γράφει ο Σπύρος Κουζινόπουλος
Η «Εκτέλεση των 17» αποτελεί ένα πρωτοφανές φαινόμενο. Ο υπουργός Εσωτερικών Αναστάσιος Ταβουλάρης εφαρμόζει τον γερμανικό νόμο περί αντιποίνων και εκτελεί χωρίς καταδικαστική απόφαση ομήρους.
Να ακολουθήσει ο Δήμος Ζακύνθου το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης και να αφαιρέσει από κεντρικό δρόμο της πόλης το όνομα του ναζί «υπουργού» των κατοχικών κυβερνήσεων Αναστάσιου Ταβουλάρη ζητούν εδώ και χρόνια οι κάτοικοι της Ζακύνθου.
Υπενθυμίζουμε ότι σε ανάλογη περίπτωση το δημοτικό συμβούλιο Θεσσαλονίκης, έπειτα από πρόταση του Τριαντάφυλλου Μηταφίδη, έλαβε σχεδόν ομόφωνη απόφαση και αφαίρεσε, λόγω της κατοχικής του δράσης, την ονοματοδοσία οδού με το όνομα του κατοχικού Φρουράρχου Θεσσαλονίκης και Γενικού Διοικητή (υπουργού) Μακεδονίας Αθανάσιου Χρυσοχόου.
Το σημαντικό στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο Ταβουλάρης ως διορισμένος από τους ναζί «υπουργός» Εσωτερικών της κυβέρνησης των κουίσλιγκς, είχε δώσει εντολές για την εκτέλεση δεκάδων πατριωτών που μετείχαν στο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης, αγωνιζόμενοι κατά των βάρβαρων χιτλερικών κατακτητών της πατρίδας μας.
Εμπλοκή και σε υπόθεση δωροδοκίας από τον Μποδοσάκη
Ενδεικτικό για το ποιόν του ανδρός είναι ότι ο Αναστάσιος Ταβουλάρης, αν και είχε εκλεγεί βουλευτής Ζακύνθου το 1923 με το Κόμμα Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου, υπηρέτησε το δικτατορικό καθεστώς του Θεόδωρου Πάγκαλου το 1926 ως υπουργός Συγκοινωνιών. Κατά τη διάρκεια αυτής της υπουργίας του, το όνομά του αναμίχθηκε σε υπόθεση δωροδοκίας του από τον Μποδοσάκη με το τεράστιο ποσόν των 45.000 λιρών για την παραχώρηση του δικτύου τηλεφωνίας στην Ελλάδα σε δική του εταιρεία.
Η κυβέρνηση Ζαΐμη, που ανέλαβε την εξουσία μετά την ανατροπή του Πάγκαλου από τον Κονδύλη, αποφάσισε να ασκήσει διώξεις για τη δράση του δικτατορικού καθεστώτος και τη φαύλη διαχείριση του δημόσιου χρήματος από τους πρωταγωνιστές του. Ο Ταβουλάρης βρέθηκε υπόλογος με βάση τον τότε ισχύοντα νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Το σχετικό παραπεμπτικό βούλευμα έλεγε:
«Επειδή ο Αναστάσιος Ταβουλάρης, πρώην υπουργός της Συγκοινωνίας, κάτοικος Αθηνών, κατηγορείται ως υπαίτιος τού ότι, δημόσιος ων υπάλληλος, ήτοι υπουργός της Συγκοινωνίας κατά Μάιον 1926 εν Αθήναις εδέχθη δώρα, ήτοι ποσόν λιρών Αγγλίας 45.000 περίπου παρά του Μποδοσάκη Θωμά Αθανασιάδου, επί σκοπώ του να επιχειρήση πράξιν υπηρεσιακήν εναντίον των ιδίων αυτού καθηκόντων προς όφελος του ειρημένου Μποδοσάκη Θ. Αθανασιάδου και της εταιρείας New Antwerp Telephone and Electrical Works και έγινε τωόντι ένοχος της τοιαύτης πράξεως αντιβαινούσης προς τα καθήκοντά του, διότι συνήψε μετά της ειρημένης εταιρείας την 7ην Μαΐου 1926 τη μεσολαβήσει του Μποδοσάκη Αθανασιάδου την σύμβασιν περί κατασκευής συντηρήσεως και εκμεταλλεύσεως των τηλεφώνων του Ελληνικού κράτους, ενώ υπήρχε προσφορά της παγκοσμίως γνωστής εταιρείας Siemens και Halske, υποβαλλούσης την 16ην Απριλίου 1926 όρους απείρως συμφερωτέρους διά το Δημόσιον.
