Ένα φωτογραφικό αφιέρωμα στο Δεκέμβρη του 1944 με το φακό του Dmitri Kessel
Γράφει ο Πέτρος Γαϊτάνος, το Νοέμβρη του 1994, στην εισαγωγή του Λευκώματος “DMITRI KESSEL, ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ‘44”, Εκδόσεις ΑΜΜΟΣ
«Ο Dmitri Kessel γεννήθηκε στην Ουκρανία στις αρχές του αιώνα. Μετανάστευσε στην Αμερική το 1923 και εργάστηκε σαν φωτογράφος στο περιοδικό LIFE. Ταξίδεψε σ’ ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο και οι φωτογραφίες του –μολονότι προορίζονταν για ένα εφήμερο μέσο- άντεξαν στον χρόνο. Σήμερα ο Κέσελ θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους φωτορεπόρτερ στον κόσμο. Η δουλειά του, κλασική πια, έχει παρουσιαστεί σε πολλά βιβλία. Οι φωτογραφίες όμως που ο Ντμίτρ Κέσελ έβγαλε στην Ελλάδα του 1944 έμειναν περισσότερο ανέκδοτες και παρουσιάζονται σήμερα για πρώτη φορά.
»Τον Αύγουστο του 1994, πενήντα χρόνια μετά, ένας άλλος μεγάλος φωτογράφος του αιώνα μας, ο Ντέηβιντ Ντάνκαν, έφερε στην Αθήνα αυτό το πολύτιμο υλικό και μας το έδωσε λέγοντας. “Ο Ντμίτρ Κέσελ ήταν εδώ, κάτω από την Ακρόπολη, στις 3 Δεκεμβρίου 1944. Τότε που πολλά όνειρα έγιναν εφιάλτες και ο ηρωισμός, η αγωνία και το πάθος μάτωσαν αυτή την όμορφη χώρα. Σας στέλνει, μέσα απ’ την καρδιά του, όσα θραύσματα μάζεψε από εκείνα τα γεγονότα. Τη δική του φωτογραφική μαρτυρία“».
Την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου βρισκόμουν, στην Αθήνα στην Πλατεία Συντάγματος, μαζί με έναν Αμερικανό ρεπόρτερ, τον Κόνι Πούλος. Είχε ξεκινήσει μια μεγάλη διαδήλωση. Οι οπαδοί του ΕΑΜ διαμαρτύρονταν για τον αφοπλισμό των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Η αστυνομία είχε διαταχθεί να σταματήσει τη διαδήλωση και είχε σχηματίσει ένα κλοιό στο δρόμο. Την προηγούμενη μέρα η Κυβέρνηση είχε δώσει την άδεια της αλλά αργά τη νύχτα η άδεια ανακλήθηκε. Οι αξιωματούχοι του ΕΑΜ δήλωσαν πως ήταν αδύνατο να ματαιώσουν τη διαδήλωση σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και αποφάσισαν να προχωρήσουν Ένα τεράστιο πλήθος γέμιζε το δρόμο μπροστά από τον αστυνομικό κλοιό. Ξαφνικά ακούστηκαν πυροβολισμοί κι ακολούθησε μια ριπή. Βρισκόμαστε με τον Κόνι έξω από τα Παλαιά Ανάκτορα, απέναντι από τον κλοιό της αστυνομίας. Όταν άρχισαν οι πυροβολισμοί εγκλωβιστήκαμε ανάμεσα στις πρώτες γραμμές των διαδηλωτών και τους αστυνομικούς. Καλυφτήκαμε πίσω από το τοιχαλάκι του δρόμου που οδηγεί στα ανάκτορα. Με τους πρώτους πυροβολισμούς οι διαδηλωτές έπεσαν κάτω. «Πυροβολούν άοπλους», είπε ο Κόνι. «Ναι» , του απάντησα, «κοίτα αυτόν αριστερά». Σχεδόν 15 πόδια μακριά μας, ένας άνδρας με πρόσωπο γεμάτο αίματα προσπαθούσε να σηκωθεί από το έδαφος. Κρατούσε το στομάχι του κι αίματα ανάβλυζαν μέσα απ’ τα δάκτυλά του. Οι σποραδικοί πυροβολισμοί σταμάτησαν μερικά δευτερόλεπτα. Οι διαδηλωτές σηκώθηκαν και άρχισαν να διαλύονται. Μερικά σώματα έμεναν ακίνητα στο δρόμο. Κάποιος ζητούσε βοήθεια. Όσοι τραυματίες μπορούσαν να περπατήσουν υποβαστάζονταν από τους συντρόφους τους. Μετά από μια μικρή διακοπή η αστυνομία πυροβόλησε ξανά. Όταν φάνηκε πως οι πυροβολισμοί σταματούν οριστικά, μερικοί διαδηλωτές εμφανίστηκαν στην Πλατεία Συντάγματος για να μαζέψουν τους νεκρούς και τους βαριά τραυματισμένους. Η αστυνομία πυροβόλησε και τους απώθησε. Συνολικά η αστυνομία σκότωσε 23 και τραυμάτισε 140, ανάμεσα τους και πολλές γυναίκες. Αυτό, όμως, δε σταμάτησε τους διαδηλωτές που άρχισαν να κατευθύνονται προς τον αστυνομικό σταθμό απ’ όπου αναχαιτίστηκαν με νέα πυρά. Την ίδια στιγμή τα βρετανικά τεθωρακισμένα που είχαν σταθμεύσει κατά μήκος της Πανεπιστημίου κινήθηκαν και εμφανίστηκαν στο δρόμο οι άντρες της βρετανικής στρατιωτικής αστυνομίας. Οι διαδηλωτές τους υποδέχτηκαν με ανακούφιση κι έτρεξαν στην Πλατεία Συντάγματος να τους αγκαλιάσουν και να τους φιλήσουν. Ένας Βρετανός αξιωματικός φώναξε στο διευθυντή της αστυνομίας Άγγελο Έβερτ που στεκόταν στον εξώστην του αστυνομικού αρχηγείου. «Σταματήστε αμέσως να πυροβολείτε». Ο Έβερτ απάντησε με αθωότητα «Ποιος πυροβολεί;» (Dmitri Kessel)
Μετά από λίγο οι δρόμοι έμειναν έρημοι. Μερικοί άνδρες και γυναίκες άφηναν πρόχειρους ξύλινους σταυρούς στα σημεία που είχε χυθεί το αίμα των θυμάτων. Άλλες γυναίκες μάζευαν το αίμα σε χαρτοσακούλες και παλιές κονσέρβες.
Την επόμενη μέρα στην κηδεία των 23 θυμάτων καταλάβαμε γιατί. Η νεκρώσιμη ακολουθία έγινε στη Μητρόπολη κι ένα μεγάλο πλήθος προσευχόταν στη μικρή πλατεία. Από κει η νεκρική πομπή κατευθύνθηκε στο Σύνταγμα.
Τα φέρετρα παρατάχθηκαν σε μια γραμμή, εκεί όπου τα θύματα των πυροβολισμών της Κυριακής είχαν πέσει. Όλοι γονάτισαν σε σιωπηλή προσευχή. Μερικοί κρατούσαν πανώ γραμμένα με το αίμα των θανάτων.
Ένα που βρισκόταν στην κορυφή της πομπής, έγραφε: «όταν ο λαός είναι αντιμέτωπος με τον κίνδυνο της τυραννίας πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στις αλυσίδες και τα όπλα». Ήταν πιτσιλισμένο με αίμα. (Dmitri Kessel)
Συνολικά η αστυνομία σκότωσε 23 και τραυμάτισε 140, ανάμεσα τους και πολλές γυναίκες. Αυτό, όμως, δε σταμάτησε τους διαδηλωτές που άρχισαν να κατευθύνονται προς τον αστυνομικό σταθμό απ’ όπου αναχαιτίστηκαν με νέα πυρά.
Κηδεία με παλλαϊκή διαδήλωση την επόμενη. Νέα δολοφονικά χτυπήματα.
