Χρήστος Κάτσικας
Tο καλό πρέπει να το κάνεις με δόσεις για να σε θυμούνται και να σ’ ευγνωμονούν. Το κακό πρέπει να το κάνεις αποφασιστικά, γρήγορα και δραστικά. Αυτά σημειώνει ο Μακιαβέλι στο βιβλίο του «O ηγεμόνας», και είναι αλήθεια, αρκετοί ισχυροί, ακολουθόντας τις «οδηγίες» του ντύνονται τις μέρες αυτές με τη λεοντή του κοινωνικού παρηγορητή.
Να για παράδειγμα, την ώρα που έμπαινε στην «πρίζα» ο εορταστικός φωτισμός στο Σύνταγμα, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας του Δημάρχου Αθηναίων Μπακογιάνη, ο Πρωθυπουργός μας πήγε επίσκεψη σε ορφανοτροφείο και λίγο αργότερα, επισκέφθηκε την ταβέρνα «Κρητικός» στο Κερατσίνι, που μοιράζει εκατοντάδες μερίδες φαγητού σε συνανθρώπους μας που το έχουν ανάγκη και βοήθησε και αυτός στη διανομή φαγητού στους φτωχούς και καταφρονεμένους αυτού του κόσμου, μέρες που είναι.
Άσχετο αν πριν δύο μήνες ψήφισε έναν πτωχευτικό κώδικα που κάνει το φτωχό, στο πιτς – φυτίλι, άστεγο! Άσχετο αν ακόμη και τα μαθήματα φιλανθρωπίας και εθελοντισμού προβάλλουν την κυνική και de facto, κανονικοποίηση της ανέχειας, της αστεγίας και της ανθρώπινης απόγνωσης. Άσχετο αν την ίδια ώρα δοξολογούν την κατεδάφιση του «σπάταλου» κοινωνικού κράτους και θυμιατίζουν τον «κοινωνικό κανιβαλισμό».
Προφανώς πιστεύει ότι με μια ποσόστωση ανθρωπισμού μπορεί να εξαγοραστούν τα μπράβο των ισαποστάκηδων, η ανοχή των τσακισμένων και η εκδικητικότητα των «φαντασμάτων». Έτσι ώστε να «μεταλλαχθεί» και πάλι μεγάλο μέρος των αφανισμένων σε «κοινή γνώμη» που χωνεύει αμάσητα την επικοινωνιακή μαεστρία αυτών που χρησιμοποιούν χθες την κρίση, σήμερα την πανδημία, σαν ευκαιρία για να μετατρέψουν τη χώρα και το λαό σε οργανωμένο ακρωτηριασμό.
Παρέλαση υποκρισίας
Παρέλαση «στιγμιότυπων» πόνου, έγχρωμα και θεαματικά, επιδιώκουν να προβάλλουν, στο «γόνιμο» έδαφος των Χριστουγέννων, έναν Άγιο Βασίλη που πιστώνεται κάθε φορά να «είναι εντάξει», τις «άγιες μέρες» του Δεκεμβρίου, για να κρύψουν τον Ηρώδη της φτώχειας, της ανεργίας και της καταστολής. Οι προύχοντες και ιεροκήρυκες της λιτότητας την ίδια στιγμή που περικόπτουν τις κοινωνικές παροχές, απολύουν χιλιάδες εργάτες, βυθίζουν στην πείνα και την εξαθλίωση ολόκληρες περιοχές, «κατασκευάζουν» πολέμους για να αυξήσουν τα κέρδη τους, αυτοί οι ίδιοι, επενδύουν στον ανθρώπινο πόνο ένα ψίχουλο από τα «καρβέλια της εκμετάλλευσης» χιλιάδων ανθρώπων.
Μαζί τους οι ιεραπόστολοι του ελέους που κηρύσσουν την αποδοχή της φτώχειας για τους φτωχούς μοιράζοντας απλόχερα επαίνους στους «επιχειρηματίες» της φιλανθρωπίας.
Φαρισαίοι του συστήματος
Αυτό άλλωστε γινόταν ανέκαθεν. Πάντα οι ηγεμόνες με το ένα χέρι μοίραζαν τη φτώχεια, το θάνατο και το περιθώριο και με τ’ άλλο πρόσωπο, σαν Ιανός, εμφανίζονταν να αγαθοεργούν και να απαλύνουν τα κοινωνικά τραύματα.
Πάντα; Ιδιαίτερα από τότε που ο Τσαρλς Ντίκενς, στα μέσα του 19ου αιώνα επινόησε με την «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» του την ηθική και συναισθηματική μεταστροφή του πάμπλουτου τσιγκούνη Εμπενίζερ Σκρουτζ μετά τη νυχτερινή επίσκεψη που δέχεται από τα φαντάσματα των Χριστουγέννων του Παρελθόντος, του Παρόντος και του Μέλλοντος.
Ίσως από τότε, οι ισχυροί έκαναν «επάγγελμα» το κοστούμι του αναγεννημένου, γενναιόδωρου και χαζοχαρούμενου Σκρουτζ, ενσωματώνοντας το πνεύμα του φιλανθρωπικού καπιταλισμού και βάζοντας στην επιχειρηματική στρατηγική τους ένα πρωτόκολλο ελάχιστου ανθρωπισμού, αμπαλαρισμένου στη συσκευασία της φιλανθρωπίας, της χορηγίας και της εμπορευματικής προσφοράς.
Έτσι οι Φαρισαίοι του συστήματος, έχοντας τις κάμερες και την τηλεοπτική δημοκρατία στο χέρι τους, μπορούν ακόμα να χαλιναγωγούν την οργή του κόσμου καθηλώνοντάς την σ’ ανώδυνα κανάλια.
Αλλά και στο μεσαίωνα, τηρουμένων των αναλογιών, δίπλα στο παλάτι των ηγεμόνων ή του βασιλιά, δεν συνωστίζονταν φτωχοί, ανάπηροι, άκληροι, απόκληροι;
Σ’ αυτούς πετούσε ο μονάρχης το ξεροκόμματο και η εκκλησία την ευλογία της, ώστε «η εξωοικονομική καταπίεση να γίνεται ισχυρότερη της φορολογίας» (Μάρξ) και να μακροημερεύει η κυριαρχία τους.
Η φιλανθρωπία που… δαγκώνει!
«Δεν πιστεύω στην φιλανθρωπία, πιστεύω στην αλληλεγγύη», σημείωνε, πριν από κάμποσο καιρό ο Eduardo Galeano και συνέχιζε: «Η φιλανθρωπία είναι κατακόρυφη, άρα είναι ντροπιαστική. Πηγαίνει από πάνω προς τα κάτω. Η αλληλεγγύη είναι οριζόντια. Σέβεται τον άλλο και μαθαίνεις από αυτόν. Έχω πολλά να μάθω από άλλους ανθρώπους».
«Ένα μέρος της αστικής τάξης θέλει να θεραπεύσει τις κοινωνικές πληγές, για να σταθεροποιήσει την υπόσταση της αστικής κοινωνίας. Εδώ ανήκουν: οικονομιστές, φιλάνθρωποι, ανθρωπιστές, ανορθωτές της θέσης των εργαζόμενων τάξεων, οργανωτές αγαθοεργιών, προστάτες των ζώων, ιδρυτές συλλόγων υπέρ της μετριοπάθειας, οι ψευτομεταρρυθμιστές.» Αναφέρεται στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, από το 1848 ήδη. Πόσο αντικατοπτρίζουν τις σημερινές συνθήκες αυτές οι… μακρινές διαπιστώσεις!
Να υπερασπιστούμε τις φάτνες του καιρού μας.
Απέναντι στην προπαγάνδα περί «φιλανθρωπίας», που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την «ζωοφιλία», που βαφτίζει την «φιλανθρωπία» – βιτρίνα ενός σάπιου συστήματος σαν την τάχα θεραπαινίδα του εγκλήματος, υπάρχει το βαθύ το ουσιαστικό, το πανίσχυρο όπλο της ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ.
O Δημήτρης Γληνός, σε ένα συγκλονιστικό κείμενό του που γράφτηκε στην Ελλάδα της κρίσης του ’30, περιγράφει – 80 χρόνια περίπου πριν – τί συμβαίνει στην Ελλάδα του σήμερα. Και ταυτόχρονα φωτίζει δρόμους που αξίζει να περπατηθούν, σήμερα, στην Ελλάδα της αιθαλομίχλης, των μαγκαλιών, των συσσιτίων.
Έγραφε: «Μέσα σ’ αυτή τη φοβερή στιγμή της παγκόσμιας κρίσης πλήθυνε το κακό, που ήτανε πάντα πολύ, μεγάλωσε η αθλιότητα των απαθλιωμένων ανθρώπων. Ο εργάτης, ο φτωχός αγρότης, ο μικροεπαγγελματίας, ο υπάλληλος ζούνε μέσα σε μια αδιάκοπη αγωνία (…). Από την άλλη, κάθε μέρα κρούει την πόρτα τους το σκιάχτρο της αναδουλειάς με τη συντρόφισσά της, την πείνα. Και σ’ όσα σπίτια μπει μέσα το μεγάλο κακό ρημάζουνε πια.
Άγριος πόλεμος κοινωνικός έχει ξεσπάσει και οι πεινασμένοι διεκδικώντας τα πιο απλά δικαιώματά τους στη ζωή, γίνονται θύματα κι από τούτη την πλευρά. Μα απ’ όλους τους κυνηγημένους και τους απόκληρους τα τραγικότερα θύματα είναι τα παιδιά. Το παιδί του προλετάριου, το παιδί του φτωχού αγρότη, το εργαζόμενο παιδί, το παιδί του βιοπαλαιστή ήτανε πάντα σε θέση σκληρή και μειονεκτική. Μα τώρα έγινε πια η μοίρα του αβάσταχτη (…).
Απέναντι στην απέραντη τούτη τραγωδία, που πλημμυρίζει τα σκοτεινά υπόγεια και τις υγρές αυλές μέσα στις πολιτείες, τα χαμόσπιτα των συνοικισμών και τις καλύβες της αγροτιάς σ’ όλη τη χώρα, η βοήθεια που η επίσημη και ιδιωτική φιλανθρωπία καταπιάνεται να δώσει δεν είναι ούτε σα σταγόνα νερού σε φλογισμένο καμίνι. Τα ελατήριά της άλλως τε δεν είναι καθαρά. Για να υπάρχει της χρειάζεται να υπάρχουνε θύματα. Ο φτωχός εργαζόμενος λαός που είναι το θύμα, και τα παιδιά που είναι διπλά θύματα, πρέπει να ζητήσουνε και να βρούνε τη βοήθεια και την απολύτρωση από τον ίδιο τον εαυτό τους.
Δεν πρέπει να περιμένουν τη σωτηρία τους από την άλλη πλευρά. Και του πιο αδύνατου η δύναμη διπλασιάζεται, όταν ενώσει τη λιγοστή του μπόρεση με την προσπάθεια των συντρόφων του. Όταν ο εργάτης , ο αγρότης, ο φτωχός εργαζόμενος λαός νιώσει μιαν ολοκληρωτική αλληλεγγύη να τον ενώνει με όλους τους συντρόφους του στη δυστυχία και μέσα στα σύνορα της χώρας κι όξω απ’ αυτή σ’ όλες τις χώρες της γης, και όταν κινηθεί ομόψυχα και ολόψυχα να βοηθήσει τον εαυτό του και τους άλλους, τότε θα βρει το δρόμο της ανακούφισης και της σωτηρίας. Αλληλεγγύη των δυστυχισμένων! Να το σύνθημα μιας καινούργιας δράσης, που μπορεί να φέρει τα πιο χειροπιαστά αποτελέσματα. Αλληλεγγύη οργανωμένη, ενεργητική ζωντανή, θετική και έμπρακτη, είναι ο πρώτος όρος της σωτηρίας.
Η εργατική τάξη, το πιο συνειδητό και το πιο οργανωμένο κομμάτι του εργαζόμενου λαού, πρέπει να βαδίσει πρώτη το δρόμο αυτό στην ολότητά της, απάνω από τα κόμματα και κάθε πολιτική διαίρεση.
Αλληλεγγύη και ενότητα. Και μαζί με τον εργαζόμενο φτωχό λαό πρέπει να βαδίσουν όσοι νιώθουν τον εαυτό τους αλληλέγγυο με κείνους, που αγωνίζονται για την απολύτρωση, όσοι νιώθουν και όσοι πονούν. Ελάτε να βοηθήσουμε τα παιδιά! Ελάτε να οργανώσουμε την αλληλεγγύη σε τούτο τον τομέα. Να βοηθήσουμε το ξύπνημα και τη συνειδητοποίηση της αλληλεγγύης, να βοηθήσουμε να φανερωθεί έμπρακτα στο πρόβλημα του φτωχού παιδιού. Η αλληλεγγύη των εργαζομένων κάνει θάματα. Μα και το πιο μικρό βήμα που μπορεί να γίνει απάνω σε τούτο το σωστό δρόμο, θα έχει τεράστια σημασία. Γιατί θα ξυπνήσει τη συνείδηση του σκοτεινού δρόμου σε χιλιάδες χιλιάδων ανθρώπους. Οσοι μπορούν, όσοι θέλουν, όσοι νιώθουν, ας κινηθούν. Τώρα είναι η στιγμή. Κάθε μέρα που περνάει θέτει τα προβλήματα οξύτερα και επιτακτικότερα. Ο αγώνας για τα δικαιώματα του παιδιού του εργαζόμενου λαού είναι ένας ευγενικός αγώνας.
Ας έρθουνε μαζί μας, όσοι θέλουνε να προσφέρουνε και τις πιο μικρές υπηρεσίες στο μεγάλο τούτο έργο (…).»
Δημήτρης Γληνός, Δεκέμβρης 1932».
e-prologos.gr