Κοντεύουν τρία χρόνια από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για το Brexit στις 23 Ιουνίου του 2016 και όχι μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει αποχωρήσει ακόμη, παρά βρίσκεται κλονισμένο από τη βαθύτερη κρίση της πρόσφατης ιστορίας του. Όταν δημοσιοποιήθηκε τότε το αποτέλεσμα, η Τερέζα Μέι, που διαδέχθηκε τον παραιτηθέντα Κάμερον στην πρωθυπουργία, παρουσιαζόταν ως η νέα «σιδηρά κυρία» που θα τα βάλει με τις μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ, για να αποσπάσει μια συμφωνία ανάλογης της βαρύτητας του βρετανικού ιμπεριαλισμού.
Πλέον, μετά από αδιάκοπα παζάρια, μπλόφες και εκβιασμούς με την ΕΕ, με μια σειρά παραιτήσεις κυβερνητικών στελεχών, αλλά κυρίως με απανωτές συντριπτικές ήττες στο βρετανικό κοινοβούλιο, όπου καταψηφίστηκε η συμφωνία που έφερε η Μέι για το Brexit, η πρωθυπουργία της εξελίσσεται σε καταστροφή για την ίδια. Δεχόμενη μάλιστα νέο ταπεινωτικό πλήγμα, μέσω τροπολογίας από βουλευτή του δικού της κόμματος, η πρωτοβουλία σχετικών ψηφοφοριών περνά στην αρμοδιότητα του κοινοβουλίου. Με τα χρονικά περιθώρια για επίτευξη συμφωνίας οργανωμένης εξόδου να εξαντλούνται, όχι μόνο δεν έχει επιτευχθεί κάτι τέτοιο, αλλά τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο δύσκολα με την απόφαση του προέδρου της Βουλής των Κοινοτήτων, Τζον Μπέρκοου να αποτρέψει μια τρίτη ψηφοφορία, εκτός αν η Μέι φέρει μια ριζικά διαφορετική συμφωνία, πράγμα απίθανο. Η πρωθυπουργός παίζει πλέον το χαρτί της παραίτησής της, προκειμένου να υποχρεώσει τους διαφωνούντες βουλευτές των Συντηρητικών να δεχθούν τη συμφωνία.
Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν τη Μέι να καταθέσει αίτηση αναβολής της ενεργοποίησης του άρθρου 50, που αφορά την έναρξη της διαδικασίας αποχώρησης, ως τα τέλη του Ιουνίου, το οποίο όμως δεν έγινε δεκτό από του 27 ηγέτες της ΕΕ. Αυτό που αποφασίστηκε είναι ότι, σε περίπτωση που ψηφιστεί η συμφωνία εγκαίρως, πράγμα δύσκολο, τότε θα δοθεί μια ικανοποιητική παράταση ενός μήνα περίπου. Σε αντίθετη περίπτωση, που είναι πολύ πιθανή, όλα θα κριθούν από τη στάση της Βρετανίας απέναντι στις ευρωεκλογές. Αν αποφασιστεί συμμετοχή, τότε θα δοθεί μεγάλη παράταση. Αν όχι, θα υπάρξει άτακτη αποχώρηση. Αναμφίβολα ο εκβιασμός από την πλευρά της ΕΕ για συμμετοχή – παρωδία στις ευρωεκλογές του Ηνωμένου Βασιλείου κινείται στη λογική ανατροπής του δημοψηφίσματος και αν περάσει θα συνιστά ένα πρώτο βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση.
Όλο το διάστημα που εξελίσσεται το παζάρι των διαπραγματεύσεων, έχουν δημιουργηθεί τρία ρεύματα μέσα στα δύο κυρίαρχα κόμματα, τους Συντηρητικούς και τους Εργατικούς. Το πρώτο, σαφώς ενισχυμένο στους Συντηρητικούς, αποσκοπεί σε «σκληρό» χωρίς συμφωνία Brexit. Το δεύτερο προκρίνει Brexit με μια τέτοια συμφωνία, που η έξοδος θα είναι μάλλον τυπική. Το τρίτο, συνομωτεί όλο και πιο ανοιχτά για ακύρωση του δημοψηφίσματος και παραμονή στην ΕΕ, πιθανόν και με δεύτερο δημοψήφισμα, του οποίου το αποτέλεσμα προεξοφλεί. Τα δύο τελευταία ρεύματα έχοντας κοινό τόπο, βρίσκονται σε μέτωπο αντιπαράθεσης με το πρώτο. Και αν το δεύτερο ρεύμα έμοιαζε το επικρατέστερο, τώρα, μπροστά στο αδιέξοδο, φαίνεται τα ακραία πλέον ενδεχόμενα, δηλαδή της άτακτης αποχώρησης ή της ανατροπής του δημοψηφίσματος, να κερδίζουν έδαφος.
Είναι ενδεικτικό πάντως του βάθους της κρίσης, ότι ένα μεγάλο τμήμα των βουλευτών, αλλά κυριότερα το τμήμα της αστικής τάξης που εκπροσωπούν, εγκρίνουν το ενδεχόμενο ανατροπής του δημοψηφίσματος, που θα γελοιοποιήσει διεθνώς τον βρετανικό ιμπεριαλισμό, θα καταστήσει το πολιτικό σύστημα στο εσωτερικό του εντελώς αναξιόπιστο και θα πλήξει τη δημοκρατική του νομιμοποίηση, τροφοδοτώντας αναμφίβολα νέα οξύτατη κρίση. Έχοντας αντίληψη αυτών των παραμέτρων, γίνεται τώρα μια προσπάθεια να παρουσιαστεί η ακύρωση του Brexit ως λαϊκό αίτημα, με την οργάνωση σχετικών διαδηλώσεων, όπου κυριαρχεί το αίτημα για παραμονή στην ΕΕ και η καταγγελία του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος ως προϊόν δημαγωγίας με την αρωγή του Τραμπ.
Το βάθος της κρίσης έχει να κάνει με το βάθος του ερωτήματος για την πορεία που θα ακολουθήσει ο βρετανικός ιμπεριαλισμός στο διεθνές στερέωμα από εδώ και πέρα. Θα αποδεχθεί την γερμανική κυριαρχία εντός της ΕΕ, παραμένοντας σε αυτή αρκούμενος σε ένα δευτερεύοντα ρόλο για την ώρα; Ή θα την αμφισβητήσει ολοκληρωτικά, αποχωρώντας και αναζητώντας νέο ρόλο με νέα στηρίγματα, συσφίγγοντας τη σχέση του με τις ΗΠΑ του Τραμπ, που θέλει τη διάλυση της ΕΕ; Είναι ένα υπαρξιακό ερώτημα με ατελείωτες παραμέτρους. Και αν η μία απάντηση έχει ήδη την Βρετανία έτοιμη να ανταποκριθεί σε αυτήν, το Brexit ενδέχεται να απαιτήσει εκτεταμένες αλλαγές στην οικονομίας της και όχι μόνο, προκειμένου να ανταποκριθεί…
Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο και από τα εθνικά ζητήματα εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, που μπροστά στο ενδεχόμενο ενός «σκληρού» Brexit οξύνονται επικίνδυνα, ανοίγοντας ξανά πληγές του παρελθόντος, κρυμμένες εντός της ΕΕ. Το ενδεχόμενο ενός σκληρού συνόρου μεταξύ Ιρλανδίας και Β. Ιρλανδίας μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες, πόσο μάλλον ένα δεύτερο δημοψήφισμα απόσχισης της Σκωτίας, στη βάση της διαφωνίας του σκωτσέζικου λαού με το Brexit, που εξαρχής το θεώρησε αποτέλεσμα ακροδεξιάς και εθνικιστικής δημαγωγίας.