Ετι δε του ότι κατά τον αυτόν ως άνω τόπον και χρόνον υπουργός ων της Συγκοινωνίας κατά την ενέργειαν των εαυτού καθηκόντων εκ προθέσεως έβλαψε διά της ειρημένης συμβάσεως τα συμφέροντα της Επικρατείας επί παραβάσει του Ποινικού Νόμου και του Νόμου περί ευθύνης των υπουργών.
Διά ταύτα
Εντελλόμεθα την σύλληψιν του εν λόγω κατηγορουμένου Αναστασίου Ταβουλάρη και την ενώπιόν μας προσαγωγήν του εν τω Γραφείω ημών κειμένω εντός του Βουλευτηρίου.
Εν Αθήναις τη 9η Ιουνίου 1928
Ο εισηγητής ανακριτής
Αναστάσιος Στρατηγόπουλος»
Αν και κατηγορήθηκε και για άλλες υποθέσεις (υπερτιμολογημένη προμήθεια ταχυδρομικών οχημάτων κ.λπ.), στο τέλος απαλλάχτηκε. Απολογούμενος ο Ταβουλάρης ενώπιον της Βουλής απέδωσε την πράξη του στην ανάγκη ιδιωτικοποίησης της τηλεφωνίας: «όταν εσχηματίσθη η κυβέρνησης της οποίας μετέσχον, απεφασίσθη να παραχωρηθή η εκμετάλλευσις των τηλεφώνων εις ιδιωτικήν εταιρείαν», ενώ «τα συμβούλια των Τ.Τ.Τ. ήσαν πάντοτε αντίθετα εις την παραχώρησιν των τηλεφώνων εις εταιρείαν και απέρριπτον πάντοτε τοιαύτας προτάσεις» («Ελεύθερον Βήμα», 19 Ιουνίου 1929).
Το αποτέλεσμα ήταν να αποφασίσει η πλειοψηφία της Βουλής με μικρή διαφορά υπέρ της αποφυλάκισής του με ψήφους 66-61. Η τελική απαλλαγή του Ταβουλάρη για την υπόθεση των τηλεφώνων πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1930. Η 30μελής επιτροπή της Γερουσίας πείστηκε από τον ισχυρισμό του ότι η αμαρτωλή σύμβαση συνάφθηκε «κατόπιν αποφάσεως του υπουργικού συμβουλίου και κατόπιν επιμόνων επεμβάσεων των πρεσβευτών και της επακολουθήσασης διαταγής του κ. Παγκάλου» («Ελεύθερον Βήμα», 2 Αυγούστου 1930).
Προσφέροντας υπηρεσίες στους ναζί κατακτητές
Εχοντας αποκτήσει «τεχνογνωσία» στη διάρκεια της δικτατορίας Θ. Πάγκαλου ο Αναστάσιος Ταβουλάρης αποφάσισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στους κατακτητές, όταν αυτοί εισέβαλαν στην Ελλάδα, μετέχοντας στις διορισμένες από τους ναζί δωσιλογικές κυβερνήσεις Λογοθετόπουλου και Ράλλη (1942-44) στο καίριο πόστο του υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Ασφάλειας.
Με την ιδιότητα αυτή ο Ταβουλάρης πολύ γρήγορα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του έλαβε σκληρά και δολοφονικά μέτρα κατά των αγωνιστών των αντιστασιακών οργανώσεων. Καθημερινά εκατοντάδες πολίτες, παρά τις τεράστιες δυσκολίες της κατοχής, εντάσσονταν στις τάξεις τους. Το ΕΑΜ είχε αποκτήσει δυνατά ερείσματα στα εργοστάσια, στις γειτονιές και στις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα. Στις 23 Ιουλίου 1943, με τη συνδρομή του, κήρυξαν 8ήμερη απεργία οι οπλίτες της Αστυνομίας Πόλεων και ακολούθησαν απολύσεις 1.400 αστυνομικών.
Η εκπόνηση του σχεδίου αντιμετώπισης του «κομμουνιστικού κινδύνου» βρήκε υποστηρικτή έναν πρώην δικτάτορα, τον Θ. Πάγκαλο, ο οποίος πίεζε τους Γερμανούς να τον κάνουν πρωθυπουργό.
