γράφει ο Δημήτρης Κωστάκος

14 παγίδες, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν… εργασιακά εγκαύματα σε μια αγορά εργασίας όπου νόμος είναι η ισχύς του εργοδότη

Έως και 31 ημέρες ετήσιας άδειας αναψυχής και επίδομα ίσο με τις αποδοχές έως 15 ημερών -με βάση τον χρόνο και το είδος απασχόλησης – δικαιούνται οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, οι επιστημονικοί συνεργάτες των συνδικάτων και οι εργατολόγοι, εντοπίζουν 14 παγίδες για τους εργαζόμενους, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν… εργασιακά εγκαύματα.

Ειδικά σε μια αγορά εργασίας, όπου -κατά παράφραση του γνωστού συνθήματος- νόμος είναι η ισχύς του εργοδότη…

Αναλυτικότερα:

Οι διατάξεις του θεσμικού πλαισίου που αφορούν στην ετήσια άδεια αναψυχής των εργαζομένων είναι δημοσίας τάξεως, με συνέπεια να μην επιτρέπεται και να είναι άκυρη κάθε αντίθετη ρητή ή σιωπηρή συμφωνία, καθώς και η παραίτηση του εργαζόμενου από τις σχετικές αξιώσεις. 

Κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας απαγορεύεται η απόλυση του εργαζόμενου.

Οι τηλεργαζόμενοι, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας αναψυχής τους έχουν δικαίωμα αποσύνδεσης.

Δηλαδή έχουν δικαίωμα να απέχουν πλήρως από την παροχή της εργασίας τους και ιδίως, να μην επικοινωνούν ψηφιακά και να μην απαντούν σε τηλεφωνήματα, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή σε οποιασδήποτε μορφής επικοινωνία.

Η ετήσια άδεια αναψυχής του εργαζόμενου χορηγείται σε συνεννόηση με τον εργοδότη ως προς το χρόνο χορήγησής της και σε κάθε περίπτωση εντός διμήνου από την υποβολή σχετικού αιτήματος από τον εργαζόμενο.

Η άδεια αναψυχής, δεν χορηγείται οπωσδήποτε από τον Ιούλιο έως και τον Σεπτέμβριο, παρά το γεγονός ότι αυτό συνηθίζεται. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι μισοί τουλάχιστον εργαζόμενοι μιας επιχείρησης πρέπει να πάρουν την άδειά τους μέσα στο χρονικό διάστημα από 1η Μαΐου έως 30 Σεπτεμβρίου.

Με νομοθετική ρύθμιση (άρθρο 61 του Ν. 4808/2021) δίνεται η δυνατότητα μεταφοράς της ετήσιας κανονικής άδειας μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους (για την άδεια αναψυχής του 2023 έως το τέλος Μαρτίου 2024).

Σε περίπτωση που παρέλθει και το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους, η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική. 

Οι εργοδότες οι οποίοι απασχολούν εργαζόμενους, που προστατεύουν παιδιά έως 16 ετών (φυσικά ή υιοθετημένα) και παιδιά άνω των 16 ετών με αναπηρία υποχρεούνται κατά τον προγραμματισμό του χρόνου χορήγησης των ετήσιων αδειών απουσίας του προσωπικού τους να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων αυτών.

Στις ημέρες της ετήσιας άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Ως εκ τούτου δεν περιλαμβάνονται οι Κυριακές, οι επίσημες αργίες, οι κατ’ έθιμον αργίες, οι ημέρες ασθένειας και οι ειδικές άδειες που προβλέπονται από άλλες διατάξεις εάν συμπέσουν με αυτήν (πχ άδεια γάμου, άδεια γέννησης τέκνου, άδεια μητρότητας)

Ο βασικός κανόνας είναι ότι η ετήσια άδεια χορηγείται συνεχόμενα και για το σύνολο των ημερών που δικαιούται ο εργαζόμενος ανάλογα με την προϋπηρεσία του.

Επιτρέπεται κατ` εξαίρεση, η κατάτμηση του χρόνου ετήσιας αδείας εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της αδείας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των έξι εργασίμων ημερών σε εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία και των πέντε εργασίμων ημερών σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία ή των δώδεκα  εργασίμων ημερών, εφόσον αφορά ανηλίκους που εργάζονται νόμιμα.

Ειδικά, σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό και εποχικό προσωπικό και παρουσιάζουν ιδιαίτερη σώρευση εργασίας που οφείλεται στο είδος ή στο αντικείμενο εργασιών τους, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, για το τακτικό προσωπικό, ο εργοδότης δύναται να χορηγεί το τμήμα της αδείας των 10 εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή 12 επί εξαημέρου, οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους.

Το επίδομα αδείας κατοχυρώθηκε περαιτέρω με το άρθρο 2 της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ του 2010 και προκαταβάλλεται.

Γενικές ή ειδικές διατάξεις νόμων, διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων, συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διαιτητικών αποφάσεων, κανονισμών εργασίας και λοιπών κανονιστικών πράξεων, που καθορίζουν ευνοϊκότερους τρόπους υπολογισμού, καταβολής και γενικά παροχής του επιδόματος άδειας υπερισχύουν και διατηρούνται σε ισχύ.

Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν χορηγεί την άδεια που αιτήθηκε ο εργαζόμενος έως το τέλος Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, οφείλει να καταβάλει τις αποδοχές του οφειλόμενου χρόνου αδείας με προσαύξηση 100%, συν το επίδομα αδείας.

πηγή: kosmodromio.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το