γράφει ο Χρίστος Τσουκαλάς

Η επιστήμη είναι κόρη της φιλοσοφίας, «ώριμος καρπός του ελληνικού Ορθολογισμού»1. Άλλωστε «είναι γνωστό ότι οι πρώτοι πυρήνες επιστημών συγκροτήθηκαν στο εσωτερικό φιλοσοφικών συστημάτων, ως η διαλεκτική άρνηση και ως οι κληρονόμοι των φιλοσοφικών κοσμοθεωρήσεων”2. Βέβαια πολλοί βάσιμα παρατηρούν πως η φιλοσοφία, η Λογική και η Μαθηματική Επιστήμη γεννήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα και λένε ακόμα πως δεν θα μπορούσε να γεννηθεί η μια χωρίς την άλλη.

Αυτό προκύπτει καταρχήν από την εμπειρία, από το ιστορικό γεγονός. Η θεωρητική τεκμηρίωση της θέσης επιβεβαιώνει, ενισχύει και εξηγεί την ορθότητα της παρατήρησης. Γιατί η θεωρία πρέπει να εξηγεί το γιατί και το πώς.

Πρώτοι φιλόσοφοι, χρονικά, θεωρούνται οι: Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης, Πυθαγόρας, Ξενοφάνης, Ηράκλειτος, Παρμενίδης, Ζήνων ο Ελεάτης, Μέλισσος ο Σάμιος, Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας, Λεύκιππος, Δημόκριτος και άλλοι. Αυτοί συχνά ονομάζονται Ίωνες φιλόσοφοι, φυσικοί φιλόσοφοι, προσωκρατικοί, προεπιστήμονες κλπ. Ονομάζονται Ίωνες, γιατί οι περισσότεροι έζησαν στην Ιωνία, στα παράλια της Μικράς Ασίας και στα γειτονικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Φυσικοί φιλόσοφοι, γιατί έθεσαν ερωτήματα, κατέθεσαν απόψεις, συζήτησαν για την ύπαρξη, την ουσία και τη λειτουργία της φύσης, του κόσμου, του σύμπαντος. Προσωκρατικοί, γιατί έζησαν πριν το Σωκράτη από τα μέσα του 7ου π.χ αιώνα. Προεπιστήμονες, γιατί έθεσαν τις πρώτες βάσεις, τους πρώτους κανόνες και μεθόδους για τη γέννηση των επιστημών.

Ήδη ο παλαιότερος από αυτούς, ο Θαλής, ήταν φιλόσοφος που διατύπωνε γεωμετρικά θεωρήματα. Για τον Αριστοτέλη μάλιστα ήταν ο πρώτος. Φιλόσοφος. Για τους αρχαίους έλληνες, γενικότερα, ήταν ένας από τους εφτά σοφούς. Ήταν ευρύτερα φιλόσοφος και εξ αιτίας αυτού και ειδικότερα επιστήμονας ή μάλλον προ-επιστήμονας. Ο Αριστοτέλης λοιπόν αποδίδει τρεις θέσεις στο Θαλή: «Τα πάντα γεννιούνται από το νερό. Το νερό είναι αρχή των πάντων. Η Γη επιπλέει πάνω στο νερό». Αν και οι συγκεκριμένες θέσεις-απαντήσεις πολύ νωρίς αμφισβητήθηκαν από τους φιλοσόφους που ακολούθησαν, καθόλου δεν μειώθηκε η αξία της συνεισφοράς του, η οποία συνίστατο στο ερώτημα που έθεσε μα και στη μέθοδο, στη διαδικασία που ακολούθησε για να φτάσει σε αυτές. Ως τότε οι ερμηνείες για την ύπαρξη και την ουσία του κόσμου ήταν μυθικές, θεολογικές, αυτός όμως πρωτοτυπεί, γιατί χρησιμοποιεί τη φυσιοκρατική οδό, την εμπειρία και τη λογική ως βάση, ως αρχή της θεωρίας του.

