης, όχι μόνο αντίκειται σε όποια μορφωτική διάσταση αλλά γίνεται με αγοραίους όρους προσφοράς και ζήτησης. Περιορίζεται κατά πολύ ο αριθμός των πανεπιστημιακών τμημάτων, αφού η επιλογή αυτών γίνεται μόνο από ένα επιστημονικό πεδίο.

Η πρόταση του υπουργείου παιδείας για τη Γ Λυκείου, αντιστοιχίζεται στις κατευθύνσεις των συνολικότερων αντιδραστικών αλλαγών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που ξεκίνησαν με το νόμο Γαβρόγλου και θα ολοκληρωθούν το Σεπτέμβριο του 2019, με την αλλαγή του χάρτη των σχολών και τη δημιουργία σχολών, τμημάτων, προγραμμάτων και πτυχίων πολλών ταχυτήτων.

Και θέλουμε στο σημείο αυτό να κάνουμε τις παρακάτω παρατηρήσεις:

Στροφή στην ειδίκευση και κατάρτιση

Η κυβέρνηση επιδιώκει να υλοποιήσει αυτό που δεν κατάφεραν Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλος. Δηλαδή τη στροφή του μεγαλύτερου ποσοστού των μαθητών σε μια τεχνική εκπαίδευση, που όλο και περισσότερο την υποβαθμίζουν σε κατάρτιση, και μαθητεία και στα Διετή Προγράμματα Σπουδών που ιδρύονται στα ΑΕΙ  καθ υπόδειξη της αγοράς. Έτσι ώστε να κάνει τη νέα γενιά «καύσιμη ύλη»  του νέου μοντέλου καπιταλιστικής ανάπτυξης που ευαγγελίζεται, με ανταγωνιστικότητα, χαμηλό εργατικό κόστος και χωρίς δικαιώματα. Η νέα Γ΄ Λυκείου και το σύστημα εισαγωγής αποτελούν μέρος ενός συνολικότερου σχεδίου και οι νέες ρυθμίσεις βαθμιαία θα επεκταθούν μέχρι και την Α΄ Γυμνασίου.

Είναι φανερό ότι το προσχέδιο, υπακούει και εξυπηρετεί το στένεμα των διόδων στο Λύκειο και ώθηση της πλειονότητας των τελειοφοίτων των Γυμνασίων σε ένα είδος επαγγελματικής εκπαίδευσης – κατάρτισης με εισβολή του ιδιωτικού και διεύρυνση της μαθητείας – απλήρωτης εργασίας,. Τα Λύκεια αριστοκρατικοποιούνται, μεταλλάσσονται σε σχολεία για λίγους, και μειώνεται δραστικά ο αριθμός τους.

Η νέα δευτεροβάθμια εκπαίδευση συνιστά ένα αριστοκρατικό σύστημα, όπου θα κυριαρχεί η ταξική επιλογή, οι πολλαπλοί μηχανισμοί μορφωτικού αποκλεισμού των παιδιών των ασθενέστερων τάξεων και στρωμάτων και των απομακρυσμένων περιοχών της χώρας, η μαζική στροφή στο σύστημα της μαθητείας και της απλήρωτης εργασίας, ακόμη και μετά το γυμνάσιο, η ταξική διαφοροποίηση των σχολείων με βάση τους νόμους της αγοράς.

Η «ελεύθερη πρόσβαση στα ΤΕΠ »  είναι ο δούρειος ίππος για ένα Λύκειο  «αριστοκρατικό». Στόχος ένα μεγάλο κομμάτι των μαθητών να οδηγηθεί σε Επαγγελματικές Σχολές. Μειωμένος θα είναι ο αριθμός των μαθητών που θα συνεχίσει προς τα Λύκεια, με ομολογημένο στόχο το 30% να κατευθύνεται προς τα ΓΕΛ και το 70% προς την τεχνική εκπαίδευση-κατάρτιση. Είναι βασικό προαπαιτούμενο του 3ου μνημόνιου για την ΕΕΚ (επαγγελματική εκπαίδευση & κατάρτιση), μέχρι το 2017, το 33% των εκπαιδευομένων να συμμετέχουν στη μαθητεία. Το σχέδιο είναι μόρφωση για τους λίγους – κατάρτιση για τους πολλούς! Αυτόν ακριβώς το στόχο  υπηρετεί και η περίφημη πρόταση για το «Νέο Λύκειο». Λιγότερο σχολείο – φτωχότερο σχολείο, για λιγότερους μαθητές και με λιγότερους εκπαιδευτικούς.