Σε όλο αυτό το δράμα, αναδεικνύεται και η απουσία ενός προοδευτικού πολιτικού κέντρου, το οποίο θα σεβαστεί κατ’ αρχήν την ψήφο του βρετανικού λαού, που απέρριψε την ΕΕ, αλλά θα το κάνει αυτό με προοδευτικό και φιλολαϊκό περιεχόμενο, ενάντια στην εθνικιστική και ξενοφοβική προπαγάνδα που έχει αναπτυχθεί προς υποστήριξη του Brexit. Μοιάζει η ιδέα της αντιπαράθεσης με την ΕΕ από τέτοιες θέσεις, σε επίπεδο πολιτικών δυνάμεων, να είναι πολύ αδύναμη.
Τις εξελίξεις έσπευσε να εκμεταλλευτεί και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, για να δικαιολογήσει την απόλυτη υποταγή της στους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές και την παραμονή με κάθε θυσία στην ΕΕ. Με ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έκανε λόγο για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Βρετανία εν όψει του Brexit και αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, έκανε λόγο για επιτυχή «απασφάλιση» της «βόμβας Σόιμπλε», δηλαδή του «Grexit», το 2015! Την απόλυτη υποταγή στους Γερμανούς και λοιπούς ευρωπαίους ιμπεριαλιστές και την ανατροπή του ελληνικού δημοψηφίσματος, το κόμμα που θα έκανε τις αγορές να χορεύουν πεντοζάλη, τις βαφτίζει ηρωικούς και έξυπνους ελιγμούς που λίγο πολύ… «την έφεραν» στο γερμανικό ιμπεριαλισμό! Αν όλα αυτά δεν αντιστοιχούσαν σε μια δυσβάσταχτη πραγματικότητα, θα λέγαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι τουλάχιστο διασκεδαστικός…
Πράγματι ωστόσο, η περίπτωση του Brexit και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια δύναμη όπως ο βρετανικός ιμπεριαλισμός, καταδεικνύουν την αφέλεια και την ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν μια σειρά πολιτικές δυνάμεις το ζήτημα της εξόδου και στη χώρα μας, χώρας εξαρτημένης και όχι ιμπεριαλιστικής. Από τη ΛΑΕ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και διάφορους τυχάρπαστους τύπου ΕΠΑΜ, το προηγούμενο διάστημα, η έξοδος και από το ευρώ και από την ΕΕ παρουσιαζόταν λίγο πολύ ως ζήτημα απλώς μια πολιτικής απόφασης, η οποία χρειάζεται απλώς μια κατάλληλη τεχνική προετοιμασία για να διεκπεραιωθεί, το ενδεχόμενο της οποίας οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές υποτίθεται ότι τρέμουν. Από την άλλη, η κατανόηση των δυσκολιών ενός τέτοιου εγχειρήματος δεν πρέπει να οδηγεί σε υποταγή, όπως έκανε η ηγεσία του ΚΚΕ τότε, συμμετέχοντας στην καταστροφολογική τρομοκρατία απέναντι στον ελληνικό λαό. Κατανοώντας τις δυσκολίες και εντάσσοντας ένα τέτοιο εγχείρημα στα πλαίσια ενός λαϊκού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, τίθεται σωστά και σοβαρά το ζήτημα της εξόδου από την ΕΕ, για να έχει και φιλολαϊκό χαρακτήρα.
Φιλολαϊκό χαρακτήρα, που ελλείψει ενός μαζικού εργατικού κινήματος στη Βρετανία που να αξιώνει κάτι τέτοιο, δε θα έχει είτε το «σκληρό» Brexit, είτε το «ήπιο», είτε και η παραμονή στην ΕΕ, καθώς όλες οι επιλογές είναι κομμένες και ραμμένες στα μέτρα της αστικής τάξης, που για όποια επιλογή επικρατήσει στους κόλπους της, το λογαριασμό θα τον στείλει στο βρετανικό λαό…
Σπύρος Κατσαφάδος
πηγή: poreia
e-prologos.gr