Οπως αναφέρει ο Διον. Μπενετάτος στο «Χρονικό της Κατοχής», ο Πάγκαλος ήταν εκείνος που εισηγήθηκε στους Γερμανούς το κάψιμο των χωριών, όπου είχαν στρατωνιστεί αντάρτες, καθώς και τις εκτελέσεις αξιωματικών της Αστυνομίας Πόλεων και Χωροφυλακής για τη δημιουργία… «καταλλήλου κλίματος», ώστε οι αξιωματικοί και άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας να συνεργάζονται πειθαρχικά στην εξόντωση της αντίστασης.
Η ίδρυση της «Ειδικής Ασφάλειας»
Ο Αναστάσιος Ταβουλάρης, ως υπουργός Εσωτερικών και Ασφάλειας απέκτησε τότε πολλές εξουσίες και, αφού απέλυσε 1.400 αστυνομικούς, φρόντισε να ιδρύσει και να επανδρώσει την περιβόητη Ειδική Ασφάλεια με άτομα του υποκόσμου και κακοποιούς, οι οποίοι χαρακτηρίστηκαν ως χωροφύλακες «άνευ θητείας».
Φανατικός φίλος των Γερμανών, ο Ταβουλάρης απολάμβανε την εμπιστοσύνη του αντιστράτηγου των Ες Ες και αρχηγού της Γερμανικής Αστυνομίας στην Ελλάδα, Βάλτερ Σιμάνα, και του διοικητή της Υπηρεσίας Ασφάλειας (SIPO-SD), συνταγματάρχη Βάλτερ Μπλούμε.
Ως διοικητή της Ειδικής Ασφάλειας τοποθέτησε τον Αλέξανδρο Λάμπου, απότακτο συνταγματάρχη, προάγοντάς τον σε υποστράτηγο. Με τη βοήθεια των Ευσέβιου Παρθενίου (βασανιστή και δολοφόνου της Ηλέκτρας Αποστόλου), Αναστάσιου Πάτερη κ.ά. προσπάθησε να ξεπεράσει σε βαρβαρότητα τους Γερμανούς κατακτητές.
Στις 15 Απριλίου 1944, ο Αναστάσιος Ταβουλάρης ανακοίνωσε «την απόφασιν να εφαρμόση σκληρά αντίποινα εναντίον των εις χείρας του Κράτους ευρισκομένων συνενόχων των συμμοριτών». Μολονότι υπήρχε κανονισμός που απαγόρευε στους άνδρες της Χωροφυλακής να συγκροτούν εκτελεστικά αποσπάσματα, άνδρες της Ειδικής Ασφάλειας, στις 22 Απριλίου του 1944, εκτέλεσαν χωρίς προηγούμενη δικαστική απόφαση 17 κρατούμενους στο προαύλιο της Σχολής Χωροφυλακής.
Οι εκτελέσεις ομήρων ως αντίποινα από τους Γερμανούς κατακτητές αποτελούσαν μέρος προδιαγεγραμμένου σχεδίου προς τρομοκράτηση και είναι Εγκλημα κατά της Ανθρωπότητας, σύμφωνα με το κατηγορητήριο στη Δίκη της Νιρεμβέργης.
Η «Εκτέλεση των 17» αποτελεί ένα πρωτοφανές φαινόμενο. Ο υπουργός Εσωτερικών Αναστάσιος Ταβουλάρης εφαρμόζει τον γερμανικό νόμο περί αντιποίνων και εκτελεί χωρίς καταδικαστική απόφαση ομήρους.
Ανάμεσά στους «17» ήταν ο δάσκαλος, παιδαγωγός, δημοκράτης, ήρωας Παναγής Δημητράτος. Στο σπίτι του, στην οδό Δουκίσσης Πλακεντίας 3, ιδρύθηκε στις 23 Φλεβάρη 1943 η ΕΠΟΝ.
Οι μαζικές συλλήψεις «υπόπτων» χωρίς ένταλμα από τα όργανα του Ταβουλάρη ήταν δουλειά ρουτίνας. Η ανάκρισή τους διεξαγόταν είτε στο κτίριο της Διοίκησης (Δεριγνύ και 3ης Σεπτεμβρίου) ή στο Παράρτημα της οδού Ελπίδος, σ’ ένα από τα επτά ανακριτικά γραφεία. Η συνέχεια ήταν ή το ξενοδοχείο «Κρύσταλ» ή η μεταγωγή στις Φυλακές Χατζηκώστα και Αβέρωφ ή η παράδοση στη Γερμανική Μυστική Στρατιωτική Αστυνομία (GFP) για περαιτέρω «ανακρίσεις»… Τις περισσότερες φορές, οι ύποπτοι έφευγαν από την GFP φορτωμένοι με την κατηγορία της κατασκοπείας με προορισμό το στρατόπεδο Χαϊδαρίου και από εκεί για το εκτελεστικό απόσπασμα…
Μερικά από όσα έγιναν σε αυτά τα κτίρια της Ειδικής Ασφάλειας περιγράφονται στα πρακτικά της μετέπειτα δίκης:
● Ελευθέριος Αποστόλου, ιδρυτικό μέλος του ΕΑΜ, μάρτυρας πολιτικής αγωγής: «Η αδελφή μου Ηλέκτρα συνελήφθη από την ομάδα του Παρθενίου και οδηγήθη εις το “Κρύσταλ”, όταν μετά από βασανιστήρια της οποίας έκαναν, εξετελέσθη την 26η Ιουλίου 1944. Την είχαν κρεμάσει από ένα καρφί, το σώμα της το είχαν κάψει με τσιγάρο, επίσης με οινόπνευμα της είχαν κάψει τις τρίχες του σώματός της και μετά την είχαν βάλει επάνω σε κάρβουνα».
● Στυλιανός Λεβέντης, μάρτυς κατά πρότασιν του Επιτρόπου. Για τον Παπαρρηγόπουλο. «Εκείθεν δε εις το “Κρύσταλ”, αφού τον πολτοποίησαν, τον πέταξαν από τον εξώστη του 3ου ορόφου. Του αφήρεσαν δε τα ρούχα, τα παπούτσια και τρεις λίρας. Το πτώμα του το εύρον εις το νεκροτομείον και το οποίον δεν το έδιδαν, αλλά αφού υπογράψαμε δήλωσιν ότι δεν θα το πάμε εις το σπίτι μας και ότι δεν θα ακολουθήσουν στην κηδεία πλέον των τεσσάρων, μας το έδωσαν. Τον αδελφόν μου εξετέλεσαν χωρίς να έχουν ουδέν στοιχείον ενοχοποιητικόν. Ο Παρθενίου διέταξεν την εκτέλεσιν του αδελφού μου, ο δε Σαββόπουλος μετέσχε της εκτελέσεως».
● Παναγιώτης Δημητρακαρέας, δημοσιογράφος, μάρτυς κατά πρότασιν του Επιτρόπου: «Εις τα κρατητήρια του “Κρύσταλ” ήτο και ένα παιδί, το οποίον μου έλεγε ότι όργανα της Ασφαλείας ησέλγησαν επ’ αυτού… Ο Παρθενίου διέταξε να μας μεταφέρουν εις τα κρατητήρια του παραρτήματος της οδού Ελπίδος και ότι αύριο θα εξετάσει τον φάκελλόν μου. Πράγματι μετεφέρθημεν, όπου μας υπεδέχθη ο Μόρφης με δυο γροθιές και μας έκλεισε μέσα σε ένα δωμάτιον εντός του οποίου είμεθα 40.Ο Μόρφης ήταν επικεφαλής των κρατητηρίων.
Ενας εκ των κρατουμένων ήτο τόσο πολύ χτυπημένος, ώστε δεν μπορούσε να καθίσει και γενικώς όλοι οι ευρισκόμενοι εντός αυτού είχαν κακοποιηθή. Εις τας 9 η ώρα την νύκτα ήλθεν ο Μόρφης και αμέσως σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι και απετάθη σε έναν και του είπε: “Γιατί δεν με κοιτάς;”. Τον άρπαξε από τα μαλλιά, τον έβαλε χάμω και τον σκότωσε εμπρός μας. Μετά συνέλαβε άλλον, εις τον οποίον είπε: “Γιατί με κοιτάς;”. Και αμέσως άρχισε τα βασανιστήρια, όστις και απεβίωσε. Επίσης κτύπησε και πολλούς άλλους και έφυγε. Μετά από μία ώραν ούτος [ο Μόρφης] χόρευε έξω των κρατητηρίων με έναν κίναιδον καλόγερον»…
Η Ειδική Ασφάλεια με την εγκληματική της δράση ξεπερνάει σε βαρβαρότητα τους Γερμανούς κατακτητές. «Εκατό φορές πιο θηριώδεις από τους Γερμανούς!» αναφέρει χαρακτηριστικά μάρτυρας στη δίκη που έγινε μετά την απελευθέρωση για τα στελέχη της.
Ιδρυτής και των «Ταγμάτων Ασφαλείας»
Την ίδια περίοδο που ανασυγκροτείται η Ειδική Ασφάλεια συγκροτούνται από τον Αν. Ταβουλάρη και τα Τάγματα Ασφαλείας με απόφαση του Ιωάννη Ράλλη και σύμφωνη γνώμη της Βέρμαχτ, για να αντιμετωπίσουν την απειλή του ΕΑΜ και των ένοπλων αντιστασιακών οργανώσεων. Σκοπός της ίδρυσής τους ήταν να συνεπικουρούν τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής, τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία.
Και «υπουργός» στην ψευτοκυβέρνηση Τσιρονίκου
Οταν πλησίαζε η απελευθέρωση, ο Αναστάσιος Ταβουλάρης εγκατέλειψε την Ελλάδα, όπως και άλλοι χιτλερικοί. Φτάνοντας στην Αυστρία, συμμετείχε στην ψευδοκυβέρνηση του Τσιρονίκου, την επονομαζόμενη ελληνική «εθνική κυβέρνησης της Βιέννης» που είχε αναγνωριστεί μόνο από τον Αξονα.
Στους χιτλερικούς παραχωρήθηκαν γραφεία στη Βιέννη (αρχικά στο ανάκτορο Λόμπκοβιτς της Βιέννης) για να στεγαστούν τα υπουργεία και οι υπηρεσίες της εξόριστης «δωσιλογικής» κυβέρνησης. Στη συνέχεια η «κυβέρνηση φάντασμα» μεταφέρθηκε στο Κίτσμπουελ, όπου τον Φεβρουάριο του 1945 πήγε εκεί και ο αρχιεγκληματίας της Μακεδονίας Γεώργιος Πούλος με την συμμορία του.
Στις 9 Μαΐου 1945 ο Εκτωρ Τσιρονίκος, ο Αναστάσιος Ταβουλάρης, ο Χέρμαν Γκέρινγκ κ.ά. συλλαμβάνονται από τον Αμερικανικό Στρατό στο Κίτσμπουελ. Λίγο αργότερα, στις 31/5/1945, ο Ταβουλάρης καταδικάστηκε από το ειδικό δικαστήριο δωσιλόγων, ερήμην, σε ισόβια και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων. Σύμφωνα με την απόφαση: «Εν γνώσει του αι υπ’ αυτόν υπαγόμεναι αρχαί Ασφαλείας παρέδιδον εις τους Γερμανούς τους συλλαμβανομένους πολίτας Ελληνας, οίτινες Γερμανοί εφυλάκιζον αυτούς εις Χαϊδάρι».
Κατά δήλωση του Τσιρονίκου, ο Αναστάσιος Ταβουλάρης πέθανε από πνευμονία στο Ινσμπρουκ.
Για όλους αυτούς τους λόγους αποτελεί αίσχος, ντροπή και όνειδος για τη Ζάκυνθο των δημοκρατικών παραδόσεων να υπάρχει ακόμη το όνομα του Ταβουλάρη σε κεντρικό δρόμο της πόλης. Και το δημοτικό συμβούλιο Ζακύνθου θα πρέπει να αποκαθηλώσει και να αντικαταστήσει την ονοματοδοσία της συγκεκριμένης οδού.
*Στη φωτογραφία του “εξωφύλλου”: Ο δοτός από τους Γερμανούς πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης στον Άγνωστο Στρατιώτη. Δεξιά του ο Αναστάσιος Ταβουλάρης
Πηγές
1. Διονύσης Μπενετάτος, Το Χρονικό της Κατοχής 1941-1944, χ.ε., Αθήνα 1965
2. http://www.politismospolitis.org/archives/19360?fbclid=IwAR1jxELjjnyWqHX906ySHsXfx-qZfNHZShX1Kov3RC3hhMUKByhlKE58QbQ
3.https://el.wikipedia.org/wiki/
4. https://www.vivliopoleiopataki.gr/files/1168729/1168729/assets/basic-html/page43.html
5. http://www.ionikienotita.gr
e-prologos.gr