Ο ΑΓΕΡΩΧΟΣ ΜΗΝΑΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ,ΦΡΙΚΩΔΗΣ, ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΘΕΡΟΥΣ ΑΝΑΦΩΝΗΣΗ (Νίκος Καρούζος)
Ο Ιούλιος φεύγοντας άφησε τα μάτια αδάκρυτα. Όλη η υγρασία των ανθρώπων εξαντλήθηκε σε ιδρώτα, που δεν προλάβαινε καν να βρέξει τις μασχάλες, καθώς έβγαινε, από τους πόρους, αχνιστός κι αναπετάμενος. Στεγνά τα σώματα από τις κάθε λογής πυρκαγιές. Οι στέρνες αντηχούν ξερές. Τα βρόχινα της αποταμίευσης του άνυδρου χειμώνα, ξοδεύτηκαν νωρίς και τα χώματα ματαιοπονούν, καρτερώντας γλυκόπιοτο νερό.
Μια κρούστα αλάτι μένει γύρω από τον κορμό της λεμονιάς, τα βασιλικά γέρνουν στους πυρωμένους τενεκέδες, τα αμπέλια χώνουν τι ρίζες τους βαθιά, καθώς και η ελπίδα των αμπελιών πεθαίνει τελευταία και τα ηλιοτρόπια αποστρέφουν το πρόσωπο απ’ τον ήλιο.
Η γλώσσα των σκυλιών κρέμεται, ανήμπορη να δροσίσει τα ά-πορα σώματα, ή να αρθρώσει ένα γαύγισμα, οι γάτες ξαπλώνουν, με κολλημένα τα σώματα στις πήλινες γλάστρες που κρατούν τη δροσιά του νυχτερινού ποτίσματος, και οι μέλισσες τρελαίνονται και χτυπιούνται με τις σφήκες, πάνω απ’ τις μικρές γούβες.
Τα βότσαλα τσιρίζουν στο άγγιγμα της θάλασσας, όπως το σίδερο που κοπανιέται στο αμόνι και χώνεται πυρωμένο στον κουβά. Η εποχή που ο Σείριος ανατέλλει μαζί με τον Ήλιο ήταν, από αιώνες τώρα, ο καιρός του καύματος, του κάματος, της κάψας, του καύσωνα, των πυρπολημένων δασών και των εμπύρετων σωμάτων.
«Δροσίστε τα πνευμόνια σας με κρασί, γιατί το αστέρι του Κυνός, ο Σείριος έρχεται τριγύρω», έγραφε ο μερμπάντης Αλκαίος
Από τα μέσα του Ιούλη μέχρι το Δεκαπενταύγουστο, τα νερά πάντα γινόντουσαν σύννεφα, τα μελτέμια έκαναν σπείρες πάνω από Βαλκάνια φέρνοτας μια ψευδαίσθηση δροσιάς και πάνω απ΄την Ανατολία, κουβαλώντας τ’ απομεινάρια των καυτών μουσώνων της Ινδίας.”…διάττοντες πότε – πότε χαλαλίζουν το φως από πλήξη…”Οι διαιρέσεις του χρόνου είναι η σύμβαση, για να ξορκίζουμε με ευχές τα δύσκολα.
Ο Ήλιος και ο Σείριος έχουν τον πρώτο λόγο.
Νίνα Γεωργιάδου
e-prologos.gr