Στη χώρα μας η σχολική Ιστορία είναι μια πικρή ιστορία παρεμβάσεων και διαμάχης που μετρά ήδη κάμποσα «καταραμένα» βιβλία στο παθητικό της.
Ο παράδοξος τίτλος «Μολών λαβέ, Ιμπραήμ, μακαρονά…στη ναυμαχία… του Βατερλό» (!) σίγουρα αντανακλά με τον πιο παραστατικό τρόπο τους όρους με τους οποίους η εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου Παιδείας φροντίζει για την ιστορική παιδεία της νέας γενιάς.
Οφείλουμε να θυμίσουμε ότι πολλές φορές και με διάφορες ευκαιρίες και σκοπιμότητες η ιστορική παιδεία των μαθητών βρίσκεται στο στόχαστρο της δημοσιότητας άλλοτε εξαιτίας της τεράστιας αποτυχίας στις πανελλήνιες εξετάσεις όπου βαθμολογούνται κάτω από τη βάση το 50% των μαθητών και άλλοτε εξαιτίας των… μαργαριταριών που αλιεύονται κάθε χρόνο από τα γραπτά των μαθητών στο μάθημα της Ιστορίας από διάφορους ερανιστές και παρουσιάζονται προς τέρψιν -ή, κατ’ ελπίδα, προς προβληματισμό- του αναγνωστικού κοινού.
Εχει επισημανθεί και με άλλη ευκαιρία ότι τα βιβλία και οι όροι διδασκαλίας της Ιστορίας φανερώνουν, ίσως περισσότερο από κάθε τι άλλο, τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι υπεύθυνοι του υπουργείου Παιδείας την εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς πριμοδοτούν μια επιδερμική συσσώρευση ενός όγκου ασύνδετων μεταξύ τους γνώσεων.
Είναι χαρακτηριστικά όσα σημείωνε παλαιότερα ο Κώστας Γεωργουσόπουλος -για την εξεταστέα ύλη της Ιστορίας- σ’ ένα άρθρο του:
«… Εγκύψτε, παρακαλώ, σ’ αυτή την ύλη. Είναι μνημείο ιστορικής λοβοτομής… Δηλαδή από την ιστορική ροή, από τη διαδοχή γεγονότων που ακολουθούν τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος, ένα βλακώδες “τσιμπιδάκι” τσιμπάει ένα γεγονός εδώ, μία συνθήκη παραπέρα, ένα φαινόμενο ή έναν θεσμό πιο εκεί, χωρίς συνοχή, χωρίς συνέχεια, προχωρώντας με άλματα, αποκόβοντας τα αίτια από τα αιτιατά, διαχωρίζοντας τα πρόσωπα από τις ενέργειες, αποδεσμεύοντας την οικονομία από την πολιτική και τα γράμματα από την κοινωνική συγκυρία, τη διπλωματική ιστορία από την ευρωπαϊκή ή την παγκόσμια πολιτική σκακιέρα. H Ιστορία που ζητούμε από τους υποψηφίους μας να αποστηθίσουν είναι ένα καγκουρό που προχωρεί με πηδηματάκια».
Για να έχουμε μια εικόνα της σχολικής Iστορίας και των όρων διδασκαλίας της σήμερα ας δούμε τις «Οδηγίες για τη διδασκαλία μαθημάτων Κοινωνικών Επιστημών στο Γυμνάσιο για το σχολικό έτος 2019–2020» που στάλθηκαν από το υπουργείο Παιδείας στα σχολεία πριν από λίγες μέρες (17.9.2019).
Για το μάθημα της Ιστορίας οι οδηγίες παραπέμπουν στο «Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος της Ιστορίας των Α’, Β’ και Γ’ τάξεων του Γυμνασίου» (ΦΕΚ 959 T.B’ / 21.03.2019, υπογράφοντος τέως υπουργού Παιδείας κ. Κ. Γαβρόγλου).
Πρόκειται για:
1. Ενα πρόγραμμα σπουδών το οποίο δεν συμπίπτει και δεν αντιστοιχεί σε πολλά σημεία με κανένα βιβλίο από εκείνα που έχουν σταλεί στα σχολεία, αλλά αναφέρεται σε ένα διδακτικό υλικό που δεν έχει ακόμη εκπονηθεί.
2. Ενα πρόγραμμα σπουδών από το οποίο απουσιάζει όλη η νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Πλέον η διδακτέα ύλη σταματά στα τέλη του 19ου αιώνα -στο 1870- αφήνοντας όλη τη νεότερη ιστορία της χώρας εκτός διδασκαλίας. Για παράδειγμα από τη διδακτέα ύλη της Γ’ Γυμνασίου απουσιάζει εντελώς ο 20ός αιώνας, καθώς σύμφωνα με το νέο πρόγραμμα σπουδών οι μαθητές της Γ’ Γυμνασίου (της τελευταίας τάξης υποχρεωτικής εκπαίδευσης) θα διδαχθούν την ελληνική Iστορία μέχρι και την περίοδο της διακυβέρνησης του Χαρίλαου Τρικούπη, μόνο δηλαδή την πρώτη πεντηκονταετία του ελληνικού κράτους.
3. Η διάταξη της ύλης δεν ακολουθεί γραμμική πορεία και χαρακτηρίζεται από ακραίο κατακερματισμό, συνεχείς και αναιτιολόγητες μεταβάσεις σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους, σε σημείο που δημιουργείται σύγχυση όχι μόνο στους μαθητές, αλλά και στους διδάσκοντες το μάθημα.
Σκόρπιες πληροφορίες «ατάκτως ερριμμένες» προσφέρονται προς «κατανάλωση», ένας σωστός τσελεμεντές, όπου χάνεται η σχέση αιτίας και αποτελέσματος καθώς και το νόημα της κάθε γνώσης. Πρόκειται για σπαράγματα-θραύσματα γεγονότων χωρίς συνέχεια. Ο θρυμματισμός είναι συντριπτικός, ο ιστορικός χρόνος δεν υπάρχει, η συνολική αφήγηση σφαγιάζεται σε πληροφορίες, εικόνες, αριθμούς και πηγές. Απομένει η τμηματική πληροφορία, η αποσπασματική είδηση, το απομονωμένο γεγονός, χωρίς το «πώς» και το «γιατί».
Ωστόσο, όπως πολύ σωστά επισημαίνει και η ιστορικός Δήμητρα Λαμπροπούλου, και αυτή η διαπίστωση είναι ελλιπής αναφορικά με το ερώτημα που μας απασχολεί.
Γιατί η σχέση που τα παιδιά διαμορφώνουν με την ιστορία εντάσσεται στην ευρύτερη στάση που η κοινωνία επιφυλάσσει στην ιστορική γνώση. Στο κλίμα της εποχής ευδοκιμεί η υποταγή σ’ ένα παρόν που θεωρείται αυτονόητο και δεδομένο, ενώ συγχρόνως εκχερσώνονται τα ερωτήματα που μπορούν να υπονομεύσουν αυτή την εικόνα.
Αν δεχτούμε ότι η άγνοια του παρελθόντος δεν προκαλεί μόνο συγχύσεις στη γνώση του παρόντος, αλλά και υπονομεύει κάθε δυνατότητα δράσης στο παρόν, τότε πρέπει να αναρωτηθούμε όχι μόνο για τις ανιστόρητες απαντήσεις λίγων μαθητών αλλά και για το αν η ιστορική γνώση των υπολοίπων πολλών συμβάλλει στην ανάληψη τέτοιας δράσης. Αν τους βοηθά να γίνουν εξερευνητές του ζωντανού κόσμου και όχι ξεσαβανωτές των νεκρών. Αν, με άλλα λόγια, η γνώση τους για την Ιστορία αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη της κριτικής τους συνείδησης και πρακτικής.
Η δήλωση της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως ότι το μάθημα της Ιστορίας δεν θα πρέπει να έχει κοινωνιολογικό χαρακτήρα, αλλά να καλλιεργεί την εθνική συνείδηση, δεν αποτελεί πρωτοτυπία στην ιστορία των παρεμβάσεων φορέων ή προσώπων στην κατεύθυνση και στο περιεχόμενο των σχολικών γνώσεων, στο «τι» δηλαδή μαθαίνουν ο μαθητές και οι μαθήτριες στο σχολείο.
Μπορούμε εύκολα να κατανοήσουμε τους λόγους που λιπαίνουν το έδαφος των παρεμβάσεων σε έναν χώρο που ούτως ή άλλως δεν είναι αθώος και ουδέτερος, καθώς συμπυκνώνει την κυρίαρχη ιδεολογία. Και στη χώρα μας η σχολική Iστορία είναι μια πικρή ιστορία παρεμβάσεων και διαμάχης που μετρά ήδη κάμποσα «καταραμένα» βιβλία στο παθητικό της.
Χρήστος Κάτσικας. μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου – Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης
e-prologos.gr