Στην εποχή της ευαλσφάλειας, της συντριβής της μόνιμης εργασίας και των ελαστικών σχέσεων εργασίας, η γενική παιδεία ισοπεδώνεται και αποθεώνονται οι αποσπασματικές «δεξιότητες»: ο χειρισμός πληροφοριών αντί της κριτικής σκέψης, ο κατακερματισμός της γνώσης σε χρήσιμα στοιχεία. Αυτή η χρησιμοθηρία οδηγεί στην αδυναμία συνολικής θεώρησης του σύγχρονου κόσμου, εξήγησης και αμφισβήτησής του. Οικοδομούν ένα σχολείο που θα παράγει εργατικό δυναμικό φτηνό, χωρίς δικαιώματα, αλλά καταρτισμένο με εκείνες τις χρηστικές δεξιότητες που απαιτεί η αγορά και το κεφάλαιο.

Επιδιώκουν να διαμορφώσουν ένα σχολείο που το πρόγραμμά του διαμορφώνεται από στο ΜΚΟ, άλλα «ευαγή ιδρύματα» και επιχειρήσεις θεμελιώνοντας τους  κυβερνητικούς σχεδιασμούς  για την αξιολόγηση και την «αυτονομία» των σχολείων. Η περιβόητη «αυτονομία» σημαίνει ότι τα σχολεία θα τα βγάζουν πέρα μόνα τους, χωρίς επαρκή κρατική χρηματοδότηση, απευθυνόμενα στους γονείς και χορηγούς.

Έξωση μαθημάτων – Εκπαιδευτικών

Εξετάσεις – αυτοαξιολόγηση – αξιολόγηση εκπαιδευτικών

Εκεί που κρύβει, ωστόσο, τα περισσότερα το νομοσχέδιο με τις αλλαγές στο Λύκειο και το σύστημα πρόσβασης, είναι στο θέμα της επιχειρούμενης έξωσης χιλιάδων καθηγητών από το Λύκειο.

Όλες οι παρεμβάσεις που έγιναν την περίοδο 2011 – 2019, σύμφωνα με τους τότε Υπουργούς Παιδείας, έγιναν “για παιδαγωγικούς και εκπαιδευτικούς λόγους” και είχαν στόχο την “ποιοτικότερη εκπαίδευση”. Ωστόσο οι αναβαθμισμένες πολιτικές εξαπάτησης και οι «φαεινές» ιδέες βασικό στόχο είχαν και έχουν τις περικοπές προσωπικού.

Έτσι και τώρα, αφενός με τη μείωση του ωρολογίου προγράμματος και αφετέρου με τις αλλαγές στο αναλυτικό πρόγραμμα το αποτέλεσμα θα είναι ο εξοστρακισμός μερικών χιλιάδων καθηγητών.

Εξοστρακισμός που συνδέεται και με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Ο Υπουργός Παιδείας,  σε συνέντευξή του στο Real Fm, 31-8-17, δήλωνε ότι «το διαγώνισμα του Ιανουαρίου θα είναι ένας τρόπος να δούμε αν οι δάσκαλοι και οι καθηγητές είναι αποτελεσματικοί. Διότι κι αυτοί οι άνθρωποι καμιά φορά δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί». Οι προθέσεις του υπουργού να προχωρήσει στην εξωτερική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και να την συνδέσει με τις επιδόσεις των μαθητών είναι προφανείς.

