Πολλές δεκαετίες μετά την εποχή του αυτοσυντηρούμενου αγροτικού νοικοκυριού, οι κοινωνικές συνθήκες στο χωριό, έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά, με αποτέλεσμα η εποχή της αυτοκατανάλωσης να φθίνει, σηματοδοτώντας την τεράστια αλλαγή στις κοινωνικοοικονομικές αγροτικές σχέσεις, με τάση τον εξισωτισμό με αυτές των πόλεων. Σήμερα, η συντριπτική πλειοψηφία της φτωχομεσαίας αγροτιάς δέχεται την ασφυκτική πίεση της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης, της τεχνολογίας και των ψηφιακών επιτευγμάτων, των φυσικών καταστροφών, της πανδημίας, της αβάσταχτης ακρίβειας και των εντεινόμενων μέτρων που επιβάλλει το καθεστώς της ξένης εξάρτησης και υλοποιεί η υποτελής κυβέρνηση Μητσοτάκη. Έτσι, λόγω των πολλαπλών προβλημάτων προσαρμογής, της εντεινόμενης ακρίβειας στις πρώτες ύλες και του καλπάζοντος πληθωρισμού (ήδη 6,2%), το αγροτικό εισόδημα συνεχώς μειώνεται.
Οι επιπτώσεις των τροποποιήσεων της ΚΑΠ (κατάργηση των τιμών παραγωγού, εγκατάλειψη της αγροτιάς στο έλεος των εμποροβιομηχάνων, εκτόξευση του κόστους παραγωγής λόγω της αθρόας εισαγωγής μηχανημάτων και αγροτικών εφοδίων, κατάργηση των τριτοβάθμιων συνεταιριστικών οργανώσεων -που παρενέβαιναν ενισχυτικά μέσω των κρατικών επιδοτήσεων-, κατάργηση της ΑΤΕ, κατάργηση των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων (και αντικατάστασή τους με «ομάδες παραγωγών», «διεπαγγελματικές οργανώσεις» και αγροδιατροφικές συμπράξεις με τους νόμους ν.4015/1 και ν.4384/16 της κυβέρνησης Τσίπρα, που μετέτρεψε τις συνεταιριστικές οργανώσεις σε ΑΕ, με υψηλό τίμημα συμμετοχής και άρα αποκλεισμό της φτωχομεσαίας αγροτιάς), ανισοκατανομή των κοινοτικών επιδοτήσεων -όπου το 20% των μεγαλοαγροτών και των «αγροτικών επιχειρήσεων» εισπράττει το 80% των επιδοτήσεων- όλ’ αυτά μετέτρεψαν τη χώρα μας από εξαγωγέα αγροτικών προϊόντων σε εισαγωγέα, με το έλλειμμα του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου να φτάνει τα 2-3 δισ. € το χρόνο.
Είναι λοιπόν αυτονόητο το συμπέρασμα για το ποιος ευθύνεται για την καταστροφή της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Είναι το καθεστώς της εξάρτησης από το ιμπεριαλιστικό μόρφωμα της ΕΕ, το οποίο εξακολουθούν να διακονούν όλες οι κυβερνήσεις της μεγαλοαστικής τάξης. Με αιχμή τα αγροτικά εφόδια που αποτελούν βρόγχο, το κόστος καυσίμων εκτοξεύεται, οι συνεταιρισμοί είτε σβήνουν είτε μετατρέπονται σε ΑΕ, οι καλλιέργειες γίνονται ολοένα και πιο ασύμφορες, τα χρέη πνίγουν τα αγροτικά νοικοκυριά, η αγροτιά «γερνάει», τα χωριά βουλιάζουν και σιγά-σιγά εγκαταλείπονται. Αυτή είναι η κατάσταση στην ελληνική ύπαιθρο από την ώρα που οι εκάστοτε μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις, προσυπόγραφαν αντιαγροτικές συνθήκες για την εφαρμογή τής όλο και πιο καταστροφικής Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της ΕΕ και αντιδραστικές συμφωνίες με τον ΠΟΕ, την ΤΡΡ (Trans-Pacific Partnership) κι όχι μόνον. Σε ό,τι αφορά τις παγκόσμιες αγορές, επιδιώκεται η «απελευθέρωσή» τους, κάτω από την κυριαρχία των πλανητικών μονοπωλίων των σπόρων, της ψηφιακής και ηλεκτρονικής τεχνολογίας, των χημικών, των αγροδιατροφικών (σιτηρά, κρέας, λάδια, βαμβάκι, φρούτα κλπ), των μηχανημάτων, της Γεωργικής Έρευνας, των πετρελαιοειδών, της ψηφιακής και «πράσινης» τεχνολογίας, της γης, απότοκων του χρηματιστικού κεφαλαίου της ιμπεριαλιστικής εποχής.
