Σε νέα πανελλαδική σύσκεψη στις 18-19 Ιούνη καλεί το ΠΑΜΕ συνδικάτα και συνδικαλιστές, για να συζητήσουν τον «προσανατολισμό, την ανασύνταξη και την προοπτική του κινήματος». Μάλιστα, όπως τονίζουν σε κάθε πρόσκληση που απευθύνουν τα στελέχη του ΠΑΜΕ στα συνδικάτα και τους συνδικαλιστές, «δεν χρειάζεται να συμφωνούν με το ΠΑΜΕ» για να συμμετάσχουν στη σύσκεψη, αλλά μπορεί καθένας να έρθει με τις δικές του θέσεις… στη σύσκεψη του ΠΑΜΕ! Αυτό ειπώθηκε ακόμη και στην πρόσκληση(!) που απεύθυνε ο εκπρόσωπος του ΠΑΜΕ στο ΓΣ και στην ΕΕ της ΑΔΕΔΥ!
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο -πολύ πλατύ, αναλόγως- κάλεσμα του ΠΑΜΕ, θέση στη σύσκεψη έχουν τελικά «όσοι δεν συμβιβάζονται με το άδικο». Πρόκειται για ένα κάλεσμα που γίνεται σε συνέχεια της πανελλαδικής σύσκεψης που έγινε τον περασμένο Οκτώβρη στο Σπόρτινγκ (το οποίο στηρίχτηκε και από δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) και που, όπως και εκείνο, επιχειρείται με διθύραμβους και αγωνιστικές λογοκοπίες να παρουσιαστεί ως διαδικασία που αφορά την εργατική τάξη («το ΠΑΜΕ είναι κατάκτηση της εργατικής τάξης» γράφουν) και το συνδικαλιστικό κίνημα γενικώς και όχι σαν μια πανελλαδική δράση της παράταξης του ΚΚΕ. Αυτό που είναι δηλαδή.
Για την παραχάραξη της πραγματικότητας…
Στο κείμενο του καλέσματος του ΠΑΜΕ γίνεται φανερή η αγωνία των στελεχών του ΚΚΕ να απολογίσουν τα δύο χρόνια της πανδημίας και, μέσα από μια εξοργιστική διαστρέβλωση της αλήθειας, να ξεπλυθούν για τις βαρύτατες ευθύνες που φέρουν για τον αφοπλισμό του κινήματος απέναντι σε αυτή τη βάρβαρη πολιτική. Σύμφωνα με τους συντάκτες, σε αυτά τα χρόνια οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ «…Δεν πειθάρχησαν στα καλέσματα υποταγής, δεν είπαν “θα λογαριαστούμε μετά”, αλλά πρωταγωνίστησαν στην οργάνωση και στη μαχητική αντίσταση των εργαζομένων για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους».
Το πόσο «δεν πειθάρχησαν» και πόσο «πρωταγωνίστησαν» οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ μπορεί να είναι δυσδιάκριτο στον πλατύ κόσμο και τα μέλη τους, είναι όμως πολύ καθαρό σε όσους εμπλέκονται ενεργά με το συνδικαλιστικό κίνημα και ειδικά σε όσους παρακολούθησαν την διαπάλη που αναπτύχθηκε σε αυτό τα τελευταία δυόμισι χρόνια. Το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ μπροστά στην πολιτική της επίθεσης και των αντιδημοκρατικών απαγορεύσεων που επιβλήθηκε στο όνομα της πανδημίας, ακολούθησε την πολιτική της συμμόρφωσης. Την πολιτική που χαρακτηρίστηκε από λεκτικούς ξεσηκωμούς που στην πράξη κήρυσσαν την υποταγή. Που με ανούσιους εξυπνακισμούς (πίσω από τη μάσκα έχουμε φωνή) συμπορεύονταν με τις δυνάμεις του «μετά θα λογαριαστούμε», τις οποίες κατά τα άλλα καταγγέλλει. Την πολιτική που συνηγόρησε καθαρά στην επικίνδυνη αντίληψη ότι η υγεία του λαού κινδυνεύει από τους αγώνες του ενάντια σε αυτή την πολιτική και όχι από την εφαρμογή της. Ό,τι ακριβώς έλεγε και ο Χρυσοχοΐδης δηλαδή. Αυτό απαντούσαν τα στελέχη του ΠΑΜΕ όλη εκείνη την περίοδο απέναντι σε κάθε αγωνιστική πρόταση για κάλεσμα δράσης. Για αυτό και σε όλη την περίοδο των απαγορεύσεων δεν θα βρει κανείς ούτε ένα δημόσιο κάλεσμα του ΚΚΕ, του ΠΑΜΕ και των φορέων τους. Και πρώτα και κύρια δεν θα βρει κάλεσμα στη δύσκολη περίοδο του 2020 μέχρι τον Μάρτη του 2021. Και όσο και αν προσπαθεί το ΚΚΕ να καλλιεργήσει σύγχυση και να συγκαλύψει την τεράστια διαφορά ανάμεσα στο κάλεσμα σε λαϊκό αγώνα και τους ακτιβισμούς κάποιων στελεχών, αυτό δεν μπορεί να έχει καμία τύχη στον κόσμο της πραγματικής αριστεράς.
