Η Διακήρυξη της Λαϊκής Ενότητας, που δόθηκε στη δημοσιότητα ενόψει της ιδρυτικής πανελλαδικής συνδιάσκεψής της, δεν πρόσθεσε τίποτε πολιτικά νέο σε σχέση με την Προγραμματική Διακήρυξή της, με την οποία κατέβηκε στις τελευταίες εκλογές. Ούτε αποτελεί κάποιο “νέο σχέδιο αντίστασης στη μνημονιακή τάξη”, όπως γράφει στον πρόλογό της, καθώς δεν επαναλαμβάνει παρά τη γραμμή που πρόβαλλε ο ΣΥΡΙΖΑ ως τη στιγμή που πολιτική του έγινε το τρίτο μνημόνιο, με τις γνωστές δευτερεύουσες και επιμέρους διαφοροποιήσεις που διατύπωνε η σημερινή ηγεσία της ΛΑΕ ως “τάση” (“αριστερή πλατφόρμα”) στα πλαίσια του ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζοντας την πολιτική του και την κυβέρνησή του μέχρι ακόμα και λίγο μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου.
Η ΛΑΕ, και με αυτήν τη Διακήρυξή της, είναι ευδιάκριτο ότι προσπαθεί να κινηθεί προς την Ιδρυτική Συνδιάσκεψή της με ένα “σχέδιο” κομμένο σε ένα πατρόν που σε μεγάλο βαθμό θυμίζει την ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ. Απ’ ό,τι φαίνεται η ηγεσία της ΛΑΕ εξακολουθεί να το θεωρεί επιτυχημένο παρά τη σημερινή θλιβερή κατάληξή του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην ίδρυσή του χρησιμοποίησε τον “συνασπισμό των ριζοσπαστικών αριστερών δυνάμεων”, την “ενότητα της Αριστεράς” και αργότερα μετά το 2010 το “αντιμνημονιακό μετωπο” σαν το επίχρισμα μιας πολιτικής που, με τέτοια συνθήματα, έσυρε μια σειρά δυνάμεις, κάτω από την ομπρέλα τού πάλαι ποτέ ΣΥΝ. Η πολιτική αυτή αντίληψη και τακτική ανιχνεύεται και στην προγενέστερη πρακτική της δημιουργίας του ΣΥΝ από τη συνεργασία ΚΚΕ-ΕΑΡ, στην οποία, ως γνωστό, σημερινό κομμάτι της ηγεσίας της ΛΑΕ έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο. Παρά την τριπλή χρεοκοπία της -με τις κυβερνήσεις Τζανετάκη (κυβερνητική συνεργασία ΣΥΝ-ΝΔ), Ζολώτα (κυβερνητική συνεργασία ΣΥΝ-ΝΔ-ΠΑΣΟΚ) και τη μνημονιακή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ- η ηγεσία της ΛΑΕ επιμένει σε αυτή την πολιτική συνταγή με τη Διακήρυξή της να αυτοπροσδιορίζει τη ΛΑΕ όχι σαν ένα νέο πολιτικό κόμμα, αλλά σαν ένα «νέο, μετωπικό πολιτικό φορέα». Όπως, μάλιστα, είπε ο Π. Λαφαζάνης στη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση της Διακήρυξης «με βάση και αφετηρία τη Διακήρυξή μας κάνουμε πρόταση διαλόγου και συνεργασίας σε όλες τις αριστερές δυνάμεις και τις καλούμε να πρωτοστατήσουμε σε ένα ευρύ δημοκρατικό αντιμνημονιακό μέτωπο στη βάση ενός μεταβατικού προγράμματος σοσιαλιστικής προοπτικής». Ακόμα πιο χαρακτηριστικά η ίδια η Διακήρυξη καταληκτικά σημειώνει πως η ΛΑΕ «αγωνίζεται για ένα ευρύτατο μέτωπο …με τη συμμετοχή όλων των φορέων, ρευμάτων και συλλογικοτήτων, που υπάρχουν σήμερα ή θα δημιουργηθούν αύριο. Ιδιαίτερα απευθυνόμαστε στις δυνάμεις της αντιμνημονιακής, αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς.»
Η ιδέα της «παναριστερής ενότητας» ξαναβγαίνει, λοιπόν, από τη φαρέτρα της ΛΑΕ για να ριχτεί προς αριστερές δυνάμεις, σε μια προσπάθεια να τις τραβήξει γύρω της καθώς προχωρεί προς την ιδρυτική συνδιάσκεψή της. Γύρω από μια γραμμή που, όπως έκανε και ο ΣΥΡΙΖΑ, επαγγέλλεται τον ιδεολογικό πολυσυλλεκτισμό και «πλουραλισμό», καθώς σύμφωνα με τη Διακήρυξη η ΛΑΕ «τιμά» και «εμπνέεται» από όλα τα κινήματα, από την «Οκτωβριανή Επανάσταση», «τις επαναστάσεις της Κίνας, της Κούβας, του Μάη του ‘68» μέχρι τα κινήματα «του Σιάτλ και της Γένοβα» και τις «πλατείες των Αγανακτισμένων». Γύρω από την πολιτική ενός «μεταβατικού προγράμματος» που «θα στηρίξει τη στάση πληρωμών για τη διαγραφή του “παράνομου, επονείδιστου και επαχθούς χρέους”- όπως αυτό περιγράφεται στο πόρισμα της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής- ή τουλάχιστον τού μεγαλύτερου μέρους του», «ένα νέο οικονομικό-κοινωνικό πρότυπο». Θα προωθήσει «τη γενναία αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, με παραγωγικές επενδύσεις των εθνικοποιημένων, στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων», θα επιδιώξει «μετάβαση σε εθνικό νόμισμα από μια κυβέρνηση της Αριστεράς» και «εάν τεθεί από τα πράγματα το δίλημμα “σύγκρουση με τη σημερινή Ε.Ε. θα καλέσει τον λαό να αποφασίσει με δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι της χώρας μας». Θα επιδιώξει «την πολιτική ανατροπή με την ανάδειξη μιας κυβέρνησης της μαχόμενης Αριστεράς».
Δύσκολα θα βρει, κανείς, ουσιαστική διαφορά από αυτά που διακηρύσσει τώρα η ΛΑΕ με εκείνα που διακήρυσσε ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι να γίνει κυβέρνηση. Η ανακύκλωση μιας πολιτικής που, ήδη, έχει δείξει με τον ΣΥΡΙΖΑ τα αποτελέσματά της ούτε «καινούργιο σχέδιο» είναι ούτε έχει να προσφέρει πραγματικά αριστερή διέξοδο στους αγωνιστές.
Το σχέδιο θέσεων της ΛΑΕ επαναφέρει το «μεταβατικό πρόγραμμα» με το οποίο έφτασε ως τις εκλογές του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ
Το σχέδιο θέσεων που κατέθεσε η ΛΑΕ ενόψει της ιδρυτικής πανελλαδικής συνδιάσκεψης (24-26/6), επί της ουσίας επαναφέρει αναδιατυπωμένο το «μεταβατικό πρόγραμμα», με το οποίο έφτασε ως τις εκλογές του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ.
Στο εκτενές κείμενο και ανεξάρτητα με τις πολυάριθμες αντιφάσεις του, αποτυπώνονται οι πάγιες θέσεις του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος. Η αποσιώπηση των ζητημάτων του ιμπεριαλισμού και της εξάρτησης, ο ρόλος της ΕΕ και της Ελλάδας σε αυτήν, οι εκλογικές-διαχειριστικές αυταπάτες που αντιμετωπίζουν το κράτος της αστικής τάξης ως ουδέτερο υπερταξικό μηχανισμό, αναδύονται σε όλα τα κεφάλαια του κειμένου. Ακόμη με επιτακτικό τρόπο σημειώνεται η ανάγκη συμπόρευσης όλων των αποκαλούμενων αριστερών δυνάμεων στη βάση πάντα αυτού του προγράμματος, ενώ απουσιάζει κάθε ίχνος αυτοκριτικής, για μια πολιτική δύναμη που παρέμενε στον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνησή του, μέχρι και την ψήφιση του τρίτου μνημονίου.
Αποσιώπηση του ρόλου και των ευθυνών των στελεχών της ΛΑΕ
«Η Λαϊκή Ενότητα είναι ένας νέος, μετωπικός πολιτικός φορέας, γεννημένος το καυτό καλοκαίρι του 2015, αμέσως μετά τη μεγάλη νίκη του ΟΧΙ στη μάχη του δημοψηφίσματος… Η επιλογή της κυβέρνησης Τσίπρα, που είχε αναφορά στην Αριστερά, να υποταχθεί στον εκβιασμό, προκάλεσε σύγχυση και ηττοπάθεια σε μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων. …»(*)
Και μόνο από το εισαγωγικό (προοίμιο) του σχεδίου θέσεων, γίνεται φανερή η προσπάθεια των στελεχών της ΛΑΕ να παραδοθεί στη λήθη ο ρόλος τους στην καλλιέργεια των επώδυνων αυταπατών, της «σύγχυσης και της ηττοπάθειας». Όμως ο Αύγουστος είναι πολύ κοντά για να ξεχάσουμε ότι ο Λαφαζάνης και τα στελέχη της «αριστερής πλατφόρμας», ήταν αυτοί που με πάθος εμφανίζονταν ως υπέρμαχοι της «πρώτη φορά αριστερά». Τώρα, σαν να μην γνωρίζονταν με τον ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρούν να αποσιωπήσουν το ρόλο τους για τα όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση, λέγοντας ότι αυτή ήταν η «κυβέρνηση Τσίπρα» που δεν ήταν αλλά «είχε αναφορά στην Αριστερά»! Και το ερώτημα προκύπτει αβίαστα. Αφού δεν ήταν αριστερά, γιατί η ΛΑΕ που εμφανίζεται ως «ριζοσπαστική αριστερά» ήταν στο ίδιο κόμμα και την ίδια κυβέρνηση μέχρι τον Αύγουστο; Και αυτό δεν έχει να κάνει με κανενός είδους σχολαστικισμό, αλλά με την ουσία του προβλήματος. Η προσπάθεια της ηγεσίας της ΛΑΕ να ξεμπερδέψει με αυτό τον τρόπο με τους ομογάλακτούς της, με το πολιτικό ρεύμα και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην οποία έδωσε την ψυχή της, έχει να κάνει με την υπαρκτή αδυναμία της να εξηγήσει πού πραγματικά διαφέρει από τον ΣΥΡΙΖΑ και γιατί το δικό της μεταβατικό πρόγραμμα θα πετύχει.