Η «αξιολόγηση» της σχολικής μονάδας, η οποία στην πιο ακραία έκφραση της θα συνδέεται με τις εξεταστικές επιδόσεις των μαθητών εκτός του ισοπεδωτικού της χαρακτήρα, θα χωρίζει τα σχολεία σε κατηγορίες, θα οξύνει τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, δηλητηριάζοντας εκπαιδευτικές και κοινωνικές σχέσεις, διαφοροποιώντας τους τρόπους χρηματοδότησης, βάζοντας τους χορηγούς από το παράθυρο και τους γονείς να στηρίζουν οικονομικά τη λειτουργία, οδηγώντας πολλά σχολεία στο μαρασμό και τελικά στο κλείσιμο. Η λεγόμενη αυτοαξιολόγηση των σχολείων συνδέεται με την εξωτερική αξιολόγησή τους και την ατομική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού. Όπως αναφέρεται στην έκθεση ΟΟΣΑ (σελ. 67), «η αυτοαξιολόγηση πρέπει να οργανωθεί, με τρόπο ώστε να είναι συγκρίσιμη μεταξύ σχολικών μονάδων και ώστε να μπορεί να επικυρώνεται και να συμπληρώνεται από εξωτερική αξιολόγηση».

Η «αξιολόγηση» της σχολικής μονάδας, η οποία στην πιο ακραία έκφραση της θα συνδέεται με τις εξεταστικές επιδόσεις των μαθητών εκτός του ισοπεδωτικού της χαρακτήρα, θα χωρίζει τα σχολεία σε κατηγορίες, θα οξύνει τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, δηλητηριάζοντας εκπαιδευτικές και κοινωνικές σχέσεις, διαφοροποιώντας τους τρόπους χρηματοδότησης, βάζοντας τους χορηγούς από το παράθυρο και τους γονείς να στηρίζουν οικονομικά τη λειτουργία, οδηγώντας πολλά σχολεία στο μαρασμό και τελικά στο κλείσιμο.

Τι να κάνουμε:

Οι αλλαγές που προοιωνίζονται στην εκπαίδευση αποτελούν τομή και αφορούν τους πάντες. Μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς. Και μόνο αν αντιμετωπιστούν με συνέχεια και συνέπεια με τη μορφή του πανεκπαιδευτικού μετώπου μπορούν να αντιμετωπιστούν. Και σε αυτό πρέπει να κατατείνουν όλες οι προσπάθειες. Και αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση και η γραμμή του αγώνα για να μην περάσει και να ανατραπεί το νέο αντιεκπαιδευτικό έκτρωμα.

Από τη πλευρά του κόσμου της εργασίας χρειάζεται να διαμορφωθεί ένα ευρύ μορφωτικό κίνημα παιδείας με μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τα δικαιώματα και τις μορφωτικές ανάγκες της νέας γενιάς προβάλλοντας το στρατηγικό αίτημα «μόρφωση και  δουλειά για όλους». Τώρα, οφείλουμε  απέναντι στο «νέο» σχολείο των δεξιοτήτων, της κατακερματισμένης γνώσης, της αγοράς, της εγκατάλειψης και της υποταγής, να προβάλλουμε το όραμά μας  για ένα άλλο σχολείο. Για ένα σχολείο ενιαίο δωδεκάχρονο δημόσιο δωρεάν που θα χωράει όλα τα παιδιά χωρίς φραγμούς και διακρίσεις και θα μορφώνει ολόπλευρα. Πραγματικά δημόσιο και δωρεάν που να ανταποκρίνεται στην ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύπτει τους νόμους κίνησης της φύσης και της κοινωνίας, να τους χρησιμοποιεί για να καλυτερέψει την ανθρώπινη ζωή, που να δημιουργεί δημοκρατικά ελεύθερες προσωπικότητες, ανθρώπους που να μαθαίνουν να συνεργάζονται, να σέβονται τη διαφορετικότητα και να δουλεύουν συλλογικά για την προσωπική , αλλά και κοινωνική απελευθέρωση και ευτυχία.

Γιώργος Καββαδίας, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου – Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης

Δείτε και αυτό:

Σαράντα χρόνια ο λαός μας γεύεται τους πικρούς καρπούς της ένταξης στην EE

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το