… και τους διαχωρισμούς με την «συνδικαλιστική γραφειοκρατία»
Στο κείμενο του ΠΑΜΕ σημειώνεται: «Σημαντική προϋπόθεση σε μια τέτοια πορεία είναι να κλείσουμε την πληγή που δημιουργεί στο σώμα των εργαζομένων ο κυβερνητικός-εργοδοτικός συνδικαλισμός, οι δυνάμεις που βρίσκονται στις ηγεσίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Είναι ηγεσίες που θέλουν το κίνημα δεμένο με χειροπέδες».
Ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός της συμμόρφωσης και της υποταγής πράγματι αποτελεί πληγή. Το ζήτημα είναι όμως τι πραγματικά διακρίνει το ΠΑΜΕ από αυτή την πληγή πέραν της επαναστατικής λογοκοπίας του. Ακόμη και σε επίπεδο συνομοσπονδιών, αν μιλήσουμε για την ΑΔΕΔΥ, ένα χρόνο τώρα και μέχρι το ΓΣ της 6 Ιουνίου το οποίο διαλύθηκε, τίποτα ουσιαστικό δεν έχει να παρουσιάσει το ΠΑΜΕ που να το διακρίνει στη πράξη από την συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Μαζί με τις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν και αυτοί που ψήφιζαν ή δεν ψήφιζαν κάτι. Όσο άφωνη ήταν η συνδικαλιστική γραφειοκρατία για κήρυξη απεργίας τον Οκτώβρη (ΓΣ 4/10), όταν το χτύπημα των αγώνων των εκπαιδευτικών και των υγειονομικών το επέβαλε όσο ποτέ, εξίσου εκκωφαντική και συμβολικά ισχυρότερη ήταν του ΠΑΜΕ. Καμία πρόταση για αγωνιστική διέξοδο δεν κατέθεσαν ή ψήφισαν παρά μόνο αυτή της 6ης Απρίλη από κοινού με τους… γραφειοκράτες της ΑΔΕΔΥ και της ΓΣΕΕ.
Το ίδιο και με το νόμο Χατζηδάκη, τη συνολική απόρριψη του οποίου δεν ψήφισαν ποτέ στο όνομα της «πρόσθεσης δυνάμεων». Ακόμη και όταν οι Παρεμβάσεις κατέθεσαν προς ψήφιση σχετική πρόταση, το ΠΑΜΕ πρώτο δήλωσε ότι απέχει από την ψηφοφορία, δίνοντας διέξοδο και στις άλλες δυνάμεις της «γραφειοκρατίας». Τώρα που σε πρωτοβάθμια σωματεία και ομοσπονδίες γίνονται ηλεκτρονικές ψηφοφορίες και ετοιμάζονται υβριδικά συνέδρια, παριστάνουν τους εξαπατημένους και «εξεγείρονται». Την αντίφαση ανάμεσα στην πράξη και τα λόγια την κάνει ακόμη πιο καθαρή η σύσκεψη του Σπόρτινγκ. Η οποία -και αυτή- έγινε για να ξεπεραστούν, υποτίθεται, τα αναχώματα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Και που τελικά εκτός από ένα απογευματινό συλλαλητήριο, το μόνο άλλο που προετοίμασε το Σπόρτινγκ ήταν η απεργία… στις 6 Απρίλη. Στην οποία αυτοί που πουλούσαν ένα χρόνο «ενότητα» και «πρόσθεση δυνάμεων», προκειμένου να συνταχτούν με τους γραφειοκράτες, τελικά την κρίσιμη ώρα επέλεξαν ξανά τη χωριστή πλατεία.
