Η δίκη της Χρυσής Αυγής, τα όσα προηγήθηκαν, η απόφαση και τα όσα θα ακολουθήσουν είναι γεγονότα άξια παρατήρησης και πολλαπλής κοινωνικής και πολιτικής ανάγνωσης. Το πως συνωστίστηκαν τόσες διαφορετικές ιδεολογίες και πολιτικές απόψεις και συμπεριφορές στην καταδίκη της φασιστικής οργάνωσης είναι άξιο προσοχής. Σαν αίφνης να έλαμψε η αποκάλυψη. Είδαν όλοι το φως και έπεσαν ξεροί από τη λάμψη. Τόσα χρόνια, όταν η εγκληματική οργάνωση εγκληματούσε δεν έβλεπαν, δεν άκουγαν, δεν ήξεραν. Την καλούσαν, την αξιοποιούσαν αναλόγως… Τέλος πάντων, έστω κι έτσι κάτι γίνεται. Ας φανούμε καλοπροαίρετοι κι ας κρατήσουμε απ’ αυτό όχι την υποκρισία και την υστεροβουλία, αλλά την ομόθυμη καταδίκη η οποία θα είναι χρήσιμο προηγούμενο για καινούργια παρόμοια εγχειρήματα – αν και τα επόμενα, επειδή θα προέρχονται από τους ίδιους εκείνους που ενθάρρυναν και χρηματοδότησαν τη Χρυσή Αυγή, θα είναι προσαρμοσμένα στο νέο περιβάλλον, θα εμφανιστούν με άλλες μορφές και ονόματα, αλλά με την ίδια επιδίωξη.
Και στο μεταξύ, η φασιστικοποίηση της ζωής συνεχίζεται πολλαπλώς, με εμφανέστερο και εκκωφαντικώτερο σημείο, σε αυτή τη φάση, τις δυνάμεις καταστολής, οι οποίες ψήφιζαν συντριπτικά Χρυσή Αυγή και το ίδιο συντριπτικά καταστέλλουν αντιφασιστικές, μαθητικές, αντιπολεμικές και λοιπές διαδηλώσεις (κάποιος να τον μαζέψει τον αλλοπαρμένο της οδού Κατεχάκη, που φαντάζεται τον εαυτό του ως τον Ναπολέοντα της καταστολής και διατάσσει γενική επίθεση κατά παντός κινούμενου αμφισβητία).
Όμως, ας σταθούμε σήμερα σε μια πιο ταπεινή όψη. Σε εκείνους, δημοσιογράφους και λοιπούς πολυπράγμονες, οι οποίοι αφού ανακάλυψαν μετά τη δικαστική απόφαση τι είναι η Χρυσή Αυγή, αποφάσισαν να μας βάλουν στη θέση μας, μην και πάρουν τα μυαλά μας τον αέρα πως τα κινήματα και ο λαός έχουν λόγο επί εκείνων που αποτελούν ιερά άβατα του αστικού συστήματος. Διακηρύσσοντας, είτε το ξέρουν και το καταλαβαίνουν είτε όχι (πράγμα και πιο πιθανό), τα σπουδαία νεοφιλελεύθερα δόγματα που διακινούν στην Ελλάδα κάποιοι ανύπαρκτοι πολιτικά πλέον, Μάνοι, Ανδριανόπουλοι κ.ο.κ.
Έχω στο νου, μεταξύ άλλων, τη δήλωση Μαρκουλάκη: “Τώρα, επιτέλους, μπορούμε να το πούμε: Δεν είναι αθώοι. Όχι επειδή το ζήτησε η ελληνική κοινωνία. Αλλά επειδή αποφάνθηκε η ελληνική δικαιοσύνη”. Τα ίδια περίπου μας μήνυσαν και διάφοροι σάλτες του διαδικτύου ή του τηλεοραδιοφωνικού σεισμογενούς στερεώματος.
