O μεγαλοφυής Καραβάτζιο (29 Σεπτεμβρίου 1571 – 18 Ιουλίου 1610), ο ζωγράφος που σφράγισε την εποχή του Μπαρόκ και στη διάρκεια της σύντομης ζωής του κατάφερε να εισάγει το ύφος του, τον «Καραβατζισμό», πέθανε στις 18 Ιουλίου του 1610, σε ηλικία 39 ετών.
Χρησιμοποίησε στα έργα του το σκοτάδι για να φορτίσει τα φωτισμένα πρόσωπα των μοντέλων του, που παρόλο που προέρχονταν από τη λαϊκή καθημερινότητα της περιόδου απέπνεαν μια έντονη αίσθηση θεατρικότητας και μυστηρίου. Το ίδιο σκοτεινός και μυστήριος ήταν και ο δημιουργός τους.
Πίνακες με επιβλητικά φωτισμένες ανθρώπινες μορφές και σε έντονη αντίθεση με το σκοτεινό, συχνά μυστηριώδες φόντο κατέκλυσαν κυριολεκτικά την Ευρώπη τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, καθώς ο Καραβατζισμός εξαπλωνόταν.
Στα πρώιμα έργα του Καραβάτζιο κυριαρχεί η καθαρότητα των περιγραμμάτων και η σχεδιαστική ακρίβεια. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η γλυπτικότητα των αντικειμένων και των σωμάτων μέσα σε μια ατμόσφαιρα ερωτικής φόρτισης. Στα ώριμα έργα του προστίθεται ένα ουδέτερο σκοτεινό φόντο. Ο Καραβάτζιο ρίχνει πάνω σε σημεία των μορφών ένα φως πλάγιο, σχεδόν νυχτερινό που καταργεί το φως της μέρας αναδεικνύοντας την φορτισμένη ενέργεια στο εσωτερικό.
Πρόκειται για την τεχνική του κιαροσκούρο (των έντονων αντιθέσεων που προκαλεί το φως) και του τενεμπρισμού (ύφος που χαρακτηρίζεται από μεγάλες βαθύχρωμες ή σκοτεινές επιφάνειες που συνδυάζονται με μικρότερες περιοχές κατάλληλα φωτισμένες με τη χρήση χρώματος, με αποτέλεσμα τη δημιουργία δραματικών φωτοσκιάσεων) που πρώτος ο Καραβάτζιο χρησιμοποίησε με τέτοια ένταση και μαεστρία. Αυτή η επαναστατική τεχνική του, με τον επιλεκτικό φωτισμό των μορφών που προβάλλουν μέσα από βαθιά σκιά, αποτέλεσε κύριο χαρακτηριστικό της ζωγραφικής του Μπαρόκ. Εισήγαγε, επίσης, το ιδίωμα της θεατρικότητας που επίσης ακολουθήθηκε πιστά από τους μετέπειτα ζωγράφους.
Ο Καραβάτζιο θεωρήθηκε νατουραλιστής, όμως ο νατουραλισμός του ήταν ασυνήθιστος. Κατήργησε εντελώς τις ρητορικές αντιθέσεις και τις υφολογικές εκλεπτύνσεις των μανιεριστών του 16ου αιώνα. Με τον Καραβάτζιο «καταργείται» ουσιαστικά ο ιδεαλισμός της Αναγέννησης. Ο μεγάλος Ιταλός ζωγράφος απομακρύνεται σχεδόν ολοκληρωτικά από την εξιδανικευμένη απόδοση των θρησκευτικών θεμάτων, μεταφέροντάς τα στο επίπεδο της λαϊκής εκδοχής της καθημερινότητας. Μάλιστα, τα μοντέλα του τα αναζήτησε στους δρόμους και τα ζωγράφισε ρεαλιστικά σαν τα βιβλικά επεισόδια να συνέβαιναν μπροστά του.