Φυγή από το πεδίο της ανάγκης, αποπροσανατολισμός και αντιφάσεις
Με τα παραπάνω δεδομένα και έχοντας καταγράψει τα τελευταία χρόνια κοινή, στην πράξη, πορεία με τις δυνάμεις της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, το κάλεσμα της πανελλαδικής σύσκεψης γίνεται ακόμα πιο αλλοπρόσαλλο. Γιατί γίνεται σε μια περίοδο που το ΠΑΜΕ, ειδικά στην ΑΔΕΔΥ (και όχι μόνο) όπου κρίνονται οι κεντρικές γραμμές των κομμάτων, όχι απλά στην πράξη, αλλά ούτε καν σε επίπεδο πρότασης δεν έχει να παρουσιάσει καμία ουσιαστική διαφορά. Αυτό όμως που αποτελεί τραγέλαφο και παραβίαση της κοινής λογικής, είναι τα καλέσματα που απευθύνει το ΠΑΜΕ στις γραφειοκρατικές ομοσπονδίες και τις συνομοσπονδίες (ΑΔΕΔΥ) για συμμετοχή… στη σύσκεψή του. Όπως και το ότι καταφέρνει να παρουσιάζει ως φυσιολογικό στα μέλη του το να συναντηθούν οι ηγεσίες, οι ομοσπονδίες και οι κορυφές των συνδικαλιστικών οργανώσεων κάτω από την ομπρέλα μιας παράταξης.
Και αυτή η πανελλαδική σύσκεψη έχει στόχο να διαστρεβλώσει τον πραγματικό ρόλο που διαδραμάτισε και διαδραματίζει το ΠΑΜΕ. Επιχειρούν με τακτικισμούς να παρουσιάσουν μια άλλη εικόνα για την πραγματικότητα, ακόμη και αυτή που ο ελληνικός λαός και οι εργαζόμενοι βίωσαν λίγους μήνες πριν.
Έρχεται να λειτουργήσει «ψηφοθηρικά» όχι μόνο λόγω της προεκλογικής περιόδου στην οποία έχει μπει το πολιτικό σκηνικό, αλλά και λόγω των κλυδωνισμών που διαπερνούν το συνδικαλιστικό κίνημα σε αυτή τη δύσκολη φάση. Επιχειρεί έτσι να συγκεντρώσει δυνάμεις σε έναν άλλο υποτίθεται πόλο. Πολύ χειρότερα, επαναφέρει με άλλους όρους τη συζήτηση για τομές και διασπάσεις στο συνδικαλιστικό κίνημα. Τομές και διασπάσεις με τις οποίες επικοινωνούν και οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι οποίες σε αυτές τις συνθήκες θα αποτελέσουν τη χαριστική βολή.
Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σε συνομοσπονδίες και ομοσπονδίες είναι το αποτέλεσμα των τωρινών στιγμιαίων συσχετισμών. Αποτυπώνει την πολυετή εκφυλιστική δράση των ρεφορμιστικών δυνάμεων, του ΠΑΜΕ συμπεριλαμβανομένου. Η κατάσταση αυτή δεν αλλάζει και δεν ανατρέπεται, ούτε επειδή οι δυνάμεις μιας παράταξης θα βρεθούν σε άλλη πλατεία, ούτε επειδή θα «φτιάξουν άλλο συνδικαλιστικό κέντρο». Αυτές οι τακτικές, όσο και αν φαντάζουν αντίπαλες, στην πραγματικότητα ευνοούν τη διαιώνιση αυτών των αρνητικών συσχετισμών και της κατάστασης. Στην πραγματικότητα είναι το συμπλήρωμά της.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr