Θαυμάζοντας την απαράμιλλη τέχνη ενός από τα ωραιότερα αγάλματα της αρχαιότητας  

Με το δεξί χέρι πιάνει τον χιτώνα στο ύψος του μηρού, ενώ στο αριστερό χέρι κρατάει μπροστά στο στήθος ένα κλειστό μπουμπούκι λωτού. Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος / LIFO

  Η κόρη Φρασίκλεια που φιλοξενείται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι αρχαίο Ελληνικό γλυπτό του Αριστίωνα. Χρονολογείται μεταξύ 550 και 540 π.Χ. και βρέθηκε το 1972 στη νεκρόπολη του Μυρρινούντος όπου άλλοτε στόλιζε έναν αρχαίο τάφο. Φημίζεται ως σημαντικότατο έργο αρχαϊκής τέχνης. Το 1968 μια βάση αποσπάστηκε από τον τοίχο της εκκλησίας και μεταφέρθηκε στο Επιγραφικό μουσείο. Τέσσερα χρόνια αργότερα και διακόσια μέτρα πιο κάτω, στην νεκρόπολη του Μυρινούντος, ανακαλύφθηκαν από τον αρχαιολόγο Μαστροκώστα δύο αγάλματα, ένας Κούρος (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. 4890) και μια Κόρη. Το μολύβδινο υλικό με το οποίο το άγαλμα της κόρης ήταν συνδεδεμένο με την βάση ταίριαξε απόλυτα στην οπή που έφερε η μαρμάρινη βάση, αποδεικνύοντας ότι η βάση ανήκε στην κόρη, και η επιγραφή κατονομάζει την πατρότητα του αγάλματος. Σήμερα η κόρη εκτίθεται στην αίθουσα 11 του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με αριθμό καταλόγου 4889. ― Στοιχεία από Wikipedia  

Ο κούρος της Μερέντας και η κόρη Φρασίκλεια, όπως βρέθηκαν τη 18η Μαΐου 1972. Επιγραφικό Μουσείο, Αρχείο Ευθ. Μαστροκώστα. Από το βιβλίο Οι μεγάλες στιγμές της ελληνικής αρχαιολογίας, εκδόσεις Καπόν.

«Μνήμα της Φρασίκλειας.
Θα καλούμαι για πάντα κόρη
αφού οι Θεοί αντί για γάμο
μού όρισαν αυτό το όνομα.
Με έφτιαξε ο Αριστίων ο Πάριος»  

 

Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος / LIFO  

Η υπέροχη βοστρυχωτή κόμη της Φρασίκλειας συγκρατείται πίσω με ταινία. Η περίτεχνη στεφάνη στο κεφάλι συνδυάζει σειρά μαργαριταριών με άνθη λωτού και κάλυκες. Περιδέραιο, ενώτια και βραχιόλι είναι τα πολύτιμα κοσμήματά της. Κρατάει κάλυκα λωτού, φοράει χειριδωτό, κολπωτό χιτώνα με ζώνη. Οι αραιές, πλατύγραμμες πτυχές που αρχίζουν κάτω από τη μέση, καταλήγουν στα γλωσσόσχημα κοσμήματα του ποδόγυρου. Τα πόδια, ακάλυπτα μπροστά, φορούν σανδάλια. Με την τεχνική της «γανώσεως», που χρησιμοποιούσε πάνω στο μάρμαρο μίγμα λαδιού και υγρού κεριού, οι γλύπτες απέδιδαν τη στιλπνότητα και το χρώμα του φυσικού δέρματος στο πρόσωπο και τα γυμνά μέλη.   ―Αρχαιολογία

Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος / LIFO

   

ΕΤΣΙ ΘΑ ΗΤΑΝ ΑΡΧΙΚΑ ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ: Σχέδιο του Ηerbert Meinhold, για το βιβλίο της Κατερίνας Καρακάση «ARCHAISCHE KOREN», «εκδόσεις Hirmer», Μόναχο,(2001)

  Παρουσιάζονται, για πρώτη φορά, τέσσερα σχέδια που αναπαριστούν χρωματισμένο το διάκοσμο του αγάλματος. Μπροστά, κεντρική, κατακόρυφη ταινία με εγχάρακτο μαίανδρο διατρέχει το χιτώνα, ενώ λεπτότερη, παρόμοια ταινία στολίζει επάνω το τελείωμα του υφάσματος, περιβάλλοντας το άνοιγμα του λαιμού και τονίζοντας διπλά την ένωση των μανικιών. Το υπόλοιπο ένδυμα είναι διάσπαρτο με ποικίλους ρόδακες, γαμματοσταυρούς κι αστέρια. Τα κύρια χρώματα είναι το κόκκινο κεραμιδί (κιννάβαρι), το μαύρο και το κίτρινο. ― Αρχαιολογία  

ΤΑ ΠΟΔΙΑ, ΑΚΑΛΥΠΤΑ ΜΠΡΟΣΤΑ, ΦΟΡΟΥΝ ΣΑΝΔΑΛΙΑ: Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος / LIFO

   

ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΑ, ΣΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ: Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος / LIFO

Πηγή: www.lifo.gr

Δείτε κι αυτό:

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το