Οι εκρήξεις των οβίδων και των όλμων ενώνονταν με τους ήχους των ντουφεκιών και των αυτομάτων, Τα πυρά ήταν πυκνά, Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο του ΕΛΑΣ. Το ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετάνιας έγινε το κέντρο απ΄ όπου ο στρατηγός Σκόμπι, διοικητής των βρετανικών δυνάμεων, διεύθυνε τις επιχειρήσεις. Πολλά μέλη της ελληνικής κυβέρνησης, μερικοί με τις οικογένειες τους, έμεναν στο ξενοδοχείο. Η «πρώτη γραμμή» ήταν λίγα τετράγωνα πιο κάτω, στην πλατεία Ομονοίας. Από την άλλη πλευρά της πόλης, η περιοχή που ελεγχόταν από τους Βρετανούς και τους δεξιούς Έλληνες τέλειωνε στην Ακρόπολη.(Dmitri Kessel)
Οι Άγγλοι στην Ακρόπολη Οι αλεξιπτωτιστές είχαν καταλύσει μέσα στο Μουσείο. Όπλα κιάλια και μπερέδες κρεμόντουσαν απ’ τα αγάλματα. Οι άνδρες ξαπλωμένοι στο πάτωmα, έγραφαν γράμματα και διάβαζαν στο φως των κεριών. Την επόμενη μέρα τους φωτογράφισα «σε ώρα εργασίας». Η είσοδο της Ακρόπολης ήταν φραγμένη με χοντρά ξύλα κι αμμόσακους. Οι αλεξιπτωτιστές, οπλισμένοι με αυτόματα, είχαν πάρει θέσεις πίσω από πεσμένες κολώνες και μέσα στον Παρθενώνα, όπου υπήρχε ένας σταθμός επικοινωνίας.
Ο Τσώρτσιλ στην Αθήνα
Τα Χριστούγεννα του 1944 φτάνει το Τσώρτσιλ στην Αθήνα
Σκόμπι, Τσώρτσιλ και Αλεξάντερ
Θα γινόταν συνάντηση της ελληνικής κυβέρνησης και του ΕΛΑΣ υπό την εποπτεία του Τσώρτσιλ και δεν υπήρχε ηλεκτρικό. Πάνω σε ένα τεράστιο τραπέζι είχαν τοποθετηθεί δώδεκα λάμπες θυέλλης που φώτιζαν το χώρο.Οι σύνεδροι μπήκαν στο δωμάτιο. Στη μια πλευρά κάθισε ο Τσώρτσιλ, ο Άντονι Ήντεν, ο σερ Χάρολντ Αλεξάντερ (διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στη Μεσόγειο), ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ο συνταγματάρχης Ποπώφ και ο Αμερικανός πρέσβης Λίνκολν Μα Γω. Απέναντι τους κάθησαν τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης με τον Παπανδρέου επικεφαλής.Φωτογράφιζα από την ελληνική πλευρά του τραπεζιού σημαδεύοντας με το φακό τον Τσώτσιλ. Μετά από μερικές λήψεις βρυχήθηκε: «φωτογράφησε τους Έλληνες. Είναι το δικό τους σώου» …. Η αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ δεν είχε φτάσει ακόμη. Παρά την εγγύηση που είχε δώσει ο Σκόμπι για ασφαλή διέλευση , η αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ αντιμετώπισε προβλήματα και καθυστέρησε να περάσει τις γραμμές. (Dmitri Kessel)
Η ανακωχή
Μερικές μέρες αργότερα, στις 11 Ιανουαρίου 1945, ο στρατηγός Σκόμπι και οι εκπρόσωποι του ΕΑΜ, Ζέβγος, Παρτσαλίδης, Μακρίδης και Αθηνέλης υπόγραψαν ανακωχή. Η κατάπαυση του πυρός έγινε στις 15 Ιανουαρίου 1945.
Οι φωτογραφίες είναι από το Λεύκωμα “DMITRI KESSEL, ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ‘44”, Εκδόσεις ΑΜΜΟΣ, 1997
πηγή: kaistriotis.blogspot.com
e-prologos.gr