Και καλά η γενιά των ραδιοτηλεοπτικών και λοιπών, είναι αμόρφωτοι, ως επί το πλείστον. Αλλά ο ηθοποιός και σκηνοθέτης, είναι, ή θα έπρεπε να είναι, γνώστης. Φαντάζεται κανείς πως έχει διαβάσει την “Αντιγόνη” του Σοφοκλή. Τι άραγε κατάλαβε; Πως το έργο υποστηρίζει και εκφράζει το περί δικαίου αίσθημα των δικαστών, δηλ. του Κρέοντα και του κατεστημένου ή το περί δικαίου αίσθημα της Αντιγόνης και του χορού! Κοντολογίς, αν ο Δημ. Λιγνάδης στην νεοδημοκρατική του έξαρση τον καλέσει τώρα να σκηνοθετήσει “Αντιγόνη” στο Εθνικό, τι άποψη θα παρουσιάσει, πως το περί δικαίου αίσθημα της Αντιγόνης είναι ανεπαρκές, αδιάφορο, αμελητέο, καθώς δεν υπάρχει απόφαση του δικαστηρίου; Και θα περιμένει να συνέλθει το δικαστήριο της Θήβας για να αποφανθεί αν η Αντιγόνη ή ο Κρέοντας έχει δίκιο; Προφανώς τις πιο σύνθετες συγκρούσεις αυτού του μέγιστου δράματος, τη διαλεκτική του δίκαιου και των πραγμάτων θα τα παρακάμψει ως αριστερές κουλτουριάρικες θεωρίες.
Ας μιλήσουμε για τη τωρινή δίκη. Πως την καταλαβαίνει άραγε την ελληνική κοινωνία ο ως άνω εισαγγελέας της; Οι χιλιάδες άνθρωποι που αντιστάθηκαν στη βία της Χρυσής Αυγής όλα αυτά τα χρόνια (ο ίδιος δεν ήξερε την ύπαρξή της; Ή θεωρούσε πως δεν άξιζε να σπαταλήσει την πολύτιμη πνευματική του δύναμη για ήσσονα συμβάντα;), οι εκατοντάδες άνθρωποι που κράτησαν ζωντανή τη δίκη, που κατέθεσαν ως μάρτυρες, που που συνέλεξαν και προσκόμισαν στοιχεία, που συμπαραστάθηκαν στη μάνα του Παύλου Φύσσα και στον πατέρα του Λουκμάν, οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής που με αυταπάρνηση, εγκαταλείποντες τις δουλειές τους επί πεντέμιση χρόνια, όλοι αυτοί τι είναι; Δεν είναι ελληνική κοινωνία και αίσθημα δικαίου;
Αυτού του είδους οι τύποι οι οποίοι αναδύονται με ορμή στη νέα ελληνική κοινωνία, μεταμοντέρνα, μεταδημοκρατική, μεταφιλελεύθερη, τρέφονται με την ιδέα πως η χώρα τους ανήκει. Συνεπώς η κοινωνία, ο λαός, το λαϊκό αίσθημα, και πολύ περισσότερο οι λαϊκές αντιδράσεις δεν είναι παρά ενοχλητικές παρανέργειες ενός συστήματος που οφείλει να τις επιτρέπει όσο πιο λίγο γίνεται και να τις ανέχεται ακόμα λιγότερο. Ο λαός είναι στοιχείο τριβής του νεοφιλελεύθερου κόσμου, στον οποίο κόσμο λόγο έχουν μόνο οι γνωστοί “άριστοι”, και όσο λιγότερο παρουσιάζεται ο λαός τόσο καλύτερα (για τους Μαρκουλάκηδες).
Ούτω πως, ο Μαρκουλάκης θεωρεί αυτονόητο πως δημοκρατία είναι να σηκώνει το τηλέφωνο και να λέει στον πρωθυπουργό ότι δεν πρέπει να κλείσουν τα θέατρα – πράγμα που οι χιλιάδες άνθρωποι του θεάτρου δεν μπορούν να κάνουν – αλλά και εκείνο που έχουν ως μόνη δύναμη και όπλο, την απεργία, τη διαδήλωση, τη μαζική κινητοποίησή τους, το θεωρεί οχλοκρατικό και άνευ αποτελέσματος.
Όπως, ας πούμε, και ο Σάκης Ρουβάς θεωρεί αυτονόητο να καβαλάει με μια κουρσάρα το Ηρώδειο και να κάνει διαφημίσεις. Δικό τους δεν είναι; Γιατί διαμαρτύρεται ο αριστερή κουλτουροδιανόηση; Τι δικαιώματα διεκδικεί επί του ακινήτου;
Στο κάτω-κάτω εκείνος δεν είναι που βγαίνει κάθε τρεις και λίγο φωτογραφίες με τις φιλάνθρωπες κυρίες του γνωστού απάνθρωπου κύκλου (ο οποίος κύκλος, παρεμπιπτόντως, ήταν από τους τροφοδότες της Χρυσής Αυγής! Για να μην ξεχνιόμαστε!).
Όπως πάντα τίποτα δεν τελειώνει εδώ. Εδώ όλα αρχίζουν (ξανά).
Πηγή: Θανάσης Σκαμνάκης – Kommon.gr
e-prologos.gr