Η τριτοκοσμικού τύπου υποδοχή των μαχητικών αεροσκαφών από την ελληνική κυβέρνηση και τα κυρίαρχα ΜΜΕ προκάλεσε φαινομενικά έντονες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση. Αν κάποιος όμως διαβάσει προσεκτικά τις ανακοινώσεις θα διαπιστώσει ότι πρόκειται απλώς για ένα ενδο-οικογενειακό καυγαδάκι.
Αν θυμάστε, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ είχε ξεσπάσει ένας αντίστοιχος καυγάς σχετικά με την προσπάθεια πώλησης πολεμικού υλικού στη Σαουδική Αραβία. Η αντιπαράθεση δεν αφορούσε το γεγονός ότι θα προσφέραμε όπλα που θα χρησιμοποιούνταν στη γενοκτονία αμάχων στη Υεμένη αλλά σε δευτερεύουσες, λογιστικού τύπου, λεπτομέρειες για τη σύμβαση.
Αντίστοιχα σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εστίασε στο γεγονός ότι κάθε ώρα πτήσης ενός Ραφάλ μετριέται σε ανθρώπινες ζωές, που χάνονται στον θάλαμο αναμονής κάποιου νοσοκομείου, αλλά στο γεγονός ότι η ΝΔ έφτιαξε ένα σποτάκι με το λογότυπό της στο τέλος. Ο χαρακτήρας της αντιπαράθεσης ήταν βέβαια προδιαγεγραμμένος αφού και τα δυο κόμματα εξουσίας έβαλαν, εν μέσω πανδημίας, την υπογραφή τους για την αγορά των μαχητικών αεροσκαφών.
Η συζήτηση δεν αφορούσε δηλαδή το γνωστό δίπολο που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι, «βούτυρο ή όπλα» (για να εξηγήσουν ότι οι πεπερασμένοι πόροι μιας οικονομίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε για κοινωνικές δαπάνες είτε για πολεμικούς εξοπλισμούς, αλλά όχι και για τα δύο). Αφορούσε το ποιος θα λάβει τα εύσημα της ασκούμενης αντικοινωνικής πολιτικής.
Θα πρέπει όμως να προχωρήσουμε τη συζήτηση ένα βήμα παραπέρα, θέτοντας ένα ερώτημα που είδαμε διατυπωμένο και στο twitter. Εάν είχαμε επαρκείς πόρους, θα τα θέλαμε τα Ραφάλ;
Το ερώτημα είναι θεωρητικό, καθώς κανένα σύστημα δεν έχει ποτέ «επαρκείς» πόρους για κοινωνική πρόνοια, την οποία μπορεί να θυσιάσει για να αγοράσει μηχανές θανάτου. Στον άνθρωπο μπορείς να προσφέρεις πάντα περισσότερα, στον θάνατο όχι. Αξίζει όμως να το εξετάσουμε από τη ρεαλιστική και την ηθική σκοπιά του.
Η βασική αιτιολόγηση με την οποία διαδοχικές κυβερνήσεις και τα ΜΜΕ προωθούν στον πληθυσμό την «ανάγκη» αγοράς όπλων, είναι η υπαρκτή, ομολογουμένως, επιθετικότητα της Τουρκίας. Αυτή η επιθετικότητα όμως δεν εκδηλώνεται εν κενώ, αλλά εν μέσω των ναπολεόντειων σχεδιασμών της ελληνικής αστικής τάξης να αποτελέσει «ενεργειακό κόμβο» της Ανατολικής Μεσογείου.
Αυτό το καταστροφικό για το περιβάλλον, την ειρήνη και την οικονομία σχέδιο, υποτίθεται θα επιτυγχανόταν μέσω της διέλευσης αγωγών όπως ο Eastmed και της εξόρυξης υδρογοναθράκων. Όπως μας εξηγούν εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια, το σχέδιο απαιτούσε συνεργασία με το κράτος απαρτχάιντ του Ισραήλ (σε βάρος των Παλαιστινίων αλλά και της ειρήνης στην ευρύτερη Μέση Ανατολή), πρόσδεση στην αιματοβαμμένη χούντα της Αιγύπτου και σε οπλαρχηγούς της Λιβύης, αγορά οπλικών συστημάτων από τη Γαλλία και εγκατάσταση νέων στρατιωτικών βάσεων από τις ΗΠΑ.
Και ύστερα ξυπνήσαμε για να συνειδητοποιήσουμε ότι η Γαλλία δεν απαιτούσε μόνο την αγορά οπλικών συστημάτων αλλά και την μετατροπή του ελληνικού στρατού σε μισθοφόρο για τις πρώην αποικίες της, ενώ οι ΗΠΑ αφού εξασφάλισαν τις βάσεις απέσυραν τη στήριξή του στον Eastmed, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα ότι δεν είναι διατεθειμένες να συγκρουστούν με τα συμφέροντα της Τουρκίας στην περιοχή.
Για να συνοψίσουμε, αποτύχαμε (ευτυχώς) να καταστρέψουμε όπως θα θέλαμε το περιβάλλον και την ασφάλεια της περιοχής με μη βιώσιμα ενεργειακά έργα, αλλά σε αυτή την προσπάθεια ταυτιστήκαμε με κράτη-τρομοκράτες, δαπανήσαμε κολοσσιαία ποσά σε εξοπλισμούς εν μέσω πανδημίας, απωλέσαμε κυριαρχικά δικαιώματα με την μορφή παραχώρησης ελληνικού εδάφους για ξένες βάσεις, ενώ παράλληλα απομακρυνθήκαμε από χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν οι οποίες θα μπορούσαν να παίξουν εξισορροπητικό ρόλο στις συνεχείς ληστρικές πιέσεις των ΗΠΑ και της Γαλλίας.
Αυτή βέβαια είναι ως επί το πλείστον μια ρεαλιστική προσέγγιση του προβλήματος, την οποία οφείλουμε να εξηγούμε στους «μπατριώτες» με την ελπίδα να καταλάβουν ότι πυροβόλησαν τα πόδια τους.
Εμάς μας ενδιαφέρει ότι ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο επιλέξαμε τον θάνατο. Ανάμεσα στην ελευθερία και την υποδούλωση των λαών επιλέξαμε την υποδούλωση, και ανάμεσα στην προστασία και την καταστροφή του περιβάλλοντος επιλέξαμε την καταστροφή. Και το κάναμε με δικομματική στήριξη και εθνική υπερηφάνεια.
Αν τυχαίνει να διαβάσατε αυτό το κείμενο σε κάποιο νοσοκομείο ξαναφορέστε τη μάσκα σας και καλή τύχη. Συγγνώμη που δεν σώσαμε τη ζωή σας, αλλά δεν ήταν ποτέ προτεραιότητά μας. Πάντως το μεσημέρι της Τετάρτης ακούσαμε τον ήχο των Ραφάλ πάνω από την Αθήνα και μας ΄θύμισε τον επιθανάτιο ρόγχο σας.
Άρης Χατζηστεφάνου
πηγή: infowar.gr
e-prologos.gr