***
Η ίδια εικόνα με τις ανάλογες οικονομικές, κοινωνικές συνθήκες και προσαρμογές επικρατεί σχεδόν σε όλες τις χώρες της ΕΕ, οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι η γεωργική απασχόληση σε μερικές δεκαετίες θα έχει παγιδευτεί μέσα στις σπείρες του πολυπλόκαμου μονοπωλιακού κεφαλαίου. Σύμφωνα με την Έκθεση της Κομισιόν με θέμα: «Ο αγρότης του μέλλοντος», η εκτόξευση της παγκόσμιας ζήτησης για τρόφιμα (είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία 13 χρόνια τα μονοπώλια της ΕΕ διπλασίασαν τον τζίρο τους στο εμπόριο τροφίμων διεθνώς), ο έντονος ανταγωνισμός ανάμεσα στα μονοπώλια σε παγκόσμιο επίπεδο, η ενσωμάτωση της τεχνολογικής προόδου στην παραγωγή (ψηφιοποίηση, αυτοματοποίηση, ρομποτική, «γεωργία ακριβείας», βιοτεχνολογία κ.ά.), η κλιματική αλλαγή αλλά και η ανάγκη εξασφάλισης -στο όνομα δήθεν του επιπέδου αυτάρκειας σε τρόφιμα- του ανώτατου κέρδους για τα πολυεθνικά μεγαθήρια, φάνηκε ιδιαίτερα στις συνθήκες της τρέχουσας πανδημίας. Να σημειώσουμε πως η εκτόξευση της «ζήτησης» σε «τρόφιμα» είναι εντελώς πλασματική, δεδομένου ότι -με την παρέμβαση της τεχνολογίας- το στάρι πχ παράγει από μόνο του, πέρα από τα 40-45 είδη ψωμιού, και περίπου 230 υποπροϊόντα της αλευροβιομηχανίας, που μετατρέπονται σε «τρόφιμα» (κυρίως σνακς, προϊόντα γλαουτένης, διαιτητικές και «βιολογικές» τροφές κ.ά.), το καλαμπόκι 467, το κακάο 510, το κρέας 220 κ.ο.κ.
Οι ευρωπαϊκοί προσανατολισμοί της πριμοδότησης των μονοπωλίων μέσω της «πράσινης-κυκλικής» οικονομίας και της «ευφυούς γεωργίας ακριβείας» που περιγράφονται στην «Πράσινη Συμφωνία», την Αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και τη στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο», δίνουν ένα ισχυρό κίνητρο των ευρωπαϊκών μονοπωλίων στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Αλλά και στις ΗΠΑ, η συνεχιζόμενη τεχνολογική εξέλιξη σε συνδυασμό με τη ραγδαία εξαγορά γης από τους ολιγάρχες (Μπέζος, Γκεητς, Μπάφετ κ.ά.) πατριάρχες της ψηφιακής βιο-τεχνολογίας, δίνει ένα σαφές προβάδισμα στη μονοπωλιακή κυριαρχία επάνω στη γαιοκτησία.
***
Και το ερώτημα που τίθεται -βλέποντας την αγροτιά να βρίσκεται στη σημερινή αξιοθρήνητη εγκατάλειψη- είναι: Μπορεί να αλλάξει η κατάσταση μέσα στο υφιστάμενο καπιταλιστικό σύστημα; Χωρίς κανένας να βάζει σε αμφισβήτηση την πολιτική και συνδικαλιστική θέση σε ό,τι αφορά στο θέμα των άμεσων διεκδικήσεων και τις αγροτικές κινητοποιήσεις, έχει αποδειχθεί πως οι κυβερνήσεις της ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Οικουμενικής, ΣΥΡΙΖΑ κλπ, που κυβέρνησαν τον τόπο, όχι μόνον δεν έλυσαν για δεκαετίες το αγροτικό ζήτημα, αλλά επιπλέον αρνούνται να δώσουν μία ανάσα στην καταπιεζόμενη αγροτιά, σε ό,τι αφορά: τη μείωση του κόστους παραγωγής, με κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής για το ρεύμα, αφορολόγητο πετρέλαιο, επιδότηση των ζωοτροφών και των αγροεφοδίων, κατάργηση του ΦΠΑ σε μέσα και εφόδια, την προστασία από τις φυσικές καταστροφές με υλοποίηση όλων των απαραίτητων έργων υποδομής (αρδευτικά, εγγειοβελτιωτικά κ.ά.) και αλλαγή του κανονισμού του ΕΛΓΑ, ώστε να ασφαλίζει και να αποζημιώνει την παραγωγή και το κεφάλαιο στο 100%, τις τιμές που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής, διασφαλίζοντας παράλληλα εισόδημα επιβίωσης και προσιτές τιμές των προϊόντων στη λαϊκή κατανάλωση. Όλα τα παραπάνω, οδήγησαν στο σημερινό πλήρες αδιέξοδο τα ευρύτερα στρώματα της αγροτιάς, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι ήδη από τις αρχές του ’90, μετά τις τυχοδιωκτικές πρακτικές του ΚΚΕ και τις απαράδεκτες συμμαχίες του, προσφέρθηκε ένα εξαιρετικό άλλοθι στη Δεξιά και τα εγκλήματά της, ενώ εμπόδισε κάθε συσπείρωση με τα άλλα καταπιεζόμενα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, αρνούμενο να ενσωματώσει τα γενικότερα λαϊκά αιτήματα, με κορυφαίο το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας. Σημειώνουμε, πως ο μεγαλύτερος αγροτικός ξεσηκωμός μετά τις μεγαλειώδεις αγροτικές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του ’90 που συγκλόνισαν το πανελλήνιο, πραγματοποιήθηκε το 2019, που βίωσαν την ίδια βάρβαρη και ανερμάτιστη αντιλαϊκή μνημονιακή πολιτική που συμπυκνώνονταν στα Ν/σχ της αντιασφαλιστικής μεταρρύθμισης και της φοροληστρικής επιδρομής, της τότε συγκυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Μπορεί τα αγροτικά αιτήματα και οι διεκδικήσεις να προβάλλονται επετειακά κάθε αρχές του χρόνου, ακόμα και σήμερα από την «Επιτροπή των Μπλόκων» του ΚΚΕ -και πιθανόν να επιλύνεται ένα μέρος των αιτημάτων, στη λογική της «αντοχής της οικονομίας»-, ωστόσο δεν λύνουν το αγροτικό πρόβλημα. Εξάλλου, η αστική τάξη έχει επιφέρει ένα ιστορικά συντριπτικό χτύπημα στην καρδιά του αγροτικού ζητήματος: Να ξεκινήσει τη νομοθετική αποψίλωση της ατομικής ιδιοκτησίας της γης από τους «φυσικούς» νομείς της (το στρώμα της αγροτιάς) και να τη μεταβιβάσει προς την αστική και μεγαλαοαστική τάξη και τα ξένα μονοπώλια. Σε τοπικό επίπεδο ενισχύονται οι μεγαλοαγρότες, οι «αγροτικές επιχειρήσεις, τα τουριστικά γραφεία, οι μεγαλοξενοδόχοι, οι αγροδιατροφικές αλυσίδες, τα μονοπώλια των ΑΠΕ, οι κατασκευαστικές εταιρείες, οι διάφοροι «αντιπρόσωποι», οι ομάδες παραγωγών, τα μοναστήρια και πάνω απ’ όλα οι τράπεζες στις οποίες έχει υποθηκευτεί πάνω από το 75% της αγροτικής γης. Όλοι αυτοί λειτουργούν σε πλήρη εξάρτηση από τις πολυεθνικές για τη χρηματοδότηση, την προμήθεια των φυτοφαρμάκων, μηχανημάτων, πολλαπλασιαστικού υλικού, της μεταφοράς, επεξεργασίας, διανομής κλπ. Μέσα σ’ αυτό το καθεστώς, η φτωχή και μεσαία αγροτιά -για να επιβιώσει- οδηγείται ή στην εγκατάλειψη της αγροτικής της δραστηριότητας ή στην ελαχιστοποίηση των εξόδων παραγωγής. Δεν είναι λοιπόν περίεργο το ξερίζωμα από τη γη εκατοντάδων χιλιάδων αγροτών, ενώ αυτοί που απομένουν καταδικάζονται σε ένα συνεχή αγώνα επιβίωσης, όπου η συνεχής αύξηση της παραγωγικότητας και της παραγωγής συνοδεύεται από την παράλληλη συμπίεση των τιμών και των εισοδημάτων τους! Με δυο λόγια, η φτωχομεσαία αγροτιά εξοβελίζεται, με τους πλέον «νόμιμους» τρόπους του αστικού Συντάγματος (δασικοί, ενεργειακοί, ψηφιακοί, τεχνολογικοί, οικονομικοί, ΕΛΓΑ κλπ, κλπ νόμοι) και πέρα από τις συνέπειες της ΚΑΠ, λ.χ. οι μικροκτηνοτρόφοι της Κρήτης και άλλων νησιών υποχρεώνονται σε αφανισμό εξαιτίας των Δασικών Χαρτών.
***
Η πολιτικο-οικονομική θεωρία του νεοφιλελευθερισμού έχει απλώσει τις ρίζες της σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο, συνδεόμενη παράλληλα με το ρατσισμό, την ξενοφοβία, το φασισμό. Η σύνδεση της αγροτικής οικονομίας-γαιοκτησίας κάτω από το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού περνάει στα χέρια της παγκόσμιας ολιγαρχίας, δίνοντας στις επτασφράγιστες «κλειστές εκτροφές» (πτηνοτροφεία, χοιροστάσια, ποιμνιοστάσια κ.ά.) μία αθέατη πλευρά που συνδέεται με τα ποιοτικά και οργανοληπτικά στοιχεία των προϊόντων, τα υποπροϊόντα, τις ποσότητες, την βιολογική καθαρότητα, την επεξεργασία και την τυποποίηση. Όλοι οι «Οργανισμοί Ελέγχου και Πιστοποίησης» βρίσκονται στα χέρια της κυρίαρχης τάξης, με τα γνωστά διατροφικά σκάνδαλα.
Σηκώνοντας τη σημαία της «ανταγωνιστικότητας», η ΕΟΚ/ΕΕ λεηλάτησε την ελληνική ύπαιθρο, είτε πουλώντας -αθρόα- τεχνολογία (τρακτέρ, θερμοκήπια, λιπάσματα, σπόρους, υβρίδια, μηχανήματα, εργαλεία κ.ά.), είτε συνάπτοντας συμφωνίες με χώρες (κυρίως από πρώην αποικίες) για εισαγωγές ομοειδών με τα ελληνικά προϊόντα, είτε «σηκώνοντας» τις τεχνικές και διαιτητικές προδιαγραφές των αγροτικών προϊόντων (τις οποίες όμως η ίδια καταπάτησε -βλέπε διοξίνες, τοξικά, εγκεφαλοπάθειες, ορυκτέλαια, κλπ, κλπ), είτε κόβοντας επιλεκτικά τις επιδοτήσεις μεσογειακών κυρίως προϊόντων, είτε επιβάλλοντας περιορισμούς και πρόστιμα στην παραγωγή, είτε διαμορφώνοντας τιμές -μέσω της «ελευθερίας της αγοράς»- απολύτως ασύμφορες για την πλειοψηφία της ελληνικής αγροτιάς του μικρού πολυτεμαχισμένου κλήρου, των μικρών κοπαδιών και ψαροκάικων, της χαμηλής παραγωγικότητας γενικά.
Παρατηρείται μία σοβαρή μείωση της αγροτικής παραγωγής, είτε αφορά τη Γεωργία είτε αφορά την Κτηνοτροφία. Τα τελευταία χρόνια -και ιδίως μετά το 2010- η Γεωργία στη χώρα μας εμφανίζει πτωτική τάση τής τάξης του 6,4% σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια (2008-9). Μεγαλύτερη πτώση παρουσιάζεται στα σιτηρά, στη βιομηχανική ντομάτα, στα ζαχαρότευτλα, στο καλαμπόκι, στα εσπεριδοειδή, στις ελιές, στα οπωροκηπευτικά κ.ά. Ο καπνός, τα σύκα και η σταφίδα έχουν πλέον εξοβελιστεί από την αγορά. Σε ό,τι αφορά την κτηνοτροφία, φέτος υπολογίζεται ότι η χώρα μας θα παραγάγει 240.000 τόνους αγελαδινού γάλακτος, λιγότερους από το πλαφόν που έχει καθοριστεί στην ΕΕ. Δηλαδή, παράγουμε 665.000 τόνους, όταν το πλαφόν είναι 850.000 τόνοι και οι ανάγκες της χώρας μας ξεπερνούν το 1.200.000 τόνους. Επίσης, σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα παραμένει η ζωική παραγωγή, κυρίως σε κρέατα κάθε λογής, ενώ μεγάλη είναι και η πτώση στην αλιευτική παραγωγή.
Παράλληλα οι τιμές παραγωγού όλων ανεξαιρέτως των αγροτικών προϊόντων κινούνται σε εξευτελιστικά επίπεδα, που δεν καλύπτουν ούτε το κόστος παραγωγής. Η μείωση της εμπορικής τιμής στα σιτηρά αγγίζει το 25%-30% κι ανάλογα κινείται στο καλαμπόκι, στα κηπευτικά, ενώ σε εξευτελιστικές τιμές πληρώνεται στους κτηνοτρόφους το γάλα, (αγελαδινό, πρόβειο και γίδινο) και το κρέας. Ιδιαίτερα αυξημένες είναι οι τιμές των ζωοτροφών, οι οποίες καλύπτουν το 37-40% του κόστους παραγωγής της κτηνοτροφίας, ενώ εξ ίσου υψηλές είναι και οι τιμές στα καύσιμα, την ηλεκτρική ενέργεια, που καλύπτουν άλλο ένα 35-40% του κόστους παραγωγής σε γεωργία και κτηνοτροφία, όπως επίσης και οι τιμές των φυτοφαρμάκων και κτηνιατρικών σκευασμάτων. Τέλος σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις, ήδη από την εφαρμογή της τελευταίας ΚΑΠ, έχουν περιοριστεί δραστικά καθώς έχουν στο μεγαλύτερο μέρος αποσυνδεθεί από την παραγωγή. Οι άμεσες ενισχύσεις από την ΕΕ, που κατά μέσο όρο κυμαίνονται μεταξύ 30%-40% που συνολικού αγροτικού εισοδήματος, μειώνονται με τις ετήσιες περικοπές που έχουν προβλεφθεί στο πλαίσιο της ΚΑΠ, ενώ σε πολλά προϊόντα η επιδότηση έχει εντελώς αποδεσμευτεί από την παραγωγή.
***
Με τα μέτρα που ψηφίστηκαν, για να έχουν αφορολόγητο εισόδημα το 2021 οι αγρότες (όσοι τουλάχιστον έχουν το 50% του εισοδήματός τους από αγροτική δραστηριότητα) θα πρέπει να συγκεντρώνουν ηλεκτρονικές αποδείξεις ίσες με το 30% του εισοδήματός τους. Αν δεν το κάνουν, τότε μετά την εκκαθάριση της δήλωσής τους, υπάρχει πρόστιμο 22% για το ποσό που δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν! Στους «υπόχρεους» αυτού του επαίσχυντου φόρου συμπεριλαμβάνονται και ζευγάρια ηλικιωμένων χωρικών που κατοικούν σε χαμόσπιτα και προσπαθούν να επιβιώσουν με την αγροτική «σύνταξη» των 300 €, η οποία δε φτάνει ούτε για τα άκρως αναγκαία.
Ακολουθώντας κατά γράμμα τις εντολές της ΕΕ, οι κυβερνήσεις της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έβαλαν σε εφαρμογή τη μεγαλύτερη καπιταλιστική αναδιάρθρωση στον τομέα της Γεωργίας, το μεγαλύτερο εργαλείο συγκέντρωσης της αγροτικής γης. Το «Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων». Με βάση τα κριτήρια, η φτωχολογιά του χωριού, που υποχρεώνεται από το μικρό της κλήρο να κάνει μία ή και δύο δουλειές για να επιζήσει, ξεκληρίζεται. Πάνω από 450.000 αγρότες-εργάτες, παύουν να θεωρούνται «κατ’ επάγγελμα αγρότες», με αποτέλεσμα να αποκλείονται από όλες τις επιδοτήσεις, ενισχύσεις, προγράμματα και άλλα κίνητρα του κράτους και της ΕΕ.
Βαρύ χαράτσι υποχρεώνονται να πληρώσουν οι φτωχοί αγρότες (κυρίως κτηνοτρόφοι) και με τον πρόσφατο νόμο για τις δασικές εκτάσεις και τα αυθαίρετα, καθώς είναι πάρα πολλοί στα χωριά οι οποίοι ναι μεν καλλιεργούν χωράφια ή βοσκούν κοπάδια σε πατροπαράδοτες εκτάσεις (ήδη από Τουρκοκρατίας), δεν έχουν όμως στα χέρια τους παραχωρητήρια ή άλλα νομιμοποιητικά έγγραφα. Όλοι αυτοί καλούνται, τώρα, να πληρώσουν πρόστιμα για τη λεγόμενη «αποκατάσταση» κι αν δεν το κάνουν, δε θα μπορούν να προχωρήσουν σε καμιά εμπράγματη δικαιοπραξία (μεταβίβαση κλπ) σε ακίνητα με αυθαίρετες κατασκευές ή αυθαίρετες αλλαγές χρήσης.
***
Μία πρόσφατη Μελέτη (13/3/20) του Διεθνούς Συνασπισμού για τη Γη (κοινοπραξία 250 αγροτικών οργανώσεων) αποκαλύπτει ότι μόλις το 1% των αγροτικών επιχειρήσεων ελέγχει -είτε μέσω ιδιοκτησίας είτε μέσω συμβολαίων ενοικίασης- το 70% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων όλης της γης, οδηγώντας στον εξοστρακισμό από τη μικροϊδιοκτησία τούς πάνω από 2,5 δισεκατομμύρια μικροκαλλιεργητές που είναι στενά εξαρτημένοι από τη γεωργία για την εξασφάλιση των προς το ζην, προσβάλλοντας παράλληλα με σπόρους από Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς (καλαμπόκι, σόγια κ.ά.) και φυτοφάρμακα επιλεκτικής δράσης (glyphosate) το περιβάλλον και την υγεία τωρινών και μελλοντικών γενεών. Με λίγα λόγια μέσα στις τελευταίες δεκαετίες έχει επέλθει μία τεράστια συγκέντρωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων σε όλο και λιγότερα χέρια επιφέροντας καταστροφικές συνέπειες σε κλίμα, περιβάλλον, διατροφή, δημόσια υγεία. Η ανισότητα στον έλεγχο της καλλιεργούμενης γης του Πλανήτη είναι 41% ψηλότερη από αυτήν που γνωρίζαμε έως τώρα. Επίσης, το φτωχότερο μισό του παγκόσμιου αγροτικού πληθυσμού ελέγχει σήμερα μόλις το 3% από το σύνολο της αξίας της γης.
Αυτή η υπερβολική συγκέντρωση και ο έλεγχος της καλλιεργήσιμης γης αντιμετωπίζεται όχι στη βάση των αναγκών των κατοίκων του πλανήτη -γεγονός που καθόλου δεν ενδιαφέρει τα μονοπώλια-, αλλά στη βάση μίας μεσοπρόθεσμης «επένδυσης» που θα αποφέρει συγκεκριμένα κέρδη, σε συνδυασμό με τη χρηματιστηριακή χειραγώγηση των τιμών (τεχνητές ελλείψεις κλπ).
Στη χαραυγή της ανθρώπινης Ιστορίας, όλοι οι πολιτισμοί της γης αναπτύχθηκαν με βάση την καλλιέργεια της γης, που δεν είναι προφανώς μόνο οι αποδόσεις και τα κέρδη. Γι’ αυτό και μόνο είναι επιβεβλημένη η αντίσταση στην πρωτοφανή λεηλασία, για την οποία ευθύνονται αποκλειστικά και μόνο τα μονοπώλια. Η Πολιτική Οικονομία έχει δικούς της αδήριτους νόμους που ισοπεδώνουν τις αγαθές προθέσεις και τις μεγάλες ιδέες που επικαλούνται κατά καιρούς τόσο οι απολογητές του καπιταλισμού όσο και η ρεφορμιστική Αριστερά με τις προτάσεις της για δήθεν εξανθρωπισμό της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Κατά συνέπεια, η εργατική τάξη, η φτωχομεσαία αγροτιά, μεγάλα τμήματα της χαμηλόμισθης υπαλληλίας, ένα μεγάλο τμήμα της διανόησης κλπ δεν μπορεί παρά να είναι ασυμβίβαστη με την ολιγαρχία, με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Η συνειδητή εργατική τάξη, που δρα σαν τάξη για τον εαυτό της, προβάλλει και διεκδικεί τα εργασιακά και δημοκρατικά της δικαιώματα και παράλληλα πολεμά ανοιχτά κάθε μορφή εξάρτησης (οικονομικής, πολιτικής, στρατιωτικής) που τη φέρνει αντιμέτωπη με τα δικά της συμφέροντα και τη δική της κατεύθυνση. Αλλά και πέρα απ’ αυτό, διδάσκει στα μικροαστικά στρώματα που σήμερα τα τσακίζει η οικονομική κρίση, πως ο μόνος δρόμος που τους απομένει είναι η συμμαχία μαζί της, όχι για τη διατήρηση του μικροαστικού τους μεσαίωνα, αλλά για την ανατροπή του συστήματος που είναι υπεύθυνο για την καταστροφή τους και το πέρασμά τους στο σοσιαλισμό.
Διαφορετικά τα πράγματα παραμένουν ως έχουν…
Ιωσήφ Σταυρίδης, μέλος της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
e-prologos.gr