«2.22 Οι εξελίξεις των τελευταίων δύο ετών παρά τις αρχικές μεγάλες προσδοκίες που δημιούργησαν, κατέληξαν τελικά σε ήττα για το εργατικό κίνημα και την Αριστερά. Ο σοσιαλφιλελεύθερος μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ κατέδειξε την αποτυχία μίας στρατηγικής που βασιζόταν: α) στην αντίληψη περί ισχυρής διαπραγμάτευσης και διεργασιών ανατροπής της λιτότητας που θα βρουν ανταπόκριση στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, β) στην εκτίμηση ότι υπάρχουν αστικές πολιτικές δυνάμεις που θέλουν το τέλος της λιτότητας… γ) στο ότι μπορούν να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης οι αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας… δ) ότι οι κυρίαρχες τάξεις στην ΟΝΕ θα εκβιάζονταν από μία απειλή εξόδου της Ελλάδας…, ε) στο ότι μπορούσε να εφαρμοσθεί μία πολιτική τερματισμού της λιτότητας εντός ΟΝΕ… χωρίς την επίλυση του ζητήματος του χρέους, στ) στην αντίληψη ότι η άνοδος… στην κυβέρνηση, θα μπορούσε να δημιουργήσει τομές και την αφετηρία αλυσιδωτών εξελίξεων…» (*)
Επαναλαμβάνοντας ότι όλα όσα καταλογίζει στον ΣΥΡΙΖΑ η ηγεσία της ΛΑΕ τα υπηρέτησε πιστά τα «τελευταία δύο χρόνια» και όχι μόνο, παραθέτουμε το απόσπασμα για να γίνει σαφές ότι τελικά τη ΛΑΕ δεν τη χωρίζουν σπουδαία πράγματα και μεγάλες διαφορές με το αμαρτωλό παρελθόν της. Όχι επειδή και στο δικό της σχέδιο θέσεων υπάρχουν αντίστοιχες θέσεις και θεωρήσεις ή επειδή γίνεται φανερό πως σε ό,τι αφορά την ΕΕ υπάρχει πολύ προσεχτική αναφορά σε Ευρωζώνη-ΟΝΕ, αλλά επειδή η αποτυχία της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ και κάθε επίδοξου ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει απλά να κάνει με αυτά. Έχει να κάνει με τη βαθιά λαθεμένη ιδεολογικό-πολιτική προσέγγιση ττων ρεφορμιστικών δυνάμεων πάνω σε δύο θεμελιώδη ζητήματα. Αυτά ακριβώς που ανέδειξαν, με επώδυνο αλήθεια τρόπο, οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα τα τελευταία δύο χρόνια και που έχουν να κάνουν:
– με τα ζητήματα του ιμπεριαλισμού και της εξάρτησης που ανέκυψαν με αφορμή το ρόλο της ΕΕ και τη θέση της Ελλάδας σε αυτήν.
– με τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες και την αντίληψη ότι μια άλλη διαχείριση μπορεί να μετατρέψει το κράτος της αστικής τάξης ή την ιμπεριαλιστική ΕΕ σε όργανα εξυπηρέτησης των λαϊκών συμφερόντων.
Και στα δύο αυτά ζητήματα και παρά τις προσεχτικότερες διατυπώσεις, η ΛΑΕ αναπαράγει πιστά τις ρεφορμιστικές αυταπάτες, συμβάλλοντας και επιτείνοντας στον αφοπλισμό του κινήματος που απαιτούν οι συνθήκες.