Το ερώτημα που, μάλλον, έθεσε 3 ο Θαλής ήταν: ποια είναι η ουσία του κόσμου που μας περιβάλλει; Ποιο είναι κατά βάθος εκείνο το στοιχείο που ενώνει, διασυνδέει και δημιουργεί τάξη στην τεράστια ποικιλία και τις άπειρες χωρίς τελειωμό μεταβολές του κόσμου μας; Την απάντηση μάλιστα στο παραπάνω ερώτημα δεν την αναζήτησε στους μύθους, δεν σκέφτηκε υποκειμενικά και ανθρωπομορφικά δεν απέδωσε στις δυνάμεις της φύσης ανθρώπινες ιδιότητες. Αντίθετα την αναζήτησε στην ίδια τη φύση, η λειτουργία της οποίας πίστευε πως διεπόταν από νόμους, δικούς της νόμους. Αυτούς τους νόμους προσπάθησε να τους ανακαλύψει βασιζόμενος στην εμπειρία και τη λογική. Συνεπώς θεωρούσε πως ο άνθρωπος διέθετε σπουδαίο εργαλείο κατανόησης του κόσμου: τη λογική του.

Συντελείται λοιπόν με το Θαλή 4 , μια καμπή, μια τομή στη μακραίωνη διαδικασία περάσματος από την κοσμογονία στη κοσμολογία και από το μύθο στο λόγο.

Αρχίζει έτσι με το Θαλή το θαυμαστό ταξίδι στον κόσμο των φιλοσοφικών κοσμοθεωριών. Ο Θαλής βέβαια δεν ανακαλύπτει τη λογική αλλά την αναβαθμίζει, την εξυψώνει, την αναγορεύει σε βάση για την οικοδόμηση κοσμοθεωριών. Αυτό ακριβώς απετέλεσε παγκόσμια πρωτοτυπία, ληξιαρχική πράξη γέννησης της Φιλοσοφίας. Ο Θαλής ασκείται στη λογική, καλλιεργεί τα μαθηματικά, τη λογική των μαθηματικών, της γεωμετρίας, της αστρονομίας, δείχνει στους σύγχρονούς του τη χρησιμότητα των λογικών, των επιστημονικών γνώσεων ακόμα και για πρακτικούς και οικονομικούς λόγους, παρότι ο ίδιος δεν συγκινείται από την τέτοια χρήση τους, αλλά ως απάντηση στις κατηγορίες που του εκτοξεύουν πως τάχα έχει χάσει την επαφή με την πεζή πραγματικότητα.

Κίνητρό του για την ανάπτυξη των μαθηματικών ήταν να τα χρησιμοποιήσει για την επίλυση φιλοσοφικών ερωτημάτων, για την οικοδόμηση φιλοσοφικών θεωριών. Μεταφορικά μιλώντας, σκοπό του είχε να οικοδομήσει μια πλήρη και ολοκληρωμένη κοσμοθεωρία, χρειαζόταν για τούτο μια γερή θεμελίωση, την οποία έπρεπε να επινοήσει, αφού αυτή δεν προϋπήρχε. Δεν μπορούσε λοιπόν να αναπτύξει τη φιλοσοφία του, να τη στηρίξει και να τη θεμελιώσει δίχως να αναπτύξει τα μαθηματικά και τη λογική, δίχως να αναπτύξει τη μαθηματική λογική. Αυτός δεν θα μπορούσε να είναι φιλόσοφος, αν δεν ήταν λογικός και δεν θα ήταν λογικός, αν δεν ήταν μαθηματικός. Φιλοσοφία και επιστήμη είχαν ως κοινή βάση τη λογική. Έτσι φιλοσοφία, επιστήμη και λογική αναπτύσσονται παράλληλα, ως σύστημα, ως σύνολο, συνδυαστικά, αδιαχώρητα. Η σχέση λοιπόν φιλοσοφίας, λογικής, μαθηματικών (επιστήμης) είναι σχέση του όλου με το επιμέρους, είναι σχέση αλληλοτροφοδότησης, είναι σχέση διαλεκτική, σύγκρουσης και αλληλεξάρτησης.

Ο Πυθαγόρας, ιδιαίτερα, ο ίδιος επινοεί τη λέξη φιλόσοφος για να αυτοχαρακτηρισθεί, επομένως θα τον αδικούσαμε, αν τον λέγαμε μαθηματικό, παρότι πολλοί, σήμερα, τον γνωρίζουν από το θεώρημα που φέρει το όνομά του, το «Πυθαγόρειο Θεώρημα». Αυτός συνδύαζε τη μελέτη και την έρευνα των μαθηματικών με τη μελέτη της μουσικής και της αστρονομίας, έβρισκε μάλιστα πολλά κοινά στις ‘‘αδελφές’’ αυτές επιστήμες (κατά τον Πρόκλο, οι Πυθαγόρειοι χώριζαν την επιστήμη των μαθηματικών σε τέσσερις κατηγορίες: την Αριθμητική, τη Μουσική, τη Γεωμετρία και την Αστρονομία. Το τετράπτυχο αυτό αποτελούσε το φημισμένο «Τετραόδιο» (λατινικά «Quadrivium»)), γιατί σύμφωνα με την κοσμοαντίληψή του, η ουσία όλων των όντων («τα πάντα είναι αριθμός» έλεγαν οι μαθητές του) βρίσκεται στους αριθμούς, στους φυσικούς αριθμούς, στους λόγους, στους τρόπους με τους οποίους αυτοί σχετίζονται, στις αριθμητικές σχέσεις. Κίνητρό του είχε τη θεμελίωση μίας φιλοσοφίας του σύμπαντος κόσμου επάνω σε αυτές ακριβώς τις ποσότητες της καθημερινής εμπειρίας. Έτσι οι φυσικοί αριθμοί, οι λόγοι τους, οι αριθμητικές σχέσεις θεωρούνται ως νόμοι που διέπουν τον κόσμο.

Τον οποίο, λέγεται, πως ο ίδιος τον ονόμασε “κόσμο” καθώς θεωρούσε πως το μέτρο, η τάξη, η αρμονία, ο ρυθμός είναι ο τρόπος ύπαρξης του σύμπαντος. Αυτά ακριβώς τα στοιχεία αναζητούσε μελετώντας με την Αστρονομία: τη “συμπαντική αρμονία”, “τις αρμονίες και συμφωνίες των σφαιρών και των ουρανίων σωμάτων”, “τη μουσική τους”. Κίνητρό του λοιπόν για τη μελέτη της Αστρονομίας ήταν η Μουσική (ίσως και το αντίστροφο), γι’ αυτήν κίνητρό του ήταν τα Μαθηματικά και γι’ αυτά η Φιλοσοφία. Άλλωστε τα μαθηματικά τα χρειαζόταν για να “μετρήσει” τη “μουσική” του κόσμου.

Η φιλοσοφία, λοιπόν, (θεωρώντας την ως: τη στοχαστική λογική αναζήτηση για την ουσία του κόσμου που μας περιβάλλει, για τις γενικές αρχές, τα αίτια και τις συνθήκες των φυσικών αντικειμένων, για τη θέση και το ρόλο του ανθρώπου μέσα στη φύση και μέσα στην κοινωνία), παρείχε το επαρκές κίνητρο για την ανάπτυξη των θεωρητικών μαθηματικών. Κίνητρο που ήταν βέβαια και ανάγκη. Γιατί για τους πυθαγόρειους τα μαθηματικά ήταν αδιάρρηκτα συνδεδεμένα με τη φιλοσοφία τους. Η διεύρυνση των αριθμών, των σχέσεών τους, των λόγων τους είναι γι’ αυτούς αφετηρία και τελικός σκοπός, αφού τους θεωρούσαν «ουσία των όντων», αφού με τη μελέτη των αριθμών επιχειρούσαν να αποκωδικοποιήσουν την κοσμική αρμονία. Συνεπώς τα μαθηματικά αναπτύχθηκαν, αρχικά, από φιλοσόφους για φιλοσόφους με φιλοσοφικό, επιστημονικό τρόπο, με τον τρόπο των αφηρημένων εννοιών και των λογικών αξιωμάτων.

Υπήρχαν βέβαια και τα εμπειρικά μαθηματικά για την αντιμετώπιση των πρακτικών αναγκών των ανθρώπων. Τέτοια μαθηματικά είχαν αναπτύξει οι Αρχαίοι Έλληνες, οι οποίοι, όπως οι ίδιοι ισχυρίζονταν, πολλά ή και τα πιο πολλά τα έμαθαν από τους σχετικά κοντινούς, προσπελάσιμους, και παλαιότερους πολιτισμούς των Αιγυπτίων και των Βαβυλωνίων, τους οποίους εκτιμούσαν ιδιαίτερα και θεωρούσαν υποχρέωση όποιου φιλοδοξούσε να θεωρηθεί σοφός να τους επισκεφθεί και να μαθητεύσει κοντά τους. Πράγματι οι πολιτισμοί αυτοί υπήρξαν αρχαιότεροι του ελληνικού, είχαν συσσωρεύσει τεράστιο όγκο γνώσεων (αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική) και είχαν υλοποιήσει κατασκευές (π.χ πυραμίδες) που προκαλούν το θαυμασμό μας ως σήμερα. «Όμως το κρίσιμο άλμα προς την επιστημονική συγκρότηση των γνώσεων αυτών δεν πραγματοποιήθηκε από τους πολιτισμούς αυτούς»5. Αυτοί είχαν αναπτύξει τα μαθηματικά με εμπειρικό, πρακτικό τρόπο, από μαστόρους, για μαστόρους και έτοιμα για πρακτική εφαρμογή.

Υπάρχει απόσταση μεταξύ των πρακτικών, των εμπειρικών, των εφαρμοσμένων μαθηματικών και των “καθαρών”, των θεωρητικών, των επιστημονικών μαθηματικών. Ανάμεσά τους μεσολαβεί ολόκληρη σειρά μετασχηματισμών και προς τη μια και προς την άλλη κατεύθυνση, τόση που κάποιες φορές απαιτούνται αιώνες για να διανυθεί ή που μπορεί ο Πλάτωνας να τα αποδίδει σε διαφορετικούς κόσμους. Σε αυτούς ακριβώς τους αναγκαίους μετασχηματισμούς, στο “κρίσιμο άλμα προς την επιστημονική συγκρότηση”, η φιλοσοφία των Ιώνων έπαιξε το ρόλο καταλύτη, προετοίμασε το έδαφος, διαμόρφωσε συνθήκες που καθιστούσαν την εμφάνιση των μαθηματικών λογικά και κοινωνικά αναγκαία6.

————-

Σημειώσεις:

1. ( ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ, το παράδειγμα του επιστημονικού λόγου στην Αρχαία Ελλάδα- Ευτύχης Παπαδοπετράκης- περιοδικό «Ουτοπία» τεύχος 23. 2* ο.π.

2. Θέσεις – τριμηνιαία επιθεώρηση- Τεύχος 116, περίοδος: Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2011- μετάφραση από το γαλλικό πρωτότυπο: La Matière et l’Esprit), Ευτύχη Μπιτσάκη.

3 Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει πως περισσότεροι προσωκρατικοί ασχολήθηκαν με το πρόβλημα που ο ίδιος ονομάζει υλική Αρχή των πραγμάτων.

4. Είναι ο Θαλής ο πρώτος φιλόσοφος – Η Πύλη για την ελληνική Γλώσσα, των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη-Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών.

5. Παπαδοπετράκης ο.π.

6. Εύστοχα ο Βρετανός φιλόσοφος, μαθηματικός και ειρηνιστής Μπέρτραντ Ράσελ (Bertrand Russell) διατυπώνει πως: «φιλοσοφία, είναι μια δεξαμενή γνώσεων που ακόμα είναι ανέτοιμες προς εξειδικευμένη επιστημονική διαπραγμάτευση. Επομένως, όπως έχει ιστορικά αποδειχθεί άλλωστε, η φιλοσοφία είναι η επιστήμη των επιστημών, ο κορμός της διεπιστημονικής γνώσης, ο άσβεστος πόθος αναζήτησης του ανθρώπου. Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι σύγχρονες θετικές επιστήμες (Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία, Ιατρική, Αστρονομία κ.α.), αλλά και οι μεταγενέστερες θεωρητικές (Ψυχολογία, Κοινωνιολογία κ.α.) ξεπήδησαν μέσα από το φιλοσοφικό στοχασμό».

πηγή: αντιτετράδια της εκπαίδευσης, τ. 112

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το