Για παράδειγμα, στο έργο του «Η Μεταστροφή του Αγίου Παύλου» (1601), ο Άγιος Παύλος είναι ένας άξεστος νεαρός στρατιώτης, ενώ ένας ρυτιδωμένος και φαλακρός χωρικός βαστάει το άλογό του. Ο πίνακας, με τις ρεαλιστικές μορφές σε φυσικό μέγεθος, αποτελεί μια ανοιχτή πρόσκληση για συμμετοχή στο «μυστήριο της μεταστροφής». Είναι χαρακτηριστικό ότι το δραματικό στοιχείο γίνεται καλύτερα αντιληπτό αν ο θεατής παρατηρήσει τον πίνακα γονατιστός από την είσοδο του παρεκκλησίου (στη Σάντα Μαρία ντελ Πόπολο της Ρώμης).
Ωστόσο, η ιδιαίτερη αυτή απόδοση των θρησκευτικών θεμάτων από τον Καραβάτζιο, θεωρήθηκε αρκετές φορές στην εποχή του ιερόσυλη από τις θρησκευτικές αρχές. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αναγκάστηκε να ζωγραφίσει δεύτερες εκδοχές των πινάκων του όπως των μορφών του Αγίου Ματθαίου (παρεκκλήσι Κονταρέλι), της Παρθένου Μαρίας κ.ά.
Ο Ιταλός Μικελάντζελο Μερίζι, έμεινε γνωστός ως Καραβάτζιο, ονομασία του ομώνυμου χωριού κοντά στο Μιλάνο από όπου καταγόταν. Γεννήθηκε το 1571 και έζησε μια πολυτάραχη ζωή γεμάτη με εσωτερικές αντιθέσεις και συγκρούσεις με το κοινωνικό του περιβάλλον.
Ο πατέρας του, Φέρμο Μερίζι, με καταγωγή από το χωριό Καραβάτζιο, ήταν διακοσμητής-αρχιτέκτονας και εργαζόταν στην υπηρεσία του Φραγκίσκου Α’ Σφόρτσα, ο οποίος ήταν δούκας του Μιλάνου και μαρκήσιος του Καραβάτζιο. Η οικογένεια Μερίζι ήταν εγκατεστημένη στο Μιλάνο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1570, τουλάχιστον μέχρι το θάνατο του Φέρμο Μερίζι από πανούκλα στις το 1577. Εξαιτίας της απώλειας τόσο του πατέρα του όσο και του θείου του, η μητέρα του μεγάλωσε τα πέντε συνολικά παιδιά της οικογένειας υπό συνθήκες οικονομικής ανέχειας. Μετά το θάνατο του Φραντσέσκο Σφόρτσα, την εξουσία ανέλαβε η οικογένεια των Κολόνα, η οποία καθόρισε την εξέλιξη του νεαρού Καραβάτζιο, καθώς φρόντισε να μαθητεύσει για τέσσερα χρόνια δίπλα στον ζωγράφο Σιμόνε Πετερτσάνο.
Ο Καραβάτζιο μετά τις σπουδές του στο Μιλάνο εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, ανάμεσα στα 1588-92. Την εποχή αυτή μεσουρανούσε στο καλλιτεχνικό στερέωμα ο Μιχαήλ Άγγελος και στον πνευματικό χώρο δέσποζε η Σύνοδος του Τριδέντου με την οποία εγκαινιάζεται ο καλλιτεχνικός οργασμός της περιόδου της Αντιμεταρρύθμισης. Ο Καραβάτζιο τέθηκε υπό την προστασία του καρδινάλιου Del Monte ανθρώπου με μεγάλη επιρροή στην παπική αυλή. Με τη μεσολάβηση του Del Monte πήρε το 1597 την παραγγελία για τη διακόσμηση του παρεκκλησίου Κονταρέλι στη Ρώμη. Η παραγγελία αυτή τον καθιέρωσε σε ηλικία 24 ετών ως επιφανή ζωγράφο με σημαντικούς προστάτες και πελάτες.
Ενώ βρισκόταν στο απόγειο της σταδιοδρομίας του το 1606, κατά τη διάρκεια λογομαχίας με έναν νεαρό ονόματι Ρανούτσιο Τομασσόνι, ο Καραβάτζιο τον σκότωσε – το πιθανότερο άθελά του – με μαχαίρι και αναγκάστηκε να φύγει από τη Ρώμη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Νάπολη, τη Μάλτα και τη Σικελία καυγαδίζοντας, μονομαχώντας αλλά και ζωγραφίζοντας.
Την περίοδο που βρισκόταν στη Σικελία, σύμφωνα με αναφορές της εποχής, η συμπεριφορά του Καραβάτζιο ήταν όλο και πιο παράξενη. Κοιμόταν με τα ρούχα του και πάνοπλος, έσκιζε τους πίνακές του με την παραμικρή υπόνοια κριτικής, ενώ χλεύαζε τους ντόπιους ζωγράφους.
Όσο γνωστός ήταν στην εποχή του για το ζωγραφικό του ταλέντο αλλά τόσο γνωστός ήταν εξαιτίας του φόβου που ενέπνεε λόγω της δύστροπης και ιδιόρρυθμης προσωπικότητάς του. Καυχιόταν για την πρωτοτυπία του και χλεύαζε την εξουσία. Ήταν ατρόμητος και ιδιαίτερα εριστικός.
Το ενδιαφέρον πολλών μελετητών στράφηκε πέρα από το έργο του και στη σεξουλικότητα του Καραβάτζιο. Από τη μία, υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν πως ήταν ομοφυλόφιλος και εκείνοι που προσπαθούν να αποδείξουν το αντίθετο, χωρίς όμως να μπορούν να απαντήσουν στο ερώτημα τι ήταν τελικά αυτό που ώθησε τον Καραβάτζιο να ζωγραφίσει πληθώρα αντρικών κορμιών με εμφανές το στοιχείο του ερωτισμού.
Στο σπαθί στο χέρι του Δαβίδ γράφεται «H-AS OS», που ερμηνεύεται ως σύντμηση της λατινικής φράσης «Humilitas occidit superbiam» («Η ταπεινότητα σκοτώνει την περηφάνια».
Όπως παρατηρεί η Catherine Puglisi, ο Δαβίδ έχει μια έκφραση θλίψης και συμπόνιας. Η απόφαση να τον απεικονίσει σκεπτικό και όχι περιχαρή δημιουργεί ένα ασυνήθιστο ψυχολογικό δέσιμο μεταξύ του ίδιου και του Γολιάθ. Αυτό το δέσιμο περιπλέκεται περισσότερα από το γεγονός ότι ο Καραβάτζιο ζωγράφισε τον εαυτό του ως Γολιάθ ενώ ο Δαβίδ είναι «il suo Caravaggino», ο δικός τους μικρός Καραβάτζιο. Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για τον βοηθό και μαθητή του ζωγράφου, τον Cecco del Caravaggio. Από την άλλη, υπάρχει η ερμηνεία ότι ο μικρός Καραβάτζιο (ο Δαβίδ) είναι επίσης ο ζωγράφος νεώτερος που κρατά στο χέρι του το κεφάλι του μεγαλύτερου Καραβάτζιο.
******
O Καραβάτζιο πέθανε το 1610, άρρωστος και κυνηγημένος στο Πόρτο ‘Ερκολε, στο δρόμο προς τη Ρώμη, όπου ανέμενε ότι θα του δοθεί συγχώρεση από τον Πάπα.
Πηγές
-Εύη Γαλατσάνου, «Caravaggio (Το κεφάλι της Μέδουσας)», 24grammata.com, Οκτώβριος 2011.
-Νίκος Γ. Ξυδάκης, «Καραβάτζιο, μεγαλοφυής επαναστάτης… με αιτία», kathimerini.gr, Ιούνιος 2006.
-Παντελής Τσάβαλος, «Η ζωή και το έργο του Caravaggio», coconis.com, Φεβρουάριος 2005.
-Χιου Χόνορ-Τζον Φλέμινγκ, Ιστορία της Τέχνης, τόμος 3, εκδ. Υποδομή, Αθήνα 1992.
-«Καραβάτζιο (Caravaggio): Ο Νικηφόρος Ομοφυλόφιλος Έρως και η ταινία του Ντέρεκ Τζάρμαν (Derek Jarman)», gayekfansi.blogspot.gr, Απρίλιος 2011.
πηγή: tvxs
e-prologos.gr