Ένα ακόμη μεταβατικό πρόγραμμα στην υπηρεσία των αυταπατών και του αφοπλισμού του κινήματος
«4.1 Το πρόγραμμα της ΛΑΕ ξεκινά με την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών, την έξοδο από την ευρωζώνη, τη διαγραφή του χρέους και την προώθηση ριζοσπαστικών κοινωνικών μετασχηματισμών… Οι στόχοι αυτοί κωδικοποιούνται ως εξής:
– Κατάργηση της λιτότητας, καταπολέμηση της ανεργίας, στήριξη των λαϊκών εισοδημάτων με αναδιανομή προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων.
– Στάση πληρωμών- διαγραφή του χρέους.
– Εθνικοποίηση τραπεζών, «Σεισάχθεια» σε ιδιωτικά χρέη.
– Προετοιμασμένη έξοδο από την ευρωζώνη και μετάβαση στο εθνικό νόμισμα.
– Ανυπακοή, σύγκρουση και ρήξη με τις πολιτικές και τις συνθήκες της ΕΕ.
– Ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων, ανάκτηση του κοινωνικού πλούτου, παραγωγικός και οικολογικός μετασχηματισμός με εθνικοποίηση στρατηγικών επιχειρήσεων, ενίσχυση της αυτοδιαχείρισης στις επιχειρήσεις που κλείνουν, πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για την καταπολέμηση της ανεργίας.
– Εξασφάλιση των κοινωνικών αναγκών σε υγεία-παιδεία-πολιτισμό.
– Συντακτική συνέλευση για μια νέα λαϊκή μεταπολίτευση – ευρεία κατοχύρωση δημοκρατικών δικαιωμάτων.
– Πολυδιάστατη, ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική».(*)
Το πρόγραμμα της ΛΑΕ, το οποίο είναι ενταγμένο σε μια «σοσιαλιστική προοπτική» όπως σημειώνεται στο ίδιο το κείμενο, αποτελεί ένα ακόμη ρεφορμιστικό σχέδιο όπως αυτά που κατά καιρούς κομίζουν διάφορες δυνάμεις (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ κλπ). Πιο ήπια σε καιρούς υποχώρησης και πιο ζωηρά σε καιρούς ανόδου του κινήματος, καταλήγουν να εγκλωβίζουν το κίνημα στη «σωτηρία» του εκλογικού παραβάν οδηγώντας τους εργαζόμενους σε αλλεπάλληλες απογοητεύσεις. Παρακάμπτοντας τα δύο θεμελιώδη ζητήματα που αναφέρονται παραπάνω, γίνεται σαφές από μια συνολική ανάγνωση του κειμένου των θέσεων ότι όλα αυτά θα έρθουν με την εκλογική νίκη της ΛΑΕ και του μετώπου της. Και παρά τις όποιες αναφορές του προγράμματος για την ανάπτυξη του λαϊκού κινήματος και τους θεσμούς «λαϊκής εξουσίας που μαζί με τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς πρέπει να διαμορφώνουν την κίνηση των πραγμάτων…» (!) είναι προφανές για όποιον θέλει να σταθεί με ειλικρίνεια απέναντι στην πραγματικότητα, ότι η παρουσίαση αυτού του προγράμματος στις σημερινές συνθήκες, οδηγεί τη σκέψη και τις συνειδήσεις των εργαζομένων στον κοινοβουλευτικό βούρκο.
Αταλάντευτα στο μονόδρομο της Ε.Ε
Και ενώ στο 4ο κεφάλαιο περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια η εθνικοποίηση των τραπεζών, η παραγωγική ανασυγκρότηση, η αλλαγή νομίσματος, οι αλλαγές σε φορολογικό, υγεία, παιδεία, πρόνοια, σύνταγμα κλπ, (όλα αυτά με μεγάλες δόσεις εργατικού ελέγχου και αυτοοργάνωσης) στην παράγραφο 4.10 με τίτλο «Ανυπακοή, σύγκρουση και ρήξη με την ΕΕ» τη σαφήνεια και τη λεπτομέρεια αντικαθιστούν η αβεβαιότητα, τα ερωτηματικά και τα …δημοψηφίσματα!
«…Δεν μπορούμε να γίνουμε προφήτες και να προεξοφλήσουμε με ποιους ρυθμούς θα προχωρήσει αυτή η διαδικασία στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Όταν όμως μια κυβέρνηση της μαχόμενης Αριστεράς στην Ελλάδα βρεθεί αντιμέτωπη με τον ωμό εκβιασμό ολόκληρης της Ε.Ε.- κάτι που με τα σημερινά δεδομένα είναι βέβαιο ότι θα συμβεί- τότε ασφαλώς και δεν πρέπει να ταλαντευτεί. Οφείλει να απευθυνθεί στον ελληνικό λαό και να τον καλέσει να αποφασίσει με δημοψήφισμα, την επιμονή στην υλοποίηση του ριζοσπαστικού προγράμματος που έχει ο ίδιος επιλέξει, κι όχι την παραμονή του σε μια Ε.Ε…» (*)
Ενώ οι «προφητικές» αποφάσεις για την έξοδο από την ΟΝΕ και το ευρώ «λαμβάνονται» στο σχέδιο θέσεων, η έξοδος από την ΕΕ παραπέμπεται σε ενδεχόμενο δημοψήφισμα! Όλα αυτά λοιπόν θα συμβούν χωρίς το ευρώ, αλλά εντός της Ε.Ε. Για όσους δεν μπορούν να γνωρίζουν καλά το ιδεολογικό ρεύμα της ΛΑΕ, η εξήγηση βρίσκεται στην εκτενή ανάλυση του σχεδίου θέσεων. Ο οικονομισμός και οι τεχνοκρατικές αντιλήψεις διαπερνούν όλες τις αναλύσεις για τις πολιτικές εξελίξεις σε Ελλάδα και Ευρώπη, ενώ ο νεοφιλελευθερισμός ως υπαίτιος της σημερινής κατάστασης έχει την τιμητική του. Η Ε.Ε. δεν ήταν εξαρχής ένας θεσμός-όργανο του ευρωπαϊκού και κύρια του γερμανικού ιμπεριαλισμού, αλλά τα παραμύθια που γράφουν τα ιδρυτικά της κείμενα.
«Η συγκρότηση της Ευρωζώνης, αποτέλεσε συνολικό κοινωνικό, οικονομικό σχέδιο για την αναπαραγωγή και ενίσχυση της ισχύος των κυρίαρχων τάξεων έναντι των εργαζόμενων… Το ευρώ ήταν κατ’ εξοχήν συνδεδεμένο με τις χρηματοπιστωτικές αγορές και με το νεοφιλελεύθερο σχέδιο…(*2.3,24)» Όχι τυχαία για την Ελλάδα στη θέση 2.12 σημειώνεται: «Η Ελλάδα παρά την κρίση και τη σχετική υποβάθμισή της στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, είναι μία χώρα του αναπτυγμένου καπιταλισμού», ενώ στη 2.13 «Το ξένο κεφάλαιο με τους πολύμορφους δεσμούς με τις εγχώριες αστικές δυνάμεις αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ελληνικού αστικού συνασπισμού εξουσίας, και παίζει ενεργό ρόλο στην εφαρμογή της πολιτικής που υπαγορεύεται από τους υπερεθνικούς μηχανισμούς.» (*)
Στην Ευρωζώνη και το ευρώ σύμφωνα με τη ΛΑΕ είναι το πρόβλημα και όχι συνολικά στην ιμπεριαλιστική ΕΕ που ονομάζουν «υπερεθνικό μηχανισμό»! Δέσμιοι πάντα της αστικής προπαγάνδας, εξωραϊστές και απολογητές της ΕΕ εξακολουθούν να κρύβουν την αλήθεια για τον χαρακτήρα της, όπως και το βάθεμα της εξάρτησης που σήμανε η ένταξη της Ελλάδας, την οποία βαφτίζουν υποβάθμισή της στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.
Όλη η ανάλυση της ΛΑΕ δικαιολογεί την πάγια θέση του ευρωκομμουνιοστικού ρεύματος, ότι η ΕΕ μέσα από μια άλλη διαχείριση μπορεί να αλλάξει. Ότι μπορεί και να μην είναι το εργαλείο του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, αλλά μια υπερεθνική «Ευρώπη των λαών, της ισοτιμίας και της δημοκρατίας». Με τον ίδιο τρόπο που το αστικό κράτος στην Ελλάδα μπορεί, σύμφωνα με τη ΛΑΕ και με το ρεύμα που υπηρετεί, να μετατραπεί σε υπερταξικό όργανο στην υπηρεσία των συμφερόντων των εργαζομένων μέσα από κοινοβουλευτικές αλλαγές.
Με αυτά ακριβώς ταιριάζουν και οι τεχνοκρατικές αντιλήψεις που θέλουν το ζήτημα της εξάρτησης και της καταδυνάστευσης της Ελλάδας από τον ευρωπαϊκό και αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, να λύνεται με αλλαγή νομίσματος. Με τις ίδιες ρεφορμιστικές αυταπάτες συνδέονται τα κοινοβουλευτικά περάσματα-προγράμματα μετάβασης στο σοσιαλισμό, μέσω των εθνικοποιήσεων των τραπεζών με εργατικό έλεγχο.
Για τη συγκρότηση του νέου εκλογικού μετώπου
«5.8. Το μέτωπο αυτό, στο οποίο πρωταγωνιστικό ρόλο διεκδικούμε να παίξει η ΛΑΕ, απαιτεί τη συσπείρωση σύμπασας της μαχόμενης Αριστεράς…. Και πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί αυτές οι δυνάμεις και τα ρεύματα, είτε μιλάμε για το ΚΚΕ είτε για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.»(*)
Όχι τυχαία στο σχέδιο θέσεων της ΛΑΕ υπάρχουν αρκετές αναφορές στο ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αν δει κάποιος τα προγράμματά τους, παρά τις διαφορές στους τίτλους, είναι όμοια ως προς τον «μεταβατικό» τους χαρακτήρα. Ειδικά το μεταβατικό πρόγραμμα που εδώ και χρόνια παρουσιάζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σχεδόν συμπίπτει με αυτό της ΛΑΕ και οι διεργασίες ανάμεσα στους δυο χώρους βρίσκονται σε εξέλιξη το τελευταίο διάστημα. Άλλωστε το μέτωπο της ΛΑΕ χωράει πολύ περισσότερους αφού όπως γράφεται: «Ωστόσο, η έκταση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης θέτει την ανάγκη συμπόρευσης και με αντιμνημονιακές-δημοκρατικές-πατριωτικές δυνάμεις και ανένταχτους αγωνιστές …, χωρίς κατ’ ανάγκη να συμφωνούν στο σύνολο του προγραμματικού μας πλαισίου.» Κάτι που ήδη έχει γίνει πράξη με την ανακοίνωση της σύμπραξης της … Χριστιανικής Δημοκρατίας με τη ΛΑΕ και που προϊδεάζει για το εύρος και το περιεχόμενο του μετώπου.
Ανεξάρτητα όμως με το αν οι εκλογικές συμπράξεις προχωρήσουν, αυτό που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό είναι οι νέοι εκβιασμοί για την «ενότητα της αριστεράς» που ήδη από το σχέδιο θέσεων διατυπώνονται. «Η ιστορία δεν θα συγχωρήσει τις ηγεσίες που… επιλέγουν το ναρκισσισμό των μικρών διαφορών και τον ενδοαριστερό εμφύλιο… η ηγεμονία δεν κερδίζεται με κηρύγματα από τον άμβωνα της ιδεολογικής καθαρότητας στην εκκλησία των πιστών. Κερδίζεται στον κοινό αγώνα των πολλών, τον αδέκαστο, ύστατο κριτή κάθε ηγεσίας και ιδεολογίας».(*3.9)
Επειδή τις ίδιες ακριβώς κατηγορίες και με πολύ μεγάλη ένταση ειδικά τις περιόδους των εκλογικών αναμετρήσεων εκτόξευαν τα στελέχη της ΛΑΕ από τον άμβωνα του ΣΥΡΙΖΑ και επειδή όπως αποδείχθηκε αυτοί που σύρθηκαν σε αυτήν τη λογική βρέθηκαν να υπηρετούν με ανυπολόγιστες συνέπειες για το λαό και το κίνημα, την πολιτική που οδήγησε στο 3ο μνημόνιο, την απόγνωση και την ηττοπάθεια, καλό είναι να κρατούν ένα μέτρο.
(* Σχέδιο θέσεων για την ιδρυτική πανελλαδική συνδιάσκεψη της ΛΑΕ)
Το «Αριστερό Ρεύμα» συγκροτήθηκε σε πολιτική οργάνωση, κουβαλώντας όλες τις ρεφορμιστικές αντιλήψεις του
Αφού επί 25 χρόνια ως εσωκομματική πολιτική “τάση”, του πάλαι ποτέ ΣΥΝ και της μετεξέλιξής του, του ΣΥΡΙΖΑ, αποτέλεσε το αριστερό αγκίστρι τους προς τον κόσμο και τις πολιτικές οργανώσεις που αναφέρονται στην αριστερά, το Αριστερό Ρεύμα του Π. Λαφαζάνη μετεξελίχθηκε το Σαββατοκύριακο 4 και 5 Φλεβάρη σε πολιτική οργάνωση με το 1ο ιδρυτικό του συνέδριο, που έγινε στο Αιγάλεω.
Τα κεντρικά στελέχη του Αριστερού Ρεύματος αφού πλαισίωσαν μέχρι τέλους την “πρώτη φορά κυβέρνηση της αριστεράς”, σπέρνοντας μέχρι την ύστατη στιγμή αυταπάτες για τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τους ιμπεριαλιστές τοκογλύφους της ΕΕ και του ΔΝΤ, αποχώρησαν τελικά από τον ΣΥΡΙΖΑ με τη ψήφιση του 3ου μνημονίου για να φτιάξουν τη ΛΑΕ.
Συγκροτώντας “τάση” στα πλαίσια της ΛΑΕ για ενάμιση περίπου χρόνο, αποφάσισαν να προχωρήσουν, τώρα, στον μετασχηματισμό της σε πολιτική οργάνωση που “θα έχει πλέον οργανωτική και πολιτική αυτοτέλεια” και “κεντρικό στόχο” -όπως υπογραμμίζει “η τελική ιδρυτική διακήρυξη του Συνεδρίου του Αριστερού Ρεύματος” – “τα στελέχη και τα μέλη της να αποτελέσουν βασικό πυλώνα στήριξης της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ, του πολιτικού μετώπου, που αποτελεί σήμερα την κύρια έκφραση ριζοσπαστικοποίησης και συσπείρωσης των αντιµνηµονιακών δυνάμεων”.
Στην κίνησή τους αυτή μπορεί να διακρίνει, κανείς, δύο στόχους:
Ο πρώτος συνδέεται με την ενίσχυση της θέσης του Αριστερού Ρεύματος στο εσωτερικό της ΛΑΕ, όπου δραστηριοποιούνται ήδη μία σειρά πολιτικές οργανώσεις, οι οποίες διεκδικούν κι αυτές κεντρικό ρόλο τόσο στο επίπεδο της προβολής στελεχών, όσο και στο επίπεδο της γενικότερης ιδεολογικοπολιτικής της γραμμής και φυσιογνωμίας. Όσο και αν σημειώνεται στην ιδρυτική διακήρυξη πως “η συγκρότησή µας δεν έχει καμία επιδίωξη ανταγωνισμού µε τις άλλες πολιτικές οργανώσεις που συμμετέχουν στη ΛΑΕ”, είναι προφανές πως το Αριστερό Ρεύμα συγκροτούμενο σε πολιτική και πιο μαζική οργάνωση της ΛΑΕ, και με τα πιο προβεβλημένα στελέχη, επιδιώκει να αποτελέσει τον κυρίαρχο πόλο της, στον καθορισμό των ιδεολογικοπολιτικών θέσεων και στη στελέχωση των καθοδηγητικών οργάνων της. Άλλωστε, αυτό το έργο το έχει παίξει για πολλά χρόνια το Αριστερό Ρεύμα, όταν ήταν εντός του ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ, και έχει αρκετή εμπειρία από τους ανταγωνισμούς και διαγκωνισμούς “τάσεων” και οργανώσεων, παρά τα όσα διατείνεται στην ιδρυτική διακήρυξή του.
Ο δεύτερος στόχος συνδέεται με την επιθυμία του Αριστερού Ρεύματος, από την πιο ισχυροποιημένη θέση της συγκροτημένης πολιτικής οργάνωσης, να μπορέσει να προωθήσει τη βασική πολιτική επιδίωξή του για τη ΛΑΕ, η οποία, σύμφωνα με την ιδρυτική διακήρυξή του είναι “μέσα από τη ΛΑΕ ή σε συνεργασία μαζί της, να εκπροσωπηθούν πλατιά όλες οι δυνάμεις που αντιπαλεύουν τα μνημόνια, αριστερές, πατριωτικές και διεθνιστικές, προοδευτικές και δημοκρατικές” και, όπως υπογραμμισμένα γράφει η διακήρυξή του,“η ΛΑΕ να αποκτήσει ηγεµονικό ρόλο στη συγκρότηση ενός ευρύτατου πολιτικού, κινηµατικού και εκλογικού µετώπου των αριστερών και αντιµνηµονιακών δυνάµεων”.
Αυτόν το στόχο τόνισε και με την παρέμβασή του στο ιδρυτικό συνέδριο του Αριστερού Ρεύματος ο Π.Λαφαζάνης, λέγοντας ότι πρέπει να προωθηθεί “ένα πλατύ, χωρίς εξαιρέσεις και αποκλεισμούς, μέτωπο όλων των αριστερών, ριζοσπαστικών, πατριωτικών, δημοκρατικών, αντιμνημονιακών δυνάμεων”, συμπληρώνοντας, μάλιστα, με νόημα, πως “ σήμερα, δυνάμεις όπως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η Πλεύση Ελευθερίας και άλλες πραγματοποιούν, σε σχέση με χτες, θετικά βήματα που καθιστούν πιο ρεαλιστική τη δυνατότητα αυτού του μετώπου, για τον σχηματισμό του οποίου οι καιροί ου μενετοί.”….
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί, κανείς, πως η οσμή εκλογών ενεργοποιεί και πάλι προτάσεις “παναριστερής συνεργασίας” από έναν πολιτικό χώρο (αλλά όχι μόνο απ’ αυτόν αν δει κανείς και την παρεμφερή πρόταση που διακινεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αυτό το χρονικό διάστημα) που έχει ασκηθεί σ’ αυτήν τη συνταγή επί χρόνια όταν ήταν στον ΣΥΝ και στον ΣΥΡΙΖΑ.
Πως μέσα από αυτές τις προτάσεις ψηλαφίζονται για να επανοριοθετηθούν οι σχέσεις Π.Λαφαζάνη και Ζ.Κωνσταντοπούλου (η οποία μόλις πρόσφατα κήρυξε… “γενική πολιτική ανυπακοή” για να ανατραπεί το “καθεστώς”), ΛΑΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Μια τέτοια κατεύθυνση, εξάλλου, δείχνει και η θέση της ιδρυτικής διακήρυξης του Αριστερού Ρεύματος ότι “υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσε η ριζοσπαστική αριστερά και το µέτωπο του ΟΧΙ, που συγκροτήθηκε στο δημοψήφισμα να δρομολογήσει µια άλλη πορεία για τη χώρα”.
Η καιροσκοπική πολιτική της “παναριστερής συνεργασίας”, παρά τη θλιβερή κατάληξη που είχε με τον ΣΥΡΙΖΑ, επανέρχεται από το Αριστερό Ρεύμα. Με την επαναφορά, μάλιστα, και των όμοιων μεθόδων (“χώρος διαλόγου και κοινής δράσης της Αριστεράς” κλπ.) που εφάρμοσε ο ΣΥΡΙΖΑ για να την προωθήσει. Απόδειξη η πρόταση που διατυπώνεται στην ιδρυτική διακήρυξη του Αριστερού Ρεύματος για τη “συγκρότηση ενός φόρουμ διαλόγου των δυνάμεων της αριστεράς” που “θα βοηθήσει στην υλοποίηση” της “συμπαράταξης σε ένα κοινό πρόγραμμα κατ’΄αρχή όλων των δυνάμεων της αριστεράς” και “στην συγκρότηση ενός ευρύτατου πολιτικού, κινηματικού και εκλογικού μετώπου των αριστερών και αντιµνηµονιακών δυνάμεων”…
Δεν εμφανίζεται, ωστόσο, το Αριστερό Ρεύμα ως αναπαραγωγός μόνο αυτής της πτυχής της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Εμφανίζεται, στην ουσία, να υπερασπίζεται τη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι να γίνει κυβέρνηση και ακόμα περισσότερο να διεκδικεί δάφνες(!) για την πολιτική που ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2015:
– Αποδίδοντας την “ήττα” όχι στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ αλλά “στην εγκατάλειψη του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ, µε ευθύνη της ηγεσίας του”.
– Κομπάζοντας ότι “αποτέλεσε τη βασική δύναμη για τον µετασχηµατισµό του ΣΥΝ σε δύναμη της ριζοσπαστικής αριστεράς, για την προώθηση της ενότητας όλου του χώρου της ριζοσπαστικής αριστεράς µέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ” και ότι “τα τέσσερα στελέχη του Αριστερού Ρεύματος, που συμμετείχαν στην κυβέρνηση” έκαναν “το πρώτο εξάμηνο του 2015, το πλούσιο, δημιουργικό, αντιµνηµονιακό και προοδευτικό έργο”(!)
– Λέγοντας πως “η πορεία µας µέσα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν µας δηµιουργεί ενοχές” γιατί “θεωρούμε θετικό ότι συμβάλαμε στη διαμόρφωση ενός μεγάλου ριζοσπαστικού κινήματος, γιατί συµµετείχαµε ενεργά σε ένα γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας και ενδιαφέροντος, που η επίδρασή του δεν θα σβηστεί από την ηχηρή και ταπεινωτική συνθηκολόγηση µιας ηγεσίας”.
Η έλλειψη αυτοκριτικής για την ευθύνη του Αριστερού Ρεύματος ως προς την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ που έπληξε άσχημα τον κόσμο της Αριστεράς και διασύρει τώρα το όνομα της Αριστεράς δείχνει και τον χαρακτήρα του, ως πολιτικό οργανισμό.
Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ήταν καλή και “ριζοσπαστική” αλλά την πρόδωσε η ηγεσία: αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα του Αριστερού Ρεύματος, το οποίο έρχεται πλήρως να αντιστοιχηθεί με την ιδεολογικοπολιτική γραμμή του που αποτυπώνεται στην ιδρυτική διακήρυξή του: Μια γραμμή που επαναλαμβάνει την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ως το 2015, με λίγο πιο “αριστερές” διατυπώσεις και με κεντρική “καινοτομία” τη “νέα θέση”-όπως την αποκάλεσε ο Π.Λαφαζάνης- για “τη διαδικασία μετάβασης από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα, στη βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος”, για την οποία κάνει, τώρα, καμπάνια η ΛΑΕ κυκλοφορώντας ένα σχετικό φυλλάδιο “περιβόλι” που περιγράφει τα βήματα που θα ακολουθήσει “για το πέρασμα από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα”.
Πηγή: Εφημερίδα Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr